Η πραγματικότητα στη Σάμο είναι ωμή και αμείλικτη.
Μακριά από τις εξαγγελίες και τις φωτογραφίες των κυβερνητικών κλιμακίων, ο τόπος ασφυκτιά υπό το βάρος της εγκατάλειψης, της αδιαφορίας και της μεθοδευμένης υποβάθμισης.
Οι σεισμόπληκτοι συνεχίζουν να ζουν σε κοντέινερ και ακατάλληλα σπίτια, δίχως καμία ουσιαστική λύση – τρία χρόνια μετά τον καταστροφικό σεισμό.
Οι μαθητές των σχολείων ακόμα κάνουν μαθήματα κοντέινερ σε
Το νοσοκομείο του νησιού υπολειτουργεί, με σοβαρές ελλείψεις προσωπικού και κρίσιμες ειδικότητες σε ανεπάρκεια, αφήνοντας τους πολίτες στο έλεος της τύχης.
Τα υποσχόμενα κονδύλια του Υπουργείου Μετανάστευσης για τη στήριξη των δήμων παραμένουν άφαντα ή μοιράζονται χωρίς καμία διαφάνεια, χωρίς να λύνονται τα προβλήματα των τοπικών κοινωνιών.
Η ακτοπλοϊκή απομόνωση και η τιμή των εισιτηρίων προσβάλλουν την έννοια της νησιωτικότητας, κάνοντας τη μετακίνηση πολυτέλεια και την καθημερινότητα κόλαση.
Η ακρίβεια "θερίζει" κάθε νοικοκυριό, την ώρα που η κυβέρνηση επιδίδεται σε στατιστικά παιχνίδια και διαφημιστικά σποτ.
Κι ενώ όλα τα κρίσιμα προβλήματα παραμένουν άλυτα, η κυβέρνηση επιλέγει να προβάλλει ως "ανάπτυξη" την εμβάθυνση της παρουσίας μεταναστών μέσω νέων δομών και επεκτάσεων, μετατρέποντας τη Σάμο από νησί εθνικής σημασίας σε μόνιμο πεδίο διαχείρισης του μεταναστευτικού.
Αντί να ενισχυθεί η τοπική υγεία, η παιδεία, η συγκοινωνία, η πολιτική προστασία, ενισχύονται μόνο οι δομές "φιλοξενίας" και τα κονδύλια για μια ανάπτυξη που δεν αφορά τους κατοίκους – αλλά μόνο όσους βλέπουν τη Σάμο ως ζώνη ευρωπαϊκής ανάσχεσης, όχι ως ελληνικό έδαφος με δικαιώματα.
Η Σάμος δεν ζητά χάρη. Ζητά τα αυτονόητα:
Σεβασμό.
Ισοτιμία με την υπόλοιπη Ελλάδα.
Και λύσεις, όχι ευχολόγια και φθηνή προπαγάνδα.
Αν η κυβέρνηση δεν μπορεί να τα προσφέρει, τότε το πρόβλημα δεν είναι οι δυσκολίες – αλλά η ίδια η πολιτική της.