Και επίσης αναδεικνύεται ότι, με βάση τα ποσοστά που διαμορφώθηκαν χθες, η επίτευξη αυτοδυναμίας για τη Ν.Δ. θα είναι εύκολη υπόθεση στις επόμενες εκλογές όταν θα ισχύσει το bonus εδρών για το πρώτο κόμμα.
Και αυτό όχι μόνο χάρη στο ανέλπιστα υψηλό ποσοστό που πήρε το κόμμα της Ν.Δ., αλλά και διότι διαμορφώθηκε πολύ ψηλά το ποσοστό των κομμάτων που μένουν εκτός Βουλής. Ακόμη και με ποσοστό 0% για τα κόμματα εκτός Βουλής, η Ν.Δ. θα κατακτούσε την αυτοδυναμία με το ποσοστό που συγκέντρωσε χθες.
Αυτό διότι, σύμφωνα με την ενισχυμένη αναλογική, με 40,4% το πρώτο κόμμα κατακτά την αυτοδυναμία έστω και αν είναι μηδενικό το ποσοστό των εκτός Βουλής κομμάτων.
Τα εκτός Βουλής κόμματα συγκεντρώνουν ποσοστό της τάξεως του 16%. Αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι τρία κόμματα (ΝΙΚΗ, Πλεύση Ελευθερίας και ΜέΡΑ25) έφθασαν πολύ κοντά στο 3%, αλλά δεν κατάφεραν να το ξεπεράσουν.
Με ένα τέτοιο ποσοστό για τα εκτός Βουλής κόμματα, το πρώτο κόμμα μπορεί να πετύχει αυτοδυναμία έχοντας το ίδιο ένα σχετικά χαμηλό ποσοστό.
Ενδεικτικά, αν τα εκτός Βουλής κόμματα έχουν αθροιστικά ποσοστό 10%, το πρώτο κόμμα κατακτά αυτοδυναμία με 37,5%.
Σχηματικά, για κάθε μονάδα που αυξάνεται το ποσοστό των εκτός Βουλής κομμάτων μειώνεται κατά 0,3%-0,4% ο πήχυς αυτοδυναμίας για το πρώτο κόμμα.
Αυτοί οι αριθμοί αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς θεωρείται μονόδρομος η δεύτερη κάλπη. Και αυτό γιατί οι συσχετισμοί που προέκυψαν από τη χθεσινή εκλογική αναμέτρηση κάνουν τους πρωταγωνιστές των εξελίξεων είτε να μην επιθυμούν ή να μην μπορούν να μπουν σε συζήτηση για συνεργασίες.
Διάθεση για κυβέρνηση συνεργασίας δεν δείχνει να υπάρχει από την πλευρά της Ν.Δ. Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ήδη ξεκαθαρίσει ότι με το ΠΑΣΟΚ, τον πιο πιθανό εταίρο, δεν έχει να συζητήσει κάτι.
Την ίδια στιγμή, πάντως, και από το ΠΑΣΟΚ δίνεται προτεραιότητα σε μια δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, καθώς το κόμμα θεωρεί ότι διαμορφώνονται συνθήκες ευνοϊκές για αξιόλογη βελτίωση των ποσοστών του και πιθανότητες συνολικότερης αναδιαμόρφωσης του πολιτικού σκηνικού.
Εάν, ωστόσο, Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ αποφάσιζαν να συνεργαστούν, η κυβέρνησή τους θα συγκέντρωνε περισσότερες από 180 έδρες. Θεωρητικά η Ν.Δ. θα μπορούσε να σχηματίσει κυβέρνηση και σε συνεργασία με την Ελληνική Λύση.
Αυτό που «καίγεται» απόλυτα είναι η δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ να κινηθεί στην κατεύθυνση διερεύνησης των προοπτικών σχηματισμού κυβέρνησης, καθώς υπέστη καθίζηση ποσοστών.
Οι τρεις αιτίες του «γαλάζιου» θριάμβου
Του Σταύρου Παπαντωνίου
Το ιστορικό αποτέλεσμα των χθεσινών εκλογών, με πάνω από 20 μονάδες διαφορά, όπως είναι λογικό στην Πειραιώς το υποδέχθηκαν με πολύ μεγάλη ικανοποίηση αλλά και χαμηλούς τόνους. Οι βασικότεροι λόγοι που οδήγησαν στη σαρωτική νίκη της Ν.Δ. είναι συνάρτηση των όσων έπραξε η κυβέρνηση τόσο κατά τη διάρκεια της τετραετίας όσο και –ιδιαίτερα σημαντικό– στην προεκλογική περίοδο.
Μια πρώτη αποτίμηση δείχνει πως οι λόγοι που οδήγησαν στη σαρωτική επικράτηση ήταν οι εξής: Πρώτον, ο κ. Μητσοτάκης σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου εστίασε στο θετικό αφήγημα και στο μέλλον, σε αντίθεση με τον αντίπαλό του κ. Τσίπρα, που επένδυσε σε αυτό που ονομάζεται «γκρίζα διαφήμιση». Αποδείχθηκε ο πάγιος κανόνας που λέει πως οι πολίτες ψηφίζουν με βάση το μέλλον και λιγότερο με βάση τα όσα έγιναν ή δεν έγιναν στο παρελθόν.
Η δεύτερη αιτία έχει να κάνει με την παρουσία αποκλειστικά στην προεκλογική περίοδο. Η μεν Νέα Δημοκρατία, σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου είχε μια πλειάδα στελεχών που ήταν απόλυτα πειθαρχημένα και εξέπεμψαν κοινό μήνυμα χωρίς να κάνουν λάθος.
Στην αξ. αντιπολίτευση δεν συνέβη το ίδιο, με κορυφαίο λάθος της τελευταίας στιγμής αυτό του Γιώργου Κατρούγκαλου. Αποτέλεσμα ήταν να παραταχθεί από τη μία ένας «γαλάζιος στρατός» απόλυτα συντεταγμένος ακολουθώντας την ίδια γραμμή και από την άλλη να υπάρχει μια Βαβέλ χωρίς κοινό μήνυμα, με αποκορύφωμα τις διαφορετικές θέσεις για την επόμενη κυβέρνηση, σε αντίθεση με το ξεκάθαρο μήνυμα της αυτοδυναμίας που είχε η Ν.Δ.
Η τρίτη αιτία αφορά την κυβερνητική θητεία σε όλο το χρονικό εύρος της τετραετίας. Η Ν.Δ. όχι μόνο δεν έχασε σε απόλυτο αριθμό τίποτα από τις ψήφους που πήρε το 2019, αλλά ανέβασε και το ποσοστό της. Βασική αιτία είναι πως οι πολίτες που ψήφισαν τον κ. Μητσοτάκη το 2019 «δεν απογοητεύτηκαν», καθώς ο πρωθυπουργός έδειξε «συνέπεια λόγων και έργων», όπως σημειώνουν κομματικές πηγές, και μάλιστα σε πολύ δυσμενείς συνθήκες λόγω των παγκόσμιων κρίσεων. Αυτό, σε συνδυασμό με την παντελή αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να εκφράσει πειστική πρόταση, έφερε το συγκεκριμένο αποτέλεσμα.
Πηγή kathimerini.gr