19 Μαΐου 2018

Στο εδώλιο του Πενταμελούς Εφετείου Δωδ/σου δικηγόρος για χρησικτησίες εκκλησιαστικών ακινήτων



Ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου, θα αναβιώσει την 11η Ιουνίου 2018, υπόθεση με κατηγορούμενο για πλαστογραφία κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια με σκοπούμενο όφελος και αντίστοιχη ζημία άνω των 30.000 ευρώ κατ’ εξακολούθηση, δικηγόρο της Ρόδου, που διαμένει πλέον στο εξωτερικό, που έχει καταδικαστεί πρωτοδίκως σε ποινή κάθειρξης 6 ετών με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα, ενώ δεν του αναγνωρίστηκαν ελαφρυντικά.

Στον κατηγορούμενο αποδόθηκε συγκεκριμένα η αποκλειστική ευθύνη για το σκάνδαλο των χρησικτησιών εκκλησιαστικών ακινήτων του Ιερού Ναού Ταξιαρχών Αρχαγγέλου, της Ιεράς Μονής Παναγιάς Τσαμπίκας Αρχαγγέλου, της Ιεράς Μονής Αγίου Μιχαήλ Αρχαγγέλου Ρόδου, του Ιερού Ναού Αγίου Γεωργίου Μαλώνας και της Ιεράς Μονής «Καμειρί» Μασάρων.
Ο ίδιος κατηγορούμενος είχε κριθεί αθώος πλημμεληματικής εξακολουθητικής απιστίας λόγω της εμπλοκής του σε 11 υποθέσεις χρησικτησίας εκκλησιαστικών ακινήτων.
Συνοπτικά φέρεται να είχε λάβει από τις Εκκλησιαστικές Επιτροπές των ανωτέρω Ιερών Ναών, εντολή και εξουσιοδότηση να χειρίζεται τις δικαστικές και εξώδικες υποθέσεις τους και στο πλαίσιο της διαχείρισης των υποθέσεων των εντολέων του, να προσέγγιζε κατοίκους του Αρχαγγέλου, των Μασάρων και της Μαλώνας, οι οποίοι νέμονταν ακίνητα ιδιοκτησίας των ανωτέρω ναών, επί σειράν πολλών συναπτών ετών αδιάλειπτα και υπόσχονταν να τους βοηθήσει με την παροχή των νομικών του υπηρεσιών, προκειμένου να διεκδικήσουν δικαστικά τη θεμελίωση δικαιώματος χρησικτησίας επί του ακινήτου, που έκαστος εξ αυτών νέμονταν με την έγερση αγωγών χρησικτησίας.
Φέρεται να τους εξηγούσε εξ αρχής ότι επειδή ήταν δικηγόρος των προαναφερομένων Ιερών Ναών δεν μπορούσε ο ίδιος να παραστεί αυτοπροσώπως στο δικαστήριο ούτε και να υπογράψει τα σχετικά δικόγραφα αγωγών, αλλά στις ενέργειες αυτές θα προέβαιναν άλλοι δικηγόροι, συνάδελφοι του, με τους οποίους συνεργαζόταν.
Στην πορεία φέρεται να έθεσε κατά απομίμηση την υπογραφή συναδέλφων του, οι οποίοι δεν είχαν ενημερωθεί και δεν συναινούσαν, να συνέτασσε και να κατέθετε προς εκδίκαση αγωγές χρησικτησίας εις βάρος της ανωτέρω Εκκλησίας, η οποία μάλιστα δεν είχε ενημερωθεί για τις αγωγές αυτές.
Τις ανωτέρω πλαστογραφίες, φέρεται μάλιστα να τέλεσε προκειμένου να ωφεληθούν οι προαναφερόμενοι εκάστοτε ενάγοντες με ζημία της Ορθόδοξης Εκκλησίας Αγίου Μιχαήλ Αρχαγγέλου Ρόδου κατά το συνολικό ποσό των 628.532,04 ευρώ.
Πρόκειται συγκεκριμένα για την αντικειμενική μόνο αξία των ακινήτων, που αναφέρονται σε 24 αγωγές χρησικτησίας (τιμές 2007) και προκύπτει από κατάσταση αντικειμενικών αξιών της Δ.Ο.Υ. Η δε εμπορική τους αξία είναι κατά πολύ υψηλότερη.
Στον κατηγορούμενο αποδίδονται συγκεκριμένα 30 πλαστογραφίες.
Οι δικηγόροι μάρτυρες κατηγορίας κατέθεσαν ότι δεν είχαν δώσει την συγκατάθεση τους για να τεθεί απομίμηση της υπογραφής τους στα δικόγραφα, πλην ενός που είχε συμφωνήσει στην χρήση του ονόματος του σε μια και μόνο αγωγή.
Σε δύο περιπτώσεις οι δικηγόροι που είχαν πλήρη άγνοια, όπως κατέθεσαν για το γεγονός, δεν ήταν καν στην Ρόδο. Ο ένας έκανε την διδακτορική του διατριβή στην Κομοτηνή και ο άλλος έκτιε την στρατιωτική του θητεία στην Κω.
4 δικηγόροι κατέθεσαν ότι ο κατηγορούμενος ασκούσε καθήκοντα δικηγόρου της Ιεράς Μητρόπολης Ρόδου, έχοντας στενή σχέση με επιτελικά στελέχη αυτής και ότι εκ της θέσεως του αυτής είχε αναλάβει και υποθέσεις ιερών ναών ενώ υποστήριξαν ότι οι αιτήσεις χρησικτησίας αφορούσαν ουσιαστικά συγκεκαλυμμένες αγοραπωλησίες των ακινήτων και ότι τα χρήματα κατέληγαν στην Μητρόπολη.
Το ισχυρισμό αυτό ανέπτυξε και ο κατηγορούμενος στην ανακριτική του κατάθεση αλλά και ο συνήγορος υπεράσπισής του κ. Κ. Σαρής, τονίζοντας ότι το θέμα των εκκλησιαστικών ακινήτων είναι γνωστό επί σειράν ετών και ότι ακολουθείται η συγκεκριμένη μέθοδος των χρησικτησιών προκειμένου να μπορούν οι δικαιούχοι να μεταγράφουν στην ιδιοκτησία τους ακίνητα, παρακάμπτοντας το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, που δεν δίδει άδεια για την αγορά ακινήτων ιδιοκτησίας του.
Κατέθεσαν επίσης στο πρωτόδικο δικαστήριο 6 ιδιώτες, που εφέροντο να έχουν ασκήσει αγωγές χρησικτησίας. Δύο εξ’ αυτών αρνήθηκαν ότι είχαν δώσει τέτοια εντολή στον κατηγορούμενο, ενώ άλλοι τόνισαν ότι τα χρήματα θα κατέληγαν στην εκκλησία.


 Πηγή:www.dimokratiki.gr