Το πλαίσιο της σημερινής συζήτησης
Η συζήτηση που εξελίσσεται σήμερα στη Σάμο σχετικά με τον χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό του νησιού καθιστά αναγκαία την ουσιαστική αποσαφήνιση του ρόλου και των δυνατοτήτων των Τοπικών Πολεοδομικών Σχεδίων. Ο σχεδιασμός αυτός δεν αφορά μόνο τεχνικά ζητήματα, αλλά συνδέεται άμεσα με την ποιότητα ζωής των κατοίκων και τη μελλοντική αναπτυξιακή πορεία της πόλης.
Ο χαρακτήρας και οι στόχοι των Τοπικών Πολεοδομικών Σχεδίων
Τα Τοπικά Πολεοδομικά Σχέδια δεν στοχεύουν σε ανεξέλεγκτες επεκτάσεις του σχεδίου πόλης. Αντιθέτως, αποσκοπούν στη διαμόρφωση ενός συνεκτικού και βιώσιμου αστικού χώρου, δίνοντας προτεραιότητα στη συμπαγή και λειτουργική πόλη, στην αξιοποίηση των εντός σχεδίου και ήδη πολεοδομημένων περιοχών και στον ουσιαστικό περιορισμό της εκτός σχεδίου δόμησης, χωρίς τη μετατροπή της σε μαζικές και άναρχες επεκτάσεις.
Οι προϋποθέσεις για την επέκταση του σχεδίου πόλης
Η επέκταση ενός σχεδίου πόλης μπορεί να προβλεφθεί μόνο όταν τεκμηριώνεται με σαφήνεια ότι υφίσταται πραγματική ανάγκη. Η ανάγκη αυτή μπορεί να προκύπτει από υφιστάμενη ή προβλεπόμενη πληθυσμιακή αύξηση, από στεγαστικές ανάγκες ή από την απαίτηση για εγκατάσταση παραγωγικών και κοινωφελών χρήσεων. Παράλληλα, πρέπει να αποδεικνύεται ότι ο υφιστάμενος πολεοδομικός ιστός έχει εξαντλήσει ή δεν επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες αυτές, είτε λόγω έλλειψης διαθέσιμων οικοπέδων είτε λόγω περιορισμένων δυνατοτήτων αναπλάσεων.
Επιπλέον, απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί η μη προσβολή προστατευόμενων περιοχών, όπως δάση και δασικές εκτάσεις, περιοχές Natura, γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας, αρχαιολογικές ζώνες και περιοχές που παρουσιάζουν αυξημένο φυσικό κίνδυνο, όπως πλημμυρικές ή κατολισθητικές ζώνες. Τέλος, η επέκταση οφείλει να συνοδεύεται από εξασφάλιση της βιωσιμότητάς της, μέσω της πρόβλεψης και υλοποίησης επαρκών υποδομών ύδρευσης, αποχέτευσης, οδικού δικτύου και κοινόχρηστων χώρων.
Πρακτικές που δεν είναι πλέον αποδεκτές
Στο σύγχρονο πλαίσιο χωρικού σχεδιασμού δεν θεωρούνται αποδεκτές επεκτάσεις χωρίς τεκμηριωμένη ανάγκη, ούτε παρεμβάσεις που στοχεύουν αποκλειστικά στην αύξηση της αξίας της γης. Εξίσου μη αποδεκτές είναι οι διάσπαρτες ή αποσπασματικές επεκτάσεις, καθώς και η ένταξη εκτός σχεδίου περιοχών στο σχέδιο πόλης χωρίς προηγούμενο ολοκληρωμένο πολεοδομικό σχεδιασμό σε επίπεδο Τοπικού Πολεοδομικού Σχεδίου.
Η περίπτωση της πόλης Σάμου (Βαθύ)
Στην περίπτωση της πόλης της Σάμου (Βαθύ), συντρέχουν σωρευτικά οι προϋποθέσεις που δικαιολογούν την επέκταση του σχεδίου πόλης στο πλαίσιο του Τοπικού Πολεοδομικού Σχεδίου. Ο υφιστάμενος αστικός ιστός εμφανίζει περιορισμένα περιθώρια εσωτερικής ανάπτυξης, γεγονός που έχει οδηγήσει διαχρονικά στην κάλυψη στεγαστικών και λειτουργικών αναγκών μέσω εκτός σχεδίου δόμησης. Η πρακτική αυτή έχει ως αποτέλεσμα την αποσπασματική ανάπτυξη, την αύξηση του κόστους των υποδομών και τη σταδιακή υποβάθμιση του φυσικού και οικιστικού τοπίου.
Η οργανωμένη επέκταση της πόλης δίνει τη δυνατότητα πρόβλεψης και εξασφάλισης επαρκών κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων, όπως χώροι πρασίνου, σχολικές και κοινωνικές υποδομές, οι οποίοι δεν μπορούν να διαμορφωθούν σε περιοχές που αναπτύσσονται άναρχα. Παράλληλα, συμβάλλει στην αποσυμφόρηση του ιστορικού και κεντρικού τμήματος της πόλης, όπου παρατηρούνται έντονες πιέσεις από την κυκλοφορία, τη στάθμευση και τις τουριστικές χρήσεις.
Όρια, περιβάλλον και βιώσιμη ανάπτυξη
Μέσω του Τοπικού Πολεοδομικού Σχεδίου διασφαλίζεται ότι η επέκταση θα πραγματοποιηθεί με σαφή όρια, με έλεγχο των χρήσεων γης και με σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον, αποκλείοντας περιοχές υψηλού περιβαλλοντικού κινδύνου ή προστασίας. Με τον τρόπο αυτό, η επέκταση λειτουργεί ως εργαλείο περιορισμού της άναρχης εκτός σχεδίου δόμησης και όχι ως παράγοντας ανεξέλεγκτης ανάπτυξης.
Συμπέρασμα και ευθύνη τεκμηρίωσης
Η ενίσχυση της πόλης της Σάμου ως διοικητικού και αναπτυξιακού πόλου του νησιού αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη συγκράτηση του μόνιμου πληθυσμού, την υποστήριξη της τοπικής οικονομίας και τη βιώσιμη ανάπτυξη της Σάμου στο σύνολό της. Όλα τα παραπάνω στοιχεία δικαιολογούν την επέκταση της πόλης, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή θα τεκμηριωθεί με πληρότητα και διαφάνεια.
Η ευθύνη της τεκμηρίωσης ανήκει στο μελετητικό γραφείο, το οποίο οφείλει να εξετάσει σε βάθος τα πραγματικά δεδομένα και, όπου απαιτείται, να αναζητήσει απαντήσεις μέσω διαλόγου και επιστημονικής τεκμηρίωσης. Μελέτες που εκπονούνται αποσπασματικά ή κεκλεισμένων των θυρών δεν μπορούν να αποτελέσουν βάση για έναν σοβαρό και βιώσιμο πολεοδομικό σχεδιασμό.
