Η κυβέρνηση Μητσοτάκη και ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Νίκος Δένδιας, στο πλαίσιο της «Ατζέντας 2030», ξεκίνησαν θεσμικές αλλαγές στις Ενοπλες Δυνάμεις: εκποιήσεις στρατιωτικών ακινήτων, κλείσιμο ιστορικών σχολών υπαξιωματικών και δημιουργία ενός νέου «Σώματος Υπαξιωματικών» χωρίς πανελλαδικές εξετάσεις. Ολα βαφτίζονται εκσυγχρονισμός, αλλά στην πραγματικότητα αποτελούν ταξικό στρατηγικό μετασχηματισμό: Οι Ενοπλες Δυνάμεις μετατρέπονται σε καταφύγιο των οικονομικά αποκλεισμένων.
Τα στοιχεία του 2024-2025 είναι αποκαλυπτικά. Στην Ελλάδα καταγράφηκαν περίπου 460 κενές θέσεις σε στρατιωτικές σχολές αξιωματικών και υπαξιωματικών – ο πιο χαμηλός αριθμός εισαγωγών στην ιστορία του θεσμού. Η πτώση των στρατιωτικών σχολών πλήττει την εθνική άμυνα και αναδεικνύει την απουσία κινήτρων για τους νέους που θα ήθελαν μια στρατιωτική καριέρα, ενώ εμφανίζεται ως λύση η κατάργηση.
«Η κατάργηση των σχολών υπαξιωματικών δεν είναι απλώς θεσμικό λάθος – είναι στρατηγικό πλήγμα στο στράτευμα. Αντί να επενδύουμε σε παιδιά με υψηλά ιδανικά, ισχυρή μόρφωση και τεχνική κατάρτιση, επιλέγουμε να στρατολογούμε από ανάγκη και όχι από αξιοσύνη. Οι υπαξιωματικοί που προέρχονται από τις σχολές ήταν η γέφυρα μεταξύ διοίκησης και βάσης. Μεθοδευμένα πλέον εξοστρακίζονται. Προσφέρουμε πενιχρούς μισθούς, μειώνουμε τα κίνητρα και υπονομεύουμε τη σταδιοδρομία τους. Αν συνεχίσουμε έτσι, θα μείνει ένα στράτευμα χωρίς ραχοκοκαλιά» σημειώνει ο Βασίλης Τσιλιγάννης, πρόεδρος του συντονιστικού συλλόγων αποφοίτων των σχολών υπαξιωματικών.
Μεγάλο μέρος της ευθύνης έχει η πολιτική του υπουργείου Εθνικής Αμυνας. Στοχεύει στην κατάργηση των σχολών υπαξιωματικών και στην ίδρυση ενός νέου Σώματος Υπαξιωματικών χωρίς πανελλαδικές εξετάσεις – εισαγωγή δηλαδή με κοινωνικά και όχι ακαδημαϊκά κριτήρια. Με βάση αυτήν τη νέα δομή φαίνεται να εγκαταλείπεται η σταδιοδρομία των γόνων της μεσαίας τάξης στις Ενοπλες Δυνάμεις και να προτιμάται η προσέλκυση νέων από πιο χαμηλά οικονομικά στρώματα, αλλά και χωρίς προαπαιτούμενο μορφωτικό επίπεδο σαν αυτό των σημερινών σχολών υπαξιωματικών. Ο στρατός δηλαδή γίνεται υποκατάστατο των προγραμμάτων κοινωνικής ένταξης– εργασίας για φτωχούς, όχι χώρος επιμόρφωσης και άμυνας. Καθόλου τυχαίο δεν μπορεί να είναι το γεγονός ότι ο υπουργός Εθνικής Αμυνας συζητά τα θέματα του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων είτε σε συγκεντρώσεις των «Ρόταρι» είτε με εκπροσώπους του ΣΕΒ.
Στρατολόγηση ανηλίκων
Το καλοκαίρι του 2025, οι κατασκηνώσεις για ανηλίκους –πρώτη φορά στη μεταπολιτευτική Ελλάδα– ξεκίνησαν υπό τον μανδύα της εξοικείωσης με τον στρατό, ενώ στην ουσία λειτουργούν ως «σπίνοι» κοινωνικής στρατολόγησης. Σε επιλεγμένα στρατόπεδα μαθητές 15 έως 17 ετών έζησαν εκείνη την «πειθαρχία», τα πρωινά εγερτήρια και τις ασκήσεις με όπλα, μακριά από κάθε σχολικό περιβάλλον. Μια πρώιμη στρατιωτικοποίηση που θυμίζει αντίστοιχες πρακτικές στη Βρετανία, που έχουν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις.
Η τάση αυτή δεν είναι μεμονωμένη. Στη Βρετανία οι μαθητές από τις πιο επισφαλείς περιοχές έχουν 57% περισσότερες πιθανότητες να στρατευτούν σε σχέση με συνομηλίκους από εύπορα προάστια. Οι προσλήψεις ανηλίκων είναι συχνότερες σε περιοχές κοινωνικής αποστέρησης. Αντίθετα, οι αιτήσεις από προνομιούχα προάστια του Λονδίνου ή της νότιας Αγγλίας μειώνονται σταθερά από το 2018. Το υπουργείο Εργασίας στη Βρετανία ακολουθώντας τη «youth guarantee» λογική συνδέει πλέον το επίδομα ανεργίας με πιθανή κατάταξη, μετατρέποντας την οικονομική ανάγκη σε μοχλό πίεσης.
Στη Γερμανία τέτοιες ενέργειες έχουν φέρει την αντίδραση της Unicef. Παράλληλα επανέρχεται η ιδέα της πρόσληψης μη πολιτών/ μεταναστών ως χαμηλόμισθου ανθρώπινου δυναμικού.
Στην Ιταλία τα σενάρια υποχρεωτικής θητείας επανέρχονται για να καλύψουν ελλείψεις εθελοντών. Ολα κινούνται στο ίδιο πρότυπο: στρατολόγηση της οικονομικής ανάγκης ως λύση κρίσης στις δυνάμεις.
Οι εκθέσεις του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Στρατιωτικών Ενώσεων και Συνδικάτων (EUROMIL) επιβεβαιώνουν «στοχευμένες καμπάνιες στρατολόγησης» σε περιφέρειες υψηλής ανεργίας, ιδίως σε Βαλκάνια και νότια Ευρώπη, όπου υπόσχονται «σταθερό μισθό και τεχνική κατάρτιση».
Η Ελλάδα, αν και με καθυστέρηση, ακολουθεί αυτό το ευρωπαϊκό ρεύμα. Η έκθεση του EUROMIL για το 2023 αναφέρει ότι τα ευρωπαϊκά στρατεύματα τείνουν να αντικαθιστούν τη λογική της παροχής κοινωνικής κινητικότητας με ένα μοντέλο οικονομικής διευκόλυνσης, το οποίο όμως οδηγεί σε απώλεια αξιοπρέπειας και κοινωνικής ισχύος. Συχνά, όπως σημειώνει η έκθεση, ο στρατός γίνεται δεξαμενή φτηνών, επισφαλών εργατών – όχι στρατιωτών με προοπτική και ταυτότητα.
Κρίση στο ναυτικό
Ηδη, το Πολεμικό Ναυτικό περνά σε κατάσταση κρίσης. Το 2024 σημειώθηκαν 294 παραιτήσεις –ρεκόρ για τη δεκαετία– ενώ το πρώτο τετράμηνο του 2025 καταγράφηκε επιπλέον αύξηση 31,5% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του προηγούμενου έτους. Οι παραιτήσεις επικεντρώνονται κυρίως στους κατώτερους αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και ΕΠΟΠ και αφορούν στελέχη νεαρής ηλικίας, πολλά εκ των οποίων είναι απόφοιτοι της ΣΜΥΝ.
Η προσέγγιση Δένδια με την «Ατζέντα 2030» συνιστά εκδοχή της στρατιωτικοποίησης της κοινωνικής επισφάλειας. Οταν η κυβέρνηση επιλέγει το κλείσιμο ιστορικών σχολών και την αντικατάστασή τους από σώματα με ταξικά κριτήρια, ουσιαστικά ενισχύει τον ρόλο των Ενόπλων Δυνάμεων ως μηχανισμού χειραγώγησης των φτωχών. Και όταν παράλληλα οι ίδιοι οι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί εγκαταλείπουν τον θεσμό, η στρατηγική λεηλατεί το κύρος και τη νομιμοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων μέσα στην κοινωνία.
Η απάντηση δεν μπορεί να είναι ειλικρινής εάν μένει στο αφήγημα της «διαχειριστικής λύσης». Ο στρατός δεν στερείται ούτε πόρων ούτε ανθρώπων· στερείται σχεδίου, αξιοπρέπειας και κοινού οράματος. Αντί για κλείσιμο σχολών απαιτείται αναβάθμιση. Αντί για ταξικό φιλτράρισμα, χρειάζονται ισότητα πρόσβασης, αξιοκρατία και κίνητρα επιλογής. Ο στρατός δεν μπορεί να υπηρετεί την ανεργία, τη φτώχεια και την απαξίωση. Πρέπει να παραμένει θεσμός κοινωνικής συνοχής και εθνικής άμυνας. Αλλιώς, πολύ απλά, δεν θα έχουμε Ενοπλες Δυνάμεις. Θα έχουμε στολή φτωχών για πολέμους πλουσίων.
ΙΩΑΝΝΑ ΗΛΙΑΔΗ
ΠΗΓΗ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ
