Πώς η «ισλαμική απειλή» και η «ακροδεξιά άνοδος» οδηγούν το πολιτικό κέντρο της Γερμανίας προς τα δεξιά. Οι κίνδυνοι από την κατάργηση της Σένγκεν.
Αλλάζει ατάκτως «ρότα» ο Καγκελάριος Όλαφ Σολτς στο μεταναστευτικό, θέτοντας «σε κίνδυνο τη Σένγκεν», όπως καταγγέλλει ο πρωθυπουργός της Πολωνίας, Ντόναλντ Τουσκ, υπό το βάρος του-αναμενόμενου- θριάμβου της Εναλλακτικής για της Γερμανία στη Θουριγγία, καταρχάς, στην πρώτη «ηχηρή» νίκη της ακροδεξιάς μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στη χώρα -κάτι που, πάντως, αναμένεται να επαναληφθεί στο Βρανδεμβούργο στις 22 του μηνός.
Έχει, πάντως, ήδη ανακοινωθεί η πρόθεση επέκτασης των προσωρινών συνοριακών ελέγχων σε όλα τα χερσαία σύνορα της χώρας, από 16 Σεπτεμβρίου και για έξι μήνες. Οι έλεγχοι, πέραν της Πολωνίας, της Τσεχίας, της Αυστρίας και της Ελβετίας, αναμένεται να επεκταθούν και στα σύνορα με τη Γαλλία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, την Ολλανδία και τη Δανία, με δυσοίωνες προβλέψεις για τις χώρες υποδοχής των προσφύγων στο ευρωπαϊκό έδαφος , όπως η Ελλάδα.
«Ποιο θα είναι το νέο μεταναστευτικό πακέτο τόσο για τους μετανάστες όσο και για τις γειτονικές χώρες που ήδη αντιδρούν, είναι κάτι στο οποίο δεν μπορώ να τοποθετηθώ, καθώς δεν είναι σαφές ακόμη τι πραγματικά θα αλλάξει ή όχι. Οι συζητήσεις βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη και οι αποφάσεις δεν έχουν ληφθεί οριστικά. Ωστόσο οι λόγοι της επιχειρούμενης μεταρρύθμισης είναι πολλοί», υπογραμμίζει στο Βήμα ο καθηγητής στο Φράιε Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, με ευρύ ερευνητικό έργο πάνω στη Μετανάστευση, Μαξ Στάινχαρντ.
Οι κινητήριοι παράγοντες της αυστηροποίησης
Παρόλο που βρίσκει δύσκολο να προσδιοριστούν οι κινητήριοι παράγοντες της αυστηροποίησης (ως βασικές αιτίες για τα νέα μέτρα, παρουσιάστηκαν πάντως επισήμως ο περιορισμός της παράτυπης μετανάστευσης και «η αντιμετώπιση της ισλαμιστικής απειλής μετά την τρομοκρατική επίθεση στο Ζόλινγκεν, κι όχι η δημοσκοπική καθίζηση των τριών κομμάτων της συγκυβέρνησης, και τα πρόσφατα αποτελέσματα στις τοπικές εκλογές της Θουριγγίας και της Σαξονίας με τον θρίαμβο της ακροδεξιάς) ,«ένα σημείο καμπής στον δημόσιο διάλογο», θεωρεί ο γερμανός καθηγητής, αποτέλεσαν οι πρόσφατες δολοφονικές επιθέσεις στο Ζόλινγκεν, η δεύτερη σοβαρή επίθεση από πρόσφυγα σε ντόπιους μετά την επίθεση στο Mάνχαιμ.
Παράλληλα, πάντως, ρόλο στις εξελίξεις, εκτιμά ο Μαξ Στάινχαρντ, έπαιξαν και «τα υψηλά εκλογικά αποτελέσματα της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AFD) και της Λογικής και Δικαιοσύνης (BSW) της πρώην βουλευτή του αριστερού κόμματος Die Linke, Σάρα Βάγκενκνεχ, εκ παραλλήλου με τα πολύ άσχημα αποτελέσματα και των τριών κυβερνητικών κομμάτων στη Θουριγγία και τη Σαξονία».
«Το Βραδεμβούργο την μεθεπόμενη Κυριακή, 22 του μηνός, είναι πολύ πιθανό να αναπαράξει παρόμοιο εκλογικό μοτίβο, με επικράτηση της Εναλλακτικής για τη Γερμανία», προβλέπει ο ερευνητής, επισημαίνοντας και τη «μεγάλη συζήτηση» που, ούτως ή άλλως, έχει πυροδοτηθεί σχετικά «με τους πρόσφυγες που ζουν με δημόσιες παροχές. Η πίεση της κοινής γνώμης έχει αυξηθεί, με πολλές εφημερίδες και δημοσιογράφους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είναι πιο αριστεροί, να ζητούν αλλαγές στις πολιτικές ασύλου. Συχνά αναφέρονται σε χώρες όπως η Δανία, όπου οι σοσιαλδημοκράτες έχουν αυστηροποιήσει σημαντικά τους κανονισμούς για τη μετανάστευση και το άσυλο τα τελευταία χρόνια».
Η άνοδος των αντιμεταναστευτικών κομμάτων
‘Ένα ακόμη «ευρύ μοτίβο» πίσω από την αντιμεταναστευτική συζήτηση που έχει ξεκινήσει, πιθανολογεί ο συνομιλητής μας, είναι κι «η απογοήτευση και η πικρία ορισμένων πολιτών. Σε ολόκληρη την Ευρώπη, η άνοδος των κομμάτων κατά της μετανάστευσης έχει μετατοπίσει το πολιτικό φάσμα προς τη λήψη πιο περιοριστικών πολιτικών από αυτές που υϊοθετήθηκαν από τη δεκαετία του 1980 . Η οικονομική κρίση του 2007 και του 2008 και η επακόλουθη Μεγάλη Ύφεση αύξησαν την αντίθεση της κοινής γνώμης στη μετανάστευση σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες και τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ η Γερμανία, που ξεπέρασε την κρίση καλύτερη από άλλες χώρες, κράτησε περίπου την ίδια στάση μέχρι την προσφυγική κρίση».
Επί της παρούσης, η «αλλαγή πολιτικής» στη Γερμανία, η οποία «θα αποκτήσει δυναμική», σύμφωνα με τον Μάξ Στάινχαρντ, είναι «οι εξω-εδαφικές διαδικασίες ασύλου. Ήτοι, η φυσική μετεγκατάσταση των διαδικασιών ασύλου σε χώρες εκτός ΕΕ, ενώ εξακολουθεί να εφαρμόζεται το δίκαιο, εν προκειμένω, της Γερμανίας». «Αυτή θα ήταν μια σημαντική αλλαγή πολιτικής με πολλές προκλήσεις και πιθανά προβλήματα», παραδέχεται ο γερμανός ακαδημαϊκός. «Υπάρχουν ωστόσο πολλά επιχειρήματα υπέρ αυτής της λύσης», τονίζει. «Ένα βασικό επιχείρημα είναι ότι πιθανότατα αυτό θα μείωνε τον αριθμό των νεκρών στη Μεσόγειο Θάλασσα. Ένα άλλο αφορά στη δικαιοσύνη και την επιλογή των προσφύγων, καθώς θα διευκόλυνε τους φτωχούς, τις γυναίκες, τα παιδιά και τους ηλικιωμένους να υποβάλουν αίτηση για άσυλο».
«Θεωρώ ότι πρέπει να δούμε τις εξελίξεις μέσα στο πολιτικό context, και δη μέσα από το πρίσμα της εκλογικής νίκης και επιτυχίας της ακροδεξιάς (Εναλλακτικής για τη Γερμανία), πριν από δυο εβδομάδες, στην Σαξονία και τη Θουριγγία. Είναι σημαντική η αύξηση των ψήφων της, που αντανακλάται σε παν-γερμανικό επίπεδο, σύμφωνα με γκάλοπ και στην Ανατολική και στη Δυτική Γερμανία.
Το debate στη Γερμανία για τους μετανάστες
Εξ ου έχει ξεκινήσει αυτό το πολιτικό debate στη Γερμανία για τους μετανάστες, με όλα τα μεγάλα κόμματα, από το Λογική και Δικαιοσύνη της Σάρα Βάγκενκνεχτ, τη Χριστιανοδημοκρατική ‘Ενωση, μέχρι το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας και το Ελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα FDP να ανταγωνίζονται για σκληρότερους νόμους για τους μετανάστες», επισημαίνει στο Βήμα ο Ιστορικός και διευθυντής του παραρτήματος του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ στην Αθήνα, Μπόρις Κάντσλαϊτερ.
«Οι Πράσινοι είναι διχασμένοι», προσθέτει. «Μόνο η Die Linke (Αριστερά) είναι ενάντια σε αυστηρότερους νόμους. Βεβαίως, ο όψιμος διαγκωνισμός μεταξύ των κομμάτων για το ποιο θα διατυπώσει την πιο σκληρή αντιμεταναστευτική πρόταση, προκειμένου να απαλλαγεί η χώρα απ’ την παράνομη μετανάστευση, οφείλεται στην πίστη ότι η Εναλλακτική για τη Γερμανία επέτυχε τις πρόσφατες νίκες λόγω της αντιμεταναστευτικής της ρητορικής. Επομένως, η αντίδραση των λοιπών κομμάτων στην επιτυχία της είναι να κοπιάρουν τις πολιτικές της».
Δεν θεωρεί ότι η «ζημιά» προκλήθηκε από τις φιλομεταναστευτικές πολιτικές της Άνγκελα Μέρκελ.
«Πριν δέκα χρόνια, όταν η τότε Καγκελάριος άνοιξε τα σύνορα της γερμανικής κοινωνίας για τους σύρους μετανάστες, υπήρξε μεγάλο κύμα αλληλεγγύης, για όσους προέρχονταν από εμπόλεμη ζώνη, παρότι και αυτό συνυπήρχε με ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας που τασσόταν εναντίον της μετανάστευσης».
Τι συνέβη στο μεταξύ; «Είχαμε μια οικονομική κρίση με την Covid-19 και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η γερμανική κοινωνία πιέστηκε. Η κυβέρνηση εδώ και δύο χρόνια ακολουθεί πολιτικές λιτότητας, λαμβάνοντας μέτρα για να μειώσει τα έξοδά της. Επομένως, βιώνουμε σε όλα τα πεδία, στην εκπαίδευση, στον κλάδο των δημοσίων έργων -μια γέφυρα κατέρρευσε στη Δρέσδη λόγω της μη συντήρησης κι αποκατάστασής της-, στον κλάδο της υγείας κ.ο.κ. περικοπές και λιγότερες επενδύσεις.
Οι Γερμανοί πολίτες βλέπουν ότι απειλείται το μέλλον τους από την οικονομική κρίση κι αισθάνονται ανασφάλεια, λόγω της βίας στη δημόσια σφαίρα, από μεμονωμένους μετανάστες -όπως, πριν μερικές βδομάδες, με τις δολοφονίες στο Ζόλινγκεν, που εργαλειοποιήθηκαν δεόντως από τον κίτρινο γερμανικό Τύπο, παρουσιάζοντας ως σοβαρή την απειλή των μεταναστών για την γερμανική κοινωνία».
Ακριβώς σε ό,τι «πατάει» όμως και η γερμανική Ακροδεξιά, για την αντιμεταναστευτική υστερία της, συνεχίζει ο Κάντσλαϊτερ, «καταφέρνοντας με εξαιρετική επιτυχία να χειραγωγεί το δημόσιο συναίσθημα κατά των μεταναστών, κάτι που προσπαθούν να ιδιοποιηθούν με τις σκληρές πολιτικές προτάσεις τους για το μεταναστευτικό τα κόμματα που προανέφερα. Οι Γερμανοί δεν είναι ρατσιστές.
Στο συγκεκριμένο πολιτικό πλαίσιο ρατσιστικά αισθήματα αφυπνίζονται επιτυχώς από την Ακροδεξιά», τονίζει ο γερμανός ιστορικός, που δεν θεωρεί τυχαίο το ότι σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση, το 77% των ερωτηθέντων ζητά αλλαγή στη γερμανική πολιτική μετανάστευσης και ασύλου.
«Το τι τελικά θα προβιβαστεί προς ψήφιση παραμένει ανοιχτό», μας προλαμβάνει παρόλα αυτά ο γερμανός συνομιλητής, αν και, προσθέτει, «διαβλέπουμε τις γενικές τάσεις. Η Γερμανία έχει ήδη αποφασίσει να εισάγει εκ νέου συνοριακούς ελέγχους στα σύνορα με τα γειτονικά κράτη, τα οποία με τη Σένγκεν έχουν αρθεί, με αυστηρή αστυνόμευση. Οι παράνομοι μετανάστες δεν θα μπορούν να εισέλθουν σε γερμανικό έδαφος και θα επαναπροωθούνται στις ευρωπαϊκές χώρες που πρωτοεισήλθαν. Επομένως, η Ελλάδα θα είναι μια χώρα που τους ξαναδέχεται».
Θα προκριθούν τα σκληρά μέτρα που καταργούν τη Σένγκεν;
Για αυτό το λόγο, συνεχίζει ο διευθυντής του παραρτήματος του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ στην Αθήνα, «ο Κυριάκος Μητσοτάκης αντιδρά. Αν και, επαναλαμβάνω, ακόμη δεν έχει “κλειδώσει ” κάτι πλήρως, ακόμα βρίσκονται σε διαπραγματεύσεις».
«Αν όμως τελικά προκριθούν τα σκληρά μέτρα που καταργούν τη Σένγκεν , οι δυνάμεις και η δυναμική της αντιμεταναστευτικής Εναλλακτικής για τη Γερμανία δεν θα μειωθούν, ούτε τα υπόλοιπα κόμματα πρόκειται να απορροφήσουν δυνάμεις της», προβλέπει. «Αυτό που φαίνεται είναι ότι όσο το πολιτικό Κέντρο κινείται δεξιά στο μεταναστευτικό, τόσο η Εναλλακτική για τη Γερμανία θα κινείται δεξιότερα.
Στο τέλος της ημέρας», συνοψίζει ο δρ. Ιστορίας, «τίποτα δεν θα διασωθεί, ούτε θα διορθωθεί με τις συγκεκριμένες πολιτικές. Στις εκλογές το Σεπτέμβρη του 2025, είναι πολύ πιθανό η Εναλλακτική για τη Γερμανία να επιτύχει ξανά πολύ καλό αποτέλεσμα, και η Χριστιανοδημοκρατική ‘Ενωση πιθανώς θα αναλάβει την διακυβέρνηση. Τα ποσοστά του κυβερνητικού συνασπισμού, βάσει των γκάλοπ κατακρημνίζονται»
Στα δε ομοσπονδιακά κρατίδια « στο μέλλον θα συζητηθεί η συνεργασία της Χριστιανοδημοκρατικής ‘Ενωσης με την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία, οδεύοντας και στη Γερμανία, μετά την Αυστρία, τη Γαλλία κ.ο.κ. προς πλήρη κανονικοποίησή της», συνοψίζει…
ΠΗΓΗ: tovima.gr