26 Σεπτεμβρίου 2024

Γιάννης Χατζής: Ρίσκο οι νέες επιβαρύνσεις στον τουρισμό

 

Είναι υψηλό το ρίσκο να επιβαρύνεις διαρκώς το τουριστικό προϊόν σου, ροκανίζοντας έτσι την ανταγωνιστικότητά του και μάλιστα σε μια συγκυρία που έχουν αρχίσει ήδη να διαφαίνονται σημάδια κόπωσης της αγοραστικής δύναμης», σημειώνει μιλώντας στην «Καθημερινή» ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων Γιάννης Χατζής, σχολιάζοντας τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση.

 Επιπλέον, αναφέρει πως η αύξηση των τελών έχει πυροδοτήσει σοβαρές αντιδράσεις μεταξύ των μεγαλύτερων τουριστικών οργανισμών της Ευρώπης. «Η οικονομία της χώρας εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από το ταξιδιωτικό ισοζύγιο καθώς δεν διαφαίνεται βραχυπρόθεσμα κάποια αναπτυξιακή δυναμική εξαγωγών συγκρίσιμη με τον τουρισμό, μακάρι να υπήρχε αλλά δεν υπάρχει», επισημαίνει χαρακτηριστικά. Παράλληλα, θεωρεί ότι απαιτείται περαιτέρω ρύθμιση του πλαισίου λειτουργίας των βραχυχρόνιων μισθώσεων, ενώ εμφανίζεται επιφυλακτικός για την πορεία του τουρισμού το 2025.

– Ποια είναι η εκτίμησή σας για τις αφίξεις και τις εισπράξεις από τον τουρισμό το 2025;

– Οι εκτιμήσεις βάσει των προγραμματισμών πτήσεων για το 2025 από τις βασικές αγορές – πηγές μας έχουν θετικό πρόσημο στους μεγάλους προορισμούς και αρνητικό στους ανερχόμενους προορισμούς. Σε γενικές γραμμές, η στασιμότητα στις οικονομίες της Ευρώπης σε συνδυασμό με τις νέες επιβαρύνσεις που επηρεάζουν την τιμή πιθανολογούμε πως ωθεί τους πελάτες να κλείνουν νωρίς τις διακοπές τους για να εκμεταλλευτούν τις μεγάλες εκπτώσεις των προκρατήσεων, που σε κάποιες περιπτώσεις φτάνουν και το 25%. Ο τουρισμός είναι ένας κλάδος ο οποίος είναι πολύ ευαίσθητος στο εξωτερικό περιβάλλον, τόσο το γεωπολιτικό όσο και το οικονομικό, και είναι πολύ νωρίς για να κάνουμε σωστές εκτιμήσεις. Περίπου στις αρχές Νοεμβρίου, στη διεθνή έκθεση WTM, θα έχουμε μια καλύτερη εικόνα ως προς την κίνηση.

Πρέπει να υπάρξουν τολμηρές αποφάσεις για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, σημειώνει ο κ. Χατζής.

– Θεωρείτε τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις επαρκή; Τι παραπάνω πρέπει να γίνει κατά την άποψή σας;

– Οι περιοχές της Αθήνας που αφορούν οι περιορισμοί εκπροσωπούν μονοψήφιο ποσοστό κλινών επί του συνόλου της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Η θέση μας σταθερά είναι πως πρέπει να υπάρξουν τολμηρές αποφάσεις. Οπως σωστά ξεκαθάρισε ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ, η βραχυχρόνια μίσθωση αποτελεί μια επιχειρηματική δραστηριότητα. Αρα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως τέτοια. Το πρώτο, λοιπόν, που απαιτείται είναι ένα συγκεκριμένο ρυθμιστικό και κανονιστικό πλαίσιο. Ομοίως απαραίτητη κρίνεται η κατάργηση της προβλεπόμενης φορολογικής ασυλίας στην περίπτωση εκμετάλλευσης έως 2 ακινήτων, ρύθμιση που δεν συμβαδίζει με τον επιχειρηματικό χαρακτήρα της δραστηριότητας. Τέλος αναγκαία είναι η πραγματική αποτύπωση των οικονομικών στοιχείων της συγκεκριμένης δραστηριότητας. Σύμφωνα με την Grant Thornton, οι κλίνες βραχυχρόνιας μίσθωσης προσεγγίζουν, και σε κάποιες περιοχές ξεπερνούν, αυτές των ξενοδοχείων. Ωστόσο τα έσοδα που δηλώθηκαν το 2023 από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα υπολείπονται περίπου 93% των ξενοδοχειακών, δηλαδή 10 δισ. Επίσης, βάσει στοιχείων της ΑΑΔΕ, το μέσο ετήσιο έσοδο ανά κατάλυμα διαμορφώθηκε στις 7.000 ευρώ, ποσό λιγότερο δηλαδή στις περισσότερες περιπτώσεις από αυτό που θα εισέπραττε ο ιδιοκτήτης από τη μακροχρόνια μίσθωση. Η παραπάνω εικόνα εύλογα πιστεύουμε δημιουργεί πολλά ερωτήματα.

H ανεξέλεγκτη ανάπτυξη της βραχυχρόνιας μίσθωσης τροφοδοτεί τη συζήτηση περί υπερτουρισμού και οδηγεί σε αντιτουριστικές αντιλήψεις.
– Πολλοί μιλούν για πόλεμο ξενοδόχων – ιδιοκτητών ακινήτων που προβαίνουν σε βραχυχρόνιες μισθώσεις.

– Κανένας πόλεμος. Εμείς δεν υποστηρίζουμε πως πρέπει να σταματήσει η βραχυχρόνια μίσθωση. Το αντίθετο. Θεωρούμε πως μπορεί να αποτελέσει μέρος του τουριστικού προϊόντος μας. Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει να υπάρχουν κανόνες που θα προστατεύουν την ποιότητα του προϊόντος μας και να διασφαλιστεί πως η συγκεκριμένη δραστηριότητα δεν θα έρχεται σε αντιπαράθεση με την κοινωνία. Διότι αυτό συμβαίνει αυτή τη στιγμή και είναι η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη της βραχυχρόνιας μίσθωσης που τροφοδοτεί τη συζήτηση περί υπερτουρισμού και οδηγεί σε αντιτουριστικές αντιλήψεις. Εμείς ως κλάδος διαχρονικά πιστεύουμε πως ο τουρισμός οφείλει να προσφέρει και να ανταποδίδει στην κοινωνία. Το ίδιο πρέπει να συμβεί και με τις βραχυχρόνιες μισθώσεις.

– Η αύξηση του τέλους παρεπιδημούντων περιορίστηκε από 2% που ήθελε η κυβέρνηση σε 0,75% από 0,5% που ίσχυε μέχρι σήμερα. Θεωρείται ότι ένα τόσο μικρό ποσοστό μπορεί να πλήξει πράγματι την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών ξενοδοχείων; Και αν ναι, γιατί; Δεν καταβάλλεται αυτό το τέλος από τους πελάτες κι εσείς απλώς το αποδίδετε απευθείας στους δήμους;

– Το τέλος παρεπιδημούντων νομοθετήθηκε το 1973 για να καλύψει δαπάνες καθαριότητος και φωτισμού ή έργων που τυχόν προκαλούνταν σε δήμους εξαιτίας της τουριστικής κίνησης. Μάλιστα ο κανόνας ήταν πως η επιβολή του ανωτέρω τέλους ήταν δυνητική. Το 2009, όταν αυτό μειώθηκε σε 0,5%, ο αριθμός των ξενοδοχείων ανερχόταν σε 9.559. Το 2023 ο αντίστοιχος αριθμός ανήλθε σε 10.047, αυξήθηκε δηλαδή μόλις 5% σε 14 χρόνια, με τις κλίνες να φτάνουν τις 887.748. Από την άλλη, η βραχυχρόνια μίσθωση που ξεκίνησε τη δραστηριότητά της το 2014 έφθασε τον Ιούλιο του 2024 να αριθμεί 1.020.996 κλίνες, δηλαδή 133.248 περισσότερες από τις ξενοδοχειακές. Να σημειώσω επίσης ότι, όπως αποδεικνύεται από σχετικές μελέτες, η διαμονή σε καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης προκαλεί μεγαλύτερη περιβαλλοντική επίπτωση σε σχέση με τη μακροχρόνια μίσθωση. Αλλά στη βραχυχρόνια μίσθωση επιβλήθηκε τέλος παρεπιδημούντων μόλις φέτος. Αν, όπως προκύπτει από την προωθούμενη διάταξη, τα έσοδα από το τέλος αυτό προορίζονται πλέον για την κάλυψη των διαφόρων εξόδων των δήμων, αυτό θα πρέπει να καταργηθεί, μια και δεν αφορά μόνο τον κλάδο τον τουριστικών καταλυμάτων και να αντικατασταθεί από ένα τέλος που θα αφορά το σύνολο των επιχειρήσεων. Αν τώρα το τέλος παρεπιδημούντων πρόκειται να αξιοποιηθεί για τη βελτίωση των υποδομών είμαστε αντίθετοι στην οποιαδήποτε αύξησή του, καθώς αν υπολογιστούν και τα δυνητικά έσοδα που θα προέλθουν από την εφαρμογή του στη βραχυχρόνια μίσθωση το συνολικό ποσό υπερεπαρκεί, από τη στιγμή που, όπως ανακοινώθηκε, για τον ίδιο σκοπό θα αξιοποιηθεί και μέρος των εσόδων από το τέλος ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση.

– Αντιλαμβάνομαι ότι στο θέμα των αυξήσεων του τέλους ανθεκτικότητας και κλιματικής κρίσης θεωρείτε τα επίπεδα που προσδιορίζονται τώρα ως πολύ ψηλά. Επιπλέον, μιλάτε εμμέσως πλην σαφώς για αδιαφάνεια στην ανταποδοτικότητα. Στο πώς χρησιμοποιούνται δηλαδή αυτά τα λεφτά όπως και με το τέλος παρεπιδημούντων. Αντίστοιχα τέλη όμως καταβάλλουν κι άλλες βιομηχανίες, όπως για παράδειγμα η ακτοπλοΐα, οι ενεργοβόρες βιομηχανίες και ούτω καθ’ εξής. Γιατί χρειάζεται διαφορετική μεταχείριση για τα ξενοδοχεία;

– Το τέλος ανθεκτικότητας, με τη μορφή του τέλους διαμονής, θεσπίστηκε το 2016 για να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση της χώρας στο πλαίσιο των μνημονίων. Θα έπρεπε λοιπόν να έχει προ πολλού καταργηθεί. Αντί να συμβεί αυτό οδηγηθήκαμε πέρυσι σε διπλασιασμό του. Και πριν συμπληρωθεί ένας χρόνος ανακοινώθηκε η περαιτέρω αύξησή του. Εχουμε λοιπόν ένα κράτος σε μόνιμη δημοσιονομική στενότητα, το οποίο αναζητά διαρκώς λύσεις για να «κλείσει τρύπες». Ομως εδώ χρειάζεται τεράστια προσοχή καθώς η αύξηση του τέλους έχει πυροδοτήσει την ηχηρή αντίδραση των σοβαρότερων tour operators της Ευρώπης. Η οικονομία της χώρας εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από το ταξιδιωτικό ισοζύγιο καθώς δεν διαφαίνεται βραχυπρόθεσμα κάποια αναπτυξιακή δυναμική εξαγωγών συγκρίσιμη με τον τουρισμό. Μακάρι να υπήρχε αλλά δεν υπάρχει. Είναι λοιπόν υψηλό το ρίσκο να επιβαρύνεις διαρκώς το τουριστικό προϊόν σου, ροκανίζοντας έτσι την ανταγωνιστικότητά του και μάλιστα σε μια συγκυρία που έχουν αρχίσει ήδη να διαφαίνονται σημάδια κόπωσης της αγοραστικής δύναμης. Η κλιματική κρίση μας αφορά όλους και η χρηματοδότηση ανθεκτικών υποδομών πρέπει να προέλθει ομοιόμορφα από το σύνολο της οικονομίας.

Μάχη επιβίωσης δίνουν οι μικρές μονάδες
– Ποιες είναι οι εκτιμήσεις σας για τη χειμερινή σεζόν; Τόσο για τα μητροπολιτικά ξενοδοχεία δηλαδή της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, όσο όμως και για τους ορεινούς και ημιορεινούς προορισμούς; Είστε αισιόδοξος;

– Η χειμερινή σεζόν είναι κατά κύριο λόγο υπόθεση του εσωτερικού τουρισμού. Και για αυτό δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας. Σε κάθε περίπτωση η χειμερινή σεζόν αφορά πολύ λίγες ημέρες και τα ξενοδοχεία 1,2 και 3 αστέρων και οι οικογενειακές επιχειρήσεις, αποκλεισμένες από χρηματοδοτήσεις και με τα έξοδά τους διαρκώς αυξανόμενα, δίνουν πραγματικά μάχη επιβίωσης.

Πηγή: kathimerini.gr