Του Σάββα Καλεντερίδη
Το πρακτορείο «Ανατολή», το επίσημο όργανο κρατικής προπαγάνδας της Τουρκίας, τις 17/6/2024 δημοσίευσε συνέντευξη του Μαρίνου Γιαννόπουλου, που είναι διευθύνων σύμβουλος (CEO) του ελληνικού γραφείου επενδύσεων Enterprise Greece, που εποπτεύεται από το ελληνικό -το τονίζουμε, ελληνικό- υπουργείο Εξωτερικών.
Το άρθρο, που υπογράφουν οι δημοσιογράφοι Handan Kazancı, Firdevs Yuksel, δημοσιεύθηκε με τίτλο «Ο διευθύνων σύμβουλος της Enterprise Greece, Γιαννόπουλος, αξιολόγησε την ενεργειακή συνεργασία στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο» και με υπότιτλο τη δήλωσή του: «Πιστεύω ότι είναι καιρός η Ελλάδα και η Τουρκία να κάνουν τα επόμενα βήματα προς την ανάπτυξη της ενεργειακής συνεργασίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο».
Η εντύπωση που δίνεται από τη συνέντευξη του κ. Γιαννόπουλου είναι ότι η Ελλάδα έχει βγάλει τις ενεργειακές της υποδομές στο «σφυρί» και καλεί τους Τούρκους επιχειρηματίες να επενδύσουν σε έναν από τους πιο ευαίσθητους επιχειρηματικούς τομείς, όταν πρόκειται για μια γειτονική χώρα η οποία απειλεί την εθνική ακεραιότητα της χώρας μας, μεταξύ άλλων με το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας».
Ολόκληρη η συνέντευξη είναι ένας νεοραγιάδικος «μπαχτσές», με δύο σημεία τα οποία πρέπει να προσέξουμε ιδιαιτέρως: το ένα είναι η δήλωσή του «πιστεύω ότι ήρθε η ώρα η Ελλάδα και η Τουρκία να κάνουν τα επόμενα βήματα προς την ανάπτυξη της ενεργειακής συνεργασίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο» και το άλλο η αναφορά του που λέει ότι «η βελτίωση των υφιστάμενων διεθνών συνδέσεων ηλεκτρικής ενέργειας θα συμβάλει στην ανάπτυξη χερσαίων και υπεράκτιων αιολικών πάρκων».
Αν την ώρα που διαβάζετε αυτές τις γραμμές δεν έχουν εκδιώξει «πυξ λαξ» τον εν λόγω κύριο από τη θέση του, αυτό θα σημαίνει ότι ο ενεργειακός τομέας της Ελλάδας και το Αιγαίο έχουν βγει στο «σφυρί».
Ακολουθεί η συνέντευξη:
Ο Γιαννόπουλος απάντησε σε ερωτήσεις του ανταποκριτή του Α.Α. για πιθανή ενεργειακή συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών και επενδυτικές ευκαιρίες στην Ελλάδα.
Δηλώνοντας ότι η Ελλάδα προσφέρει επενδυτικές ευκαιρίες σε τουρκικές εταιρίες σε πολλούς υποτομείς της ενέργειας, ο Γιαννόπουλος είπε: «Η αφθονία του δυναμικού Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην Ελλάδα και τα μεγάλης κλίμακας έργα υποδομής, που βρίσκονται σε εξέλιξη στη χώρα, δείχνουν ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη να είναι βασικός παίκτης στη δημιουργία του ενεργειακού μείγματος της Ε.Ε. και ότι όλες οι ενεργειακές υποδομές θα προσφέρουν σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες».
Ο Γιαννόπουλος σημείωσε ότι υπάρχουν επενδυτικές ευκαιρίες στη χώρα για νέες υποδομές, ιδιαίτερα στη μεταφορά φυσικού αερίου μέσω τερματικών, αγωγών και διασυνδέσεων υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Εφιστώντας την προσοχή σε έργα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας σε σταθμούς ηλιακής ενέργειας και ηλιακής – θερμικής ενέργειας, βιομάζας, μικρών υδροηλεκτρικών και γεωθερμικών τεχνολογιών, καθώς και στην ανάπτυξη τεχνολογιών όπως το πράσινο υδρογόνο και η δέσμευση άνθρακα, ο Γιαννόπουλος ανέφερε ότι έργα αποθήκευσης ενέργειας, ενεργειακής απόδοσης και εξοικονόμησης ενέργειας, η ηλεκτρική σύνδεση των νησιών με το δίκτυο και η αειφόρος ενέργεια, η βελτίωση και ανάπτυξη διασυνοριακών διασυνδέσεων δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας και έργα υποδομής ηλεκτροκίνησης αποτελούν πιθανές επενδυτικές ευκαιρίες.
Η ενέργεια αποτελεί βασικό τομέα συνεργασίας και ανάπτυξης κοινών έργων
Ο Γιαννόπουλος τόνισε ότι η ελληνική κυβέρνηση, ιδιαίτερα το υπουργείο Ενέργειας και Περιβάλλοντος, έχει εφαρμόσει πολλές μεταρρυθμίσεις τα τελευταία τέσσερα χρόνια για τη στήριξη του ενεργειακού τομέα και τη διευκόλυνση του πράσινου μετασχηματισμού της χώρας στη συνεχιζόμενη παγκόσμια ενεργειακή κρίση, και ανέφερε ότι έχουν καθοριστεί ορισμένα κριτήρια για τη στήριξη των επενδυτών στον τομέα της ενέργειας.
Δηλώνοντας ότι οι τουρκικές εταιρίες μπορούν να επωφεληθούν από την αναπτυσσόμενη ελληνική αγορά Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας αξιοποιώντας αυτές τις ευκαιρίες, ο Γιαννόπουλος είπε: «οι εταιρίες μπορούν να επενδύσουν απευθείας σε έργα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, όπως έργα ηλιακής, υδροηλεκτρικής και γεωθερμικής ενέργειας, και να δημιουργήσουν στρατηγικές συνεργασίες με τις ελληνικές εταιρίες που δραστηριοποιούνται στις ενεργειακές Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, αυξάνοντας τις δυνατότητές τους στην πρόσβαση σε κεφάλαια, σε τεχνολογία, τεχνογνωσία, τεχνικές γνώσεις και στην υλοποίηση προγραμμάτων».
Ο Γιαννόπουλος δήλωσε ότι οι τουρκικές εταιρίες μπορούν να επωφεληθούν από κίνητρα και μεταρρυθμίσεις, όπως η διαδικασία του διαγωνισμού, τα τιμολόγια, τα φορολογικά πλεονεκτήματα και τα πλεονεκτήματα αδειών, καθώς και από προγράμματα στήριξης εργατικού δυναμικού που εφαρμόζει η ελληνική κυβέρνηση για την ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, και είπε ότι μπορούν να αναπτύξουν τις εξαγωγές εξοπλισμού και υπηρεσιών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας μαζί με τους Έλληνες ομολόγους τους.
Αναφερόμενος στη θετική ατζέντα μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, ο Γιαννόπουλος είπε: «Λαμβάνοντας υπόψη τους ιστορικούς, πολιτιστικούς και εμπορικούς δεσμούς μεταξύ των χωρών μας, καθώς και τη συνεργασία που δημιουργήθηκε στο πλαίσιο της θετικής ατζέντας, πιστεύω ότι ήρθε η ώρα η Ελλάδα και η Τουρκία να κάνουν τα επόμενα βήματα προς την ανάπτυξη της ενεργειακής συνεργασίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο».
Ο Γιαννόπουλος στο πλαίσιο αυτό απαρίθμησε τα βήματα που είναι απαραίτητο να γίνουν για να δημιουργηθεί αυτό το «ευνοϊκό περιβάλλον» ως εξής:
«Ο διάλογος για την ενέργεια πρέπει να αυξηθεί και να αναπτυχθεί, προκειμένου να δημιουργηθούν επιτυχημένες κοινοπραξίες. Θα πρέπει να οργανωθούν διμερή επιχειρηματικά και ενεργειακά φόρουμ για την προώθηση της ενεργειακής συνεργασίας. Πρέπει να ενθαρρυνθούν κοινές επενδύσεις για την ανάπτυξη ενεργειακών υποδομών και τεχνολογιών. Ο δημόσιος και ιδιωτικός τομέας να ωφεληθεί από τα πλεονεκτήματα και των δύο τομέων στην προώθηση ενεργειακών έργων. Θα πρέπει να ενθαρρυνθούν οι εταιρικές σχέσεις και οι δύο κυβερνήσεις θα πρέπει να συνεχίσουν να ευθυγραμμίζουν το ρυθμιστικό και νομικό τους πλαίσιο για να υποστηρίζουν αποτελεσματικά τα διασυνοριακά έργα».
Εφιστώντας την προσοχή στη σημασία της ενεργειακής συνεργασίας, που θα αναπτυχθεί μεταξύ Άγκυρας και Αθήνας, ο Γιαννόπουλος είπε: «Η Enterprise Greece υποστηρίζει ενεργά και συμμετέχει στις πρωτοβουλίες της κυβέρνησής μας που προωθούν μια θετική ατζέντα σε διμερές επίπεδο. Θα χαρούμε να συμμετάσχουμε μελλοντικά σε οποιεσδήποτε πρωτοβουλίες θα προωθήσουν την ενεργειακή συνεργασία Ελλάδας – Τουρκίας».
Ο Γιαννόπουλος δήλωσε ότι η συνάντηση του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Άγκυρα τον Μάιο ήταν η τέταρτη των δύο ηγετών τους τελευταίους 10 μήνες: «Η θετική ατζέντα μεταξύ των γειτονικών μας χωρών και η δέσμευση να διπλασιαστούν οι διμερείς οικονομικές σχέσεις τα επόμενα πέντε χρόνια επιβεβαιώθηκαν. Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρούμε ότι η ενέργεια αποτελεί έναν από τους βασικούς επιχειρηματικούς τομείς για τη συνεργασία και την ανάπτυξη κοινών έργων και στις δύο χώρες».
«Πιστεύουμε ότι υπάρχουν πολύ καλές προοπτικές και ευκαιρίες για περαιτέρω συνεργασία στον τομέα της ενέργειας»
Υπογραμμίζοντας ότι η Ελλάδα και η Τουρκία είναι αποφασισμένες να μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, ο Γιαννόπουλος τόνισε τη σημασία της δημιουργίας στενότερων σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, ιδιαίτερα στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Ο Γιαννόπουλος δήλωσε ότι η βελτίωση των υφιστάμενων διεθνών συνδέσεων ηλεκτρικής ενέργειας θα συμβάλει στην ανάπτυξη χερσαίων και υπεράκτιων αιολικών πάρκων, καθώς και άλλων τεχνολογιών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Και συνέχισε:
«Η διεύρυνση του δικτύου φυσικού αερίου στην Ελλάδα και η δημιουργία σημαντικών πλωτών μονάδων αποθήκευσης και επαναεριοποίησης LNG σε διάφορα μέρη της χώρας είναι ένας άλλος τομέας όπου μπορεί να επιτευχθεί στενότερη συνεργασία».
Αναφορικά με το Τουρκοελληνικό Ενεργειακό Φόρουμ, που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά τον Απρίλιο στην Κωνσταντινούπολη, ο Γιαννόπουλος είπε: «Πιστεύουμε ότι υπάρχουν πολύ καλές προοπτικές και ευκαιρίες για περαιτέρω συνεργασία στον ενεργειακό τομέα μεταξύ των χωρών μας στο μέλλον. Στο φόρουμ είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε αναλυτικότερα τις εξελίξεις και τις προσδοκίες της Ελλάδας στον τομέα της ενέργειας».