Ευκαιρία να ξεκινήσει η εκπαίδευσή των μεταναστών από τη Σάμο. Εδώ, που οι τουρίστες σπρώχνονται ποιος θα προλάβει τα ξενοδοχειακά καταλύματα του νησιού!
Από ότι μάθαμε η μεγαλύτερη ζήτηση εργασίας στη Σάμο αφορά σε σεκιουριτάδες με μισθούς πεινάς και πείνας, για τη φύλαξη των ΚΥΤ του πρωτοπαλίκαρου Μηταράκη που διαρκώς αυξάνει τους συμ- μετόχους του. Κάπως έτσι καταλήξαμε εμείς εδώ στην άκρη της Ελλάδας, η δουλειά του μέλλοντος για την τοπική κοινωνία και δη τα νέα παιδιά να 'ναι ένα αλεξίσφαιρο γιλέκο. Μόνο να προσευχόμαστε να είναι στο νούμερο μας, για να σωθούμε. Άντε, γιατί κοντεύουν οι μέρες ν' ανοίξουν τα σύνορα.
Ψηφιακό job fair για την απασχόληση προσφύγων και μεταναστών στον Τουρισμό συνδιοργάνωσαν πρόσφατα το Κέντρο Συντονισμού για Θέματα Μεταναστών και Προσφύγων του Δήμου Αθηναίων και ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης, με την υποστήριξη του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου.
Ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Διευθυντών Ξενοδοχείων Ελλάδας, Γιώργος Πελεκανάκης, υπογράμμισε ότι το περιθώριο ανάπτυξης θέσεων εργασίας στον Τουρισμό στην Ελλάδα είναι πολύ μεγάλο, καθώς υπάρχει μεγάλη έλλειψη σε ανθρώπινο δυναμικό σε σχέση με τις ανάγκες, ειδικά στην περιφέρεια.
«Συνεπώς, υπάρχει ο χώρος για την απασχόληση προσφύγων και μεταναστών, οι οποίοι πρέπει να δουλεύουν σε ένα ισότιμο και ασφαλές περιβάλλον που σέβεται τη διαφορετικότητα», είπε και υπογράμμισε την ανάγκη να υπάρξει εκπαιδευτικό πρόγραμμα ταχείας επιμόρφωσης προσφύγων και μεταναστών σχετικά με τον Τουρισμό.
Ένα πλεονέκτημα απασχόλησης προσφύγων στον τομέα του Τουρισμού, αυτό της επικοινωνίας με πελάτες από τον αραβικό κόσμο ανέδειξε ο ξενοδόχος και αντιπρόεδρος της Επιτροπής Πολιτισμού-Τουρισμού του Δήμου Μυλοποτάμου Ρεθύμνου, Γιώργος Μαραβελάκης. Όπως είπε, στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι η ανάπτυξη της εισροής τουριστών από τις αραβόφωνες χώρες και «είναι αναμφισβήτητα κοινή ομολογία ότι οι καλύτεροι πρεσβευτές των ηθών και εθίμων των τόπων τους είναι οι ίδιοι οι μετανάστες, οι οποίοι κατάγονται από τις χώρες αυτές και ζουν στη χώρα μας. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι υψηλού μορφωτικού επιπέδου, καθότι πρόσφυγες πολέμου, και θα μπορούσαν να παρέχουν τις γνώσεις τους και στον τομέα των υπηρεσιών και της φιλοξενίας».
Τα πλεονεκτήματα του Τουρισμού για τους πρόσφυγες και μετανάστες
Ο Τουρισμός διαθέτει τρία σημαντικά πλεονεκτήματα για την απασχόληση των μεταναστών και προσφύγων, εξηγεί η εντεταλμένη δημοτική σύμβουλος Υποστήριξης και Κοινωνικής Ένταξης Μεταναστών και πρόεδρος της Εταιρείας Ανάπτυξης και Τουριστικής Προβολής του Δήμου Αθηναίων, Μελίνα Δασκαλάκη.
«Για να υπηρετήσεις τον τουρισμό σε αυτή τη χώρα χρειάζεται να υιοθετήσεις τις αρχές του Τουρισμού και της Φιλοξενίας. Δεν χρειάζεται μεγάλη εξειδίκευση, αλλά χρειάζεται επιθυμία και καλή διάθεση.
Ένα άλλο συγκριτικό πλεονέκτημα είναι ότι η απασχόληση στον Τουρισμό συχνά συνοδεύεται από κατάλυμα. Όπως και με τις αγροτικές εργασίες, είναι ένας τομέας στον οποίο ο ξεριζωμένος άνθρωπος μπορεί να φτιάξει ένα περιβάλλον για να ζει.
Το τρίτο πλεονέκτημα είναι ότι πρόκειται για μια βιομηχανία με μεγάλη κινητικότητα σε όλη την Ελλάδα, από τη Θράκη έως την Κρήτη και από τα Ιόνια ως τα Δωδεκάνησα, και αυτό παραπέμπει στην κινητικότητα των προσφυγικών πληθυσμών, οι οποίοι δεν ξέρουν σε ποια περιοχή θα ριζώσουν τελικά».
Το παράδειγμα του Ίσα από το Ιράκ και του Οντρέι από το Καμερούν
Το 2018 ο 30χρονος Ιρακινός Ίσα Αλμπάχαρ έφτασε στην Κω για να ζητήσει άσυλο. Οι δύσκολες συνθήκες παραμονής του στο κέντρο υποδοχής και ταυτοποίησης του νησιού, όπου έμεινε για επτά μήνες, έμελλε να αποτελέσουν την κινητήριο δύναμή του για να ανοίξει μια νέα σελίδα στη ζωή του: την απασχόλησή του στον Τουρισμό, ένα τομέα με προοπτικές απασχόλησης για πρόσφυγες και μετανάστες.
«Η κατάσταση στο καμπ ήταν δύσκολη… Δεν ήθελα να χαραμίσω τη ζωή μου περιμένοντας φαγητό από τις οργανώσεις και την κυβέρνηση. Οπότε κατάλαβα ότι αν δεν φροντίσω εγώ τον εαυτό μου, κανείς δεν θα νοιαστεί για μένα», περιγράφει ο ίδιος στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Τότε αποφάσισε να ψάξει για δουλειά και η απόφασή του αυτή σηματοδότησε μια νέα καριέρα στον τομέα του Τουρισμού. «Άρχισα να περπατώ, βρήκα ένα ξενοδοχείο, τους ρώτησα αν έχουν δουλειά. Μίλησα με τον διευθυντή και του είπα την αλήθεια, ότι ποτέ δεν έχω ξαναδουλέψει στον Τουρισμό. Με ρώτησε τι δουλειά θέλω να κάνω. Απάντησα ότι μπορούσε να με βάλει σε όποια δουλειά ήθελε. Έτσι με προσέλαβε».
Ο Ίσα ξεκίνησε να δουλεύει ως αχθοφόρος στην κουζίνα του ξενοδοχείου, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα του νησιού με 2.400 κλίνες. Η δουλειά του ήταν να παίρνει τα πιάτα από το εστιατόριο και να τα πηγαίνει στην κουζίνα. «Ήταν δύσκολο, ήταν η πρώτη φορά που δούλευα σε ένα τέτοιο πόστο. Δούλευα δέκα ώρες χωρίς ρεπό, χωρίς Σαββατοκύριακα. Ήμουν πολύ κουρασμένος, ήμουν απογοητευμένος γιατί περίμενα να εγκριθεί και η αίτηση ασύλου μου, αλλά συνέχιζα να χαμογελάω». Μία εβδομάδα αργότερα, ο υπεύθυνος τού πρότεινε να δουλέψει ως σερβιτόρος «γιατί μιλάω καλά αγγλικά και χαμογελάω». Όπως λέει ο Ίσα, «ξεκίνησα ως σερβιτόρος, αλλά δεν έβαζα ταμπέλες στον εαυτό μου, ήθελα απλά να δουλέψω. Όταν χρειαζόταν, βοηθούσα τους συναδέλφους μου από το προηγούμενο πόστο μου και έσπρωχνα το καρότσι».
Μετά το τέλος εκείνης της σεζόν αποφάσισε να διαθέσει τα χρήματα που είχε συγκεντρώσει στην επιμόρφωσή του και πήρε πιστοποίηση ως θεραπευτής σε σπα. Την προηγούμενη θερινή σεζόν, έγινε δεκτός ως εργαζόμενος σε δύο σπα, αλλά με την πανδημία όλες οι δουλειές ακυρώθηκαν. «Άρχισα να αγχώνομαι γιατί νοικιάζω ένα σπίτι και θα έμενα άστεγος. Ευτυχώς με πήραν ξανά στο ίδιο ξενοδοχείο, ωστόσο η περσινή σεζόν ήταν σύντομη. Φέτος θα δουλέψω στο ξενοδοχείο για τρίτη χρονιά καθώς εκτιμούν τη δουλειά μου», εξηγεί.
Ο Ίσα, αναγνωρισμένος πρόσφυγας πλέον, λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι θέλει να μείνει στην Ελλάδα, γιατί οι Έλληνες μοιάζουν με την κουλτούρα της πατρίδας του. «Είναι φιλικοί, ευγενικοί, μ’ αρέσει ο ήλιος και η ζέστη, οπότε αν έχω τις ευκαιρίες θέλω να μείνω εδώ». Οι σπουδές και η δουλειά παραδέχεται ότι τον βοήθησαν να ενσωματωθεί στην ελληνική κοινωνία και να γνωρίσει άλλους ανθρώπους. Αν και θέλει να συνεχίσει την ενασχόλησή του με τον τουρισμό, γιατί «μου αρέσει η επαφή με τους ανθρώπους και με άλλες κουλτούρες», ωστόσο το όνειρό του είναι να ασχοληθεί με το επάγγελμα που έκανε στο Ιράκ, ως graphic designer.
Να διεκδικήσει μια θέση στον τουριστικό τομέα αποφάσισε και ο 31χρονος Οντρέι Ντασί από το Καμερούν, ο οποίος ζει ως αναγνωρισμένος πρόσφυγας στην Ελλάδα τα τελευταία δυόμισι χρόνια. Κατά την περσινή καλοκαιρινή σεζόν ο Οντρέι βρήκε την πρώτη του δουλειά σε ξενοδοχείο στα Κύθηρα, αρχικά ως καθαριστής δωματίων για να εξελιχθεί στη συνέχεια σε βοηθό διευθυντή.
Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, στην πατρίδα του δεν είχε εμπειρία στον τουριστικό τομέα, ωστόσο «ήθελα να βρω μια δουλειά στο αντικείμενο αυτό γιατί η Ελλάδα έχει πολλές ευκαιρίες να δουλέψεις σε ξενοδοχεία». Έχοντας εμπειρία ως παίκτης ράγκμπι τα τελευταία δώδεκα χρόνια, συνειδητοποίησε ότι το αγαπημένο του άθλημα δεν έχει επαγγελματική διέξοδο στην Ελλάδα. Έτσι, αποφάσισε να παρακολουθήσει σεμινάρια διοίκησης ξενοδοχείου και να αναζητήσει εργασία.
«Για να δουλέψει κάποιος σε ξενοδοχείο, πρέπει να έχει πάθος για τη δουλειά. Μου άρεσαν οι προκλήσεις, τα καινούρια πράγματα. Θα πρέπει να θέλεις να μάθεις κάτι καινούριο, δεν το κάνεις μόνο για τα λεφτά», σημειώνει.