Το θέμα της χρηματοδότησης των Κομμάτων από το Κράτος είναι βεβαίως και οικονομικό. Είναι όμως κυρίως θέμα που προσδιορίζει το σύνολο της λειτουργίας του πολιτικού συστήματος, δηλαδή την ίδια τη λειτουργία της Δημοκρατίας. Και ακόμα περισσότερο είναι ζήτημα που σηματοδοτεί την πολιτική ηθική στην οποία αναφέρονται τα Κόμματα.
1ο. Είναι θέμα οικονομικό: Η Χρηματοδότηση των Κομμάτων από τον κρατικό προϋπολογισμό είναι απόλυτα λογική. Το Κράτος μας λειτουργεί με βάση τους κανόνες της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας και αυτή η λειτουργία έχει κόστος, όπως έχουν και όλες οι άλλες λειτουργίες του Κράτους. Είναι λοιπόν εύλογο ότι η λειτουργία των θεσμών της Δημοκρατίας, που είναι τα Κόμματα, χρηματοδοτείται από τις ίδιες πηγές, με τους ίδιους κανόνες, που χρηματοδοτούνται και όλοι οι άλλοι κρατικοί θεσμοί, δηλαδή από τον προϋπολογισμό. Είναι επίσης αυτονόητο ότι (οφείλουν να) ακολουθούν τους ίδιους κανόνες χρηστής διαχείρισης και ελέγχου.
Μικρό μέρος του κόστους λειτουργίας τους τα Κόμματα αντλούν από τα μέλη και τους φίλους τους, μέσα από ετήσιες συνδρομές, κουπόνια κλπ.
Η κύρια πηγή, μέχρι πρόσφατα, ήταν και - σε ένα μεγάλο βαθμό εξακολουθεί να είναι - οι «χορηγίες» από μεγάλα οικονομικά συγκροτήματα, επιχειρήσεις και συμφέροντα, που άλλωστε έχουν ένα σιωπηρό αλλά σαφέστατα ανταποδοτικό χαρακτήρα. Αυτό το φαινόμενο είχε ονομάσει πριν από χρόνια ο Κων. Μητσοτάκης, «διαπλοκή» και ο όρος έχει κάνει μεγάλη «καριέρα», μέχρι σήμερα.
2ο. Η λειτουργία του πολιτικού Συστήματος: Η όλη οργάνωση της λειτουργίας του πολιτικού μας συστήματος για τη (δήθεν) πραγμάτωση και καλή λειτουργία της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, καθιστά αναγκαία τη χρηματοδότηση των Κομμάτων και των πολιτικών από τις «γνωστές-αφανείς» πηγές χρηματοδότησης.
Η οργάνωση αυτή, με την αρχιτεκτονική ενός καθαρά ληστρικού εκλογικού συστήματος, συντηρεί και διαρκώς αυξάνει και οξύνει, μέχρι παραληρήματος, την πόλωση μεταξύ των Κομμάτων, πόλωση την οποία συντηρούν και υποδαυλίζουν τα εν λόγω «συμφέροντα», για τα δικά τους, εν τέλει, πραγματικά και μεγάλα (και χωρίς εισαγωγικά) συμφέροντα.
Μόνο εάν τα Κόμματα αποφασίσουν να εκπολιτίσουν τις προεκλογικές τους εκστρατείες και να υιοθετήσουν ευρωπαϊκούς (και όχι τριτοκοσμικούς, όπως τώρα) όρους διεξαγωγής της κομματικό-πολιτικής αντιπαράθεσης, θα μπορέσουν να εκλογικεύσουν και τις δαπάνες λειτουργίας τους και να επιτρέψουν την ισότιμη συμμετοχή όλων των υποψηφίων στην προσπάθεια εξυγίανσης και αναγέννησης του πολιτικού συστήματος. Σε αντίθετη περίπτωση όλα τα παλαιά Κόμματα θα παρασυρθούν νομοτελειακά από τον ανανεωτικό άνεμο, που η παρούσα Κρίση έχει δραματικά επιταχύνει.
Η ριζική τροποποίηση επομένως του εκλογικού Νόμου και του αναπροσδιορισμού των γεωγραφικών ορίων των εκλογικών περιφερειών, σε συνδυασμό με τη μείωση του αριθμού των Βουλευτών σε 200, έχουν άμεση σχέση με την οικονομική λειτουργία και τις ανάγκες Κομμάτων και των υποψηφίων.
3ο. Η πολιτική ηθική. Είναι δεδομένο ότι η δραματική Κρίση που περνά σήμερα η χώρα μας οφείλεται, κατά το εσωτερικό σκέλος της, στην επί δεκαετίες κακοδιοίκηση, την πελατειακή λειτουργία των Κομμάτων και την, κατά συνέπεια, αναξιοκρατική στελέχωση του κράτους και των υπηρεσιών του αλλά και την ακραία κακοδιαχείριση των οικονομικών του. Εν μέρει αυτή η κατάσταση δημιουργήθηκε μακροπρόθεσμα από την επιλογή μιας ακατάλληλης κρίσιμης μειοψηφίας (αν όχι πλειοψηφίας) κρατικών λειτουργών, με συνέπεια την επαγγελματική ανεπάρκεια των «διαχειριστών» του κρατικού πλούτου. Η διαρκώς επεκτεινόμενη ανομία, η ατιμώρητη διαφθορά, η ευτέλεια στις δημόσιες και ιδιωτικές ακόμη οικονομικές συναλλαγές αλλά και η κοινωνική ανοχή στα φαινόμενα του νεοπλουτισμού, της επίδειξης, της σπατάλης και της υπερβολής, δεν είναι άσχετα με την αναξιοκρατία, φαινόμενα.
Τα Κόμματα όχι μόνο δεν καταπολέμησαν αυτές τις ρυθμίσεις και συμπεριφορές, αλλά και τις καλλιέργησαν ή τις υπέθαλψαν. Ο απαράδεκτος νόμος περί ευθύνης υπουργών συνεχίζει να καλλιεργεί την ατιμωρησία. Στην πραγματικότητα είναι ο «νόμος- ηθικός αυτουργός» πολλών από όσα αποδίδονται σε υπουργούς, οι οποίοι άλλωστε μερικές φορές, λόγω αυτού του νόμου, εμποδίζονται να αποδείξουν την αθωότητά τους. Πρόκειται για Νόμο που κάποτε θέσπισε ο νομοθέτης αλλά που εξακολουθεί να μαστίζει τη δημόσια ζωή, επειδή τα Κόμματα αρνούνται ή «αμελούν» να τον καταργήσουν.
Εξ άλλου, η σκανδαλώδης υπερχρηματοδότηση των Κομμάτων από τις Τράπεζες, με εγγυήσεις μιας μελλοντικής «εικονικής πραγματικότητας», αποτελεί το χείριστο παράδειγμα διαχειριστικής ανεπάρκειας και ανευθυνότητας των κομμάτων, αλλά και αμφισβητούμενης νομιμότητας όσον αφορά στις Τράπεζες. Αυτή την πολιτική ηθική προβάλλουν στην Κοινωνία και τους ψηφοφόρους τους τα παλαιά Κόμματα και γι’ αυτό έχουν οριστικά καταδικασθεί στη συνείδηση του Ελληνικού λαού.
Νεώτεροι Βουλευτές και πολιτικοί, έχουμε ιστορικό χρέος να απαιτήσουμε από τα Κόμματά μας, την απόλυτη διαφάνεια των οικονομικών τους, την υποδειγματική διαχείριση και την πλήρη απεξάρτησή τους από συμφέροντα που τα παγιδεύουν στη διαπλοκή και τα εξωθούν στην αναξιοπιστία. Από εκεί πρέπει να αρχίσει το συντομότερο η προσπάθεια για την αναγέννηση του πολιτικού μας συστήματος.