Της Μαριλης Μαργωμενου
Εδώ και μερικές εβδομάδες έχουν ξεχυθεί σε πανηγύρια και ταβέρνες. Αλλά μην ξεγελιέστε: όσο αυθόρμητοι κι αν μοιάζουν, στην πραγματικότητα ακολουθούν όλοι τους ίδιους κανόνες.
Βλέπετε, ο άγραφος νόμος της επαρχίας προβλέπει για τους υποψηφίους των εκλογών συγκεκριμένο σαβουάρ βιβρ.
Οσο παράδοξο κι αν ακούγεται, το πρώτο θέμα με το οποίο οφείλει κάθε υποψήφιος να εξοικειωθεί είναι η υπόθεση «κέρασμα». Ο υποψήφιος δεν οφείλει βεβαίως να κερνά όποιον βλέπει μπροστά του, γιατί τότε κινδυνεύει να του κολλήσει η ετικέτα «ψώνιο που κάνει επίδειξη πλούτου», πράγμα που ποσώς εκτιμάται όταν φθάσει η ώρα της κάλπης. Αντιθέτως, ο υποψήφιος οφείλει διαρκώς να δείχνει πρόθυμος να κεράσει. Να αφήνει, δηλαδή, το περιθώριο στους μελλοντικούς του ψηφοφόρους να πουν τη λυτρωτική φράση «όχι! Αυτά είναι δικά μου». Βλέπετε, η χειρότερη φήμη που μπορεί να «κολλήσει» στον τοπικό πολιτευτή συνοψίζεται στην καταραμένη λέξη «τσιγκούνης». Και ίσως γι’ αυτό, σε κλειστό τοπικό κύκλο υπάρχουν και οι πολιτευτές που στήνουν ολόκληρη την καριέρα τους πάνω στο αλκοόλ. Είναι όλη μέρα στα τοπικά πανηγύρια, περιφέρονται τα μεσημέρια στις ταβέρνες αναζητώντας διψασμένους ψηφοφόρους και τα βράδια «ποτίζουν» τους πολιτικούς τους φίλους στα τοπικά μπαρ, για να «πάνε τα φαρμάκια κάτω» μαζί με την πιθανότητα να πάει η ψήφος σε ξένα χέρια. Πρόκειται για μια εξαιρετικά αποτελεσματική τακτική: οδηγεί τους ψηφοφόρους στην πολιτική μέθη και τον υποψήφιο στην πρωτιά και στον αλκοολισμό - διότι το ένα δεν αποκλείει το άλλο…
Βλέπετε, ακόμη και η πρόσκαιρη μέθη εν μέσω προεκλογικής εκστρατείας έχει τους κινδύνους της.
Και έτσι, φθάνουμε στον επόμενο κανόνα από το εγχειρίδιο του καλού υποψήφιου, που επιγράφεται «μάθε να φεύγεις». Ισχύει κυρίως στα πανηγύρια, στα οποία ο υποψήφιος οφείλει να εμφανιστεί ένα εικοσάλεπτο πριν σχολάσει η εκκλησία. Από εκεί και πέρα ο χρόνος παραμονής είναι αντιστρόφως ανάλογος με την ποσότητα αλκοόλ στο αίμα των πανηγυριωτών: όταν οι πρώτοι μεθυσμένοι έρχονται, ο υποψήφιος φεύγει. Η κοινή πείρα λέει πως αυτό συνήθως συμβαίνει λίγο μετά που ξεκινά ο χορός. Από εκεί και πέρα, η μέθη μπορεί να κάνει ακόμη και τους συμπαθέστερους των ψηφοφόρων να φέρουν τον αγαπημένο τους υποψήφιο σε δύσκολη θέση. Αυτός, άλλωστε, είναι και ο τελευταίος κανόνας του εγχειριδίου του καλού υποψηφίου: όποιος σε ξεμοναχιάζει για να συζητήσετε, όσο καλός και φιλικός κι αν φαίνεται, στο τέλος σου φυλάει μία ερώτηση «παγίδα «. Είτε για να δει αν θα καταλάβεις το αστείο του, είτε για να σε δοκιμάσει αν είσαι αρκετά πονηρός, είτε για να σε δεσμεύσει για κάποιο μελλοντικό ρουσφέτι.
Για τους υποψηφίους της επαρχίας, ως κακοτοπιά δεν λογίζονται οι επαρχιακοί δρόμοι, οι λακκούβες και τα λοιπά φυσικά εμπόδια, αλλά οι παγίδες που ύπουλα στήνονται σε πλατείες, καφενεία και ταβέρνες - οπουδήποτε δηλαδή μαίνεται η μάχη του ψηφοδελτίου. Βλέπετε, εκεί οι ψηφοφόροι έχουν συγκεκριμένες απαιτήσεις. Και πρώτη απ’ όλες, την απαίτηση να τους χαιρετήσουν εγκαρδίως! Ο υποψήφιος, λοιπόν, απ’ όπου κι αν περνά, οφείλει να καλημερίσει έναν έναν όλους τους παρισταμένους με τον ίδιο βαθμό εγκαρδιότητας, χωρίς να τον νοιάζει αν περπατάει πέρα - δώθε με ζιγκ - ζαγκ ή αν κάποιοι του σφίγγουν την παλάμη στα όρια της εξάρθρωσης. Αν διασχίζει μία πλατεία με τραπεζάκια, φερ’ ειπείν, στην οποία είναι μαζεμένοι εκατό ευτυχείς ψηφοφόροι και απολαμβάνουν τους εκατό καφέδες τους, ο υποψήφιος θα πρέπει να εκφωνήσει εκατό διαφορετικές καλημέρες. Αυτό ισχύει ακόμη και αν κάποιος από τους χωρικούς δεν τους έχει ξαναδεί ποτέ ή αν ξέρει από προηγούμενες -πικρές! - εμπειρίες πως είναι… αλλόθρησκοι και δεν πρόκειται να σταυρώσουν το δικό του ψηφοδέλτιο. Βλέπετε, ο άγραφος νόμος της επαρχίας λέει πως όποιος ψηφοφόρος δεν χαιρετιστεί ευλαβικά μετατρέπεται άμεσα σε… τοπικό μουτζαχεντίν: είναι θέμα χρόνου να ξεκινήσει τον ανταρτοπόλεμο στο χωριό διασπείροντας την ολέθρια φήμη πως ο υποψήφιος είναι «ακατάδεκτος», «γρουσούζης» και άλλα παρεμφερή, που καθόλου δεν βοηθούν στη μάχη του σταυρού…