Την ίδια στιγμή, πληθαίνουν τα ερωτήματα για τη στάση που θα τηρήσει η Εκκλησία της Ελλάδος και η κυβέρνηση της χώρας, καθώς είναι ορατός ο κίνδυνος να προκληθεί εθνική ζημία από μεμονωμένες και ασυντόνιστες εκκλησιαστικές κινήσεις. Η ασταθής στάση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου απέναντι στις κατά καιρούς προκλήσεις του Οικουμενικού Πατριάρχη («μητροπολίτα του κλεινόν άστεως της πόλεως των Αθηνών», υπόθεση πρώην μητροπολίτη Αττικής Παντελεήμονος) εντείνουν την ανησυχία και τον προβληματισμό κύκλων της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος και οι ζυμώσεις και οι συζητήσεις είναι πολλές και ποικίλες στα αρχονταρίκια ιστορικών μονών και στο επισκοπείο ανά τις μητροπόλεις της χώρας. Οπως είναι αναμενόμενο, οι αναφορές στον δυναμικό και εθναρχικό χαρακτήρα του μακαριστού Χριστόδουλου είναι όλο και συχνότερες και αρκετοί ιεράρχες, που παλαιότερα είχαν πολεμήσει τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο, μετανιώνουν και τον αναπολούν...
Ανοίγει ο δρόμος
Από όσα ακούγονται στους διαδρόμους της Μονής Πετράκη και από όσα συζητούνται σε εξαντλητικά απόδειπνα στις επαρχιακές μητροπόλεις, αλλά και με βάση τα όσα τενταίνονται στην Αρχιεπισκοπή Κρήτης, ο χρόνος υλοποίησης των πατριαρχικών σχεδίων είναι κοντά. Ούτε τα προβλήματα που ανέκυψαν από την πρόχειρα σχεδιασμένη και εσπευσμένη λειτουργία στον περίβολο της Παναγίας της Σουμελά στον Πόντο (ρωσικές και τουρκικές διεκδικήσεις), ούτε οι περιουσιακές απαιτήσεις που εγείρουν πλέον οι Τουρκοκρήτες στη μεγαλόνησο φαίνεται να θορυβούν τον Οικουμενικό Πατριάρχη και τους συμβούλους του, οι οποίοι προχωρούν ακάθεκτοί στον σχεδιασμό τους.
Εγκυρες εκκλησιαστικές πηγές αλλά και πατριωτικές επισκοπικές φωνές μέσα από την Ιεραρχία της Ελλάδος δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο, μετά τη συνένωση των Κυκλάδων με τα Δωδεκάνησα σε χωροταξικό - θεσμικό επίπεδο που θα δώσει τη νέα αιρετή περιφέρεια, να ανοίξει ο δρόμος και για ανάλογες εξελίξεις σε εκκλησιαστικό επίπεδο. Παρά το γεγονός ότι οι Κυκλάδες υπάγονται στην Εκκλησία της Ελλάδος και τα Δωδεκάνησα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, τίποτε δεν αποκλείεται πλέον.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο έβλεπε από καιρό θετικά το ενδεχόμενο προσάρτησης μερίδας των λεγομένων Νέων Χωρών στην περιοχή ευθύνης του ώστε να υπάρχει περιθώριο δημιουργίας αρχιεπισκοπής νησιωτικού χαρακτήρα (κάτι ανάλογο με την Αρχιεπισκοπή Κρήτης που είναι ημιαυτόνομη). Σε αυτή την περίπτωση θα είχαμε από τη μία πλευρά τις Μητροπόλεις των Δωδεκανήσων και από την άλλη της Χίου, Λέσβου και Σάμου να συστήνουν μία ή δύο νησιωτικές Αρχιεπισκοπές.
Τα σενάρια αναθερμάνθηκαν πρόσφατα με αφορμή το γεγονός ότι οι ιεράρχες που ανήκουν τον Οικουμενικό Θρόνο παρακολουθούσαν με ιδιαίτερη ανησυχία τις εξελίξεις σε ό,τι αφορά τη διαδοχή του Πατριάρχη και η εύλογη - όπως και για όλον τον Ελληνισμό - ανησυχία τους για το μέλλον του Πατριαρχείου τους έκαμψε τις αναστολές. Ετσι, όταν με μια κίνηση ο Πατριάρχης άνοιξε μόνος του το «παιχνίδι της διαδοχής» κατά την επίσημη επίσκεψή του στη Νέα Υόρκη, ανακοινώνοντας ότι η κυβέρνηση Ερντογάν δέχτηκε το αίτημα του ιδίου, να δοθεί τουρκική υπηκοότητα σε όσους επιθυμούν από τους ιεράρχες του Οικονομικού Θρόνου, αρκετοί έσπευσαν να αιτηθούν τουρκικής υπηκοότητας. Πληροφορίες αναφέρουν ότι οι περισσότεροι μητροπολίτες από τα Δωδεκάνησα ήδη έχουν καταθέσει τα χαρτιά τους στο τουρκικό προξενείο με την αίτηση για να πάρουν υπηκοότητα, ενώ αναμένονται εξελίξεις από την τουρκική κυβέρνηση μέσα στο επόμενο διάστημα.
Τα σενάρια των υποστηρικτών Βαρθολομαίου
Το πρώτο βήμα για την υλοποίηση των σχεδίων του Πατριάρχη θα περιλαμβάνει την επανυπαγωγή των Μητροπόλεων των Νέων Χωρών στο Φανάρι, προοπτική στην οποία είχε αντιταχθεί με εθναρχικό σθένος ο Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος προ ετών. Πώς θα γίνει αυτό; Σύμφωνα με την πατριαρχική πράξη του 1928, οι Μητροπόλεις των Νέων Χωρών, Ηπείρου, Μακεδονίας - Θράκης και νήσων του αρχιπελάγους, δηλαδή Χίος, Σάμος, Μυτιλήνη και Λήμνος, υπάγονται μεν πνευματικά και έχουν την εκκλησιαστική τους αναφορά στο Πατριαρχείο, διοικητικά όμως υπάγονται στην Ελλαδική Εκκλησία. Η τριμερής συμφωνία Πατριαρχείου, Ελλαδικής Εκκλησίας και ελληνικής Πολιτείας για το καθεστώς των Νέων Χωρών εφαρμόσθηκε ύστερα από τη Μικρασιατική Καταστροφή, γιατί δεν μπορούσαν να διαποιμανθούν οι μητροπόλεις αυτές από το Φανάρι. Το Πατριαρχείο, βέβαια, παραχώρησε αυτές τις μητροπόλεις διοικητικά στην Ελλαδική Εκκλησία επιτροπικώς, δηλαδή άχρι καιρού, όπως υποστηρίζουν οι Φαναριώτες, για όσο χρονικό διάστημα κρίνει εκείνο ότι αδυνατεί να ασκήσει τη διαποίμανσή τους. Σε εύθετο χρόνο (που αυτός κατά τους Φαναριώτες ήρθε) μπορεί να απαιτήσει όμως την επανυπαγωγή των Μητροπόλεων των Νέων Χωρών στη δικαιοδοσία του,. Ετσι, αν ο Πατριάρχης επανυπαγάγει τις Μητροπόλεις των Νέων Χωρών στη δικαιοδοσία του μπορεί να προχωρήσει άμεσα στην υλοποίηση του σχεδιασμού του και με μόνο δική του εντολή να αλλάξει τον εκκλησιαστικό χάρτη της περιοχής, αγνοώντας την προκαλούμενη εθνική ζημία.
Οι υποστηρικτές των κινήσεων Βαρθολομαίου επισημαίνουν ότι, εάν δημιουργηθεί μία Αρχιεπισκοπή Δωδεκανήσου (έστω και χωρίς άλλες Μητροπόλεις, όπως οι προαναφερθείσες από τις Νέες Χώρες ή οι κυκλαδικές - Σύρου, Τήνου, Ανδρου, Κέας και Μήλου, Παροναξίας και Θήρας, Αμοργού και Νήσων), οι ιεράρχες θα έχουν αυξημένο κύρος στις εξωεκκλησιαστικές σχέσεις τους. Σύμφωνα με αυτούς τους κύκλους, οι Δωδεκανήσιοι θα μπορούσαν να προχωρήσουν σε σύγκλιση Συνόδου, της οποίας θα ηγείται ένας από τους μητροπολίτες - είθισται της μεγαλύτερης Μητροπόλεως. Μια Σύνοδος μπορεί να γίνει και με τέσσερις (4) μητροπολίτες - αν και κανονικά απαιτούνται έξι (6). Το σενάριο αναφέρει ότι οι μητροπόλεις Ρόδου, Σύμης, Κω - Νισύρου, Κάσου - Καρπάθου, Λέρου - Καλύμνου - Αστυπάλαιας μπορούν να συστήσουν μια Σύνοδο, ενώ, την ίδια ώρα, πληροφορίες προσκείμενες στους πατμιακούς κύκλους αναφέρουν ότι δυναμικά στο παιχνίδι είναι έτοιμος να μπει και ο ηγούμενος της Ιεράς Μονής Πάτμου κ. Αντύπας Νικηταράς (εάν και εφόσον η Εξαρχία της Πάτμου γίνει Μητρόπολη κι εκείνος προαχθεί σε μητροπολίτη). Αλλες εκτιμήσεις αναφέρουν ότι πολύ δυναμικά μπορεί να παίξει και η περίπτωση του δεσπότη Αλικαρνασσού και να ενταχθεί στη Σύνοδο. Σε μια τέτοια περίπτωση, αναφέρουν πάντα οι υποστηρικτές των σχεδίων Βαρθολομαίου, η Αρχιεπισκοπή Δωδεκανήσου θα μπορούσε να διαδραματίσει δυναμικό ρόλο στα εκκλησιαστικά δρώμενα, ενώ οι μητροπολίτες θα έχουν την ευχέρεια να διεκδικήσουν δυναμικά και τον Οικουμενικό Θρόνο!
Η εκκλησιαστική ιστορία της Ρόδου και η Επαρχία των Νήσων
Το όνομα της Ρόδου αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη (Πράξ. κα΄, 1), κατά την επιστροφή του Παύλου στα Ιεροσόλυμα, κατά την γ΄ αποστολική περιοδεία. Ο Παύλος θεωρείται ως ο ιδρυτής της κατά Ρόδον Εκκλησίας. Πότε έγινε Επισκοπή η Ρόδος δεν είναι γνωστό. Κατά την παράδοση αναφέρεται πρώτος Επίσκοπος τον α΄ αιώνα ο Πρόχορος. Κατά τον β΄ αιώνα αναφέρεται ο Επίσκοπος Ευφράνωρ και κατά τον β΄ μισό του γ΄ αιώνα, στο μαρτύριο των Αγίων Μαρτύρων Κλήμεντος και Αγαθαγγέλου, ο Επίσκοπος Φωτεινός. Στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο πήρε μέρος ο Επίσκοπος Ευφρόσυνος.
Στην πολιτική γεωγραφία των Βυζαντινών η Ρόδος ήταν η μητρόπολις – πόλις της Επαρχίας των Νήσων. Η Επαρχία των Νήσων περιλάμβανε τις εξής πόλεις: Ρόδος, Κως, Σάμος, Χίος, Μυτιλήνη, Μέθυμνα, Πέτελος, Τένεδος, Προσελήνη, Ανδρος, Τένος, Νάξος, Πάρος, Σίφνος, Μέλος, Ιος, Θήρα, Αμοργός και Αστυπάλαια. Στην εκκλησιαστική γεωγραφία η Επισκοπή Ρόδου περί τα τέλη του δ΄ και τις αρχές του ε΄ αιώνα προήχθη σε Μητρόπολη, διότι στην αρχαιότερη γνωστή – τάξιν πρωτοκαθεδρίας» αναγράφεται ως 26η μεταξύ των Μητροπόλεων.
Ως προς τον αριθμό των υποκειμένων στον Μητροπολίτη Ρόδου Επισκοπών παρατηρούμε τα εξής στο πέρασμα των χρόνων: Από τις αρχές του ζ΄ αιώνα μέχρι τις αρχές του θ΄ ο Ρόδου είχε υπΆ αυτόν 11 Επισκοπές. Γύρω στα μέσα του θ΄ αιώνα αυξάνονται σε 13 με την ίδρυση των Επισκοπών Νισύρου και Αστυπάλαιας και την υπαγωγή της Επισκοπής Ανδρου υπό τον Μητροπολίτη Αθηνών. Στα μέσα του ιδίου αιώνα αυξάνονται και πάλι σε 13, γιατί επανεμφανίζονται οι Επισκοπές Νισύρου και Αστυπάλαιας και προστίθεται η Επισκοπή Ικαρίας. Την περίοδο μέχρι της καταλήψεως της Ρόδου από τους Ιωαννίτες Ιππότες η Μητρόπολις Ρόδου ακμάζει.
Το 1522 η Ρόδος κατελήφθη από τους Τούρκους. Πρώτος Μητροπολίτης εγκαταστάθηκε ο Ευθύμιος, ο οποίος έναν χρόνο αργότερα απαγχονίστηκε ως πρωταίτιος επαναστατικού κινήματος. Η εκκλησιαστική ζωή κατά την Τουρκοκρατία χαρακτηρίζεται από ομαλότητα αν και δεν απουσιάζουν τα προβλήματα που προκαλούσε η αυθαιρεσία των κατακτητών. Κατά τους χρόνους της Επανάστασης και στους επόμενους χρόνους η Εκκλησία υπέστη διώξεις και τα προνόμια καταργήθηκαν. Το φιρμάνι του σουλτάνου Μαχμούτ του Β΄ το 1835 επανέφερε τα προνόμια, τα οποία καταργήθηκαν εκ νέου κατά την εποχή της διακυβέρνησης των Νεοτούρκων.
Το 1912 η Ρόδος, όπως και τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα, περιήλθε στην κατοχή των Ιταλών, οι οποίοι στην αρχή έδειξαν σεβασμό προς την Εκκλησία. Αργότερα άλλαξαν διαθέσεις, κατήργησαν τα προνόμια, ακολούθησαν καταπιεστική πολιτική και δημιούργησαν το λεγόμενο ζήτημα του αυτοκέφαλου, το οποίο συντάραξε την τοπική κοινωνία. Το βάρος της διαποιμάνσεως της Μητροπόλεως Ρόδου καθΆ όλη τη διάρκεια της Ιταλοκρατίας το βάσταξε ο Μητροπολίτης Απόστολος Τρύφωνος, ο οποίος αναγκάστηκε σε παραίτηση στις 8 Ιουνίου 1946. Μετά την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου, η Μητρόπολη Ρόδου εισήλθε στη σύγχρονη περίοδο της ιστορίας της. Το 2004 αποσπάστηκαν απΆ αυτήν τα νησιά Σύμη, Χάλκη, Τήλος και Καστελόριζο, τα οποία συγκρότησαν τη Μητρόπολη Σύμης, ενώ η Νίσυρος προσαρτήθηκε στη Μητρόπολη Κώου.