Νέα ρύθμιση για όλα τα χρέη προς την Εφορία ετοιμάζει η κυβέρνηση καθώς το υπουργείο Οικονομικών θέλει να κλείσει τους «λογαριασμούς» του παρελθόντος και να αυξήσει τα φορολογικά έσοδα που είναι το μεγάλο «αγκάθι» στην επιτυχία του Προγράμματος Σταθερότητας το οποίο παρακολουθεί από κοντά η «τρόικα»- η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ- που είναι τώρα οι δανειστές μας. Σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες, μαζί με την περαίωση των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων της τελευταίας δεκαετίας 2000-2009, οι λεπτομέρειες της οποίας θα καθοριστούν σε ευρεία σύσκεψη που θα γίνει την Παρασκευή, η ηγεσία του υπουργείου θα καταλήξει και στην απόφαση για τη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων χρεών 1,3 εκατομμυρίων φορολογουμένων που έχουν συσσωρευθεί στις εφορίες. Το συνολικό ποσό των ληξιπρόθεσμων οφειλών υπερβαίνει τα 20 δισ. ευρώ αλλά λόγω της αδυναμίας πληρωμής από τους περισσότερους οφειλέτες και λόγω της οικονομικής κρίσης στο υπουργείο στην Καραγεώργη Σερβίας όπου στεγάζονται οι υπηρεσίες για τα έσοδα θέτουν στόχο να εισπράξουν 8 δισ. ευρώ. Ακόμη και με αυτό το ποσό το υπουργείο θα έχει βρει λύση στο πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί με τη σοβαρή υστέρηση των εσόδων που ως το τέλος Αυγούστου ήταν 1,5 δισ. ευρώ. Η πρόταση που εξετάζει η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών είναι στη ρύθμιση των χρεών που θα είναι αυτόματη- δηλαδή, δεν θα μεσολαβεί κάποιος εφοριακός - να συμπεριληφθούν όλοι οι ληξιπρόθεσμοι οφειλέτες, ακόμη και οι «πτωχοί», δηλαδή εταιρείες και επαγγελματίες που έχουν δηλώσει πτώχευση. Μάλιστα αναμένεται να προβλέπεται διαφορετική μεταχείριση για όσους οφείλουν μικρά ποσά και μεγάλη έκπτωση για όσους θελήσουν να εξοφλήσουν εφάπαξ το χρέος τους και ειδική ρύθμιση για επιχειρήσεις και επαγγελματίες που βρίσκονται σε αδυναμία πληρωμής. Ο νέος υφυπουργός Οικονομικών κ. Δ. Κουσελάς δήλωσε χθες ότι στη νομοθετική ρύθμιση που ετοιμάζει η κυβέρνηση θα υπάρχουν τρία διαφορετικά μέτρα για το κλείσιμο των εξής εκκρεμοτήτων: 1. Για τις 2,4 εκατομμύρια ανέλεγκτες χρήσεις της περιόδου 2000-2009. 2. Για τις 150.000 υποθέσεις προσφυγών για φορολογικές υποθέσεις που εκκρεμούν στα διοικητικά δικαστήρια. 3. Για τα 1,3 εκατομμύρια πολίτες και επιχειρήσεις που έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές στο Δημόσιο. Ειδικά για την περαίωση- το κλείσιμο των ανέλεγκτων φορολογικών υποθέσεων και των βιβλίων- ο κ. Κουσελάς δήλωσε ότι «οι υπηρεσίες συνεργάζονται με τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτωνπροκειμένου οι προσκλήσεις να φύγουν από τη Γενική Γραμματεία. Ο φόρος θα έχει υπολογιστεί με έναν μαθηματικό τύπο, με έναν αλγόριθμο. Ετσι ο κάθε φορολογούμενος θα πληροφορηθεί με επιστολή τι θα πρέπει να καταβάλλει για όσα χρόνια έχει ανοιχτά βιβλία με βάση την περαίωση». Βεβαίως την ίδια στιγμή από το υπουργείο Οικονομικών θα υπάρξει προειδοποίηση σε όλους εκείνους που δεν θα προσέλθουν στην περαίωση ότι θα ελεγχθούν ένας ένας. Ο κ. Κουσελάς ανέφερε επίσης ότι μεγάλο βάρος έχει πέσει από όλες τις εφορίες στους έκτακτους ελέγχους που αφορούν τον ΦΠΑ και τον φόρο εισοδήματος. Ηδη η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων έχει στείλει ανά εφορία τις επιχειρήσεις εκείνες οι οποίες έχουν εισπράξει τον ΦΠΑ και δεν τον έχουν αποδώσει. Μάλιστα ο υφυπουργός Οικονομικών ζήτησε από τους διευθυντές των εφοριών να υπάρξει χρέωση ανά ελεγκτή με συγκεκριμένο πλάνο που θα παρακολουθείται προκειμένου να μπορέσει το υπουργείο Οικονομικών να αντιμετωπίσει το πρόβλημα που υπάρχει σχετικά με τη συγκέντρωση του ΦΠΑ. Είναι γεγονός, σύμφωνα με τον ίδιο, ότι πάνω από 60.000 επιχειρήσεις έχουν εισπράξει και δεν έχουν αποδώσει ΦΠΑ. Πληρωμή με δόσεις Οπως και σε ανάλογες ρυθμίσεις του παρελθόντος για την τακτοποίηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών θα υπάρξει μείωση ποινών και προστίμων (ώστε να μην είναι απαγορευτικά για την πληρωμή της οφειλής) και θα γίνουν ευκολίες πληρωμής στους οφειλέτες προκειμένου να ξεπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους. Η πληρωμή θα γίνεται σε δόσεις (μηνιαίες ή διμηνιαίες). Στην περίπτωση εφάπαξ εξόφλησης θα υπάρχει έκπτωση από το συνολικό ποσό. Η περίοδος αποπληρωμής θα είναι ανάλογη του ύψους της οφειλής και μπορεί να ξεπερνά και τη διετία. Σε όλες τις περιπτώσεις η κάθε δόση δεν θα μπορεί να είναι χαμηλότερη από ένα ελάχιστο ποσό (π.χ., 300 ευρώ). |