Οι τελευταίες κινήσεις της Αγκυρας προκαλούν τον Λευκό Οίκο
The New York Times
Επί σειρά δεκαετιών, η Τουρκία υπήρξε ένας εκ των πλέον «ευλύγιστων» συμμάχων της Αμερικής. Ηταν το στρατηγικής σημασίας κράτος - προμαχώνας στις άκρες της Μέσης Ανατολής που ακολουθούσε κατά τρόπο αξιόπιστο την πολιτική της Ουάσιγκτον.
Τελευταία, ωστόσο, έχει υιοθετήσει μια νέα προσέγγιση στην ευρύτερη περιοχή, καταφεύγοντας συχνά σε διακηρύξεις και μεθόδους, οι οποίες ενίοτε προκαλούν τον Λευκό Οίκο, αλλά έχουν ως στόχο την προώθηση των δικών της συμφερόντων.
Η στροφή 180 μοιρών της Τουρκίας αναδείχτηκε πλήρως στον απόηχο της αιματηρής επιδρομής των ισραηλινών ειδικών δυνάμεων σε τουρκικό πλοίο της νηοπομπής που μετέφερε ανθρωπιστική βοήθεια στη Λωρίδα της Γάζας. Ενα μήνα νωρίτερα, η Αγκυρα είχε εξοργίσει την αμερικανική κυβέρνηση, όταν από κοινού με τη Βραζιλία ανακοίνωσε την επίτευξη συμφωνίας με το Ιράν για την άμβλυνση της διεθνούς κρίσης με επίκεντρο το πυρηνικό πρόγραμμα του τελευταίου. Την περασμένη Τρίτη δε, ο Τούρκος πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν υποδέχτηκε με θέρμη τον Ιρανό πρόεδρο Μαχμούντ Αχμεντινετζάντ και τον Ρώσο ομόλογό του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Κωνσταντινούπολη, όπου διοργανώθηκε συνδιάσκεψη για την Ασφάλεια στην Κεντρική Ασία.
Επί της ουσίας, η νέα εξωτερική πολιτική της Αγκυρας εξυψώνει τον κ. Ερντογάν σε ήρωα του αραβικού κόσμου και επιπλέον προκαλεί ανοικτά τις ΗΠΑ αναφορικά με τον τρόπο που διαχειρίζονται τα δύο φλέγοντα ζητήματα στην περιοχή - το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και το Παλαιστινιακό. Ολοένα και περισσότεροι Αμερικανοί αξιωματούχοι βλέπουν την Τουρκία ως ένα κράτος «που τρέχει διαρκώς σε κάθε γωνιά της Μέσης Ανατολής, κάνοντας πράγματα που δεν συνάδουν με τις επιθυμίες των Μεγάλων Δυνάμεων», σχολιάζει ο ειδικός του Συμβουλίου για τις Διεθνείς Σχέσεις, Στίβεν Κουκ. Σύμφωνα με τον τελευταίο, οι συγκεκριμένοι αξιωματούχοι επείγονται να απαντήσουν στο εξής ερώτημα: «Πώς θα βάλουμε τους Τούρκους στη θέση τους»;
Από την πλευρά τους, όμως, οι Τούρκοι πιστεύουν ακράδαντα ότι έχουν κάθε δικαίωμα να βρουν τη δική τους ξεχωριστή θέση στην περιοχή τους. «Αυτή είναι η γειτονία μας και δεν έχουμε διάθεση για καβγάδες», απαντά ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Σολί Οζέλ, στο Πανεπιστήμιο Μπιλγκί της Κωνσταντινούπολης. «Οι Αμερικανοί είναι, άλλωστε, εκείνοι που αρέσκονται να σπέρνουν τον όλεθρο στην περιοχή και ύστερα αφήνουν εμάς να κρατάμε τη σακούλα με τα σκουπίδια», προσθέτει.
Η μετάλλαξη της Τουρκίας σε περιφερειακή δύναμη φαντάζει ξαφνική, αλλά πρόκειται για το επακόλουθο μιας σταδιακής εξέλιξης που ξεκίνησε με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Τότε ο κόσμος ήταν μαύρος ή άσπρος και η Τουρκία ήταν απλώς μια μουσουλμανική δημοκρατία στο πλευρό των ΗΠΑ. Είκοσι χρόνια αργότερα, ωστόσο, η Τουρκία είναι μια ανταγωνιστική δημοκρατία με μια ισχυρή οικονομία. Σε αντίθεση με την Ιορδανία και την Αίγυπτο, έχει προ πολλού πάψει να εξαρτάται από την οικονομική βοήθεια της Αμερικής.
Οι Τούρκοι, μάλιστα, επιμένουν ότι στην καρδιά της νέας πολιτικής βρίσκεται η οικονομία και όχι η προώθηση του ισλαμισμού. «Η οικονομική αλληλεξάρτηση είναι ο καλύτερος τρόπος προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της ειρήνης», δήλωσε πρόσφατα ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Αχμέτ Νταβούτογλου. «Την περασμένη δεκαετία, η ένταση στην ευρύτερη περιοχή είχε μεγάλο κόστος για μας», συνέχισε ο ίδιος. «Αυτό που επιθυμούμε σήμερα είναι να δημιουργήσουμε μια ειρηνική, νέα τάξη», κατέληξε.
Αυτό ακριβώς το όραμα, βέβαια, αποτελεί αφορμή για ένταση μεταξύ Αγκυρας και Ουάσιγκτον, ιδιαίτερα όταν στη μεταξύ τους διένεξη εμπλέκεται το Ιράν. «Είναι φιλόδοξοι και αυτό τους κάνει σημαντικούς παίκτες στο διεθνές στερέωμα», υποστηρίζει ανώτατος Αμερικανός αξιωματούχος. «Ελλοχεύει, όμως, ο κίνδυνος να μη γίνουν κατανοητοί οι στόχοι των Τούρκων από τους σχεδιαστές πολιτικής του Λευκού Οίκου και κάτι τέτοιο θα έχει συνέπειες για τις σχέσεις των δύο κρατών», προειδοποίησε.
Συμμαχία με τους ισλαμιστές ανταγωνιστές της Δύσης
Η αντιπαράθεση του κ. Ερντογάν με το Ισραήλ, το οποίο χαρακτήρισε «κράτος–τρομοκράτη» μετά την πολύνεκρη επιδρομή στην νηοπομπή, έχει επιτείνει την ανησυχία στην Ουάσιγκτον όσον αφορά τις πραγματικές προθέσεις της Τουρκίας. Πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν τις πρόσφατες επιθετικές τοποθετήσεις του Τούρκου πρωθυπουργού ως ένδειξη ότι, όχι μόνο έχει οριστικά και αμετάκλητα εγκαταλείψει το όραμα της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αλλά προσανατολίζεται σε συμμαχία με τους ισλαμιστές ανταγωνιστές της Δύσης. Εντούτοις, οι επικεφαλής της εβραϊκής κοινότητας στην Κωνσταντινούπολη επιμένουν ότι η επιθετική στάση απορρέει από την «γνήσια αντιπάθειά» του προς την κυβέρνηση του Μπέντζαμιν Νετανιάχου και όχι από μένος προς το κράτος του Ισραήλ.
«Η Τουρκία προσπαθεί να καλύψει το κενό που άφησε μια αποτυχημένη ειρηνευτική διαδικασία», υποστηρίζει η καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών στο πανεπιστήμιο του Κουβέιτ, Σαφέκ Γκάμπρα. «Ο κ. Ερντογάν θέλει να αποτρέψει τη διολίσθηση των Παλαιστινίων στην απόλυτη απελπισία και να σώσει το Ισραήλ από τον ίδιο του τον εαυτό», εξηγεί. Μπορεί να είναι έτσι, αλλά η σκληρή στάση του κ. Ερντογάν συνεπάγεται διαγραφή της Τουρκίας από τον κατάλογο των διαμεσολαβητών στην αραβοϊσραηλινή διένεξη και επιπλέον φέρνει την κυβέρνηση σε εξαιρετικά δύσκολη θέση. «Αν ο πρόεδρος Ομπάμα υποχρεωθεί να επιλέξει μεταξύ των δύο συμμάχων, να είστε βέβαιοι ότι οι Τούρκοι θα είναι οι χαμένοι», υποστηρίζει ανώτατος Αμερικανός αξιωματούχος.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
//