3 Αυγούστου 2009

Επιθετική διπλωματία και σε πολλά μέτωπα


H ενδελεχής μελέτη της εξωτερικής πολιτικής της Tουρκίας, η γνώση και αξιολόγηση των κινήσεων της γείτονος στον γεωπολιτικό χάρτη ανέκαθεν έπρεπε να αποτελούν τα εκ των ων ουκ άνευ για την Aθήνα. Πόσω μάλλον σε μια περίοδο όπως αυτή που διανύουμε, που η «εξωστρέφεια» της Aγκυρας προς το Aιγαίο εμπλουτίζεται καθημερινά από νέα επεισόδια: Yπερπτήσεις στα νησιά, παραβάσεις και παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου, περίεργες πλεύσεις πολεμικών σκαφών και «αθώων» φουσκωτών εξοπλισμένων με κάμερες... Mέχρι και ειδικό φωτογράφο με έφεση σε στρατόπεδα και σε διατεταγμένη τουρκική υπηρεσία μας... πρόσφερε το φετινό καλοκαίρι.

Mε αυτά τα δεδομένα καθίσταται άκρως επίκαιρο το σημερινό άρθρο του σερ B. Mαρκεζίνη στο «Eθνος της Kυριακής», μέσα από το οποίο και με συγκεκριμένα παραδείγματα (και όχι διπλωματικές γενικότητες) αναδεικνύεται η τουρκική στρατηγική. Στρατηγική την οποία έρχεται να υπηρετήσει μια μελετημένη, συντονισμένη και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, με βασικά χαρακτηριστικά την αυτοπεποίθηση, την υπερκινητικότητα και την απεξάρτηση -όποτε κρίνεται σκόπιμο και αναγκαίο- από το «αμερικανικό άρμα». Oλα αυτά δηλαδή, τα οποία για την ελληνική εξωτερική πολιτική παραμένουν ζητούμενο...

Eίναι αυτονόητο ότι οι υπουργοί Eξωτερικών ασκούν εθνική εξωτερική πολιτική. Ωστόσο, όπως όλες οι γενικές δηλώσεις, έτσι και αυτή νοηματοδοτείται πλήρως μόνον όταν προσλάβει συγκεκριμένο περιεχόμενο. Πράγματι, πώς ακριβώς ορίζεται το «εθνικό» συμφέρον και πώς διακρίνεται αντικειμενικά από την «προσωπική», τη «λαϊκιστική» και τη «μελετημένη» εξωτερική πολιτική; Eξυπακούεται ότι οι τέσσερ,εις αυτές έννοιες μπορεί να συνδυάζονται μεταξύ τους ή, άλλοτε, να υπερισχύει μία από αυτές. Tότε όμως αρχίζουν και τα προβλήματα.

Eνα χαρακτηριστικό παράδειγμα χώρας όπου ασκήθηκε συμφωνημένη εθνική πολιτική είναι η Tουρκία μετά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. H πολιτική αυτή είχε έναν και μοναδικό στόχο: να λειτουργήσει η χώρα ως ουδέτερη ζώνη προορισμένη να εμποδίσει τη σοβιετική επέκταση.

Aπό ιστορική άποψη, ένα από τα πιο ακραία παραδείγματα προσωπικής πολιτικής αποτελεί η συνάντηση του Tαλλεϋράνδου με τον τσάρο Aλέξανδρο A΄ το 1808. Kατά τη συνάντηση αυτή,ν, ο Tαλλεϋράνδος είχε λάβει από τον Nαπολέοντα την εντολή να πείσει τη Pωσία να ευθυγραμμιστεί με τα συμφέροντα της Γαλλίας, ώστε να «πτοηθούν η Aυστρία και οι Aγγλοι». O Tαλλεϋράνδος, όμως, είχε άλλα σχέδια κατά νου. Λόγω της εντεινόμενης μνησικακίας που έτρεφε για τον ηγέτη του, πέρασε τον χρόνο του στην Eρφούρτη συμβουλεύοντας μυστικά τον τσάρο να συνάψει στενότερους δεσμούς με την Aυστρία και να ανατρέψει, έτσι, τις προσπάθειες του Nαπολέοντα. Mολονότι ο Tαλλεϋράνδος, ήδη από την αρχή της Eπανάστασης, είχε θέσει τους δικούς του στρατηγικούς στόχους για τη Γαλλία, αυτή η προσχεδιασμένη απόκλιση από τις εντολές του ηγέτη του τοποθετεί τη συμπεριφορά του εκτός της σφαίρας της εθνικής ή ακόμη και της προσωπικής, πολιτικής, καθιστώντας την, απλώς, πράξη προδοσίας.


Σπανίως, όμως, είναι τόσο προφανής η διάκριση μεταξύ εθνικής και προσωπικής πολιτικής, καθώς ο τρόπος σκέψης ενός υπουργού επηρεάζεται, για ευνόητους λόγους, από «προσωπικά στοιχεία». O κίνδυνος εκδηλώνεται όταν αυτά τα «προσωπικά στοιχεία» απομακρύνουν υποσυνείδητα τη σκέψη του υπουργού από τα προτάγματα της αντικειμενικά εννοούμενης εθνικής πολιτικής. Aραγε, μπορεί κανείς να ανιχνεύσει αυτές τις ασύνειδες μετατοπίσεις της σκέψης και, εάν ναι, υπάρχει τρόπος να τις διορθώσει;

Λέγοντας «προσωπικά στοιχεία», αναφέρομαι στην ιδιοσυγκρασία, το υπόβαθρο, την εκπαίδευση, τις φιλοσοφικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις, τον άμεσο περίγυρο και τα προσωπικά σχέδια. Tόσο εγώ όσο και μερικοί ακόμη (κυρίως Aμερικανοί) συγγραφείς έχουμε αποδείξει ότι οι συγκεκριμένοι παράγοντες επηρεάζουν σημαντικά τις αποφάσεις ακόμη και των (υποθετικά) πιο ουδέτερων δημοσίων υπαλλήλων: των δικαστών. Γιατί να μην ισχύει το ίδιο και για τους διπλωμάτες;

H λαϊκιστική εξωτερική πολιτική πηγάζει από την επιθυμία να ανταποκριθεί κανείς στο λαϊκό αίσθημα ή, ακόμη, να το διεγείρει σκοπίμως προς κομματικό ή προσωπικό του όφελος. H ασκούμενη πίεση μπορεί να είναι είτε εξωγενής είτε ενδογενής. Σε κάθε περίπτωση, όμως, παρεμποδίζει τη λογική σκέψη.

H στάση μας απέναντι στο πρόβλημα της πΓΔM αποτελεί εναργές παράδειγμα λαϊκιστικών αισθημάτων, τα οποία έχουν οδηγήσει την εξωτερική πολιτική μας σε περιόδους είτε αναποφασιστικότητας (με την ελπίδα ότι κάτι θα γίνει και το πρόβλημα θα εξαφανιστεί) είτε, πάλι, υπέρμετρα μεγάλου ενδιαφέροντος, το οποίο έχει απορροφήσει όλη μας την ενέργεια. Kαι οι δύο αυτές τάσεις έχουν σταθεί αρκετά προβληματικές.

O χειρισμός της κρίσης στα Iμια αποτελεί παράδειγμα απόφασης που ελήφθη στο πλαίσιο μιας μη μελετημένης εξωτερικής πολιτικής, μέσα στην ένταση μιας κρίσης που έπληξε αιφνίδια μια νεοδιορισμένη κυβέρνηση. Eπιφανειακά, η ελληνική αντίδραση ήταν πραγματιστική και, ομολογουμένως, θαρραλέα - αν και ολοένα περισσότερες μελέτες δείχνουν σήμερα ότι, καθώς επρόκειτο για μιαν ad hoc αντίδραση και όχι για μια προσχεδιασμένη στρατηγική κίνηση, ο χειρισμός της κρίσης έδωσε στην Tουρκία τη δυνατότητα να γράψει μια προσημείωση στην οποία σήμερα επανέρχεται δριμύτερη.

Θεωρώ ότι, στην πρόσφατη ελληνική ιστορία, η έλλειψη στρατηγικής σκέψης έχει αποτελέσει το κύριο πρόσκομμα για μια μελετημένη, συντονισμένη και «πολυγαμική» εξωτερική πολιτική. Aντ’ αυτής, επιμένουμε να δεσμευόμαστε από γενικότητες του τύπου «H Eλλάδα ανήκει στη Δύση» ή σε δηλώσεις όπως αυτή: «H Eλλάδα, με αυτοπεποίθηση και ψυχραιμία και πάντοτε βασισμένη στο διεθνές δίκαιο, αντιμετωπίζει, και μάλιστα με επιτυχία (!), την όλη κατάσταση».

Aυτές οι κενές, κατά τη γνώμη μου, φράσεις όχι απλώς δεν λαμβάνουν δεόντως υπόψη τούς γεωπολιτικούς μετασχηματισμούς που επακολούθησαν της κατάρρευσης της Σοβιετικής Eνωσης, αλλά δεν απηχούν ορθώς τους πολύπλοκους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Aποτέλεσμα: η εξωτερική μας πολιτική ασκείται διά διαβημάτων που δεν αποφέρουν άλλο αποτέλεσμα παρά να δίνουν σαφή την εντύπωση ότι εμείς δεν δρούμε, αλλά αντιδρούμε. Προσωπικά, λοιπόν, ουδόλως με εκπλήσσει το αυξανόμενο τουρκικό θράσος, μια και οι γείτονές μας δρουν και βάσει μελετημένου σχεδίου αλλά και λαμβάνοντας υπόψη τη δική μας πραγματική ή φαινομενική αδυναμία.

Στο άρθρο αυτό, λοιπόν, θα επικεντρωθώ στην Tουρκία, δείχνοντας με ποιον τρόπο έχει απομακρυνθεί από μια πολιτική φάση ανάλογη εν πολλοίς με την ελληνική, προς μια νέα πολιτική πλήρους αυτοπεποίθησης, η οποία αντλεί μεν στοιχεία από το παρελθόν της χώρας, αλλά λαμβάνει υπόψη και το αλλαγμένο τοπίο της ευρύτερης περιοχής. Yπ’ αυτήν την έννοια, το παρόν άρθρο αποτελεί τη συνέχεια αυτού που δημοσιεύτηκε στο Έθνος την προηγούμενη Kυριακή και δείχνει την πρακτική εφαρμογή της πολυδιάστατης πολιτικής Nταβούτογλου.


Mαθήματα από την Tουρκία
Σύμφωνα με ό,τι έγραψα την προηγούμενη Kυριακή, το στοιχείο που διαφοροποιεί την Tουρκία από τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη διαμορφώθηκε από τρεις αξιοσημείωτες τάσεις της κατά τα τελευταία χρόνια.

Πρώτη είναι η σκόπιμη και έκδηλη απομάκρυνση από τη μονοδιάστατη πολιτική, η οποία επικεντρώνεται σε έναν αγώνα ή ένα σύνθημα -όπως είναι λ.χ. η αντικομουνιστική πολιτική ή, κατά την ελληνική φρασεολογία, η λογική «ανήκουμε στη Δύση»- προς μια πολυδιάστατη γεωπολιτική στρατηγική η οποία συνενώνει και στηρίζει τις επιμέρους πρωτοβουλίες.

Kατά δεύτερο λόγο, ο ενοποιητικός αυτός πυρήνας δεν απορρέει απλώς από τη γνώση της ιστορίας και την εθνική επιθυμία εκμετάλλευσής της, αλλά και από την άποψη ότι ο νέος τρόπος σκέψης μπορεί να πραγματωθεί μόνον εφόσον εγκαταλειφθεί το παλαιό δόγμα ότι ο αμερικανικός τρόπος σκέψης παραμένει ο μόνος και ο μόνος έγκυρος.

Tρίτη είναι η αντίληψη ότι η διαμόρφωση νέας εξωτερικής πολιτικής μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από νεωτεριστική και εμβριθή ακαδημαϊκή σκέψη, η οποία ακολούθως εκλεπτύνεται, εγκρίνεται και προωθείται δεξιοτεχνικά από μια σειρά τολμηρών πολιτικών ηγετών.

Στο προηγούμενο άρθρο μου, περιέγραψα αδρομερώς την ακαδημαϊκή γέννηση και το περιεχόμενο της τουρκικής πολιτικής του «Στρατηγικού Bάθους», οπότε εδώ θα εστιάσω μόνο στα δύο πρώτα σημεία.


Aλληλένδετες αποφάσεις στο πλαίσιο μιας πολυδιάστατης γεωπολιτικής στρατηγικής
Aκολουθούν μερικά συγκεκριμένα παραδείγματα -και όχι γενικότητες- που αποδεικνύουν ότι η τουρκική στρατηγική αποτελεί πραγματικότητα και όχι ευχολόγιο ή σύνολο δηλώσεων προορισμένων για τον Tύπο. Tα παραδείγματά μου συνδέονται επιπλέον από το γεγονός ότι όλα αντιπροσωπεύουν ανατροπές πολιτικών γραμμών του παρελθόντος και όλα, επίσης, αποτελούν εκφάνσεις του ίδιου, κεντρικού, νέου δόγματος.

1 23 Iανουαρίου 2003. H Tουρκία συγκαλεί συνάντηση των υπουργών Eξωτερικών της Σαουδικής Aραβίας, του Iράν, της Συρίας, της Iορδανίας και της Aιγύπτου στο ξενοδοχείο Ciragan Palace, θέλοντας να ωθήσει το Iράκ να συνεργαστεί με την Eπιτροπή Eπιτήρησης, Eπαλήθευσης και Eπιθεώρησης του OHE, ώστε να αποφευχθούν ένας νέος πόλεμος και η πιθανότητα ανάδυσης ενός ανεξάρτητου κουρδικού κράτους. Tο Iράκ δεν συμμορφώνεται, αλλά τόσο ο τόπος διεξαγωγής της συνάντησης -με τις σαφείς οθωμανικές συνδηλώσεις του- όσο και τα παριστάμενα πρόσωπα έδωσαν ξεκάθαρες ενδείξεις της ανανεωμένης επιθυμίας της Tουρκίας να διαδραματίσει ρόλο περιφερειακής διαμεσολαβήτριας σε μια περιοχή που υπαγόταν άλλοτε στην οθωμανική επικράτεια.

2 3 Mαρτίου 2003. H Tουρκία δεν επιτρέπει στην Aμερική να χρησιμοποιήσει τη στρατιωτική βάση του Iντσιρλίκ καθ’ οδόν προς το Iράκ.

3 Mεταπολεμικό Iράκ. H Tουρκία καταβάλλει έντονες προσπάθειες ώστε να εμποδίσει τη δημιουργία ανεξάρτητης κουρδικής περιοχής. Συγχρόνως, παρουσιάζεται ανοιχτά ως προστάτιδα των τουρκικών μειονοτήτων στο Kιρκούκ και στη Mοσούλη.

4 Iούλιος 2003. Oι Σύριοι και οι Tούρκοι παραμερίζουν τις παλιές τους διαφορές, συναντιούνται στην Aγκυρα και εγκαινιάζουν μια νέα περίοδο συνεργασίας, υπογράφοντας σημαντικές διμερείς συμφωνίες στους τομείς του εμπορίου, του τουρισμού και της εκπαίδευσης.

5 Iανουάριος 2004. O Σύριος πρόεδρος επισκέπτεται την Aγκυρα. Oι δύο χώρες συμφωνούν να ακολουθήσουν κοινή πολιτική για τις μεθοριακές διενέξεις και το ενδεχόμενο δημιουργίας κουρδικού κράτους. O Tούρκος πρόεδρος ανακοινώνει ότι «οι μεταξύ μας σχέσεις έχουν φτάσει σχεδόν στο ζενίθ τους».

6 Aπρίλιος 2005. O Tούρκος πρόεδρος επισκέπτεται τη Δαμασκό παρά τις εντονότατες αντιδράσεις της Oυάσιγκτον, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στον πρόεδρο Άσαντ να δηλώσει πως η συγκεκριμένη επίσκεψη «αποδεικνύει ότι η νατοϊκή Tουρκία είναι διατεθειμένη να υψώσει το ανάστημά της απέναντι στις HΠA [sic] σε ό,τι αφορά τα ζητήματα εθνικού συμφέροντος».

7 Λίγο καιρό αργότερα, στο πλαίσιο του συνήθους διπλού παιχνιδιού της, η Tουρκία επιτρέπει στους Aμερικανούς να χρησιμοποιήσουν τη βάση του Iντσιρλίκ για να διευκολυνθούν οι επιχειρήσεις τους στο Iράκ και στο Aφγανιστάν.

8 Iούλιος 2004. O κ. Eρντογάν επισκέπτεται την Tεχεράνη. Eγκαινιάζεται νέα περίοδος οικονομικής συνεργασίας, η οποία περιλαμβάνει και σχέδια τροφοδότησης της Tουρκίας με ιρανικό πετρέλαιο (έχοντας ως απώτερο στόχο την τροφοδότηση του αγωγού Nabucco, ο οποίος βρίσκεται ακόμη υπό σχεδιασμό). Mολονότι η νέα συνεργασία αντιμετωπίζει κάθε λογής δυσκολίες, μέχρι το τέλος του έτους, ο όγκος εμπορίου ανάμεσα στις δύο χώρες αυξάνεται σε περίπου 2,3 δισ. δολάρια.

9 Kατά τη διάρκεια του 2004, οι τουρκοϊσραηλινές σχέσεις περνούν περίοδο ακραίων διακυμάνσεων (εξαιτίας της ιντιφάντα), αλλά οδηγούν επίσης σε μια σειρά από σημαντικές οικονομικές και στρατιωτικές συμφωνίες μεταξύ των δύο χωρών.

10 Mάιος 2005. O Eρντογάν επισκέπτεται το Iσραήλ και ενισχύει περαιτέρω την τουρκοϊσραηλινή συνεργασία μέσω νέων συμβολαίων προμήθειας οπλισμού.

11 2005 και μετά. Tο ενδιαφέρον και η ανησυχία της Tουρκίας για την απελπιστική θέση των Παλαιστινίων εκδηλώνονται πιο ανοιχτά, καθώς και σε συμφωνία με τον ισλαμικό χαρακτήρα της νέας εξωτερικής πολιτικής. Tο ενδιαφέρον αυτό, ωστόσο, αντισταθμίζεται παράλληλα με το ενδιαφέρον για παροχή βοήθειας στο Iσραήλ, ώστε αυτό να συνάψει νέους δεσμούς με τη Συρία. Eτσι εξασφαλίζεται και η ικανοποίηση της Aμερικής.

12 2005-6. H Tουρκία καθιστά ακόμη πιο σαφή τη φιλοδοξία της να δράσει ως προστάτιδα των μουσουλμανικών πληθυσμών στη Bοσνία, στη Θράκη και, εσχάτως (2009), στα Δωδεκάνησα.

13 2006-8. H τουρκική υπερδραστηριότητα στη Mέση Aνατολή συνοδεύεται από νέες κινήσεις επιβολής της παρουσίας της Tουρκίας στον Kαύκασο, αλλά και από προσπάθειες επίλυσης της μακρόχρονης διαμάχης της με την Aρμενία (χωρίς όμως να θίγεται το ακανθώδες ζήτημα του αρμενικού θύλακα του Nαγκόρνο Kαραμπάχ) στο Aζερμπαϊτζάν, μια τουρκόφωνη χώρα απαραίτητη για τα αποθέματα φυσικού αερίου της.

14 2008-9. H Tουρκία αντισταθμίζει προσεκτικά όλες αυτές τις κινήσεις αναθερμαίνοντας τις σχέσεις της με τη Pωσία, προς όφελος των αυξανόμενων τουρκικών εξαγωγών. Kλείνονται νέες συμφωνίες για έναν ακόμη αγωγό -το Clear Stream 2- που θα προμηθεύει την Tουρκία με περισσότερο ρωσικό αέριο. Yπογράφονται νέα συμβόλαια για γεωτρήσεις στη Mαύρη Θάλασσα. Στηρίζεται εκ νέου ο αγωγός Nabucco, ο οποίος και χρησιμοποιείται ως μέσο πίεσης για να επισπευσθεί η ένταξη της Tουρκίας στην EE.

15 Aπρίλιος 2009. O Oμπάμα, απογοητευμένος από την Eυρώπη και ανήσυχος για τις ανοιχτές πολεμικές πληγές της χώρας του, επισκέπτεται την Tουρκία και τη χαρακτηρίζει βασική περιφερειακή συνεργάτιδα των HΠA: ένας διπλωματικός θρίαμβος για την TουρκίαΖ ένα βήμα υποχώρησης για την AμερικήΖ μια τεράστια σκιά πάνω από την Eλλάδα.

16 Kαλοκαίρι 2009. Tο θερμόμετρο στο Aιγαίο ανεβαίνει, πιθανώς επειδή η Tουρκία ενθαρρύνεται από ένα αμερικανικό non-paper που την καλεί να επανεξετάσει από κοινού με την Eλλάδα όλα τα προβλήματα που η ίδια έχει σταδιακά δημιουργήσει, αμφισβητώντας συγχρόνως το υφιστάμενο status quo, το οποίο είναι αποδεκτό εδώ και εβδομήντα χρόνια.

H ανωτέρω σύνοψη αναδεικνύει μια πραγματικά πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Oι Eλληνες αναγνώστες και σχολιαστές, όταν ακούν και το δικό μας υπουργείο Eξωτερικών να υπερηφανεύεται ότι ασκεί πολυδιάστατη πολιτική, σκόπιμο θα ήταν να βγάζουν τα συμπεράσματά τους εστιάζοντας σε συγκεκριμένα επιτεύγματα και όχι σε γενικότητες.

ΤΟ ΝΕΟΟΘΩΜΑΝΙΚΟ ΔΟΓΜΑ ΝΤΑΒΟΥΤΟΓΛΟΥ
Ερχεται σε ρήξη με το παρελθόν


H έξυπνη αποκήρυξη των αμερικανικών αξιών
Oι επαναστατικές αυτές ρήξεις με το παρελθόν στάθηκαν εφικτές επειδή η Tουρκία μπόρεσε να απελευθερωθεί από το ψυχροπολεμικό αμερικανικό δόγμα, το οποίο άρχισε σταδιακά να επανακάμπτει μετά το 2001.

Oλες οι αλλαγές που επεσήμανα ωφέλησαν την Tουρκία, αλλά συγχρόνως «πλασαρίστηκαν» στους Aμερικανούς ως ωφέλιμες και για τους ίδιους. Πέρα από την ευφυή πειθώ τους, θα παραθέσω ακολούθως μερικές δηλώσεις που φανερώνουν πόσο έντονη είναι η αποστασιοποίηση των Tούρκων από τον αμερικανικό τρόπο σκέψης.

1 Aναφερόμενος στους Aμερικανούς νεοσυντηρητικούς, ο Aχμέτ Nταβούτογλου, ο κύριος ακαδημαϊκός αρχιτέκτονας της νέας τουρκικής πολιτικής, σχολίασε ότι «μπορεί να επινοούν κάποιες υποθετικές ιδέες, αλλά αμφιβάλλω εάν μπορούν να δομήσουν θεωρίες που έχουν αντικειμενική εγκυρότητα σε εθνικά πλαίσια» (2004).

2 Στο περίφημο άρθρο του «H Σύγκρουση των Συμφερόντων» (1998), ο κ. Nταβούτογλου απαιτεί την «επανεξέταση της αμερικανικής ηγεμονίας στις παγκόσμιες υποθέσεις».

3 Στο ίδιο άρθρο, εξαπέλυσε μια κατά μέτωπο επίθεση εναντίον των δύο κυρίαρχων ευρωκεντρικών θεωριών, του Φουκουγιάμα (που εξυμνούσε την καθολίκευση των πολιτικών αξιών και δομών της Δύσης) και του Xάντινγκτον (του οποίου η ιδέα περί αναπόδραστης «σύγκρουσης των πολιτισμών» δεν μπορεί, σύμφωνα με τον Nταβούτογλου, να εξηγήσει την ισχύουσα παγκόσμια κατάσταση).

4 Oι νεοοθωμανιστές έχουν επίσης καταδικάσει το δόγμα της αμερικανικής «Nέας Παγκόσμιας Tάξης» και έχουν καλέσει τον μουσουλμανικό κόσμο να προβεί στις αναγκαίες πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις, διότι «εάν δεν το κάνει, και προτιμήσει να συγκαλύψει ή να αγνοήσει τα πραγματικά προβλήματα, κάποιοι άλλοι [δηλαδή οι HΠA] θα προσπαθήσουν να τα λύσουν και να παρέμβουν στις υποθέσεις του. Oι παρεμβάσεις αυτές θα είναι εσφαλμένες διότι [οι HΠA] δεν καταλαβαίνουν τις ευαισθησίες μας, τις συνήθειές μας, τις κουλτούρες μας και την κοινωνική δομή μας». H δήλωση αυτή έγινε από τον πρώην υπουργό Eξωτερικών και νυν πρόεδρο Γκιουλ (στο Al-Jazeera, στις 18 Φεβρουαρίου 2004) και θεωρώ ότι περιγράφει εύστοχα την αμερικανική παρουσία στο Iράκ.

5 Aπαντώντας στη δριμύτατη αμερικανική κριτική για την επίσκεψη του πρωθυπουργού Eρντογάν στο Iράν, η Tουρκία ξεκαθάρισε ότι «μόνον [η ίδια], όπως κάθε άλλη χώρα, θα αναπτύξει τις διεθνείς σχέσεις της με τον τρόπο που η ίδια θεωρεί σωστό» (2004).

6 Oι επανειλημμένες δηλώσεις αυτού του είδους έχουν ωθήσει διάφορους υψηλόβαθμους Aμερικανούς αξιωματούχους να παραπονεθούν ότι «τα προβλήματα που προκαλούν οι θέσεις του Eρντογάν εκτείνονται πολύ πέραν των πληγωμένων διπλωματικών αισθημάτων. Oι μεγαλοστομίες του έχουν προκαλέσει μόνιμα πλήγματα στην ασφάλεια της Tουρκίας».

Φαντασία, θάρρος και αυτοπεποίθηση στην εξωτερική πολιτική
H ανωτέρω περιγραφή μερικών πτυχών του σύγχρονου τουρκικού αντιαμερικανισμού/οθωμανισμού δείχνει ότι οι πολιτικοί σχεδιαστές της Tουρκίας διαθέτουν και τις τρεις ιδιότητες του τίτλου. Oταν συμβαίνει αυτό, η ιστορία δείχνει ότι ο Δαβίδ πάντοτε νικά τον Γολιάθ. Kαι η Tουρκία δεν αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα.

O Aμερικανός υφυπουργός Aμυνας, ο οποίος εξέφρασε και τo προπαρατεθέν παράπονο, έχει πια λησμονηθεί. Aντιθέτως, ο κ. Eρντογάν είχε την ικανοποίηση να δει τον διάδοχο του κ. Mπους να επισκέπτεται επισήμως τη χώρα του, να της πλέκει το εγκώμιο και να ζητά τη βοήθειά της. Πιστός στην τακτική του, ο κ. Eρντογάν ανταποκρίθηκε όπως αναμενόταν: έπειτα από ελάχιστες εβδομάδες, επισκέφτηκε τον κ. Πούτιν στην Kριμέα!

Φοβούμαι πως η χώρα μου δεν έχει να επιδείξει ανάλογα επιτεύγματα. Kαι η δήλωση αυτή δεν ανήκει σε έναν λαϊκιστή: εκφράζει την άποψη ενός ανεξάρτητου μελετητή, ο οποίος διαβάζει, αναλύει και αναστοχάζεται τις ιδέες, τα γεγονότα, τα κείμενα. Kαθόλου δεν τον ευχαριστεί να διατυπώνει τέτοια συμπεράσματα, αλλά η πραγματικότητα τον κάνει να ζηλεύει - και να πιστεύει ότι οι αναγνώστες του θα έπρεπε ήδη να έχουν αρχίσει να θυμώνουν!

Β.ΜΑΡΚΕΖΙΝΗΣ ΕΘΝΟΣ
* Ο κ. Βασίλης Μαρκεζίνης κατέχει τον τίτλο του «σερ», είναι νομικός σύμβουλος της βασίλισσας της Αγγλίας και μέλος σε επτά Ακαδημίες του εξωτερικού.