Το πλαίσιο των μέτρων που παρουσίασε ως σχέδιο «αναδιανομής του πλούτου» ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κατά την παρουσία του στη ΔΕΘ, αποτυπώνει την εναγώνια προσπάθειά του να διαφοροποιηθεί από την κυβερνητική πολιτική, ώστε να παραπλανήσει τα λαϊκά στρώματα, με στόχο την ανακατάληψη της εξουσίας. Ο Γ. Παπανδρέου βγήκε να υποστηρίξει ότι θα «φορολογήσει τον πλούτο» στα «κέρδη των επιχειρήσεων που δεν επενδύονται», στη «μεγάλη ακίνητη περιουσία», ώστε με τα χρήματα αυτά δήθεν να ασκήσει «κοινωνική πολιτική».
Η αποπροσανατολιστική φιλολογία που ανέπτυξε ο Γ. Παπανδρέου γύρω από τη φορολόγηση των επιχειρηματικών κερδών ήρθε ακριβώς για να συγκαλύψει τη συνολική πολιτική πρόταση του ΠΑΣΟΚ, που κινείται στη στήριξη της «ανταγωνιστικότητας» των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Πριν ο Γ. Παπανδρέου στείλει ...αυστηρό μήνυμα στους επιχειρηματίες, είχε φροντίσει να δεσμευτεί για την ενίσχυση των προνομίων τους. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κλείνοντας το μάτι στην ντόπια και ξένη πλουτοκρατία πρότεινε την προώθηση νέων μορφών ελαστικής απασχόλησης, πρόσφερε φτηνά εργατικά χέρια στους επιχειρηματίες, δεσμευόμενος ότι το κράτος θα πληρώνει τις ασφαλιστικές εισφορές τους, τάχτηκε υπέρ των ανατροπών στην Κοινωνική Ασφάλιση, ξεκαθάρισε ότι δε θα αυξήσει τους φορολογικούς συντελεστές από το 25% που σήμερα τους έχει κατεβάσει η ΝΔ. Ο Γ. Παπανδρέου, γνωρίζοντας ότι τα κέρδη των κεφαλαιοκρατών προέρχονται από την επένδυση των κεφαλαίων τους και την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, σαν γνήσιος πολιτικός εκπρόσωπός τους, διασφάλισε ακριβώς εκείνες τις συνθήκες που θα εξασφαλίζουν το πεδίο της δράσης τους.
Οι υποκριτικές αναφορές του ΠΑΣΟΚ, λοιπόν, για φορολόγηση των «αδιανέμητων κερδών» των επιχειρήσεων αποτελούν μια τεράστια απάτη. Η «δίκαιη αναδιανομή του πλούτου» που ευαγγελίζεται ο Γ. Παπανδρέου δεν μπορεί να υπάρξει μέσα στα πλαίσια του εκμεταλλευτικού συστήματος και του ευρωμονόδρομου. Το ΠΑΣΟΚ δεν αμφισβητεί τη «νόμιμη» κλοπή που γίνεται σε βάρος των εργαζομένων από το μεγάλο κεφάλαιο. Ρίχνοντας όμως στάχτη στα μάτια του ελληνικού λαού επιδιώκει να παρουσιαστεί σαν καλύτερος διαχειριστής της.
Μοιράζοντας υποσχέσεις για «πάταξη» της «φοροδιαφυγής», για εξασφάλιση καλύτερων όρων ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας, αφού, όπως είπε ο Γ. Παπανδρέου, η ΝΔ «πουλάει φτηνά», για φορολόγηση της «εκκλησιαστικής περιουσίας που αξιοποιείται οικονομικά», όταν γνωρίζει εκ των προτέρων ότι αυτή δρα μέσω εκκλησιαστικών Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων που παίρνουν παχυλές επιδοτήσεις για τις «εκκλησιαστικές φιλανθρωπίες», προσπαθεί ακριβώς να εξωραΐσει την εφαρμοζόμενη αντιλαϊκή πολιτική. Το ΠΑΣΟΚ, μοιράζοντας επιδόματα διαχείρισης της φτώχειας για τα πιο εξαθλιωμένα τμήματα του πληθυσμού και αναπτύσσοντας μια υποκριτική ρητορεία περί «φορολόγησης του πλούτου», επιδιώκει να καθυποτάξει τα λαϊκά στρώματα, ώστε να αποδεχτούν τη συνέχιση της εκμετάλλευσής τους.
Δεν είναι τυχαίο ότι, στον απόηχο των «εξαγγελιών» του Γ. Παπανδρέου, πρόβαλε μια συζήτηση - αντιπαράθεση μεταξύ κυβερνητικών στελεχών και στελεχών του ΠΑΣΟΚ, σχετικά με το «από πού θα βρεθούν τα χρήματα», ώστε να εγκλωβιστεί ο λαός στην κούφια δικομματική αντιπαράθεση. Μια κοκορομαχία που βολεύει και το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, καθώς δεν αγγίζει την ουσία της ασκούμενης από τις κυβερνήσεις τόσο της ΝΔ όσο και του ΠΑΣΟΚ σκληρής ταξικής πολιτικής. Ο λαός δεν πρέπει να εξαπατηθεί, αλλά να αντιτάξει τον οργανωμένο αγώνα του, διεκδικώντας μια πραγματική αναδιανομή του πλούτου που θα καλύπτει τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες.