Ασύστολα ψεύδη και αδιανόητη στρεψοδικία επιστράτευσαν πρωτοκλασάτα στελέχη της ΝΔ προσβάλλοντας τους νεκρούς και τους συγγενείς τους που ακόμη ψάχνουν την αλήθεια
Αναίσχυντες προσβολές και τερατώδη ψεύδη επιστράτευσαν «γαλάζιοι» βουλευτές και πρωτοκλασάτοι υπουργοί κατά την τριήμερη συζήτηση της πρότασης δυσπιστίας στη Βουλή προκειμένου να αποφύγουν τη βάσανο των απαντήσεων στα αμείλικτα ερωτήματα πρωτίστως των συγγενών θυμάτων και δευτερευόντως της κοινής γνώμης για το έγκλημα των Τεμπών. Το… παλμαρέ της προκλητικής στρεψοδικίας περιλαμβάνει όλο το φάσμα της συγκάλυψης με πρωταγωνιστές τους Κώστα Καραμανλή, Χρήστο Τριαντόπουλο, Γιώργο Φλωρίδη, Ακη Σκέρτσο, Στέλιο Πέτσα και βεβαίως βεβαίως τον αντ’ αυτού του πρωθυπουργού Μάκη Βορίδη. Ας ξετυλίξουμε το κουβάρι της επιτελικής αθλιότητας.
«Δεν θα κρυφτώ πίσω από καμία βουλευτική ασυλία»
Χωρίς ίχνος μεταμέλειας και πρόθεση ειλικρινούς απολογίας, ο Κ. Καραμανλής ανέβηκε στο βήμα της Βουλής για να προβεί σε έναν ακόμη συλλογικό εμπαιγμό. «Ημουνα εγώ ο ίδιος που από τον Οκτώβριο είχα ζητήσει από όσους με κατηγορούν να καταθέσουν πρόταση σύστασης προανακριτικής επιτροπής για τα Τέμπη…» είπε, προσθέτοντας πως η αντιπολίτευση θα έπρεπε να συντάξει συγκεκριμένο κατηγορητήριο το οποίο θα συζητείτο στη Βουλή και «όχι στα λαϊκά δικαστήρια».
«Δεν κρύφτηκα, δεν κρύβομαι και δεν θα κρυφτώ πίσω από καμία βουλευτική ασυλία» είπε ψευδώς, τη στιγμή που τον περασμένο Νοέμβριο –δηλαδή ένα μήνα μετά το ορόσημο που έθεσε ο ίδιος– αρνήθηκε να συναινέσει στη συγκρότηση προανακριτικής επιτροπής με βάση την έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας για τη σύμβαση 717, που εντόπισε εναντίον του ισχυρές ενδείξεις τέλεσης κακουργηματικής απιστίας. Κι αν το αντεπιχείρημα της πλειοψηφίας είναι ότι το πόρισμα της Ευρωπαίας Εισαγγελέα για τη σύμβαση 717 δεν έχει αιτιώδη συνάφεια με το έγκλημα, τότε ο συσχετισμός του με τη δικογραφία του εφέτη ανακριτή αποτελεί από μόνος του τεκμήριο διάψευσης. Ο πρωθυπουργός δε κατά την τοποθέτησή του δεν αρνήθηκε πως αν είχε ολοκληρωθεί η σύμβαση 717, είναι πολύ πιθανό να είχε αποφευχθεί το δυστύχημα.
Επιπλέον, ο Κ. Καραμανλής επέμεινε στο αφήγημα περί ανθρώπινου λάθους, φορτώνοντας όλες τις ευθύνες στον σταθμάρχη και στους νεκρούς μηχανοδηγούς λόγω των «επτά παραβιάσεων του γενικού κανονισμού κίνησης του ΟΣΕ», παραβλέποντας ότι και τα τρία μέλη της επιτροπής Γεραπετρίτη υποστήριξαν ενώπιον της εξεταστικής επιτροπής πως αν υπήρχε το σύστημα ETCS, η τραγωδία θα είχε αποσοβηθεί. Παράλληλα, απέφυγε να απαντήσει σε κάθε ερώτημα που του είχε θέσει προκαταβολικά ο Σωκράτης Φάμελλος σε σχέση με τις έγγραφες προειδοποιήσεις του σωματείου των μηχανοδηγών αλλά και πρώην στελεχών του ΟΣΕ και της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, όπως ο Κώστας Γενιδούνιας, ο Κώστας Σπηλιόπουλος και ο Φίλιππος Τσαλίδης αντίστοιχα.
«Αλλο η κρατική αρωγή, άλλο η πολιτική προστασία»
Νέα γραμμή άμυνας διατύπωσε μέσα σε λίγες μέρες για την αλλοίωση του τόπου της τραγωδίας ο «συντονιστής του μπαζώματος» Χρ. Τριαντόπουλος, παρουσιάζοντας εαυτόν ως αρμόδιο για την κρατική αρωγή και όχι για την πολιτική προστασία. Αφού κατηγόρησε την αντιπολίτευση για «πολιτική εκμετάλλευση μιας τραγωδίας, η οποία γίνεται χωρίς ίχνος μέτρου και ορίων, με στόχο τον κλονισμό της ομαλής πορείας που ακολουθεί η πατρίδα μας», ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας υποστήριξε: «Βρέθηκα στη Λάρισα λίγες μέρες μετά το τραγικό δυστύχημα ως υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ με αρμοδιότητα την κρατική αρωγή. Βρέθηκα για τον συντονισμό της κρατικής βοήθειας και της στήριξης στις οικογένειες των θυμάτων, βρέθηκα ως μέλος κυβερνητικού κλιμακίου με άλλους αρμόδιους γενικούς γραμματείς και σε συνεργασία με άλλους υπουργούς και υφυπουργούς και επισκεπτόμουν τη Λάρισα τις επόμενες λίγες ημέρες για τον συντονισμό της κρατικής βοήθειας. Ασχοληθήκαμε με διάφορα διαχειριστικά ζητήματα εκείνων των τραγικών ημερών, όπως μεταξύ άλλων η φιλοξενία των οικογενειών, η συνεργασία αυτών με δομές και υπηρεσίες, η υποστήριξη από ειδικούς, η παρακολούθηση της εξέλιξης των διασταυρώσεων και των αναγνωρίσεων, η συνεργασία στις δύσκολες διαδικασίες που ακολούθησαν τις αναγνωρίσεις των θυμάτων».
«Αλλο η κρατική αρωγή, άλλο η πολιτική προστασία» ήταν η βολική διευκρίνιση, στην οποία συμπλήρωσε ότι «η πολιτική μου παρουσία είχε στόχο να συντονίσω την κρατική βοήθεια και επίσης να ενημερώνω όποτε χρειάστηκε για την εξέλιξη της συλλογικής προσπάθειας, όπως έγινε με συνεντεύξεις εκείνες τις ημέρες». Μάλιστα, περιγράφοντας τον τρόπο λήψης των αποφάσεων για το τσιμέντωμα ο Χρ. Τριαντόπουλος υπογράμμισε πως «δεν υπήρχαν εντολές, υπήρχαν πρωτόκολλα και προβλεπόμενες διαδικασίες», ενώ ξεκαθάρισε ότι δεν συμμετείχε στις συνεδριάσεις του Συντονιστικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας.
Το νέο αφήγημα του υφυπουργού κρίνεται διάτρητο για τρεις λόγους. Πρώτον, στην προηγούμενη απάντηση που είχε δώσει στις αρχές του μήνα δεν είχε επικαλεστεί καθήκοντα κρατικής αρωγής, φροντίζοντας να ενοχοποιήσει την πυροσβεστική για το τσιμέντωμα. Τότε ο συντονιστής Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας Ευάγγελος Φαλάρας μιλώντας στο Dοcumento αποκατέστησε την αλήθεια καθώς αποσαφήνισε πως ουδεμία σχέση έχει η πυροσβεστική με το μπάζωμα. Δεύτερον, ο Θάνος Πλεύρης καταθέτοντας στην εξεταστική ανέφερε ότι «ο κ. Τριαντόπουλος ήταν επικεφαλής του κυβερνητικού κλιµακίου». Και, τρίτον, εκτός από την καταγγελία της Μαρίας Καρυστιανού εναντίον του, ο ίδιος με δηλώσεις του στα κανάλια Σκάι και TRT λίγες μέρες μετά το έγκλημα παρέθετε λεπτομέρειες για τις παρεμβάσεις στον χώρο της σιδηροδρομικής σύγκρουσης.
Οι «συνωμοσιολόγοι του μπαζώματος»
Οι Γ. Φλωρίδης και Α. Σκέρτσος έδωσαν ρεσιτάλ αναλγησίας και αμοραλισμού, βάλλοντας επί της ουσίας κατά των συγγενών θυμάτων που επιμένουν να μιλούν –με βάση τις πραγματογνωμοσύνες των τεχνικών συμβούλων– για αλλοίωση του τόπου της τραγωδίας. Τον χορό άνοιξε ο υπουργός Δικαιοσύνης, ο οποίος συμπέρανε πως είναι «για τα μπάζα όσοι από τους πολιτικούς χρησιμοποιούν αυτό το θολό πράγμα για τα μπάζωμα». Η πολιτική απώλεια γνωστικού ελέγχου του πρώην υπουργού της κυβέρνησης Σημίτη τον οδήγησε να αναπαραγάγει την κατηγορία περί «αριστερόστροφου φασισμού» κατά των προοδευτικών κομμάτων που μιλούν για συγκάλυψη, επικαλούμενος τη φράση που είχε διατυπώσει ο Μίκης Θεοδωράκης στο συλλαλητήριο του Συντάγματος για τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Παράλληλα, «φωτογράφισε» τον δημοσιογραφικό οργανισμό Μαρινάκη ως υπαίτιο της κατάθεσης πρότασης δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης. «Και πότε κατατίθεται η πρόταση; Οταν έρχεται ένα νεύμα από κάπου, ένα δημοσίευμα, το οποίο έχει έναν τίτλο παραπλανητικό και ψεύτικο, ο οποίος τίτλος δεν υποστηρίζεται από το ρεπορτάζ, καθώς το ρεπορτάζ λέει ότι δεν ισχύουν αυτά που γράφονται στον τίτλο. Ούτε για ξεκάρφωμα δεν περιμένατε να περάσει έστω μία ημέρα, για να μη φανεί ότι είστε τόσο στοιχισμένοι» διαπίστωσε.
Παίρνοντας τη σκυτάλη, ο Α. Σκέρτσος ουσιαστικά περιέγραψε ως ψεκασμένους όσους μιλούν για μπάζωμα. «Το δήθεν μπάζωμα του χώρου του δυστυχήματος με πολιτικές εντολές για απόκρυψη ενοχοποιητικών στοιχείων» σημείωσε αρχικά και δεν δίστασε να προσθέσει πως «η αλήθεια είναι ότι πρόκειται περί θεωρίας συνωμοσίας που επιμένει να αγνοεί τον ανθρώπινο παράγοντα, το ομολογημένο λάθος που έχει ήδη οδηγήσει σε προφυλακίσεις από τη Δικαιοσύνη, αλλά και το ότι στο σημείο του δυστυχήματος εφαρμόστηκε από την αστυνομία και από την πυροσβεστική και την πολιτική προστασία το ειδικό πρωτόκολλο για τα μαζικά ατυχήματα που προβλέπει ειδικές κατασκευές και αντιστηρίγματα, προκειμένου να μπορεί να γίνει το έργο της έρευνας και διάσωσης». Επιπρόσθετα, αποκάλεσε αστοχία τη σιδηροδρομική τραγωδία, εξισώνοντάς τη με τις υποκλοπές και τη διαρροή προσωπικών δεδομένων αποδήμων, βάλλοντας ταυτόχρονα κατά της Ευρωπαίας Εισαγγελέα που κατήγγειλε την κυβερνητική συγκάλυψη για το έγκλημα των Τεμπών.
Τσεκουράτος «παραλογισμός»
Εκείνος που έδωσε γραμμή στη «γαλάζια» κοινοβουλευτική ομάδα ήταν το… αγαπημένο παιδί του δημοσιογραφικού ομίλου Μαρινάκη Μ. Βορίδης. Ο υπουργός Επικρατείας κατηγόρησε τη μειοψηφία πως επιστρατεύει «ψέματα, χαλκεύσεις, συκοφαντίες, άσχετες συνδέσεις, υποψίες, υπαινιγμούς» αποσκοπώντας στην «πολιτική εκμετάλλευση του ανθρώπινου πόνου». Συν τοις άλλοις, αποκάλεσε «παραλογισμό» τη σπουδή της αντιπολίτευσης να ζητά απαντήσεις από τον πρωθυπουργό για το σκάνδαλο της μονταζιέρας, επειδή «όλοι συμφωνούν στην ύπαρξη του ανθρώπινου λάθους».
«Αρα, λοιπόν, ο παραλογισμός όλων αυτών των σωρευτικών επιχειρημάτων γιατί; Γιατί πάνω σε αυτό ξεκινάει: “Να μας πει ο πρωθυπουργός τι εντολή έδωσε για το συγκεκριμένο θέμα”. Από πού προκύπτει η εμπλοκή του πρωθυπουργού ή οποιουδήποτε άλλου; Από το πουθενά» ήταν τα λόγια του.
Οι κότες και οι… τσόντες
Δεν θα μπορούσε να παραγνωριστεί η συνεισφορά του Ιάσονα Φωτήλα σε αυτή την κοινοβουλευτική παράσταση που έστησε η πλειοψηφία, καθώς ο βουλευτής της ΝΔ, μπερδεύοντας την ολομέλεια με… καφενείο, αποκάλεσε (εκτός μικροφώνου) κότες τα μέλη της κοινοβουλευτικής ομάδας της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Στον καμβά της πολιτικής κατρακύλας ενδείκνυται να προστεθεί ο Στέλιος Πέτσας, ο οποίος χαρακτήρισε «τσόντα του ΠΑΣΟΚ» τον ΣΥΡΙΖΑ, τη Νέα Αριστερά και την Πλεύση Ελευθερίας επειδή συνυπέγραψαν την πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε το τρίτο κόμμα.
ΠΗΓΗ https://www.documentonews.gr/