Η υπόθεση του εγκλήματος στα Τέμπη και η προσπάθεια συγκάλυψής του είναι τρανό παράδειγμα τού πώς λειτουργεί ένα απονομιμοποιημένο κράτος που φροντίζει να ξεπλένει εγκληματίες και να θυσιάζει ανθρώπινες ζωές, δρώντας με στοιχεία αυταρχισμού που προκρίνουν την ατιμωρησία.
Το Documento αποκαλύπτει σήμερα πώς η συγκάλυψη ξεκίνησε όταν ακόμη τα «σώματα» των 56 νεκρών ήταν ζεστά. Αρχής γενομένης από τη διαδικασία αλλά και μετέπειτα τη σύνταξη των ιατροδικαστικών εκθέσεων, καθώς δόκιμοι και όχι έμπειροι ιατροδικαστές έβγαλαν πορίσματα, ενώ δεν είχαν προβεί στις απαραίτητες εξετάσεις που προβλέπονται. Εν ολίγοις δεν ακολούθησαν κανένα πρωτόκολλο γιατί έκριναν ότι δεν χρειάζεται αυτό να γίνει για τους επιβάτες.
Το αποτέλεσμα είναι να μην έχουμε τη δυνατότητα να μάθουμε τις πραγματικές συνθήκες που οδήγησαν στον θάνατο δεκάδες ανθρώπους, πολλοί από τους οποίους έχασαν τη ζωή τους από τη φωτιά που ξέσπασε αμέσως μετά τη σύγκρουση και ενώ στο σημείο βρέθηκαν χημικές ουσίες άγνωστης προέλευσης. Από την τυχόν εύρεση όμως συγκεκριμένων στοιχείων που θα προέρχονταν από τοξικολογικές και ιστολογικές εξετάσεις, όπως ορίζουν τα πρωτόκολλα, θα παρέχονταν σημαντικές πληροφορίες για το τι συνέβη στον τόπο του δυστυχήματος και όχι μόνο τους λόγους από τους οποίους επήλθε ο θάνατος.
Ολα τα στοιχεία που έχει αναδείξει η δημοσιογραφική έρευνα τους τελευταίους μήνες συνηγορούν στο γεγονός ότι από την πρώτη στιγμή της σύγκρουσης η κυβέρνηση Μητσοτάκη γνώριζε και προσπάθησε μετά κόπων και βασάνων –αφού παραβίασε κάθε πρωτόκολλο– να μη μάθουμε κι εμείς. Να μη μάθουμε τους πραγματικούς υπεύθυνους για την απουσία συστήματος ασφαλείας που οδήγησε δύο τρένα να κινούνται επί 20 λεπτά στην ίδια γραμμή, αλλά και τι τελικά μετέφερε η εμπορική αμαξοστοιχία που συγκρούστηκε με την επιβατική.
Τι ήταν αυτό που οδήγησε στην ύπαρξη τολουόλιου, ξυλόλιου κ.ά. (χρησιμοποιούνται στη νοθεία καυσίμων) αλλά και στην έκρηξη και τη φωτιά που έγιναν αιτία να πεθάνουν άνθρωποι, οι οποίοι πιθανόν σήμερα να ζούσαν;
Οι επικίνδυνες ουσίες που προκάλεσαν εγκαύματα ακόμη και σε πυροσβέστες έγιναν αντιληπτές από τις πρώτες ώρες και μάλιστα ούτε και οι ίδιοι οι γιατροί μπόρεσαν να εξηγήσουν πώς προκλήθηκαν. Ο Ευάγγελος Φαλάρας, συντονιστής Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας, μιλώντας στο documentonews.gr για τα ύποπτα εγκαύματα που υπέστησαν πυροσβέστες οι οποίοι επιχείρησαν στα Τέμπη δήλωσε: «Συνειδητοποίησα ότι αυτό που κι εγώ νόμιζα ότι ήταν κάτι που προκλήθηκε από την τριβή, ήταν κάτι που δεν μπορώ να προσδιορίσω και θα ήθελα να το γνωρίζω για να προφυλάξω τους συναδέλφους» και συνέχισε λέγοντας: «Αν ήταν υγρά μπαταρίας, θα καιγόταν και το ύφασμα. Δεν ξέρω τι είναι αυτό που δεν επηρεάζει το ύφασμα και επηρεάζει το δέρμα. Αυτό χρειάζεται ειδική γνώση για να σας απαντήσω. Ούτε οι γιατροί που τους ρωτήσαμε δεν μπορούσαν να απαντήσουν».
Καμιά εξέταση
Μετά το έγκλημα και όσο η κοινωνία ήταν στραμμένη στην ίδια την τραγικότητα του συμβάντος αλλά και στο γεγονός ότι δεν υπήρχαν τα ενδεδειγμένα συστήματα ασφαλείας, κάποιοι άλλοι μεθόδευαν τη συγκάλυψη. Φροντίζοντας να εξαφανίσουν κάθε στοιχείο που θα μπορούσε να μας οδηγήσει στο τι τελικά μετέφερε η εμπορική αμαξοστοιχία αλλά και στις ακριβείς συνθήκες που επικράτησαν μετά το δυστύχημα.
Τα πρώτα 24ωρα μετά την τραγωδία οι σοροί των νεκρών κατέφταναν στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας, όπου και διενεργήθηκε η ιατροδικαστική εξέταση, χωρίς όμως να τηρηθεί κανένα πρωτόκολλο. Το Documento έχοντας πλήρη γνώση των ιατροδικαστικών αναφορών αποκαλύπτει πως παραλείφθηκαν όλες οι εξετάσεις που προβλέπονται σε ανάλογες περιπτώσεις μαζικών καταστροφών.
Σε όλες τις σορούς έγιναν η νεκροψία, η νεκροτομή και εργαστηριακές εξετάσεις για τις ταυτοποιήσεις τους μέσω DNA. Ωστόσο, πέραν του μηχανοδηγού σε καμία από τις υπόλοιπες δεν έγιναν τοξικολογικές, ιστολογικές ή άλλες εξετάσεις, οι οποίες θα προσδιόριζαν επακριβώς τις συνθήκες που επικράτησαν μετά το δυστύχημα και οδήγησαν στους μαζικούς θανάτους, με δεδομένο ότι βρέθηκαν μετέπειτα χημικές ουσίες στο σημείο της σύγκρουσης.
Η σύσταση R(99)3 της ΕΕ για εναρμόνιση των κρατών-μελών είναι σαφής και προβλέπει συγκεκριμένες διαδικασίες που επ’ ουδενί τηρήθηκαν κατά τη νεκροψία των σορών του δυστυχήματος στα Τέμπη. Παρέκαμψαν κάθε πρωτόκολλο που υπάρχει για μαζικές καταστροφές αλλά και κάθε πρωτόκολλο που τηρείται σε οποιαδήποτε νεκροψία – νεκροτομή.
Ιατροδικαστικές πηγές εξηγούν στο Documento ότι οι ιατροδικαστές οφείλουν να κάνουν συγκεκριμένες εξετάσεις ώστε να καταλήξουν με επάρκεια στην αιτία θανάτου. Πρέπει λοιπόν να γίνουν τοξικολογικές και ιστολογικές εξετάσεις, απεικονιστικοί έλεγχοι, αλλά και λήψη ιστών για περαιτέρω διερεύνηση εάν χρειαστεί και κριθεί απαραίτητο. Στην περίπτωση των Τεμπών δεν έγινε καμιά τέτοια εξέταση.
Ενώ, δηλαδή, έχουμε σφοδρή σύγκρουση δύο συρμών, έκρηξη αλλά και πυρκαγιά άγνωστης αιτιολογίας, παραλείπονται οι πλέον επίσημες εξετάσεις που θα μπορούσαν να γίνουν ώστε να διαπιστωθούν τα χημικά στοιχεία που πιθανόν να βρίσκονταν στο οργανισμό των νεκρών, αλλά και κάθε άλλο χρήσιμο στοιχείο.
Τα εγκαύματα
Μάλιστα, από τη στιγμή που πολλοί έφεραν εγκαύματα θα έπρεπε να γίνει διαφορική διάγνωση για να προβούν στα συμπεράσματα τού τι προέλευσης είναι αυτά, παραδείγματος χάρη χημικά, από ακτινοβολία κ.λπ. Είναι δεδομένο πως οι παραπάνω εξετάσεις θα έπρεπε να γίνουν σε όλες τις σορούς, ακόμη και σε εκείνες που αποτελούνταν από υπολείμματα. Εάν είχαν γίνει, θα ήμασταν σε θέση να προσδιορίσουμε τη θέση του επιβαίνοντα, αλλά και άλλα πολύτιμα στοιχεία, όπως πόσο κοντά βρισκόταν ο θανών στην εστία ανάφλεξης.
Αξιοσημείωτο είναι πως για να το κάνουν αυτό έφεραν μια ολόκληρη ομάδα ιατροδικαστών από την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και τη Λαμία, ενώ η Λάρισα διέθετε επαρκή αριθμό ιατροδικαστών για να αναλάβουν τη διαδικασία. Αυτό αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι ενώ η ομάδα αποτελούνταν από τουλάχιστον δέκα ιατροδικαστές, η δόκιμη ιατροδικαστής Χρυσαυγή Κούση ανέλαβε τουλάχιστον 30 σορούς.
Επιλέχτηκε δηλαδή μια δεκαμελής ομάδα από αρκετούς δόκιμους ιατροδικαστές για μια υπόθεση με εμφανή έκταση και σημαντικότητα. Τις ιατροδικαστικές εκθέσεις υπογράφουν μόνοι οι τρεις ιατροδικαστές Λαρίσης, καθώς για να υπογράψουν και οι υπόλοιποι απαιτούνταν εισαγγελική εντολή που μεταξύ άλλων θα τους επέτρεπε να παρίσταντο στη διαδικασία. Οπως φαίνεται τέτοια εντολή δεν υπήρξε. Το πού, λοιπόν, έγκειται η συνεισφορά τους και η νομιμότητα της παρουσίας τους δεν προκύπτει από κάπου και θα πρέπει να διερευνηθεί.
Είναι φυσικά άγνωστο από ποιον δόθηκε η εντολή να επιλεχθούν τα συγκεκριμένα άτομα, χωρίς μάλιστα να γίνει και κάποια σχετική σύσκεψη προηγουμένως. Γιατί, δηλαδή, ανέλαβε η ομάδα από την Αθήνα, την ώρα μάλιστα που τελικά οι υπογράφοντες τις ιατροδικαστικές εκθέσεις είναι οι ιατροδικαστές Λαρίσης;
Οσα περιγράψαμε παραπάνω έγιναν σε πλήρη αντιδιαστολή με τις ισχύουσες διατάξεις και τα πρωτόκολλα. Προτού καν τελειώσει η προανάκριση, δεδομένο που συγκλίνει στο ότι κανείς δεν είχε γνώση πού αυτή θα οδηγούσε, η υπόθεση έκλεισε άρον άρον. Εάν οι αρμόδιες αρχές ήθελαν να ρίξουν φως στην υπόθεση, θα έπρεπε να έχουν κρατηθεί δείγματα ώστε να επανεξεταστούν σε περίπτωση που χρειαζόταν.
Μάλιστα ο Παύλος Ασλανίδης, πατέρας του 27χρονου Δημήτρη που έχασε τη ζωή του στα Τέμπη, σχολιάζει στο Documento την τηλεφωνική συνομιλία που είχε με την Ιατροδικαστική Υπηρεσία Λάρισας: «Μου είπαν πως ό,τι υλικό έχει κρατηθεί από τα θύματα, καθώς και υλικό που συλλέχθηκε μετέπειτα έχουν αποσταλεί στο Εγκληματολογικό στην Αθήνα».
Δεν απάντησαν
Για τον λόγο αυτό το Documento απέστειλε γραπτό αίτημα στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών της Αθήνας, ώστε να γίνει πλέον γνωστό πώς προχωράνε οι διαδικασίες. Μέχρι το κλείσιμο της ύλης της εφημερίδας δεν λάβαμε κάποια απάντηση.
Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και η ίδια επί του πρακτέου διαδικασία που ακολουθήθηκε μετά τις προαναφερθείσες παραλείψεις είναι αυθαίρετη. Οπως προκύπτει από τις ιατροδικαστικές εκθέσεις, η νεκροψία διενεργήθηκε στις σορούς προτού αυτές αναγνωριστούν. Ουσιαστικά δεν τηρήθηκε ούτε εδώ η απαιτούμενη διαδικασία, σύμφωνα με την οποία ο εκάστοτε ιατροδικαστής παραγγέλνει ταυτοποίηση DNA και μόλις την έχει προχωρά στη διενέργεια της νεκροτομής. Στην περίπτωση των Τεμπών αυτό έγινε ανάποδα. Είναι δηλαδή πιθανόν να διενεργήθηκαν νεκροψίες – νεκροτομές χωρίς να υπάρχει αρχική παραγγελία για διενέργειά τους με στοιχεία αγνώστων. Απόσπασμα από ιατροδικαστική έκθεση αναφέρει: «Κατά την διάρκεια της νεκροψίας νεκροτομής […] ελήφθη βιολογικό υλικό για γενετική ταυτοποίηση της σορού… Εν συνεχεία, […] μας γνωστοποιήθηκαν τα πλήρη στοιχεία της σορού και βάσει αυτών εξεδόθη το πιστοποιητικό θανάτου».
Μάλιστα, όπως αναφέρουν ιατροδικαστικές πηγές στο Documento, όταν οι λειτουργοί δεν δρουν βάσει πρωτοκόλλου εξάγουν λανθασμένα συμπεράσματα και συνεπώς έχουν λανθασμένη δικαστική κρίση.
«Να κάνεις τοξικολογική σε τι;»
Το Documento επικοινώνησε με την ιατροδικαστή Χρ. Κούση που διενήργησε νεκροψία – νεκροτομή στις περισσότερες σορούς, θέτοντάς της το ερώτημα εάν τηρήθηκαν τα υπάρχοντα πρωτόκολλα και συνεπώς εάν έγιναν όλες οι απαραίτητες εξετάσεις που θα διασφάλιζαν το αποτέλεσμα.
Η κ. Κούση μας απάντησε: «Βεβαίως και ακολουθήθηκαν τα πάντα και ακολουθήσαμε τη γραμμή του διεθνούς πρωτόκολλου αντιμετώπισης μαζικών καταστροφών ως Ιατροδικαστική Υπηρεσία Λάρισας».
Στην παρατήρησή μας, όμως, ότι αυτό το πρωτόκολλο μιλάει για τοξικολογικές και ιστολογικές εξετάσεις μεταξύ άλλων οι οποίες δεν έγιναν κι αυτό δείχνει ότι δεν ακολουθήθηκε το πρωτόκολλο, η κ. Κούση υποστήριξε: «Οταν έχεις μια σορό να ταυτοποιήσεις από ένα μικρό ιστοτεμάχιο, να κάνεις τοξικολογική σε τι;».
Το Documento έχει στη διάθεσή του τις ιατροδικαστικές εκθέσεις και όπως προκύπτει από αυτές υπήρχαν πολλές σοροί που δεν βρίσκονταν στην κατάσταση που η ίδια περιέγραψε. Η ιατροδικαστής όμως επέμενε: «Τι να την κάνω την τοξικολογική; Ηταν οδηγός αυτοκινήτου, ήταν οδηγός του τρένου; Επιβάτης ήταν ο άνθρωπος που απανθρακώθηκε. Τι να δω στην τοξικολογική, να δω ότι πήρε ναρκωτικά; Να δω ότι έκανε χρήση αιθανόλης; Οι ολόκληρες σοροί που ήταν μέσα στο τρένο που μας ήρθαν με βαρύτατες κακώσεις ήταν επιβάτες».
Στην περίπτωση ωστόσο του μηχανοδηγού έγιναν τοξικολογικές εξετάσεις, γεγονός που η κ. Κούση απέδωσε στο ότι ο οδηγός του τρένου είναι αυτός που το χειρίζεται. Αρα οι επιστήμονες που βρίσκονταν στην αίθουσα και δρούσαν υπό συγκεκριμένες εντολές απέκλεισαν χωρίς στοιχεία και ενώ η προανάκριση δεν είχε τελειώσει το ενδεχόμενο να υπήρχε δόλος ή οποιαδήποτε άλλη αξιόποινη πράξη. Μάλιστα, προς υπεράσπιση του επιχειρήματός της η κ. Κούση έφερε ως παράδειγμα ένα τροχαίο δυστύχημα στο οποίο εάν σκοτώνονταν όλα τα μέλη της οικογένειας που επέβαιναν δεν έχει νόημα να γίνουν ιστολογικές – τοξικολογικές εξετάσεις.
Στη διασαφηνιστική ερώτηση αν αναφέρει ή όχι το πρωτόκολλο να γίνονται τοξικολογικές και ιστολογικές εξετάσεις, η κ. Κούση απάντησε: «Εκεί που χρειάζονται». Αρα εν προκειμένω η ιατροδικαστική ομάδα «έκρινε» ότι στους επιβάτες δεν χρειάστηκε να γίνουν οι εν λόγω εξετάσεις. Αλλωστε όπως μας δήλωσε κατηγορηματικά: «Δεν λειτούργησε κανείς από εμάς μόνος του, αυτοβούλως, παρά μόνον κάτω από σαφείς και απολύτως συγκεκριμένες εντολές. Με μια πάρα πολύ συγκεκριμένη σειρά πραγμάτων».
ΠΗΓΗ https://www.documentonews.gr/