Του Φαήλου Μ. Κρανιδιώτη*
Όποιος μαλώνει με ανθρώπους που έχασαν παιδί μόνο χάνει. Όποιος έχει ζήσει στην οικογένειά του την απόλυτη ανατροπή της φυσικής τάξης, που συνιστά το γεγονός οι γονείς να θάβουν το παιδί τους, ξέρει.
Ο αδερφός της μάνας μου Χρήστος Πελώνης μαζί με άλλους Σμηνίτες κάηκε ζωντανός παραμονές Χριστουγέννων, αρχές του 1960, σε πυρκαγιά σε ραντάρ της Π.Α. στη Φθιώτιδα. Γεγονός που συνέτριψε την οικογένεια, γονάτισε δυνατούς ανθρώπους. Αυτός είναι κι ένας από τους πολλούς λόγους που η διακωμώδηση ύψιστης συνταγματικής υποχρέωσης, αλλά και τιμής, της θητείας από τον φαιδρό Κασσελάκη με εξοργίζει.
Άλλη μία αιτία λέγεται Τάσος Φωτόπουλος, 20 χρονών, από την Αργυρούπολη. Τον Σεπτέμβριο του 1991 σκοτώθηκε σε άλμα της 2ας Μοίρας Αλεξιπτωτιστών στην Πάχη Μεγάρων. Στην κηδεία του, επικεφαλής του αγήματος, έδωσα το «τρις στον αέρα πυροβολήσατε και τον νεκρό τιμήσατε». Είδα κι εκεί αυτή την ανατροπή της φυσικής τάξης.
Γι’ αυτό, ένα «βούλωσέ το» βγαίνει από τα βάθη της ψυχής όποιου υπηρέτησε κανονικά. Νόμιμη η μικρότερη θητεία του Κασσελάκη, αλλά θα έπρεπε να ασκήσει το προνόμιό του σεμνά. Το σύνηθες επιχείρημα που μου απευθύνουν είναι «ναι, αλλά ο Σαμαράς…». Ο Σαμαράς υπηρέτησε, επίσης νομίμως, μικρότερη θητεία -μηνών, όχι ημερών- και εξαγόρασε το υπόλοιπο, αλλά δεν παρίστανε ποτέ τον πυρπολητή Κανάρη. Δεν έδειξε αμετροέπεια και έλλειψη σεβασμού στη συντριπτική πλειονότητα που υπηρετεί πλήρη θητεία και κάποιοι από αυτήν χάνουν τη ζωή τους, όπως ο θείος μου, όπως ο 20χρονος Καταδρομέας/Αλεξιπτωτιστής και τόσοι άλλοι.
Ευπρόσδεκτη η ρίψη στον κάλαθο των αχρήστων της χρόνιας ανθελληνικής στάσης του ΣΥΡΙΖΑ κατά των Ενόπλων Δυνάμεων και των παρελάσεων. Με δυο κινήσεις, ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κουρέλιασε χιλιάδες αφίσες, δηλώσεις, άρθρα, αναρτήσεις αφασιακών μηδενιστών της αριστεράς με ιδεοληπτικό μίσος για τις παρελάσεις και εν γένει τη στρατιωτική ζωή.
Κατανοητό φυσικά, διότι η στρατιωτική ζωή ταιριάζει σε άντρες και υγιείς γενικά ψυχικά ανθρώπους, που έχουν φυσικά αισθήματα αγάπης για τη γη που πατάνε, την Ιστορία της, τους ήρωές της.
Εάν λοιπόν έλειπαν οι υπερβολές, η επικοινωνιακή υπερέκθεση και εκμετάλλευση, η κωμική παρέλαση, σκόρδο-κρεμμύδι, δεξί χέρι μαζί με δεξί πόδι κ.λπ., θα μπορούσαμε μόνο να τον επαινέσουμε πως ακύρωσε μια χρόνια ιδεοληπτική, συμπλεγματική πολιτική στάση μέρους της αριστεράς, έναντι ενός κατεξοχήν λαϊκού συνταγματικού θεσμού, που είναι ο Στρατός. Διάλεξε να προκαλέσει και να δυσαρεστήσει και τους μεν και τους δε.
Έλεγα στην αρχή πως δεν επιτίθεσαι σε ανθρώπους που έχασαν τα παιδιά τους. Ό,τι κι αν κάνουν, ό,τι κι αν πουν, όπου και αν βρήκαν ή νόμισαν πως βρήκαν αποκούμπι. Δεν ξέρω ποιος στόκος σκέφτηκε την ανοησία να κινητοποιηθεί ένας στρατός από τρολ με χυδαιότητες κατά της κυρίας Καρυστιανού. Δεν θα επαναλάβω καμία από αυτές. Δεν γνωρίζω τις πολιτικές πεποιθήσεις της, δεν με ενδιαφέρουν. Προσπαθεί με τον τρόπο που νομίζει καλύτερο να κάνει αυτό που θεωρεί καθήκον της για τη μνήμη του παιδιού της και για να βρει τους υπαιτίους. Και ψυχρός πολιτικάντης, έμμισθος επικοινωνιολόγος να είσαι, δεν χρειάζεται να έχεις σπουδάσει πολιτικό μάρκετινγκ για να καταλάβεις πόσο χυδαίο είναι να λες βρομιές σε κάποια που ξέρεις πως ποτέ ξανά δεν θα ανοίξει η πόρτα για να δει το παιδί της, δεν θα χτυπήσει ποτέ το τηλέφωνο να ακούσει τη φωνή του.
Δεν είμαι ντετέκτιβ και δεν συνηθίζω να σχολιάζω δικογραφίες που δεν έχω διαβάσει ούτε το εξώφυλλό τους. Μπορούμε, όμως, να μιλήσουμε πολιτικά. Από όσα έχουν δει τη δημοσιότητα είναι σαφές πως:
α) υπήρχε επί χρόνια πρόβλημα με τα συστήματα ασφάλειας των σιδηροδρόμων, που αναφέρεται σε χρόνο που κυβέρνησαν ΟΛΟΙ,
β) υπήρξε και ανθρώπινο λάθος, το οποίο όμως δεν υπήρχαν οι αυτοματισμοί, που θα μπορούσαν να το θεραπεύσουν χωρίς να χαθούν ζωές.
Το δυστύχημα, για το οποίο η Δικαιοσύνη διερευνά τις ευθύνες, έγινε επί κυβερνήσεως Ν.Δ. Θα έπρεπε, λοιπόν, από την πρώτη στιγμή να πάνε σπίτι τους όλοι οι υπηρεσιακοί και οι πολιτικοί προϊστάμενοί τους, που ήταν αρμόδιοι για τους σιδηροδρόμους, συμπεριλαμβανομένων του Καραμανλή και του αρμόδιου Υφυπουργού, να μην κατέβαινε υποψήφιος και να απαιτούσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός να μην επικαλεστεί κανείς τους ασυλία, να ζητήσουν οι ίδιοι την άρση της και να δηλώσουν εις διάθεση της Δικαιοσύνης.
Παράλληλα, να απαγορευόταν διά ροπάλου κάθε επίθεση από τον επικοινωνιακό μηχανισμό στους συγγενείς των θυμάτων. Αυτό θα ήταν το λογικό, σύμφωνο με τον Ελληνικό Τρόπο και το διοικείν διά του παραδείγματος, το πρόδηλα σωστό, και θα αφαιρούσε επιχειρήματα, είτε καλόπιστα είτε κακόπιστα, από τους πάντες.
Τώρα έχει δημιουργηθεί ήδη, και μάλιστα ραγδαία, ένα κλίμα απονομιμοποίησης, το οποίο δεν θα αλλάξει εύκολα λόγω όποιας εξέλιξης στην πρόταση δυσπιστίας. Σημασία δεν έχει τι νομίζεις, αλλά τι αισθάνεται και τι καταλαβαίνει ο πολύς κόσμος.
Τα περί συσπείρωσης της Ν.Δ. ή περί ανατροπής της κυβέρνησης με την πρόταση του ολίγιστου Ανδρουλάκη είναι κωμικά. Απλή αριθμητική. Η πρόταση θα απορριφθεί, η κυβέρνηση θα αυτοσυγχαίρεται και η αντιπολίτευση θα αυτοσυγχαίρεται επίσης.
Το κλίμα αυτό έρχεται να προστεθεί σε κάτι που η κυβέρνηση υποτίμησε πολύ, την αντίδραση της συντριπτικής πλειοψηφίας όχι μόνο των ψηφοφόρων της αλλά του συνόλου των πολιτών για τον γάμο ομοφύλων και την υιοθεσία παιδιών από αυτούς – παιδιών που δεν θα ερωτηθούν για την προγραμματισμένη αποστέρηση του πατρικού ή του μητρικού προτύπου και την παραβίαση των δικαιωμάτων τους.
Αξιακό ζήτημα, που προκαλεί τη σφοδρή αντίδραση σχεδόν του 70% του λαού, το οποίο δεν εγκρίθηκε ποτέ από τους ψηφοφόρους, δεν ήταν στο πολιτικό πρόγραμμα και για το οποίο δεν έχει έρθει ακόμη ο πολιτικός λογαριασμός.
Το «έχουμε 41%, τι θα κάνουν οι δεξιοί ψηφοφόροι; Θα μας το συγχωρήσουν και αυτό και θα ξαναψηφίσουν Ν.Δ.» είναι λάθος. Προδίδει βαθιά άγνοια για την ψυχοσύνθεση και τις πεποιθήσεις των ψηφοφόρων της παράταξης. Αυτοί που ικανοποιήθηκαν δεν την ψηφίζουν και αυτοί που την ψηφίζουν αισθάνονται προσβεβλημένοι.
Προσθέστε αθροιστικά την τεράστια αλλαγή στάσης στη λαθρομετανάστευση μετά το ναυάγιο της Πύλου, για το οποίο έχουν ευθύνη οι δουλέμποροι και οι ΜΚΟτζήδες συνεργοί τους – όμως η κυβέρνηση, ενώ πριν είχε ικανοποιητικές επιδόσεις, τηρεί πλέον παθητική στάση, φοβούμενη τη μήνη της ευρωγραφειοκρατίας.
Ο Δεξιός ψηφοφόρος αλλά και πολλοί που αυτοπροσδιορίζονται ως κεντρώοι ή ακόμη και κεντροαριστεροί, που όμως έχουν κοινή λογική, είναι επίσης ενοχλημένοι από τη διστακτικότητα στα θέματα ασφάλειας, όπου οι αξιέπαινες νομοθετικές παρεμβάσεις του κ. Φλωρίδη δεν συνοδεύονται από μια συνολική αποφασιστικότητα της κυβέρνησης στη συντριβή του αριστερού παρακράτους της ανομίας σε πανεπιστήμια και άλλους δημόσιους χώρους.
Να δεχτώ επίσης πως οικονομικοί παράγοντες βάλλουν κατά της εκλεγμένης κυβέρνησης. Μα, ποιος τους επέτρεψε να νιώθουν ισχυρότεροι από την εκλεγμένη ηγεσία της χώρας; Ο πολιτικός χρόνος θα γίνει πολύ πυκνός…
*Δικηγόρος