Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι κύριοι Μητσοτάκης και Γεραπετρίτης έκαναν αμετροεπείς δηλώσεις, αλλά ότι πίστευαν πραγματικά στη συμφωνία
Του Αλέξανδρου Τάρκα*
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης «εόρτασε» τη δεύτερη επέτειο της Διακήρυξης των Αθηνών με την Τουρκία (7 Δεκεμβρίου 2023), υπερτονίζοντας τη θετική πτυχή τής -επί κλωστής κρεμάμενης- ύφεσης στο Αιγαίο, αποσιωπώντας τα έκτοτε κέρδη της Αγκυρας και κρύβοντας διαδικασίες μυστικού διαλόγου που γνωρίζουν ακόμα και τρίτες χώρες, χωρίς ενημέρωση ούτε καν των μελών της κυβέρνησής του.
Ο διάλογος με τον πρόεδρο Ρ.Τ. Ερντογάν είναι απαραίτητος, αλλά το πρόβλημα είναι ο τρόπος που διεξάγεται ήδη από το 2019, όταν ο πρωθυπουργός ανέλαβε τα καθήκοντά του.
Ανέμενε τότε, όπως αναγνώρισε σε συνέντευξή του σε τηλεοπτικό δίκτυο των ΗΠΑ έναν χρόνο αργότερα, ότι θα ασχολείτο κυρίως με τα ζητήματα της οικονομίας και όχι με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Το 2020, ενώ αντιμετώπισε επιτυχώς τη μεταναστευτική «εισβολή», σύρθηκε σε μυστικό διάλογο σε επίπεδο διπλωματικών συμβούλων υπό την εποπτεία του Βερολίνου.
Και αναγκάστηκε να τερματίσει τη θερινή αντιπαράθεση των πολεμικών ναυτικών Ελλάδας και Τουρκίας με τη γνωστή δήλωση του τότε υπουργού Επικρατείας (και νυν Εξωτερικών) Γιώργου Γεραπετρίτη περί «κόκκινης γραμμής» -μόνο- στα 6 ν.μ. Το 2021, η Αθήνα επανήλθε στις διερευνητικές συνομιλίες με την Άγκυρα, μέχρι που διαπιστώθηκε ότι η τουρκική πλευρά επεδίωξε την ηπιότητα, για να αποκλείσει και την παραμικρή πιθανότητα (ηπιότατων) κυρώσεων της Ε.Ε. και για να προσεγγίσει τη διοίκηση Μπάιντεν στις ΗΠΑ.
Το 2022, ο κ. Μητσοτάκης αναχώρησε με πέντε μεγαλόφωνα «ευχαριστώ» προς τον Τούρκο πρόεδρο στα μόλις 20 δευτερόλεπτα του ξεπροβοδίσματός του από την προεδρική κατοικία της Κωνσταντινούπολης και με τη δημόσια πρόβλεψη θετικής πορείας σχέσεων με σύγκληση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας (ΑΣΣ). Η τουρκική απάντηση ήρθε με μαζικές υπερπτήσεις πάνω από νησιά του Αιγαίου και το ηπειρωτικό έδαφος στον Έβρο, και με την επαναλαμβανόμενη προπαγάνδα (που ουδέποτε διαψεύστηκε από την Αθήνα) ότι είχε συμφωνηθεί διμερής διάλογος εφ’ όλης της ύλης.
Από εκεί και πέρα, οι ισορροπίες μετά την υπογραφή της Διακήρυξης των Αθηνών και τα γεγονότα της τελευταίας διετίας συνοψίζονται ως εξής:
1. Ως προς την αεροναυτική ένταση, ο πρωθυπουργός υπογράμμισε, στο προ ημερών συνέδριο Athens Policy Dialogues, ότι ο «σημαντικότατος περιορισμός, συχνά μηδενισμός, των παραβιάσεων και των παραβάσεων είναι μια σημαντική επιτυχία». Η διατύπωση του κ. Μητσοτάκη είναι μόνον εν μέρει ακριβής και δίνει έμφαση αποκλειστικά στην ποσοτική και όχι στην ποιοτική διάσταση. Γιατί ασφαλώς μειώνονται οι πιθανότητες δυστυχήματος και τα έξοδα των αναχαιτίσεων, αλλά ακόμα και μία ή δύο καθημερινές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου αρκούν για την καταγραφή των τουρκικών θέσεων και διεκδικήσεων.
Οι δε παραβάσεις των κανόνων εναέριας κυκλοφορίας στο FIR Αθηνών είναι αυξημένες (με εξαίρεση τον Οκτώβριο) συγκριτικά με τα προηγούμενα έτη, μαζί με τα περιστατικά παρενόχλησης πτήσεων της πολιτικής αεροπορίας μέσω ασυρμάτου. Οι παρενοχλήσεις -πέραν της επικίνδυνης σύγχυσης στους πιλότους- αποτελούν παραβίαση και εθνικής κυριαρχίας και εθνικής αρμοδιότητας. Επίσης, ο κ. Μητσοτάκης αποκρύπτει την εντυπωσιακή αύξηση παραβιάσεων των ελληνικών χωρικών υδάτων από πλοία του τουρκικού ναυτικού και της ακτοφυλακής, και από αλιευτικά σκάφη.
2. Στα ζωτικά θέματα της ενέργειας αποσιωπάται η ωμή, δυσάρεστη και ντροπιαστική αλήθεια. Η Τουρκία πέτυχε μόνο με ένα διήμερο επίδειξης ναυτικής ισχύος στην Κάσο, τον Ιούλιο του 2024, και μόνο με τη σιωπή της κατά τη διάρκεια ολόκληρου του 2025 να εξουδετερώσει το -κορυφαίας εθνικής και οικονομικής σημασίας- έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ (Great Sea Interconnector – GSI). Σε αυτό το θέμα, ο κ. Μητσοτάκης δεν μπορεί να κατηγορήσει κανέναν άλλον.
Γιατί, όταν το 2022 οι ΗΠΑ απέσυραν τη στήριξή τους από το (ίσως ανεδαφικό) έργο του αγωγού φυσικού αερίου EastMed με την ίδια όδευση, είχε δηλώσει πως θα υπάρξουν σημαντικότερες ευκαιρίες και οφέλη από την ηλεκτρική διασύνδεση. Οι πρόσφατες κυβερνητικές υποσχέσεις περί νέων μελετών και νέων επενδυτών (της αμερικανικής DFC ή άλλων) μικρή αξία έχουν, όσο διατηρείται η τουρκική απειλή κατά του έργου. Άλλωστε, ο υπουργός Εσωτερικών και επικεφαλής του Εθνικού Συμβουλίου Ενεργειακής Κυριαρχίας των ΗΠΑ, Νταγκ Μπέργκαμ, επεσήμανε πως «εμείς κινηθήκαμε έξυπνα και μείναμε εκτός της διαπραγμάτευσης, δεν είναι δική μας δουλειά».
3. Η Διακήρυξη των Αθηνών περιέχει συγκεκριμένες διατάξεις για «πολιτικό διάλογο» και διερευνητικές -«διαβουλευτικές» (κατά την ορολογία της Άγκυρας)- συνομιλίες, τη «θετική ατζέντα» για την οικονομία και άλλα «ήπια» θέματα, και τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης στον στρατιωτικό τομέα. Ακόμα κι αν δεχθούμε την άποψη του πρωθυπουργού, ότι, δι’ αυτών, θα προωθούνταν τα καλώς εννοούμενα συμφέροντα των δύο χωρών, έγιναν κάποια βήματα το 2024 και απολύτως τίποτα το 2025.
4. Η πρωτοβουλία του πρωθυπουργού, τον περασμένο Οκτώβριο, για τη σύγκληση Πενταμερούς Διάσκεψης της Ανατολικής Μεσογείου περιφρονείται μέχρι στιγμής από την Τουρκία. Μακάρι να… συνεχιστεί αυτή η τακτική της, αν και παραβιάζει το πνεύμα της Διακήρυξης των Αθηνών. Κύριο θέμα της ατζέντας της διάσκεψης αποτελεί η θαλάσσια οριοθέτηση, όσο κι αν προβάλλονται σαν ισοβαρή το Μεταναστευτικό, το περιβάλλον, η ενέργεια και, γενικά, η συνδεσιμότητα.
Προκύπτει, μάλιστα, ένα οξύμωρο: η Τουρκία δεν αποδέχεται τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, οπότε η Ελλάδα, η Κύπρος και η Αίγυπτος δεν είναι δυνατόν να δεχθούν, στο πλαίσιο της διάσκεψης, να αναιρέσουν τις δικές τους συμφωνίες που υπογράφηκαν βάσει του Διεθνούς Δικαίου. Και στην απίθανη περίπτωση που o κ. Ερντογάν θα ακύρωνε το μνημόνιο με τη Λιβύη και θα αποδεχόταν την UNCLOS, η διάσκεψη δεν μπορεί να εξετάσει ζητήματα θαλάσσιων οριοθετήσεων, γιατί αποτελούν θέμα εθνικής αρμοδιότητας. Άλλωστε, γι’ αυτούς και άλλους λόγους, ο πρωθυπουργός είχε απορρίψει την ιδέα μιας τέτοιας διάσκεψης, όταν προτάθηκε από την Ε.Ε. στα τέλη του 2020.
5. Ο κ. Μητσοτάκης παρουσιάζει ως επιτυχία του το γεγονός ότι η Τουρκία δεν εντάχθηκε στο πρόγραμμα των φθηνών αμυντικών δανείων μέσω του προγράμματος SAFE. Είναι αληθές ότι η Ελλάδα στήριξε την επιβολή όρων, αλλά πραγματική αιτία του ως τώρα αποκλεισμού της Τουρκίας είναι η αντίθεση ισχυρότερων κρατών-μελών της Ε.Ε., όπως η Γαλλία, που δεν θέλουν να πληγούν τα συμφέροντα των αμυντικών βιομηχανιών τους.
Ακόμα και η Ιταλία, που συνεργάζεται με την Άγκυρασε πλήθος αμυντικών προγραμμάτων, προτιμά το όριο του 35% τουρκικής συμμετοχής που έχει επιβάλει η Ε.Ε. και όχι την ένταξή της στο SAFE. Επίσης, είναι γνωστό ότι η Κομισιόν δεν επέδειξε τους περασμένους μήνες ενδιαφέρον για την ταχεία εξέταση της τουρκικής αίτησης για το SAFE. Ο αρνητικός απολογισμός της δεύτερης επετείου της Διακήρυξης των Αθηνών βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τις κυβερνητικές θεωρίες περί ιστορικής συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Το πρόβλημα, βέβαια, δεν είναι ότι οι κύριοι Μητσοτάκης και Γεραπετρίτης έκαναν αμετροεπείς δηλώσεις, αλλά ότι το πίστευαν πραγματικά. Διπλωμάτες με βαθιά γνώση των αθέατων επαφών συζητούν -με μεγάλη δόση κλαυσίγελου- τον ενθουσιασμό του κ. Γεραπετρίτη, έπειτα από ένα τηλεφώνημα με τον ομόλογό του, Χ. Φιντάν, το καλοκαίρι του 2023, για τα «μέγιστα επιτεύγματα που έχουμε μπροστά μας»!
*Εκδότης του περιοδικού «Άμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη
Δημοσιεύεται στη «δημοκρατία»
