Η διανομή κοινοτικών κονδυλίων στη Σάμο και τα ερωτήματα που μένουν ανοιχτά
Η ροή ευρωπαϊκών και εθνικών πόρων προς την Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, και ειδικότερα προς φορείς της Σάμου, έχει επανειλημμένα απασχολήσει το δημόσιο διάλογο.
Η ροή ευρωπαϊκών και εθνικών πόρων προς την Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, και ειδικότερα προς φορείς της Σάμου, έχει επανειλημμένα απασχολήσει το δημόσιο διάλογο.
Η πρόσφατη δημοσιοποίηση στοιχείων για τους δικαιούχους ενός οργανισμού που έχει χαρακτηριστεί «αμαρτωλός» από πολιτικά και δημοσιογραφικά χείλη, επαναφέρει στο προσκήνιο συζητήσεις για τη διαφάνεια και τα κριτήρια κατανομής των κονδυλίων.
Στους πίνακες εμφανίζονται, μεταξύ άλλων, τρεις χαρακτηριστικές περιπτώσεις:
Κέντρο Ανάπτυξης και Απασχόλησης Επαγγελματικής Κατάρτισης και Τεχνολογίας Σάμου
Εταιρεία που υπάγεται στην Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, η οποία έλαβε 215.732 ευρώ για δράσεις στήριξης τοπικής ανάπτυξης, στο πλαίσιο του προγράμματος LEADER – Τοπική Ανάπτυξη με Πρωτοβουλία Τοπικών Κοινοτήτων. Το πρόγραμμα αυτό, με χρηματοδότηση από ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους, στοχεύει στη στήριξη της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας στην ύπαιθρο.
Εταιρεία που υπάγεται στην Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, η οποία έλαβε 215.732 ευρώ για δράσεις στήριξης τοπικής ανάπτυξης, στο πλαίσιο του προγράμματος LEADER – Τοπική Ανάπτυξη με Πρωτοβουλία Τοπικών Κοινοτήτων. Το πρόγραμμα αυτό, με χρηματοδότηση από ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους, στοχεύει στη στήριξη της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας στην ύπαιθρο.
Ένωση Οινοποιητικών Συνεταιρισμών Σάμου
Έλαβε 292.481 ευρώ μέσω μέτρου στήριξης του αμπελοοινικού τομέα (Κεφάλαιο 2), με στόχο την ενίσχυση της αμπελουργικής παραγωγής και της οινοποιίας στο νησί, το οποίο έχει μακρά παράδοση στον τομέα.
Έλαβε 100,007 για σύσταση ομάδων και οργανώσεων παραγωγών
Αν και η διοχέτευση πόρων σε τέτοιες δράσεις θεωρητικά εξυπηρετεί την τόνωση της τοπικής οικονομίας και τη στήριξη παραγωγικών δραστηριοτήτων, το ζήτημα που τίθεται είναι κατά πόσο η διαδικασία επιλογής των δικαιούχων είναι απολύτως αντικειμενική και απαλλαγμένη από πολιτικές σκοπιμότητες.
Τοπικές πηγές κάνουν λόγο για διακομματικές συναινέσεις που, στο παρελθόν, είχαν στόχο να ικανοποιήσουν όσο το δυνατόν περισσότερες κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες, ώστε να διατηρείται ένα κλίμα πολιτικής «ηρεμίας». Οι ενισχύσεις, πέρα από την αναμφισβήτητη συμβολή τους σε πραγματικές παραγωγικές μονάδες, φαίνεται πως κάποιες φορές λειτουργούσαν και ως εργαλείο πολιτικής επιρροής.
Αξίζει να υπογραμμιστεί ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν παρατυπίες εκ μέρους των συγκεκριμένων φορέων, ενώ αρκετοί από τους δικαιούχους είναι επαγγελματίες του πρωτογενούς τομέα με αποδεδειγμένη δραστηριότητα. Ωστόσο, η ύπαρξη περιπτώσεων όπου η σύνδεση με τον αγροτικό ή παραγωγικό κλάδο είναι ασαφής, γεννά ερωτήματα για την αποτελεσματικότητα των ελέγχων και την τήρηση των κριτηρίων επιλεξιμότητας.
Το ζήτημα αναδεικνύει την ανάγκη για ενισχυμένους μηχανισμούς διαφάνειας, δημοσιοποίηση πλήρων στοιχείων για όλους τους δικαιούχους, και συστηματικούς ελέγχους μετά τη χορήγηση των κονδυλίων. Μόνο έτσι μπορεί να διασφαλιστεί ότι τα ευρωπαϊκά και εθνικά χρήματα αξιοποιούνται για τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται – και όχι ως μέσο για πολιτικές ισορροπίες.



