ΚΑΙ «ξαφνικά» ἄνοιξε ὁ ἀσκός τοῦ Αἰόλου.
«Ξαφνικά» ὅλοι ἀνέκρουσαν πρύμναν. «Ξαφνικά» ὅλοι θυμήθηκαν τά Τέμπη. Ἀναφερόμαστε φυσικά στούς κυβερνητικούς ἀξιωματούχους, οἱ ὁποῖοι μέχρι χθές βυσσοδομοῦσαν, κατηγοροῦσαν καί διαβεβαίωναν.
Tοῦ Εὐθ. Π. Πέτρου
Ἡ ἐρώτησις πού αὐτομάτως ἀνεβαίνει στά χείλη τοῦ ἁπλοῦ πολίτου πού διαβάζει τίς τελευταῖες δηλώσεις ὑπουργῶν καί βουλευτῶν καί τίς συγκρίνει μέ αὐτές πού εἶχαν κάνει μόλις λίγες ἡμέρες πρίν, εἶναι: «Μά δέν ντρέπονται»! Ἀλλά φαίνεται πώς στήν πολιτική δέν εὐδοκιμεῖ ἡ αἴσθησις τῆς αἰδοῦς. Φαίνεται πώς οἱ ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι μπορεῖ νά ντραποῦν (πλήν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων πού πάντως ὑπάρχουν) δέν εὑρίσκουν θέση στά ψηφοδέλτια τῶν κομμάτων, πολλῷ δέ μᾶλλον στά ἕδρανα τοῦ κοινοβουλίου ἤ στούς ὑπουργικούς θώκους.
Εἶναι σύμπτωμα παρακμῆς. Παρακμῆς, γιά τήν ἀνάδειξη τῆς ὁποίας τό τραγικό δυστύχημα τῶν Τεμπῶν ἦταν μόνον τό ἔναυσμα. Δέν μπορεῖ κανείς νά καταλογίσει στόν Πρωθυπουργό ἤ τήν Κυβέρνηση κάτι παραπάνω ἀπό πολιτικές εὐθῦνες. Εὐθῦνες μάλιστα οἱ ὁποῖες θά πρέπει νά ἐπιμερισθοῦν σέ πολλές κυβερνήσεις τῶν τελευταίων ἐτῶν. Τά πράγματα ὅμως ἀλλάζουν ἀπό τήν στιγμή κατά τήν ὁποία φαίνεται πώς ἔχει ξεδιπλωθεῖ μιά πολυεπίπεδη προσπάθεια συγκαλύψεως. Ἐδῶ οἱ εὐθῦνες παύουν νά εἶναι ἀμιγῶς πολιτικές. Τό τραγικό εἶναι πώς δέν ἔχουμε νά κάνουμε ἁπλῶς μέ μιά Κυβέρνηση, ἡ ἀλαζονεία τῆς ὁποίας ἔχει καταστήσει ἐξόφθαλμα τά συμπτώματα τῆς πολιτικῆς ἀποσαθρώσεως
. Ἔχουμε νά κάνουμε μέ ἕνα πολιτικό σύστημα, τό ὁποῖον ἐν τῷ συνόλῳ του εἶναι ἐκτός ἐποχῆς. Ἀποπροσανατολισμένα κόμματα μείζονος καί ἐλάσσονος ἀντιπολιτεύσεως ἀδυνατοῦν νά δώσουν ἐναλλακτικές λύσεις διακυβερνήσεως, ἐνῷ ἕνας κρατικός μηχανισμός, στό ἔπακρο δυσλειτουργικός, ἐπιτείνει τά προβλήματα τῆς πολιτικῆς ἀνεπαρκείας. Ἐν τέλει τό μόνο πού λειτουργεῖ εἶναι ὁ φορομπηχτικός μηχανισμός ὁ ὁποῖος συλλέγει ἔσοδα πού διασπαθίζονται γιά τήν συντήρηση τοῦ ἀνικάνου κράτους.
Δέν μᾶς φταῖνε οἱ οἰκονομικές κρίσεις καί τά μνημόνια, πού τά τραῖνα μας εἶναι ἀκόμη στήν λίθινη ἐποχή. Καί τό τραγικό εἶναι πώς τό δυστύχημα τῶν Τεμπῶν δέν ἀπετέλεσε τήν αἰτία νά κινηθοῦν τά κυβερνητικά ἤ τά κρατικά γρανάζια. Ἦταν ἡ λαϊκή ὀργή πού ὑπέβοσκε καί τήν ὁποία μέχρι τήν περασμένη Κυριακή τό πολιτικό σύστημα περιφρονοῦσε, πού προκάλεσε μιά μερική ἀφύπνιση. Καί πάλι ὅμως μέ ἐσφαλμένο προσανατολισμό. Μέ πρῶτο τόν Πρωθυπουργό ἐπιχειροῦν νά ἀποσείσουν τίς εὐθῦνες τους καί νά ἐξεύρουν ἐξιλαστήρια θύματα. Οὐδείς ἔχει ἀσχοληθεῖ μέ αὐτά πού πρέπει νά γίνουν προκειμένου νά ἀποφευχθεῖ ἡ ἐπανάληψις καί ἄλλου τέτοιου δυστυχήματος στό μέλλον. Μείναμε στήν διαπίστωση, ὅτι δέν ὑπῆρχε τηλεδιοίκησις καί οὐδόλως διερευνήθηκε τό γιατί δέν ἐτηροῦντο οἱ ὑπόλοιπες προβλεπόμενες διαδικασίες ἀσφαλείας πού θά μποροῦσαν νά ἔχουν ἀποτρέψει τό δυστύχημα.
Θέλουμε νά ἐλπίζουμε ὅτι ἡ διατήρησις τοῦ θέματος στήν κορυφή τῆς ἐπικαιρότητος θά ὁδηγήσει στήν πλήρη διαλεύκανση τῶν αἰτίων τῆς συγκρούσεως, στόν καταλογισμό εὐθυνῶν καί στήν ἀπαραίτητη ἀναθεώρηση τοῦ θεσμικοῦ πλαισίου διερευνήσεως. Ὁ μεγάλος «χαμένος» γιά τήν ὥρα εἶναι ἡ κοινοβουλευτική διαδικασία τῆς Ἐξεταστικῆς Ἐπιτροπῆς, γιά τήν ὁποία ὁ Πρωθυπουργός –μέ τραγική καθυστέρηση εἶναι ἡ ἀλήθεια– ὁμολόγησε: «Δέν πιστεύω ὅτι ἦταν ἡ καλύτερη στιγμή τῆς Βουλῆς».
ΠΗΓΗ ΕΣΤΙΑ