28 Φεβρουαρίου 2025

Η «κακιά ώρα» της Εξεταστικής στη Βουλή

 

Το χρονικό της συγκάλυψης μέσα από τις μεθοδεύσεις της κυβερνητικής πλειοψηφίας ● Πώς μπλόκαραν με όλα τα μέσα την αποκάλυψη των υπευθύνων αποκλείοντας ουσιώδεις μάρτυρες και καταλήγοντας στην προδιαγεγραμμένη «αρχειοθέτηση» της υπόθεσης.
Στις 7 Μαρτίου του 2023, στην πρώτη συνεδρίαση της Ολομέλειας μετά τη λήξη του εθνικού πένθους, ο ο νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Τασούλας δήλωνε, από την έδρα τότε του προέδρου της, πως η Βουλή θα πράξει τα δέοντα δίπλα στην εκτελεστική και στη δικαστική εξουσία για τη διερεύνηση της σιδηροδρομικής τραγωδίας των Τεμπών.


Εκτοτε οι διαδικασίες που ακολούθησαν για την εξιχνίαση του εγκλήματος που κόστισε 57 ζωές, επιβεβαίωναν και μόνον τα στοιχεία συγκάλυψης που έρχονταν στο φως από την κινητοποίηση των συγγενών των θυμάτων, τη δημοσιογραφική έρευνα και τις ενέργειες των κομμάτων. Παρά τις προσπάθειες της αντιπολίτευσης που, αξιοποιώντας όλα τα κοινοβουλευτικά εργαλεία, επιδίωξε να διαλευκάνει το γκρίζο (έως μαύρο) της εικόνας, το Μαξίμου από την πρώτη στιγμή έδωσε τον τόνο, άτεχνα τον Μάρτιο του ’23 εν όψει της προκήρυξης των εθνικών εκλογών - απολύτως μεθοδευμένα μετά το 41%, μπλοκάροντας με όλα τα μέσα την αποκάλυψη ευθυνών και υπευθύνων. Εναν χρόνο αργότερα, στις 20 Μαρτίου του ’24, η πλειοψηφία στην Ολομέλεια «αρχειοθέτησε» την υπόθεση, επικυρώνοντας το γαλάζιο πόρισμα της πλέον διάτρητης εξεταστικής επιτροπής που εξελίχθηκε ποτέ και που επιβεβαίωνε την πάγια κυβερνητική θέση ότι για το ασύλληπτο γεγονός έφταιγαν μόνον ο σταθμάρχης, οι νεκροί μηχανοδηγοί, οι χρόνιες παθογένειες και εν τέλει η «κακιά η ώρα».

Δύο χρόνια μετά, με το πάνδημο αίτημα για δικαίωση και τιμωρία να προσλαμβάνει ανυπολόγιστες διαστάσεις παράγοντας πολιτικό αποτέλεσμα και με τον ίδιο τον πρωθυπουργό να αναθεωρεί σε πανελλήνια μετάδοση τις αρχικές του βεβαιότητες χαρακτηρίζοντας μάλιστα την Εξεταστική για τα Τέμπη ως «κακιά στιγμή», το Μαξίμου ξανανοίγει υποχρεωτικά τον «φάκελο» της υπόθεσης στη Βουλή. Συναινεί σε προ ημερησίας συζήτηση σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών, προκαλεί και προετοιμάζεται σε πρόταση δυσπιστίας, υποκύπτει σε προανακριτική για το «μπάζωμα» και τον Χρήστο Τριαντόπουλο. Από το ερχόμενο δεκαήμερο -και εκτός συγκλονιστικού απροόπτου- οι προβολείς των κομμάτων θα στραφούν στον αρμόδιο, τότε, υφυπουργό παρά τω πρωθυπουργώ καθώς θα ελεγχθεί εάν από τις πράξεις του στο διάστημα 3/3/2003 έως 6/3/2023 προκύπτει το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος (ειδικό δικαστήριο) για το οποίο, σύμφωνα με την πρόταση του ΠΑΣΟΚ, στοιχειοθετούνται «επαρκείς ενδείξεις». Επικεντρώνοντας, βεβαίως, στην αναζήτηση του «εντολέα» του.

Ευθύνες στον Καραμανλή
Πίσω στον χρόνο, υπενθυμίζεται ότι:

● Μέσα στις δύο πρώτες εβδομάδες από το ανήκουστο γεγονός, η αντιπολίτευση βρίσκει βηματισμό και ασκεί πίεση καταλογίζοντας ευθύνες στον, πάραυτα παραιτηθέντα από τη θέση του υπουργού Μεταφορών, Κώστα Αχ. Καραμανλή. Ακολουθούν σπασμωδικοί χειρισμοί από την πλευρά της κυβέρνησης μεταξύ 13 και 15 Μαρτίου του ’23, με το Μαξίμου να αλλάζει τακτικές μέσα στο ίδιο 48ωρο. Η Ν.Δ. προκρίνει συνεδρίαση της Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου με «ειδικό απεσταλμένο» τον τότε υπουργό Επικρατείας και ατύπως αρμόδιο για το υπουργείο Γιώργο Γεραπετρίτη -χωρίς την παρουσία του προκατόχου του- ο οποίος και συνοψίζει την κυβερνητική γραμμή περί σειράς διαχρονικών ελλείψεων και παραλείψεων και κυρίως περί «ανθρώπινου λάθους» (15/3). 

Εχει προηγηθεί ομόφωνη απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής για άμεση σύγκληση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας έπειτα από αίτημα της αντιπολίτευσης για ακρόαση όλων των εμπλεκομένων. Την παραμονή της συνεδρίασης της Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου, ο κεντρικός εγκαλούμενος δηλώνει αυτοβούλως στη διάθεση της Βουλής, ενώ ταυτόχρονα η Κ.Ο. της Ν.Δ. παραγγέλνει τη σύγκληση της Επιτροπής Θεσμών, περιορίζοντας την ατζέντα (κόντρα στο αντίστοιχο αίτημα που είχε κατατεθεί πρωτύτερα από τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.) μόνο στην επίμαχη σύμβαση 717/2014 για τη σηματοδότηση και την τηλεδιοίκηση, με ενημέρωση και από τους διατελέσαντες υπουργούς Μεταφορών Μιχ. Χρυσοχοΐδη και Χρ. Σπίρτζη. Στις 20/3, σε μαραθώνια συνεδρίαση της Επιτροπής, ο Κ. Αχ. Καραμανλής τοποθετείται για πρώτη φορά επίσημα στη Βουλή αναλαμβάνοντας με υψωμένο δάχτυλο μόνο το σκέλος της δικής του «πολιτικής» ευθύνης.

● Στις 7 Νοεμβρίου του ’23, προαναγγελθείσας της σύμπλευσης της αντιπολίτευσης στη διερεύνηση τυχόν ποινικών ευθυνών κυβερνητικών στελεχών για τα Τέμπη με επίκεντρο τη σύμβαση 717/2014, ο Περισσός παρεμβάλλεται ζητώντας Εξεταστική Επιτροπή με αχανές πλαίσιο αναζήτησης διαχρονικών αιτιών που οδήγησαν στην τραγωδία. Στις 13/11/2023 καταθέτει η Χαριλάου Τρικούπη την πρότασή της για τη σύσταση προανακριτικής, ζητώντας διερεύνηση για Κ. Αχ. Καραμανλή (με σοβαρές ενδείξεις για το αδίκημα της απιστίας και της παράβασης καθήκοντος) και Χρήστο Σπίρτζη (για παράβαση καθήκοντος). Την ίδια ώρα, η Διάσκεψη των Προέδρων αποφάσιζε να συζητηθεί μετά από δύο ημέρες στην Ολομέλεια η πρόταση για την εξεταστική.

● Στις 15/11/2023, η κυβέρνηση συνυπογράφει με άνεση την εισήγηση του ΚΚΕ θεμελιώνοντας έτσι, στην πραγματικότητα, την κοινοβουλευτική παρωδία που ακολούθησε. Την ίδια ημέρα κι ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. καταθέτει πρόταση προανακριτικής, επεκτείνοντας το πεδίο της κοινοβουλευτικής διερεύνησης, ο Μάκης Βορίδης στη συζήτηση στην Ολομέλεια προκαταλαμβάνει ακόμη και τη δικαστική έρευνα, προεξοφλώντας ότι ούτε και επί τη βάσει του πορίσματος της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (που έθεσε στο στόχαστρο τη σύμβαση για την τηλεδιοίκηση και τη σηματοδότηση στον σιδηρόδρομο) δεν συνάγεται θέμα αναζήτησης ποινικών ευθυνών.

● Στις 23/11 ανοίγουν οι πόρτες της Εξεταστικής Επιτροπής. Οι εργασίες διαρκούν ουσιαστικά τρεις μήνες, με την πλειοψηφία να παραδίδει μαθήματα καθεστωτικής νοοτροπίας μετατοπίζοντας με κάθε τρόπο τη συζήτηση από τις ευθύνες του «επιτελικού κράτους» Μητσοτάκη στον παράγοντα αποκλειστικά του «ανθρώπινου λάθους». Κρίσιμοι μάρτυρες, π.χ. ο Φ. Τσαλίδης (διευθύνων CEO της ΤΡΑΙΝΟΣΕ την περίοδο 2016-2021) και ο Κ. Γενιδούνιας (πρώην πρόεδρος του σωματείου μηχανοδηγών), που προειδοποιούσαν τον αρμόδιο υπουργό για την κατάσταση στον σιδηρόδρομο, αποκλείστηκαν, όπως επίσης δεν κλήθηκαν ο πρώην CEO του ΟΣΕ Κ. Σπηλιόπουλος (που μετά τους λίγους μήνες της παραμονής του στον Οργανισμό παραιτήθηκε εκθέτοντας τους λόγους και με επιστολή του στον πρωθυπουργό), ειδικοί πραγματογνώμονες (π.χ. ο Κ. Λακαφώσης) ή ο γ.γ. του ΥΜΕ, αρμόδιος για την ασφάλεια των μεταφορών, Γ. Ξιφαράς. 

Στις 24/1/2024 η κατάθεση της Μαρίας Καρυστιανού καθηλώνει τη Βουλή και το πανελλήνιο. Υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, πως ο τότε περιφερειάρχης Θεσσαλίας Κ. Αγοραστός τής είχε εκμυστηρευτεί ότι υπήρξαν εντολές «άνωθεν» για το μπάζωμα της περιοχής του δυστυχήματος ενώ εκφράζει παράλληλα παρόμοια εκτίμηση για τον χειρισμό της υπόθεσης από τις ανακριτικές και εισαγγελικές αρχές της Λάρισας.

Ισχυρό αποτύπωμα, που ανατρέπει τις μεθοδεύσεις της κυβέρνησης, αφήνουν άλλωστε και οι καταθέσεις των ειδικών της «επιτροπής Γεραπετρίτη», με τον καθηγητή του ΔΠΘ Βασ. Προφυλλίδη και τον καθηγητή του ΑΠΘ Χρ. Πυργίδη να δηλώνουν εν πολλοίς πως εάν λειτουργούσαν το σύστημα τηλεδιοίκησης και τα συστήματα ασφαλείας (ETCS και GSMR) η σιδηροδρομική τραγωδία θα είχε αποφευχθεί. Ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ τότε, αρμόδιος Πολιτικής Προστασίας, Χρήστος Τριαντόπουλος, δεν εμφανίστηκε ποτέ στην Εξεταστική. Ο Κώστας Αγοραστός κλήθηκε εκ των υστέρων, στην εκπνοή των εργασιών (15/2) και αφού του είχε ασκηθεί ποινική δίωξη για την εμπλοκή του στην υπόθεση των Τεμπών, οπότε και ο ίδιος επικαλέστηκε το δικαίωμα του κατηγορουμένου στη σιωπή. Δύο ημέρες νωρίτερα, ο Κώστας Αχ. Καραμανλής αρνείται και πάλι κάθε ευθύνη, κάνοντας προκλητικά λόγο για «πολιτική εκμετάλλευση» και «εμπόριο πόνου» (13/2). Η αντίδρασή του στα ερωτήματα για το «μπάζωμα» στον τόπο της τραγωδίας ήταν ενδεικτική: «Ελεος! Τι θέλουν να βγάλουν, ότι με τα χέρια μου τσιμέντωσα τον χώρο;».

Κλείσιμο άρον άρον
● Στις 20/2/2024 η κυβέρνηση ολοκληρώνει την εξοργιστική διαδικασία κλείνοντας εσπευσμένα την Εξεταστική, χωρίς να συμπεριλάβει τις ουσιώδεις μαρτυρίες που ζητούσε η αντιπολίτευση και λίγο πριν διαβιβαστεί στην Επιτροπή -με επίμονο αίτημα από την πλευρά του εισηγητή του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. Β. Κόκκαλη- η δικογραφία από την Εισαγγελία Εφετών της Λάρισας.

● Στις 28 Μαρτίου του ’24 ο πρωθυπουργός προσέρχεται απολογούμενος στη Βουλή, λόγω της πρότασης δυσπιστίας που κατατέθηκε από την αντιπολίτευση με αφορμή τις αποκαλύψεις για τη «μονταζιέρα» του Μαξίμου, επιχειρώντας να πείσει πως δεν υπάρχει καμία επιχείρηση συγκάλυψης γύρω από τα Τέμπη. Ο ίδιος κατηγορεί τους πολιτικούς του αντιπάλους για συμπόρευση με ισχυρά συμφέροντα και σκοτεινά κέντρα που επιδιώκουν να ρίξουν την κυβέρνηση. «Ολο αυτό γίνεται στην υπηρεσία ενός και μόνο στόχου, να πέσει ο Μητσοτάκης!» δήλωνε από τότε, με την ίδια ένταση που εκφέρεται και σήμερα από τους κυβερνητικούς ο κίνδυνος της αποσταθεροποίησης της χώρας - παρότι οι ίδιοι έχουν πλέον «σκύψει το κεφάλι» στις 57 ψυχές των Τεμπών.

ΠΗΓΗ https://www.efsyn.gr/