10 Δεκεμβρίου 2024

Πέτη Πέρκα: «Η κυβέρνηση νομοθετεί στη ‘γραμμή’ της έκθεσης Πισσαρίδη για την τροποποίηση των νομικών ορίων που προσδιορίζουν το ύψος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων» (video)

 
Τοποθέτηση στην τέταρτη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Παραγωγής & Εμπορίου της Βουλής για το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Ανάπτυξης σχετικά με την υποβολή εκθέσεων βιωσιμότητας από τις εταιρίες, τις προσαρμογές των κριτηρίων μεγέθους για τις πολύ μικρές, τις μικρές, τις μεσαίες και τις μεγάλες επιχειρήσεις ή ομίλους και το καθεστώς των εμβληματικών επενδύσεων

Η Βουλεύτρια Φλώρινας και Γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας (Κ.Ο.) της Νέας Αριστεράς σχολίασε την ομιλία του Υπουργού Ανάπτυξης, ξεκινώντας από όσα είπε ο κ. Θεοδωρικάκος για το σχέδιο της κυβέρνησης σε ό,τι αφορά την παραγωγική ανασυγκρότηση και το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας, όπως παρουσιάζονται και στο παρόν νομοσχέδιο. 

«Αυτό ακριβώς το παραγωγικό μοντέλο είναι που δημιούργησε τα προηγούμενα χρόνια μια δημοσιονομική αστάθεια. Τα χρήματα που είχε στη διάθεσή της η κυβέρνηση της ΝΔ ήταν τα περισσότερα που είχε ποτέ ελληνική κυβέρνηση. Δόθηκαν πολλά χρήματα στην πανδημία, ενώ έχουμε επίσης το Ταμείο Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας, 25 δισ. από το ΕΣΠΑ και 27 δισ. από το ΚΑΠ. Και από όλα αυτά προκύπτει μια ανάπτυξη της τάξης του 2.0 – 2.5%. Μάλιστα τίθεται και το ερώτημα, ποιος είναι ο πολλαπλασιαστής, αφού το αποτύπωμα που αφήνει στην οικονομία είναι ελάχιστο σε σχέση με τους διαθέσιμους πόρους. 

Παράλληλα, η χώρα μας έχει το μικρότερο ποσοστό επενδύσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση – 15%, σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι 20 – 25% - με δεύτερη χειρότερη την Πολωνία με 17.7%. Επιπλέον, έχουμε μείωση των Ξένων Άμεσων Επενδύσεων, με ποσοστό γύρω στο 2% του ΑΕΠ. Όλα αυτά μάλλον ‘αναιμικά’ μπορούν να χαρακτηριστούν, ενώ υπάρχει και το πρόβλημα με το ισοζύγιο πληρωμών και τις εξαγωγές. 

Δεν μπορεί λοιπόν η κυβέρνηση να επιχαίρει αφενός ότι οι επενδύσεις αυξάνονται, αφετέρου όμως, θα πρέπει να μας πει για ποιες επενδύσεις πρόκειται και αν αυτές έχουν ένα πραγματικό αποτύπωμα στην κοινωνία – πέρα από το real estate, τις κατασκευές, το γνωστό μοντέλο που πτώχευσε τη χώρα. Ο Υπουργός μίλησε για την αμυντική βιομηχανία, ξεχνώντας να αναφερθεί στα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα και την Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία, δεν στηρίζει δηλαδή την εγχώρια βιομηχανία. Ενώ δεν γνωρίζουμε τι είναι ακριβώς όλες οι υπόλοιπες επενδύσεις». 

Συνεχίζοντας με τις Εμβληματικές Επενδύσεις και ειδικότερα τις εξορύξεις, υπογράμμισε ότι ο Υπουργός μίλησε για μεταποίηση, όταν όμως πουλάς χύδην τα προϊόντα σου και δεν τα μεταποιείς, δεν υπάρχει αποτύπωμα στην ελληνική οικονομία. «Το ελληνικό Σύνταγμα προστατεύει το υπέδαφος της χώρας με το να διασφαλίζει ότι οποιαδήποτε εξορυκτική δραστηριότητα οφείλει να συνοδεύεται από την διαδικασία επεξεργασίας. Γι’ αυτό και ο συγκεκριμένος πόλος ανήκει στο κράτος, ώστε η χώρα να μην είναι ένας εξαγωγέας ακατέργαστων πρώτων υλών, αλλά επεξεργασμένων προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας. Στις Σκουριές όμως, η προηγούμενη κυβέρνηση της ΝΔ απάλλαξε την εταιρία Ελληνικός Χρυσός από την υποχρέωση αυτή για μεταποίηση. Αυτά είναι σκανδαλώδη και καταστροφικά για μια οικονομία». 

Αλλά και για τις Εμβληματικές Επενδύσεις που σχετίζονται με τη ναυπηγική βιομηχανία, τόνισε ότι το ελληνικό κράτος έχει ήδη κάνει ό,τι περνάει απ’ το χέρι του για την εξαγορά των τριών ναυπηγείων της χώρας. «Δεν προκύπτει από πουθενά η ανάγκη να επιδοτήσουμε τις επιχειρήσεις αυτές με αδιαφανή κριτήρια και χωρίς υποχρεώσεις για τις ίδιες με το καθεστώς των Εμβληματικών Επενδύσεων, οι οποίες δεν έχουν αντικειμενικά κριτήρια, ούτε περιφερειακά, ούτε κλαδικά. Είναι στην απόλυτη ευχέρεια της πολιτικής ηγεσίας να κάνει ένα ρουσφέτι στον τάδε επενδυτή – γι’ αυτό πάει έτσι η οικονομία». 

Σε σχέση με τις αναφορές του κ. Θεοδωρικάκου στην Έκθεση Ντράγκι, η Π. Πέρκα τόνισε ότι μπορεί η εν λόγω Έκθεση να λέει πολλά με τα οποία η Νέα Αριστερά διαφωνεί κάθετα, λέει όμως και ότι το κράτος πρέπει να επανέλθει. «Εδώ αποσύρεται το κράτος από παντού», σημείωσε. «Βεβαίως, η Έκθεση χρησιμοποιεί το κράτος ως απομειωτή του ρίσκου του εκάστοτε ιδιώτη επενδυτή, για να αυξήσει ο δεύτερος τα κέρδη».

Διαβάζοντας ξανά σχετικό απόσπασμα της Έκθεσης Πισσαρίδη, σύμφωνα με την οποία «το υψηλό μερίδιο απασχόλησης σε ατομικές και μικρές επιχειρήσεις σχετίζεται με τη χαμηλή παραγωγικότητα της εργασίας», επανέλαβε ότι η κυβέρνηση χρησιμοποιεί τις κατευθύνσεις της Έκθεσης ως πυξίδα, έτσι ώστε, μέσα από νομοθετικές παρεμβάσεις, να αναδιαρθρώσει τη δομή του ιδιωτικού τομέα της χώρας. 

«Είμαστε με την ιδιωτικό τομέα, είπε ο κ. Υπουργός. Τον προκάλεσα να μου απαντήσει με ποιον ιδιωτικό τομέα, με ποια κριτήρια, ποιους περιορισμούς. Δεν υπάρχει άλλη χώρα, όπου μια εταιρία έρχεται να επενδύσει και δεν υπόκειται σε κάποιες υποχρεώσεις, κάποια αντισταθμιστικά. Μιλώ και ως Βουλευτής Φλώρινας, στην περιοχή μου ξηλώνουν, ράβουν, κόβουν, δεν αποκαθιστούν το περιβάλλον και αφήνουν την τοπική κοινωνία απέξω. Για παράδειγμα, αφήνουν τους μεταφορείς χωρίς δουλειά, διότι συμφέρει τον ιδιώτη να μεταφέρεται με τα φορτηγά της Βόρειας Μακεδονίας. 

Δεν έχω πάρει επίσης απάντηση ποια ανάγκη εξυπηρετεί η τροποποίηση των νομικών ορίων που προσδιορίζουν το ύψος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. Η κυβέρνηση έχει στη διάθεσή της πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης που δεν χρησιμοποιεί προς όφελος του δημόσιου συμφέροντος και της κοινωνικής πλειοψηφίας. 

Αυτή η οπτική της εύνοιας της κυβέρνησης υπέρ των μεγάλων επιχειρήσεων μοιράζει την πίτα υπέρ συγκεκριμένων μερίδων του ιδιωτικού κεφαλαίου της χώρας. Το βλέπουμε σε κάθε νομοσχέδιο, είναι πια καταγεγραμμένο, είναι και στον προϋπολογισμό του 2025. Αλλά και στο παρόν σχέδιο νόμου, μαζί με τις αλλαγές για τις υποχρεώσεις διαφάνειας των εταιριών, ο Υπουργός επέλεξε να φέρει αυτή την αμφιλεγόμενη τροποποίηση των νομικών ορίων του ύψους των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Ενώ είναι γνωστό ότι οι νομικοί ορισμοί της ΕΕ δεν αντιστοιχούν στην ελληνική πραγματικότητα. Μια μικρή επιχείρηση στη Γερμανία είναι μια μεγάλη επιχείρηση σε μια ελληνική επαρχιακή πόλη. 

Μας είπε ο κ. Κορκίδης ότι πλέον το ποσοστό των επιχειρήσεων που λογίζονται ως μικρομεσαίες θα γίνει 99,9%. Και όταν όλες οι επιχειρήσεις θεωρούνται μικρομεσαίες, εκεί πια δεν έχεις κανένα εργαλείο δημόσιας πολιτικής που να μπορεί να στοχεύσει και να σχεδιάσει σ’ αυτούς τους οικονομικά δρώντες».