Οι προσπάθειες Μητσοτάκη να κατευνάσει τους «αντάρτες». Tο μέτωπο με τους πρώην πρωθυπουργούς και η επίθεση στα κόμματα δεξιότερα της Ν.Δ.
Του Πάνου Σώκου
Στο κενό έχει πέσει η προσπάθεια του Κυριάκου Μητσοτάκη να κατευνάσει τους «γαλάζιους» βουλευτές που ασκούν με κοινοβουλευτικές τους παρεμβάσεις κριτική στην κυβερνητική πολιτική, αφού οι ερωτήσεις τους προς υπουργούς όχι μόνο συνεχίζονται αλλά είναι και πιο έντονες, με κοινή συνισταμένη τη βελτίωση της ασκούμενης κυβερνητικής πολιτικής προς όφελος της κοινωνίας.
Την ίδια στιγμή το Μέγαρο Μαξίμου ανοίγει ακόμα δύο μέτωπα, καθώς θεωρεί ότι αποτελούν απειλή για την κυβέρνηση και την κυριαρχία του πρωθυπουργού: Το ένα είναι εναντίον των δύο πρώην πρωθυπουργών Αντώνη Σαμαρά και Κώστα Καραμανλή, λόγω των συχνών κοινών τους εμφανίσεων και της κριτικής που ασκούν για την κυβερνητική πολιτική κυρίως στα εθνικά θέματα, και το δεύτερο εναντίον των κομμάτων που κινούνται δεξιότερα της Ν.Δ., καθώς θεωρεί ότι αργά αλλά σταθερά με τη ρητορική τους προσελκύουν παραδοσιακούς ψηφοφόρους της Ν.Δ.
Σε κάθε περίπτωση, το μέτωπο με τους δύο πρώην πρωθυπουργούς είναι αυτή τη στιγμή το πιο σημαντικό, εν όψει και των εξελίξεων στα Ελληνοτουρκικά, θέμα για το οποίο κατ’ επανάληψη οι κ. Σαμαράς και Καραμανλής έχουν θέσει κόκκινες γραμμές στους σχεδιασμούς των Μητσοτάκη και Γεραπετρίτη. Η κοινή γραμμή και οι συχνές κοινές εμφανίσεις ενοχλούν εμφανώς πλέον το Μέγαρο Μαξίμου και γι’ αυτό δεν μοιάζει να είναι τυχαίο το γεγονός ότι και οι δύο βρέθηκαν στο στόχαστρο απανωτών αρνητικών σχολίων τόσο μέσων ενημέρωσης φιλικών στο Μέγαρο Μαξίμου όσο και αναρτήσεων στο διαδίκτυο, τα οποία, όπως λένε βουλευτές της Ν.Δ., εμφανώς είναι κατευθυνόμενα από ενιαίο κέντρο και επιχειρούν να αποδομήσουν τους Σαμαρά και Καραμανλή με απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς. Η «επιχείρηση αποδόμησης» άρχισε μετά τη νέα κοινή εμφάνιση του Κώστα Καραμανλή και του Αντώνη Σαμαρά στην εκδήλωση απονομής των βραβείων για την επιχειρηματικότητα του ΕΕΑ στο Ίδρυμα Νιάρχος.
Όμως και ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης πρώτη φορά απάντησε έντονα στις επικρίσεις του Αντώνη Σαμαρά για τον ελληνοτουρκικό διάλογο, ιδίως μετά την ομιλία του στη Λευκωσία για «λύσεις που μαγειρεύονται» στο Αιγαίο και στην Κύπρο. Ο πρωθυπουργός, με δηλώσεις που έκανε από τις Βρυξέλλες, θύμισε ότι και επί της πρωθυπουργίας Σαμαρά γίνονταν διερευνητικές επαφές με την Τουρκία και αυτή η υπενθύμιση προφανώς έγινε για να τον εκθέσει για διγλωσσία, υποκρισία και λαϊκισμό. Τον διαχώρισε, πάντως, από «τους υπερπατριώτες δεξιά της Ν.Δ.», όπως τους χαρακτήρισε.
Η ασυνήθιστα υψηλών τόνων αντίδραση του πρωθυπουργού είναι ενδεικτική της νευρικότητας που προκαλούν στον ίδιο και στο κυβερνητικό επιτελείο οι πιέσεις από τα δεξιά της Ν.Δ. αλλά και από κομμάτι του ίδιου του κόμματος. «Υπάρχουν ακραίες φωνές στην Ελλάδα από κόμματα που βρίσκονται δεξιά της Ν.Δ. και κατηγορούν την κυβέρνηση ότι είμαστε μειοδότες (…) Η χώρα έχει πληρώσει πολύ ακριβά στο παρελθόν αυτές τις ακραίες φωνές» είπε χαρακτηριστικά.
Δεν είναι τυχαία αυτή η αντίδρασή του. Η κριτική που ασκείται στην κυβέρνηση από τα κόμματα που κινούνται πιο δεξιά της Ν.Δ., κριτική που επικεντρώνεται στα εθνικά θέματα και στο Μεταναστευτικό, είναι πλέον ένας διαρκής πονοκέφαλος για το Μέγαρο Μαξίμου, γιατί τα κόμματα αυτά κερδίζουν συνεχώς έδαφος εις βάρος της Ν.Δ. Τα πυρά της κυβέρνησης με απανωτές δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου Π. Μαρινάκη, του εκπροσώπου της Ν.Δ. Ν. Ρωμανού και του βουλευτή Θ. Πλεύρη είχαν αυτή τη φορά στόχο την ευρωβουλευτή και πρόεδρο της Φωνής Λογικής Αφροδίτη Λατινοπούλου. Όμως και ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης επιτέθηκε στα κόμματα που κινούνται δεξιά της Ν.Δ., λέγοντας ότι οι «υπερπατριώτες σε μια πραγματική κρίση, θα ήταν οι πρώτοι που θα έβαζαν την ουρά στα σκέλια».
Στο Μέγαρο Μαξίμου ανησυχούν και για το ενδεχόμενο η ήδη καταγεγραμμένη διαφοροποίηση αρκετών βουλευτών από κυβερνητικές επιλογές να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο στο επόμενο διάστημα λόγω των θέσεων των δύο πρώην πρωθυπουργών, αφού και ο Κων. Καραμανλής, στην τελευταία κοινή τους εμφάνιση στο Πολεμικό Μουσείο, είχε θέσει τα όρια εντός των οποίων είναι αποδεκτό να κινηθεί η κυβέρνηση στη διαχείριση των εθνικών θεμάτων.
Το μέτωπο με τους διαφωνούντες όχι μόνο καλά κρατεί, αλλά διευρύνεται συνεχώς. Το τελευταίο δεκαήμερο ο πρωθυπουργός, επιχειρώντας ένα άνοιγμα στους βουλευτές που κάνουν ερωτήσεις σε υπουργούς, κάλεσε διαδοχικά και σε διαφορετικές ημέρες στο Μέγαρο Μαξίμου τους Μάξιμο Χαρακόπουλο και Ευριπίδη Στυλιανίδη, που είχαν υπογράψει την ερώτηση για τα «κόκκινα» δάνεια και για τους δανειολήπτες.
Παρεμβάσεις
Παρότι το κλίμα μεταξύ τους ήταν πολύ καλό και υπήρξαν διαβεβαιώσεις ότι οι κοινοβουλευτικές παρεμβάσεις δεν συνιστούν υπονόμευση της κυβέρνησης αλλά συμβολή στη συλλογική προσπάθεια για ευρύτερη αποδοχή της κυβερνητικής πολιτικής, οι δύο βουλευτές τις επόμενες ημέρες έκαναν ξανά αισθητή την παρουσία τους, ενώ και άλλοι βουλευτές πύκνωσαν τις παρεμβάσεις. Ο κ. Χαρακόπουλος με ερώτηση προς τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θεόδωρο Σκυλακάκη ζήτησε βελτιώσεις στη νομοθεσία, για την ισορροπία ανάμεσα στη γη που χρησιμοποιείται για αγροτική παραγωγή και σε αυτή που διατίθεται για την εγκατάσταση ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας). Ο κ. Στυλιανίδης με άρθρο του στα «Νέα Σαββατοκύριακο», μεταξύ άλλων, έγραφε ότι «δεν γίνεται να μας κουνάνε το δάχτυλο υπερφίαλα πρόσωπα που δεν συμμετείχαν σε κανέναν ιστορικό αγώνα και δεν ταυτίστηκαν με καμία ιστορική απόφαση από τις μεγάλες που πήρε η Νέα Δημοκρατία, αντίθετα σε μερικές περιπτώσεις στάθηκαν απέναντι και πολέμησαν τη Νέα Δημοκρατία». Επίσης, την περασμένη εβδομάδα ακόμα ένας βουλευτής που είχε υπογράψει την ερώτηση για τα «κόκκινα» δάνεια, ο Γιώργος Βλάχος, επανήλθε με νέα επίκαιρη ερώτησή του, την οποία επιχείρησε να απαντήσει ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών. Η απάντηση δεν ικανοποίησε τον κ. Βλάχο, που είχε έντονη και αιχμηρή αντιπαράθεση με τον Κ. Χατζηδάκη.
Το μεγάλο «μπαμ» όμως έγινε με τον Νικήτα Κακλαμάνη, που με την ερώτησή του προς τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θεόδωρο Σκυλακάκη γκρέμισε την πολιτική της κυβέρνησης για το χρηματιστήριο ενέργειας και τους λογαριασμούς ρεύματος. Ο «γαλάζιος» βουλευτής άσκησε σκληρή κριτική στην κυβέρνηση και άφησε βαρύτατες αιχμές για τους χειρισμούς που οδήγησαν, όπως ανέφερε, σήμερα τα νοικοκυριά να επιβαρύνονται με υψηλές τιμές στο ρεύμα.
Σε πολιτικό αδιέξοδο ο πρωθυπουργός
Μπροστά σε αυτή την κατάσταση είναι γεγονός ότι το Μέγαρο Μαξίμου είναι σε αδιέξοδο, ενώ πειθαρχικές κινήσεις δεν υιοθετούνται, καθώς ακόμα μία διαγραφή, έπειτα από εκείνη του Μάριου Σαλμά, θα προκαλέσει μεγαλύτερα προβλήματα.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις κομματικών και κυβερνητικών στελεχών, το πιθανότερο είναι ο πρωθυπουργός να αφήσει την κατάσταση ως έχει, καθώς μέχρι να καταθέσει την πρότασή του για το ποιος θα είναι ο νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν θέλει να ταράξει περισσότερο το κλίμα στην Κοινοβουλευτική Ομάδα, κυρίως μετά τα μηνύματα που έχει πάρει ότι περίπου 30 βουλευτές δεν προτίθενται να συμφωνήσουν σε μια υποψηφιότητα που δεν θα έχει σαφή «γαλάζια» παραταξιακά χαρακτηριστικά.
Δημοσιεύεται στην «κυριακάτικη δημοκρατία»