20 Ιουνίου 2024

Αν καταγράφηκαν 45, πόσες επαναπροωθήσεις έγιναν πραγματικά;

 

Την... κορυφή του παγόβουνου της αυθαιρεσίας στα χερσαία και θαλάσσια σύνορα της χώρας αποτελούν τα στοιχεία που κατέγραψε ο Μηχανισμός Καταγραφής Περιστατικών Ατυπων Αναγκαστικών Επιστροφών, έχοντας συγκεντρώσει μαρτυρίες από 37 άτομα μέσα στο 2023. ● Ανάμεσα στα θύματα βρίσκονται Τούρκοι πρόσφυγες που επαναπροωθήθηκαν στην Τουρκία με άμεσο κίνδυνο για τη ζωή τους.


Kαταγγελίες για 45 επιχειρήσεις επαναπροώθησης τουλάχιστον 1.438 προσφύγων από τα χερσαία και θαλάσσια σύνορα κατέγραψε ο Μηχανισμός Καταγραφής Περιστατικών Ατυπων Αναγκαστικών Επιστροφών, συγκεντρώνοντας μαρτυρίες από 37 άτομα μέσα στο 2023 για επαναπροωθήσεις που συνέβησαν από τον Ιανουάριο του 2022 μέχρι τον περασμένο Δεκέμβριο.


Πρόκειται μόνο για την κορυφή του παγόβουνου, όπως υπογράμμισε χτες ο επόπτης του Μηχανισμού, Ηλίας Τσαμπαρδούκας, σε συνέντευξη Τύπου στην ΕΣΗΕΑ για την παρουσίαση της ετήσιας έκθεσης 2023, της δεύτερης που βγάζει ο Μηχανισμός, ο οποίος ιδρύθηκε με απόφαση της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου τον Σεπτέμβριο του 2021 και λειτουργεί με την υποστήριξη της Υπατης Αρμοστείας. Τόσο ο κ. Τσαμπαρδούκας όσο και η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής, Μαρία Γαβουνέλη, αναφέρθηκαν στα αυστηρά πρωτόκολλα καταγραφής των καταγγελιών μέσω συνεντεύξεων που πραγματοποιούν συνεργαζόμενες οργανώσεις, με τρόπο που επιτρέπει την πιθανή αξιοποίηση των καταγγελιών στο πλαίσιο πιθανόν μιας ποινικής διαδικασίας.

«Με βάση τα στοιχεία που έχει καταγράψει ο Μηχανισμός Καταγραφής το 2023, προκύπτει ότι οι Ατυπες Αναγκαστικές Επιστροφές συνεχίζουν να παρουσιάζουν συστηματικό και οργανωμένο χαρακτήρα που προκύπτει από την εμπλοκή ανθρώπινου δυναμικού που φέρει χαρακτηριστικά προσωπικού των σωμάτων ασφαλείας ή των ενόπλων δυνάμεων, όπως η Αστυνομία, το Λιμενικό, ο Στρατός και η FRONTEX, καθώς και η χρήση κτιριακών εγκαταστάσεων που πολλές φορές φέρουν εμφανή διακριτικά και χαρακτηριστικά, όπως για παράδειγμα Αστυνομικά Τμήματα και Τμήματα Συνοριακής Φύλαξης, βαριά οχήματα, πλωτά σκάφη και άλλα υλικοτεχνικά μέσα», καταλήγει η έκθεση.


Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, ανάμεσα στα θύματα των επαναπροωθήσεων βρίσκονταν 190 παιδιά και 41 ευάλωτα άτομα, ενώ η πλειονότητα προερχόταν από χώρες με υψηλά ποσοστά αναγνώρισης προσφύγων (Αφγανιστάν, Συρία, Τουρκία, Ιράκ, Ιράν, Παλαιστίνη, Σιέρα Λεόνε, Λ.Δ. Κονγκό). Ωστόσο, στη συντριπτική πλειονότητα οι ελληνικές αρχές δεν έδωσαν στα θύματα την ευκαιρία να ζητήσουν άσυλο, αλλά προχώρησαν παρανόμως στην επαναπροώθησή τους, συχνά με τρόπο εξαιρετικά βίαιο και ποινικά κολάσιμο.

Ανάμεσα στα θύματα βρίσκονται έξι Τούρκοι που καταγγέλλεται ότι επαναπροωθήθηκαν στην Τουρκία, δηλαδή τη χώρα προέλευσης από την οποία προσπαθούσαν να ξεφύγουν εξαιτίας του κινδύνου πολιτικής δίωξης, γεγονός που συνιστά «άμεση παραβίαση της αρχής της μη-επαναπροώθησης, που είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της προσφυγικής προστασίας», όπως σημειώνει η έκθεση.

Ο Μηχανισμός καταγράφει επίσης την καταγγελία επαναπροώθησης ενός πρόσφυγα από τη Λ.Δ. Κονγκό που είχε καταγραφεί το αίτημά του για άσυλο και περίμενε την απόφαση, όπως και δύο Σύρων που είχαν ήδη αναγνωριστεί πρόσφυγες. Καταγράφεται επίσης για πρώτη φορά η επαναπροώθηση ατόμου του οποίου το αίτημα για άσυλο είχε απορριφθεί.

Στις περισσότερες περιπτώσεις τα θύματα εντοπίζονται πολύ κοντά σε συνοριακή περιοχή, είτε στον Εβρο είτε στα νησιά, δεν λείπουν όμως περιπτώσεις επαναπροώθησης ατόμων που εντοπίστηκαν στην ενδοχώρα, μακριά από τα σύνορα.


Η ποιοτική ανάλυση των στοιχείων δείχνει διαφοροποιήσεις ως προς τον τρόπο της επαναπροώθησης και ως προς τα χαρακτηριστικά των θυτών. Σε περιπτώσεις που εντοπίζονται οι πρόσφυγες πολύ κοντά στη συνοριακή γραμμή του Εβρου ή στα νησιά και στη θάλασσα, οι πρόσφυγες επαναπροωθούνται σχεδόν απευθείας, χωρίς να μεσολαβήσει η κράτησή τους.

Στις επαναπροωθήσεις από τον Εβρο, σε έντεκα περιστατικά αναφέρονται ως δράστες μόνο άτομα με πολιτικά, ενώ σε έξι οι δράστες είναι και ένστολοι και άτομα με πολιτικά. Στα περιστατικά όπου γίνεται λόγος για άτομα με πολιτικά, αναφέρεται ότι πιθανόν ενεργούσαν σε συντονισμό με τις αρχές. Η έκθεση κάνει λόγο ενδεχομένως για πολίτες «οι οποίοι συμμετείχαν στα περιστατικά υπό τον έλεγχο ή τις εντολές (ή ορισμένες φορές επιτήρηση ή καθοδήγηση) άλλων ατόμων που ασκούσαν νόμιμη εξουσία. Στο στοιχείο αυτό προστίθεται το στοιχείο κάποιων μαρτυριών ότι κατά το στάδιο της φυσικής απομάκρυνσης των περιστατικών του Εβρου φέρονται να συμμετείχαν ως δράστες πολίτες τρίτων χωρών που μιλούσαν κάποιες από τις γλώσσες των θυμάτων», τουρκικά και φαρσί.

Για δέκα από τα καταγγελλόμενα περιστατικά, τα θύματα έχουν προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, καταγγέλλοντας ότι είχαν ενημερώσει μέσω των συνηγόρων τους τις εισαγγελικές αρχές και την αστυνομία για την παρουσία τους στην Ελλάδα, την ανάγκη να διασωθούν και την επιθυμία τους να ζητήσουν άσυλο, ενώ αναφέρθηκε επαναπροώθηση πρόσφυγα για τον οποίο είχε βγάλει προσωρινή διαταγή το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο προς τις ελληνικές αρχές να διασφαλίσουν την παραμονή του στην Ελλάδα.

ΠΗΓΗ ΕΦΣΥΝ