Οι μηδενικές κρατήσεις στο μέτωπο του τουρισμού αλλά και η συνολική επιδημιολογική εικόνα που παρουσιάζει η χώρα βάζουν σε έντονο προβληματισμό τον κλάδο ένα περίπου μήνα πριν την επίσημη έναρξη της σεζόν.
Μάλιστα, όπως αναφέρεται από έμπειρα στελέχη της αγοράς, στα στοιχεία που πρέπει να προσμετρηθούν και αφορούν το δύσκολο αγώνα επιβίωσης, που θα δώσουν οι επιχειρήσεις μπαίνει και μια άλλη παράμετρος.
Φέτος αναμένεται να ανοίξουν περισσότερα ξενοδοχεία και άρα η «πίτα» θα μοιραστεί σε περισσότερες μονάδες. Αυτό τι θα σημάνει; Τη μείωση της οικονομικής αποδοτικότητας και του εσόδου ανά δωμάτιο κάτι που αναμένεται να επιβαρύνει τα ήδη επιβαρυμένα οικονομικά των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων.
Η περυσινή εικόνα
Υπενθυμίζεται ότι με βάση την έρευνα που έκανε, τον περασμένο Οκτώβριο, το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο της Ελλάδος και το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ), για την επαναλειτουργία των ξενοδοχείων μετά το lockdown το 2020, 2.328 ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας (το 59% του συνόλου) επαναλειτούργησαν μετά το lockdown, ενώ 3.699 ξενοδοχεία εποχικής λειτουργίας (το 61% του συνόλου), άνοιξαν μετά το πέρας του lockdown πέρυσι το καλοκαίρι.
Κατά την έρευνα του ΙΤΕΠ διαπιστώνεται ότι, η μέση ποσοστιαία πληρότητα με αναγωγή στο σύνολο του ξενοδοχειακού δυναμικού της χώρας για τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο, ανήλθε σε ποσοστό 23,1%, η δε Μέση Τιμή για την ίδια περίοδο άγγιξε τα 86 ευρώ.
Η τιμή αυτή ήταν ελάχιστα υψηλότερη από την τιμή του δωματίου σε ξενοδοχείο 3 αστέρων τον Αύγουστο 2019, όπως προέκυψε από την ετήσια έρευνα για την ξενοδοχειακή αγορά, με τίτλο: «Εξελίξεις στα Βασικά Μεγέθη της Ελληνικής Ξενοδοχίας 2019», που διενήργησε το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων, για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου της Ελλάδας. Αντιστοίχως η μέση πληρότητα του Αυγούστου 2019, ήταν 86%-87%.
Τούτων δοθέντων εύκολα κατανοεί κανείς το μέγεθος της φετινής δυσκολίας αλλά και της ανάγκης «προσγείωσης» στην πραγματικότητα πέρα από φιλόδοξες αναφορές ή επικοινωνιακούς εντυπωσιασμούς με τις «πρώτες» ελεύσεις τουριστών, που μεταξύ άλλων είναι για λογής –λογής reality shows (ευπρόσδεκτα βέβαια μια και ειδικά για τα ξενοδοχεία που τα φιλοξενούν είναι πολύ χρήσιμο οξυγόνο).
Οι στόχοι και ο «σκληρός» ρεαλισμός
Ο στόχος, πάντως, όπως έχει εκφραστεί από κυβερνητικά χείλη, τόσο τον κ. Χάρη Θεοχάρη, υπουργό Τουρισμού όσο και από τον πιο ρεαλιστή Χρήστο Σταϊκούρα, υπουργό Οικονομικών, είναι το φετινό καλοκαίρι να επισκεφτούν τη χώρα 50% περισσότεροι τουρίστες σε σχέση με πέρυσι, ώστε να κλείσει όσο το δυνατόν η τρύπα που καταγράφηκε στα έσοδα από την απώλεια μεγάλου μέρους των τουριστικών εισπράξεων του 2019.
Βέβαια πολλοί παράγοντες του τουρισμού δεν συμμερίζονται το σενάριο αυτό και παραπέμπουν σε πιο απαισιόδοξες εκτιμήσεις. Ενδεικτικές οι αναφορές σε χτεσινή διαδικτυακή συζήτηση του FedHATΤΑ όπου σημειώθηκε ότι αισιόδοξο είναι ακόμη και το σενάριο της επανάληψης των ποσοστών της περυσινής σεζόν (ήταν στο 25% περίπου του 2019 με 4,2 δισ. έσοδα).
Να σημειωθεί ότι προχτές ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ Γιάννης Ρέτσος, στην ομιλία του στη Γενική Συνέλευση των Μετόχων της Τράπεζας της Ελλάδος έθεσε και το τρίπτυχο της επανεκκίνησης στους άξονες τονίζοντας την ανάγκη για «ξεκάθαρους κανόνες εισόδου εξόδου στη χώρα και σαφή πρωτόκολλα, ρεαλισμό στις προσδοκίες και κινητικότητα με πρωτοβουλίες.
Σήμερα, έναν χρόνο μετά, στην κρισιμότερη, διεθνώς, στιγμή της αναπάντεχης αυτής κατάστασης, η χώρα μας ετοιμάζεται να επανεκκινήσει την οικονομία της. Είναι βέβαιο, ότι ο ελληνικός τουρισμός, θα ηγηθεί αυτής της νέας αρχής. Όπως την προηγούμενη χρονιά, έτσι και φέτος, απαιτείται ένα συντεταγμένο, στρατηγικό σχέδιο σταδιακού ανοίγματος της αγοράς» σημείωσε ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ και ζήτησε σχέδιο αυστηρών υγειονομικών κανόνων, με την παράλληλη αξιοποίηση των σύγχρονων εργαλείων εξακολουθητικής επιτήρησης της επιδημιολογικής εξέλιξης σε όλη τη χώρα. Παράλληλα τόνισε ότι οι όποιες προβλέψεις θα πρέπει να είναι ρεαλιστικές, να στηρίζονται σε στοιχεία και να προσαρμόζονται ανάλογα με τις εξελίξεις.
«Παρακολουθώντας το πώς κινείται και αποφασίζει η Ευρώπη, διαπιστώνουμε πως όλα μπορεί να ανατραπούν ανά πάσα στιγμή. Και αυτό προκύπτει τόσο από τα μηνύματα που λαμβάνουμε από τη Γερμανία, πρόσφατα τη Γαλλία, όσο και από το Ηνωμένο Βασίλειο.
Ρεαλισμός λοιπόν και παράλληλα πρωτοβουλίες και κινητικότητα, τρία στοιχεία τα οποία ούτως ή άλλως, διέπουν διαχρονικά τη φιλοσοφία του ΣΕΤΕ» υπογράμμισε.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Τράπεζα της Ελλάδας επισημαίνει ότι υπάρχουν δύο νέες παράμετροι στο μείζον για την εθνική οικονομία ζήτημα της επανεκκίνησης του κλάδου της φιλοξενίας. Ο ΤτΕ σημειώνει ότι οι χώρες που αποτελούν κύριες αγορές προέλευσης ταξιδιωτών για την Ελλάδα κατέγραψαν σημαντικές απώλειες εισοδήματος, που κυμαίνονται από 3,4% στις ΗΠΑ έως 10% στο Ηνωμένο Βασίλειο. Παράλληλα, σημειώνεται ότι η επιδημιολογική εικόνα παραμένει προβληματική σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία με σημαντικό αριθμό κρουσμάτων της νόσου. Το γεγονός αυτό μαζί με την προσπάθεια της κάθε χώρας να «κρατήσει» μέσα τους πολίτες της για λόγους τόσο υγειονομικούς όσο και οικονομικούς (στήριξη του εσωτερικού τουρισμού, που ειδικά σε χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία – βασικοί «πελάτες» της Ελλάδας είναι μεγάλο ποσοστό επί του συνόλου του εθνικού τουριστικού τζίρου) δημιουργεί συνθήκες για αποφυγής διασυνοριακών μετακινήσεων, ακόμη και χωρίς ταξιδιωτικούς περιορισμούς και καραντίνες.
Γιώργος Αλεξάκης
Πηγή: Reporter.gr