12 Οκτωβρίου 2020

«Ισλαμοφορίες» όπως λέμε … Σταυροφορίες γράφει ο Ελευθέριος Παπαϊωάννου Υποστράτηγος ε.α




 Ανέκαθεν στην ιστορία της ανθρωπότητας υπήρχαν μετακινήσεις πληθυσμών οι οποίες είχαν μια βάση και ένα κοινό γνώρισμα: Της αναγκαιότητας για επιβίωση ή καλύτερες συνθήκες ζωής.
Για πρώτη φορά, το 1095 εμφανίζεται οργανωμένα από τον Πάπα Ουρβανό τον Β΄, μια μετακίνηση πληθυσμών (Α΄ Σταυροφορία) η οποία εκμεταλλευόμενη   το θρησκευτικό φανατισμό και υποκινούμενη υπό τη Ρωμαϊκή εκκλησία, απέβλεπε στο  να  εκδιώξει τα ισλαμικά στοιχεία από τις περιοχές της Μέσης Ανατολής και των Άγιων Τόπων.


Στη διάρκεια όλων των Σταυροφοριών (1095 – 1492) οι εν λόγω μετακινήσεις είχα το γνώρισμα, όχι της αναγκαιότητας αλλά αυτής της σκοπιμότητας.
Εννιακόσια (900) χρόνια μετά και συγκεκριμένα από τη 10ετία του 80 εμφανίζεται μία συνεχώς αυξανόμενη αντίστροφη μετακίνησης πληθυσμών κυρίως με ριζοσπαστικά στοιχεία από τον ισλαμικό κόσμο της Ασίας και της Αφρικής προς την Ευρώπη.
Από το 2000 και εντεύθεν οι μετακινήσεις αυτών των πληθυσμών (υπό τη καθοδήγηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και της Τουρκίας),  μας δίδουν να καταλάβουμε ότι εκπληρώνεται  ένας  όρκος πίστης στο κοράνι. Ένας όρκος που αφυπνίζει τους φανατικούς (γιουαχαμπι) του Ισλάμ σε μια αντιστροφή των Σταυροφοριών, δηλαδή σε μία σειρά από παράλληλες εκστρατείες  τις επικαλούμενες «Ισλαμοφορίες».
Σκοπός αυτών των εκστρατειών είναι η διεξαγωγή ενός  «ιερού πολέμου», μιας εκδίκησης, μέσα από την αναγέννηση του Ισλαμικού Χαλιφάτου το οποίο  επιδιώκει να  αλλοτριώσει το χριστιανικό κόσμο της Ευρώπης.
Από το 2015 και εντεύθεν αρχίζουν να εμφανίζονται στον Ελλαδικό και όχι μόνο χώρο, κατά κύματα μετακινούμενοι πληθυσμοί με πρόσχημα τη δήθεν επιβίωση λόγω των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή.
Οι μετακινούμενοι αυτοί, άτομα ή ομάδες καθώς και οικογένειες που επιθυμούν (κατά δήλωση τους) επανένωση, κατά την ερμηνεία του Διεθνούς αλλά και του Εθνικού Δικαίου, ουδόλως εμπίπτουν στις διατάξεις ώστε να χαρακτηριστούν πρόσφυγες ή μετανάστες.
Σε αυτούς, ένα και μόνο χαρακτηρισμό μπορούμε να αποδώσουμε αυτόν, των «Λάθρα  μετακινουμένων ειδικής σκοπιμότητας».
Ως εδώ όλα κατανοητά, τίθεται όμως το ερώτημα, και τώρα τι κάνουμε; Ξυπνήσαμε ένα πρωί και τους βρήκαμε μέσα στο σπίτι μας. Κίνητρά τους η αναγκαιότητα ή η σκοπιμότητα ουδόλως  έχουν σημασία, σημασία έχει ότι είναι μέσα στο σπίτι μας και η κοινωνία μας καθώς και το πολιτικό μας σύστημα, φαίνεται να μη κατανοούν το πρόβλημα, τις ασύμμετρες απειλές και τις μελλοντικές συνέπειες.
Πρέπει να λύσουμε το πρόβλημα; Σαφώς και πρέπει να το λύσουμε. Είναι πρόβλημα ανθρωπιστικό, κοινωνικό, πολιτισμικό, οικονομικό και πρωτίστως Εθνικής Ασφάλειας, πρόκειται περί ανθρώπων και ανθρώπινα πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. 
Ερώτημα και πάλι. Ποια θα ήταν τα βήματα για να λύνουμε ένα τέτοιο πολύπλοκο  πρόβλημα; Προς τούτο θα καταθέσω κάποιες πάγιες τακτικές χωρών που σέβονται την ιστορία τους και τον πολιτισμό τους, τις οποίες και καταθέτω:
Κατά πρώτον, θέτουμε σε πλήρη απομόνωση και έλεγχο (μακράν αστικών περιοχών) όλα τα στοιχεία που συνθέτουν το πρόβλημα (λάθρα εισερχόμενους, ΜΚΟ,  ΜΜΕ, αχαρτογράφητους αλληλέγγυους κλπ  καθόσον δεν γνωρίζουμε το ποιόν και τις προθέσεις τους).
Κατά δεύτερον, η χώρα που τους φιλοξενεί από τη πρώτη στιγμή δίδει το στίγμα σε όλους τους τόνους ότι, από εδώ και πέρα ακολουθείτε τους δικούς μου κανόνες και όχι τα δικά σας θέλω.
Κατά τρίτον, τη διαχείριση του προβλήματος  την αναλαμβάνουν οι ειδικοί και όχι οι πολιτικοί (βλέπουμε στη διαχείριση του covid-19). Τούτο έχει σαν αποτέλεσμα αφενός να μην αυτοσχεδιάζουν (οι πολιτικοί) και αφετέρου να διαφυλάττετε  το πολιτικό κύρος της χώρας.
Κατά τέταρτον, διαφυλάττουμε σθεναρά, τη κοινωνική συνοχή και το φρόνημά του λαού μας.
Και τέλος, εφαρμόζουμε τα Διεθνώς αποδεκτά αλλά και τα Εθνικά Πρωτόκολλα Ασφάλειας.
Το τελευταία από μόνα τους, μας δίνουν και τη λύση του προβλήματος.


Ελευθέριος Παπαϊωάννου
Υποστράτηγος ε.α
Σύμβουλος Ασφάλειας και Διαχείρισης Κρίσεων.