Ιωάννη Παπανικολάου
Επιτίμου Αντιπροέδρου Αρείου Πάγου
«Μη προσδέχου το φαύλον»
Πιττακός Μυτιληναίος
Η καινοφανής διάταξη του άρθρου 56 του ν.4170/2013 ορίζει: «Στο άρθρο 37 του ν.3086/2002 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής: Οι διατάξεις των δύο τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 3094/2003 εφαρμόζονται και για τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους κατά την εκτέλεση των πάσης φύσεως καθηκόντων τους». Εξάλλου, τα δύο τελευταία εδάφια της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 3094/2003, στα οποία παραπέμπει ο ν. 4170, ορίζουν τα εξής: «Ο Συνήγορος του Πολίτη και οι βοηθοί συνήγοροι δεν ευθύνονται, δεν διώκονται και δεν εξετάζονται για γνώμη που διατύπωσαν ή πράξη που διενήργησαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Δίωξη επιτρέπεται κατόπιν εγκλήσεως για συκοφαντική δυσφήμιση, εξύβριση ή παραβίαση του απορρήτου».
Ο συνδυασμός των εν λόγω διατάξεων σαφώς παραπέμπει σε μια ακόμη σκανδαλώδη νομοθετική ρύθμιση, προνομιακή υπέρ ορισμένων. Πρόκειται για νομοθετικό επινόημα, που επιβραβεύει τη φαυλότητα και τα ανομήματα και υπηρετεί σκοτεινές ιδιοτέλειες σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος. Και τούτο γιατί από τις άνω διατάξεις προκύπτει, ότι οι δύο λειτουργίες, νομοθετική και εκτελεστική, με μηχάνευμα, καταλυτικό συνταγματικών διατάξεων, μεταμόρφωσαν τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους από ακραιφνείς δημοσίους υπαλλήλους, κατά την έννοια του άρθρου 13 περ. α’ Π.Κ., σε προνομιακώς προστατευόμενα μέλη ανεξάρτητης αρχής και ειδικότερα σε Συνήγορο του Πολίτη και βοηθούς του. Έτσι θεσπίζεται με νόμο το ποινικά ανεύθυνο και ακαταδίωκτο των μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους για όλα τα εγκλήματα, πλημμελήματα ή κακουργήματα, που διαπράττουν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, κυρίως των σχετικών με την υπηρεσία των άρθρων 235 επ. Π.Κ. Με μόνη επουσιώδη εξαίρεση το επιτρεπτό της δίωξης, κατόπιν εγκλήσεως, για τα πλημμελήματα της εξύβρισης, δυσφήμισης ή παραβίασης του απορρήτου. (Αν και το τελευταίο έγκλημα του άρθρου 252 Π.Κ. διώκεται αυτεπάγγελτα).
Το μέγεθος των τεράστιων δεινών που συσσωρεύει στη Δημοκρατία και τους θεσμούς η εν λόγω αντισυνταγματική ποινική ασυλία, προάγουσα την ανομία, την ασυδοσία και την παραλυτική ατιμωρησία, καταδεικνύεται εναργέστερα από την επισήμανση, ότι αφορά και την ευθύνη για τα εγκλήματα της παθητικής δωροδοκίας, ψευδούς βεβαίωσης, νόθευσης, απιστίας στην υπηρεσία, υπεξαίρεσης δημοσίου χρήματος (άρθρα 235, 242,256,258 Π.Κ.) κ.λ.π., πλημμεληματικού ή κακουργηματικού χαρακτήρα.
Πιστεύω ακράδαντα ότι τη χαριστική ποινική αυτή ασυλία προς το ΝΣΚ σκοπεύει να εκμεταλλευτεί η κυβέρνηση, εν είδει ανταλλάγματος, προκειμένου να επιτύχει υπηρεσιακές ενέργειες των μελών του και χάριν εξυπηρέτησης των μνημονίων και ικανοποίησης των επιταγών της Τρόϊκας.
Αλλά το βάπτισμα αυτό στη κολυμβήθρα μιας πολλαπλώς απαράδεκτης ποινικής ατιμωρησίας έχει την αχίλλειο πτέρνα του, πληττόμενο εύστοχα και καίρια για αντισυνταγματικότητα πρωτίστως από το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, κατά το οποίο οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.
Πράγματι, εν προκειμένω, ο νομοθέτης από την ευρύτερη κατηγορία των υπαλλήλων των άρθρων 13α και 263Α του Π.Κ., στην οποία υπάγονται και οι δικαστικοί λειτουργοί, ξεχωρίζει μόνο τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, στα οποία απονέμει χαριστικά το προνόμιο μιας απίστευτης ποινικής ασυλίας, δίκην ρουσφετιού προς συντεχνία, χωρίς η ευμενής διάκριση αυτή να δικαιολογείται από λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος στα πλαίσια μιας ευνομούμενης δημοκρατικής πολιτείας και ενός σύγχρονου Κράτους Δικαίου. Μάλιστα, εξαιτίας της ποινικής αυτής ασυλίας κινδυνεύει να περιπέσει ο θεσμός αυτός, κατά περίπτωση, σε Νομικό Συμβούλιο κατά του Κράτους, μέσω ποινικά ακαταδίωκτων δωροδοκιών, απιστιών κ.λ.π.
Προς αποκατάσταση της βαριά διαταραχθείσης ισότητας ως προς την ποινική μεταχείριση μεταξύ των υπαλλήλων των άρθρων 13α και 263Α Π.Κ. και αφού το άνω προνόμιο ποινικής ασυλίας ή ατιμωρησίας, λόγω της φύσης του και των εννόμων αποτελεσμάτων του, είναι νομικά αδύνατο να γενικευθεί, πρέπει τα δικαστήρια να μην εφαρμόζουν τη διάταξη του άρθρου 56 του ν. 4170/2013, γιατί είναι αντίθετη προς το Σύνταγμα (άρθρα 4 παρ. 1 και 93 παρ. 4 το Συντάγματος).
Περαιτέρω, η δημοσίευση του ν. 4170 τον Ιούλιο 2013 συμπίπτει χρονικά με την εκκρεμότητα έκδοσης βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών στην υπόθεση του Βατοπεδίου, με κατηγορούμενους και μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Σαφώς, λοιπόν, το άρθρο 56 του ν. 4170 επί πλέον «φωτογραφίζει» και τα πρόσωπα των κατηγορουμένων μελών του ΝΣΚ, παρέχοντάς τους άφεση της ποινικής ευθύνης, δηλαδή κατ’ουσίαν τους αμνηστεύει για κοινά εγκλήματα. Επομένως, η διάταξη αυτή είναι αντισυνταγματική και εκ του λόγου ότι προσκρούει στο άρθρο 47 παρ. 3 και 4 του Συντάγματος, κατά το οποίο αμνηστία παρέχεται με νόμο για πολιτικά και ουδέποτε για κοινά εγκλήματα. (Ολομέλεια Αρείου Πάγου 12-13/2001).
Η ανωτέρω παρέμβαση της νομοθετικής λειτουργίας στη συγκεκριμένη εκκρεμούσα ποινική υπόθεση, υπέρ των κατηγορουμένων μελών του ΝΣΚ, με αναδρομική άρση της ποινικής τους ευθύνης για τα αποδιδόμενα σ’αυτούς εγκλήματα, παραβιάζει απροκάλυπτα ευθέως, μέσω καταπλήσσουσας μεθόδευσης, και τις θεμελιώδεις διατάξεις, σχετικές με τη διάκριση των εξουσιών, των άρθρων 26 παρ. 3 και 87 παρ. 1 του Συντάγματος, κατά τις οποίες η δικαστική λειτουργία ασκείται από τα δικαστήρια, τα οποία απονέμουν δικαιοσύνη, συγκροτούμενα από τακτικούς δικαστές, που απολαμβάνουν ανεξαρτησία.
Τον Οκτώβριο 2013, σύμφωνα με δημοσιεύματα, εκδόθηκε το υπ’αριθμ. 2000/2013 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, με το οποίο παραπέμπονται σε ποινική δίκη για την υπόθεση Βατοπεδίου 14 κατηγορούμενοι, μεταξύ των οποίων και μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με ρητή παραδοχή διάπραξης συγκεκριμένων εγκλημάτων και από πολιτικά πρόσωπα. Εντεύθεν, καθίσταται σαφές, ότι το άνω Συμβούλιο δεν εφάρμοσε ως αντισυνταγματική τη διάταξη του άρθρου 56 του ν. 4170 και αποστασιοποιήθηκε πλήρως από την επιπόλαιη και παρορμητική θεωρία «για παραπλανηθέντες υπουργούς».
Μέσα στην εφιαλτική κρίση μας, τον διεθνή διασυρμό μας και την ταπείνωση της πατρίδας μας, το άνω βούλευμα αχνοφέγγει την ελπίδα και απαλύνει το ζόφο της ψυχής μας. Γιατί καταδεικνύει ότι υπάρχουν δικαστές στο Εφετείο Αθηνών, που τιμούν το δικαστικό λειτούργημα.
kentri.gr
Επιτίμου Αντιπροέδρου Αρείου Πάγου
«Μη προσδέχου το φαύλον»
Πιττακός Μυτιληναίος
Η καινοφανής διάταξη του άρθρου 56 του ν.4170/2013 ορίζει: «Στο άρθρο 37 του ν.3086/2002 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής: Οι διατάξεις των δύο τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 3094/2003 εφαρμόζονται και για τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους κατά την εκτέλεση των πάσης φύσεως καθηκόντων τους». Εξάλλου, τα δύο τελευταία εδάφια της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 3094/2003, στα οποία παραπέμπει ο ν. 4170, ορίζουν τα εξής: «Ο Συνήγορος του Πολίτη και οι βοηθοί συνήγοροι δεν ευθύνονται, δεν διώκονται και δεν εξετάζονται για γνώμη που διατύπωσαν ή πράξη που διενήργησαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Δίωξη επιτρέπεται κατόπιν εγκλήσεως για συκοφαντική δυσφήμιση, εξύβριση ή παραβίαση του απορρήτου».
Ο συνδυασμός των εν λόγω διατάξεων σαφώς παραπέμπει σε μια ακόμη σκανδαλώδη νομοθετική ρύθμιση, προνομιακή υπέρ ορισμένων. Πρόκειται για νομοθετικό επινόημα, που επιβραβεύει τη φαυλότητα και τα ανομήματα και υπηρετεί σκοτεινές ιδιοτέλειες σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος. Και τούτο γιατί από τις άνω διατάξεις προκύπτει, ότι οι δύο λειτουργίες, νομοθετική και εκτελεστική, με μηχάνευμα, καταλυτικό συνταγματικών διατάξεων, μεταμόρφωσαν τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους από ακραιφνείς δημοσίους υπαλλήλους, κατά την έννοια του άρθρου 13 περ. α’ Π.Κ., σε προνομιακώς προστατευόμενα μέλη ανεξάρτητης αρχής και ειδικότερα σε Συνήγορο του Πολίτη και βοηθούς του. Έτσι θεσπίζεται με νόμο το ποινικά ανεύθυνο και ακαταδίωκτο των μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους για όλα τα εγκλήματα, πλημμελήματα ή κακουργήματα, που διαπράττουν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, κυρίως των σχετικών με την υπηρεσία των άρθρων 235 επ. Π.Κ. Με μόνη επουσιώδη εξαίρεση το επιτρεπτό της δίωξης, κατόπιν εγκλήσεως, για τα πλημμελήματα της εξύβρισης, δυσφήμισης ή παραβίασης του απορρήτου. (Αν και το τελευταίο έγκλημα του άρθρου 252 Π.Κ. διώκεται αυτεπάγγελτα).
Το μέγεθος των τεράστιων δεινών που συσσωρεύει στη Δημοκρατία και τους θεσμούς η εν λόγω αντισυνταγματική ποινική ασυλία, προάγουσα την ανομία, την ασυδοσία και την παραλυτική ατιμωρησία, καταδεικνύεται εναργέστερα από την επισήμανση, ότι αφορά και την ευθύνη για τα εγκλήματα της παθητικής δωροδοκίας, ψευδούς βεβαίωσης, νόθευσης, απιστίας στην υπηρεσία, υπεξαίρεσης δημοσίου χρήματος (άρθρα 235, 242,256,258 Π.Κ.) κ.λ.π., πλημμεληματικού ή κακουργηματικού χαρακτήρα.
Πιστεύω ακράδαντα ότι τη χαριστική ποινική αυτή ασυλία προς το ΝΣΚ σκοπεύει να εκμεταλλευτεί η κυβέρνηση, εν είδει ανταλλάγματος, προκειμένου να επιτύχει υπηρεσιακές ενέργειες των μελών του και χάριν εξυπηρέτησης των μνημονίων και ικανοποίησης των επιταγών της Τρόϊκας.
Αλλά το βάπτισμα αυτό στη κολυμβήθρα μιας πολλαπλώς απαράδεκτης ποινικής ατιμωρησίας έχει την αχίλλειο πτέρνα του, πληττόμενο εύστοχα και καίρια για αντισυνταγματικότητα πρωτίστως από το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, κατά το οποίο οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.
Πράγματι, εν προκειμένω, ο νομοθέτης από την ευρύτερη κατηγορία των υπαλλήλων των άρθρων 13α και 263Α του Π.Κ., στην οποία υπάγονται και οι δικαστικοί λειτουργοί, ξεχωρίζει μόνο τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, στα οποία απονέμει χαριστικά το προνόμιο μιας απίστευτης ποινικής ασυλίας, δίκην ρουσφετιού προς συντεχνία, χωρίς η ευμενής διάκριση αυτή να δικαιολογείται από λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος στα πλαίσια μιας ευνομούμενης δημοκρατικής πολιτείας και ενός σύγχρονου Κράτους Δικαίου. Μάλιστα, εξαιτίας της ποινικής αυτής ασυλίας κινδυνεύει να περιπέσει ο θεσμός αυτός, κατά περίπτωση, σε Νομικό Συμβούλιο κατά του Κράτους, μέσω ποινικά ακαταδίωκτων δωροδοκιών, απιστιών κ.λ.π.
Προς αποκατάσταση της βαριά διαταραχθείσης ισότητας ως προς την ποινική μεταχείριση μεταξύ των υπαλλήλων των άρθρων 13α και 263Α Π.Κ. και αφού το άνω προνόμιο ποινικής ασυλίας ή ατιμωρησίας, λόγω της φύσης του και των εννόμων αποτελεσμάτων του, είναι νομικά αδύνατο να γενικευθεί, πρέπει τα δικαστήρια να μην εφαρμόζουν τη διάταξη του άρθρου 56 του ν. 4170/2013, γιατί είναι αντίθετη προς το Σύνταγμα (άρθρα 4 παρ. 1 και 93 παρ. 4 το Συντάγματος).
Περαιτέρω, η δημοσίευση του ν. 4170 τον Ιούλιο 2013 συμπίπτει χρονικά με την εκκρεμότητα έκδοσης βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών στην υπόθεση του Βατοπεδίου, με κατηγορούμενους και μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Σαφώς, λοιπόν, το άρθρο 56 του ν. 4170 επί πλέον «φωτογραφίζει» και τα πρόσωπα των κατηγορουμένων μελών του ΝΣΚ, παρέχοντάς τους άφεση της ποινικής ευθύνης, δηλαδή κατ’ουσίαν τους αμνηστεύει για κοινά εγκλήματα. Επομένως, η διάταξη αυτή είναι αντισυνταγματική και εκ του λόγου ότι προσκρούει στο άρθρο 47 παρ. 3 και 4 του Συντάγματος, κατά το οποίο αμνηστία παρέχεται με νόμο για πολιτικά και ουδέποτε για κοινά εγκλήματα. (Ολομέλεια Αρείου Πάγου 12-13/2001).
Η ανωτέρω παρέμβαση της νομοθετικής λειτουργίας στη συγκεκριμένη εκκρεμούσα ποινική υπόθεση, υπέρ των κατηγορουμένων μελών του ΝΣΚ, με αναδρομική άρση της ποινικής τους ευθύνης για τα αποδιδόμενα σ’αυτούς εγκλήματα, παραβιάζει απροκάλυπτα ευθέως, μέσω καταπλήσσουσας μεθόδευσης, και τις θεμελιώδεις διατάξεις, σχετικές με τη διάκριση των εξουσιών, των άρθρων 26 παρ. 3 και 87 παρ. 1 του Συντάγματος, κατά τις οποίες η δικαστική λειτουργία ασκείται από τα δικαστήρια, τα οποία απονέμουν δικαιοσύνη, συγκροτούμενα από τακτικούς δικαστές, που απολαμβάνουν ανεξαρτησία.
Τον Οκτώβριο 2013, σύμφωνα με δημοσιεύματα, εκδόθηκε το υπ’αριθμ. 2000/2013 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, με το οποίο παραπέμπονται σε ποινική δίκη για την υπόθεση Βατοπεδίου 14 κατηγορούμενοι, μεταξύ των οποίων και μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με ρητή παραδοχή διάπραξης συγκεκριμένων εγκλημάτων και από πολιτικά πρόσωπα. Εντεύθεν, καθίσταται σαφές, ότι το άνω Συμβούλιο δεν εφάρμοσε ως αντισυνταγματική τη διάταξη του άρθρου 56 του ν. 4170 και αποστασιοποιήθηκε πλήρως από την επιπόλαιη και παρορμητική θεωρία «για παραπλανηθέντες υπουργούς».
Μέσα στην εφιαλτική κρίση μας, τον διεθνή διασυρμό μας και την ταπείνωση της πατρίδας μας, το άνω βούλευμα αχνοφέγγει την ελπίδα και απαλύνει το ζόφο της ψυχής μας. Γιατί καταδεικνύει ότι υπάρχουν δικαστές στο Εφετείο Αθηνών, που τιμούν το δικαστικό λειτούργημα.
kentri.gr