Δεν πρόκειται να εκταμιευθέι η επόμενη δόση του δανείου προς την Ελλάδα εάν δεν υπάρξει σημαντική πρόοδος στο δεύτερο πακέτο βοήθειας, συμπεριλαμβανομένης της εθελοντικής αναδιάρθρωσης του χρέους που κατέχουν οι ιδιώτες, προειδοποίησε η Άνγκελα Μέρκελ.
Μετά το τέλος της συνάντησης που είχε με τον Πρόεδρο της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί, η Καγκελάριος της Γερμανίας τόνισε ότι κοινός στόχος της ίδιας και του Σαρκοζί είναι να μην φύγει καμία χώρα από το ευρώ. «Η Ελλάδα αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία. Ωστόσο, παραμένει ειδική περίπτωση».
«Πρέπει να δούμε πρόοδο στην εθελοντική αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Από τη σκοπιά μας, το δεύτερο πακέτο βοήθειας προς την Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης της αναδιάρθρωσης, πρέπει να εφαρμοσθεί γρήγορα. Διαφορετικά, δεν θα είναι δυνατόν να πληρώσουμε την επόμενη δόση», είπε χαρακτηριστικά η κυρία Μέρκελ.
«Το PSI είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να φέρει την Ελλάδα στο δρόμο της λογικής, αλλά από μόνο του δεν αρκεί, χρειάζονται μέτρα», τόνισε.
Όπως είπε η κ. Μέρκελ, το θέμα της Ελλάδας θα συζητηθεί στη συνάντηση που θα έχει το βράδυ της Τρίτης στο Βερολίνο με την γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ.
Νωρίτερα, ο γερμανίος υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αναφέρθηκε στην ανάγκη επίσπευσης των διαπραγματεύσεων για το νέο πακέτο βοήθειας.
«Η Ελλάδα προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα αίτια της κρίσης, βρισκόμαστε σε διαπραγματεύσεις», είπε ο κ. Σόιμπλε, σε δηλώσεις του σε ραδιοφωικό σταθμό. «Αλλά θα μπορούσε να επισπευθεί. Προσπαθούμε σκληρά γι' αυτό», προσέθεσε.
«Η Ελλάδα πρέπει να εφαρμόσει αυτά που έχει υποσχεθεί. Ακόμη και όλα τα πακέτα διάσωσης του κόσμου δεν μπορούν να βοηθήσουν εάν δεν αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα αίτια της κρίσης», τόνισε.
Το σύμφωνο πειθαρχίας
Οι ηγέτες Γερμανίας και Γαλλίας επιδιώκουν την λήξη της διαπραγμάτευσης εντός των προσεχών ημερών και την υπογραφή του διακυβερνητικού συμφώνου δημοσιονομικής πειθαρχίας και ενοποίησης το αργότερο έως την 1η Μαρτίου.
Στο πρώτο «ραντεβού» του έτους στο Βερολίνο, Νικολά Σαρκοζί και Άνγκελα Μέρκελ δήλωσαν έτοιμοι να εξετάσουν την επιτάχυνση της καταβολής κεφαλαίων προς τον Μόνιμο Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) προς ενίσχυση της εμπιστοσύνης στην Ευρωζώνη, ενώ η Γερμανίδα καγκελάριος συντάχθηκε με τον Γάλλο πρόεδρο ως προς την επιβολή του φόρου Τόμπιν επί των χρηματοοικονομικών συναλλαγών.
Ζητούν ταχεία κατάληξη των διαπραγματεύσεων επί του νέου συμφώνου δημοσιονομικής πειθαρχίας με τον Νικολά Σαρκοζί να τονίζει πως επιθυμούν να ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση τις προσεχείς ημέρες και να υπογραφή η διακυβερνητική συμφωνία το αργότερο έως την 1η Μαρτίου.
Η Άνγκελα Μέρκελ, επανέλαβε, πάντως πως η επίλυση της κρίσης είναι μία διαδικασία «βήμα προς βήμα» και δεν υπάρχει μία μονοδιάστατη λύση.
Στο καίριο ζήτημα του φόρου Τόμπιν, η Γερμανίδα καγκελάριος συντάχθηκε με τη θέση του προέδρου της Γαλλίας σχετικά με την πανευρωπαϊκή επιβολή του (που προσκρούει στη Βρετανία), λέγοντας όμως πως στο ζήτημα αντιμετωπίζει την αντίδραση της ίδιας της κυβέρνησής της.
Σε κάθε περίπτωση η καγκελάριος ανέφερε ότι ζητούμενο είναι να έχουν κατατεθεί οι προτάσεις των υπουργών Οικονομικών για την επιβολή του φόρου έως τις αρχές Μαρτίου, ενώ ανέφερε και το ενδεχόμενο επιβολής του φόρου μόνο εντός Ευρωζώνης εφόσον δεν καταστεί εφικτό σε ολόκληρη την ΕΕ.
Μιλώντας από το Βερολίνο αμφότεροι τόνισαν, επίσης, πως είναι έτοιμοι να εξετάσουν μαζί με τις άλλες χώρες σε ποιο βαθμό και πώς μπορεί να επιταχυνθεί η καταβολή των κεφαλαίων στον Μόνιμο Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) της Ευρωζώνης, με ζητούμενο να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη στη ζώνη του ευρώ.
Ως προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ο Γάλλος πρόεδρος επισήμανε πως «συμφώνησαν να ζητήσουν από την ΕΚΤ να κάνει ό,τι μπορεί προκειμένου να λειτουργήσει ο προσωρινός μηχανισμός ευρωστήριξης (EFSF) κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Επισήμαναν ακόμη πως η Ευρώπη πρέπει να συγκρίνει τις πρακτικές των αγορών και να μάθει από τους καλύτερους, λέγοντας επίσης πως τα ευρωπαϊκά κονδύλια πρέπει να χρησιμοποιηθούν κατά τρόπο που θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας.
Ο φόρος στις συναλλαγές Η καγκελάριος δήλωσε ότι «προσωπικά» υποστηρίζει τη βούληση του γάλλου προέδρου Νικολά Σαρκοζί να επιβάλει φόρο στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές, πρόσθεσε, όμως, ότι αντιμετωπίζει την αντίδραση της ίδιας της κυβέρνησής της.
Μολονότι ο Σαρκοζί τόνισε ότι πεποίθησή του είναι «πως εάν δεν δώσουμε εμείς το παράδειγμα, αυτό δεν πρόκειται να γίνει» και πως «η ιδέα της Γαλλίας είναι να εφαρμοσθεί το σχετικό προσχέδιο της οδηγίας» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Μέρκελ επέμεινε πως «στόχος της χώρας της είναι να έχουν θα πρέπει να έχουν κατατεθεί οι προτάσεις των υπουργών Οικονομίας για την επιβολή του φόρου αυτού έως τις αρχές Μαρτίου».
Η καγκελάριος δήλωσε ότι μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει συμφωνία στους κόλπους της κυβέρνησής της για τη φορολόγηση των χρηματοοικονομικών συναλλαγών, αλλά διαβεβαίωσε πως «εμείς θα συνεχίσουμε να παλεύουμε γι’ αυτό».
Οι δύο ηγέτες τόνισαν στην κοινή συνέντευξη Τύπου πως οι χώρες τους ευελπιστούν ότι το προσχέδιο για τη μεταρρύθμιση των ευρωπαϊκών συνθηκών -που κατά κύριο λόγο προβλέπουν ενίσχυση των αυστηρών μέτρων λιτότητας και την εγγραφή του λεγόμενου "χρυσού κανόνα" στους προϋπολογισμούς- θα έχει υπογραφεί έως «την 1η Μαρτίου».
«Ευελπιστούμε πως οι διαβουλεύσεις θα περαιωθούν εντός των προσεχών ημερών» και πως το προσχέδιο των μεταρρυθμίσεων «θα έχει υπογραφεί έως την 1η Μαρτίου», δήλωσε ο Σαρκοζί, για την αλλαγή της καταστατικής συνθήκης της ΕΕ, που εγκρίθηκε από τις 26 από τις 27 της χώρες τονπερασμένο Δεκέμβριο.
Οι δύο ηγέτες τόνισαν επίσης πως έχουν ζητήσει την συνεργασία της ΕΚΤ όσον αφορά την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του μηχανισμού προσωρινής οικονομικής στήριξης EFSF, για την αποτελεσματικότητα του οποίου δεν έχουν πεισθεί ακόμη οι επενδυτές.
Τέλος, το "ζεύγος Μερκοζί" επέμεινε στην ανάγκη να συνοδευτούν οι προσπάθειες για την αυστηροποίηση των προϋπολογισμών με πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη της απασχόλησης, που για τον Σαρκοζί αποτελεί μία «προτεραιότητα» και για τη Μέρκελ «έναν δεύτερο πυλώνα».
Προεκλογική μπλόφα χαρακτηρίζει το φόρο στις συναλλαγές ο γαλλικός Τύπος
Ο γαλλικός Τύπος αντιμετωπίζει με πολύ επικριτικούς τόνους την πρόταση του προέδρου της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί για την επιβολή «φόρου Τόμπιν», μία πρωτοβουλία που χαρακτηρίζεται «μπλόφα», διότι δεν είναι δυνατόν να ψηφισθεί πριν από τις προεδρικές εκλογές, ή «καταδικασμένη σε αποτυχία», διότι μόνον η Γαλλία υποστηρίζει την πρόταση.
Πολλοί συντάκτες των κύριων άρθρων αναγνωρίζουν, ωστόσο, ότι η πρωτοβουλία αυτή αποτελεί επίσης μία μεγάλη πολιτική επίθεση, διότι ο φόρος Τόμπιν είναι μία θεμελιωδώς σοσιαλιστική ιδέα, η οποία υφαρπάχθηκε από την αριστερά από τον
πρόεδρο της Γαλλίας, σύμφωνα με την La Tribune.
Η Le Figaro, χαιρετίζει τον υποψήφιο Νικολά Σαρκοζί, ο οποίος «αν και δεν βρίσκεται ακόμη, επισήμως, σε προεκλογική εκστρατεία, δίνει τον ρυθμό και, εις το εξής, καθορίζει την ημερήσια διάταξη».
«Ο Νικολά Σαρκοζί μετέτρεψε την περίοδο των γιορτών σε σταλινική Κατιούσα, με τον ορυμαγδό των προτάσεων, όπως ο κοινωνικός ΦΠΑ και ο φόρος επί των χρηματοοικονομικών συναλλαγών» γράφει η Charente Libre.
Για την Dernieres Nouvelles d' Alsace, «Ο Νικολά Σαρκοζί τα παίζει όλα, με κίνδυνο να εκτεθεί στην οργή των ευρωπαίων εταίρων του. Πώς η αγαπημένη του Άνγκελα , η οποία ήθελε να περιμένει το 2014, θα υποδεχθεί σήμερα αυτόν που της
έκανε απιστία για να φλερτάρει με τους γάλλους ψηφοφόρους;» γράφει η εφημερίδα.
Για την Les Echos, η εφαρμογή του φόρου Τόμπιν «σε μία μόνο χώρα οδεύει κατευθείαν στην αποτυχία, όπως το απέδειξε η Σουηδία εδώ και τριάντα χρόνια».
«Ο φόρος Τόμπιν δεν λειτουργεί σε μία μόνον χώρα, εκτός εάν θέλει κανείς να διώξει προς το εξωτερικό σημαντικές χρηματοοικονομικές συναλλαγές και απαραίτητους μοχλούς εξουσίας».
H εφημερίδα La Presse de la Manche γράφει ότι το μέτρο αυτό «θα πρέπει να υιοθετηθεί από κοινού από το σύνολο των χωρών μελών του ΟΗΕ. Γεγονός που είναι βέβαιο ότι θα παραπέμψει αυτόν τον καθ'όλα δικαιολογημένο φόρο στις καλένδες».
Την Τετάρτη αναμένεται στο Βερολίνο και ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Μάριο Μόντι, ο οποίος στις 18 Ιανουαρίου θα μεταβεί στο Λονδίνο, ενώ στις 20 Ιανουαρίου οι ηγέτες της Ιταλίας, της Γερμανίας και της Γαλλίας θα συναντηθούν στην Ρώμη.
«Ο φόρος Τόμπιν»
Ο φόρος Τόμπιν ήταν ιδέα του βραβευμένου με Νόμπελ οικονομολόγου. Τζέιμς Τόμπιν και αρχικά προέβλεπε τη φορολόγιση μόνο συναλλαγματικών συναλλαγών και τις μετατροπές από ένα νόμισμα σε άλλο.
Η ιδέα παρουσιάστηκε το 1972, ένα χρόνο μετά το τέλος του «χρυσού κανόνα» στις συναλλαγές και αναμορφώθηκε από τον Τόμπιν το 2001.
Ο Τόμπιν πρότεινε ο φόρος να κυμαίνεται γύρω στο 0,5% του όγκου των συναλλαγών για να επωφελούνται από αυτόν κυρίως οι τράπεζες των λιγότερο οικονομικά εύρωστων χωρών.
ΤΑ ΝΕΑ