Η Ένωση Διοκητικών Δικαστών εξέφρασε τις ενστάσεις της επί σημαντικών διατάξεων του πολυνομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης για την επιτάχυνση απονομής της Δικαιοσύνης.
Ειδικότερα, η Ενωση υπέβαλε στο υπουργείο Δικαιοσύνης τις παρατηρήσεις της για το πολυνομοσχέδιο που αφορά τη «δίκαιη δίκη και την αντιμετώπιση φαινομένων αρνησιδικίας», εκφράζοντας πρωτίστως αντίρρηση για τον τίτλο του πολυνομοσχεδίου.
Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι «η διατύπωση του τίτλου εμπεριέχει, σημειολογικά, μία αρνητική στάση έναντι των δικαστών ενώ, για την καθυστέρηση εκδίκασης των διοικητικών διαφορών, το ποσοστό ευθύνης των δικαστών είναι το μικρότερο σε σχέση με άλλους παράγοντες, όπως κατ΄ επανάληψη έχει αναπτυχθεί.
Συνεπώς, οι δικαστές δεν πρέπει να μετατραπούν σε αυτόματους γραφείς αποφάσεων με διεκπεραιωτικό χαρακτήρα και περιεχόμενο, χωρίς δικαιώματα, χωρίς δεδομένο και ασφαλές υπηρεσιακό καθεστώς, σύμφωνα με την αρχή της αξιοκρατίας, χωρίς οικογενειακή ζωή, χωρίς ευκαιρίες επιμόρφωσης και φυσικά, χωρίς δικαστική προστασία, την οποία απολαμβάνουν όλοι οι πολίτες, ημεδαποί και αλλοδαποί».
Ακόμη, τον χαρακτηρισμό «επικίνδυνη» αποδίδουν οι Διοικητικοί Δικαστές στην διάταξη του άρθρου 43 του πολυνομοσχεδίου η οποία αφορά το τεκμήριο ομολογίας του αιτούντος πολίτη σε περίπτωση μη αποστολής των αναγκαίων στοιχείων (φακέλου όπως λέγεται) από τη διοίκηση (υπουργεία, νομαρχίες, κ.λπ.).
Όπως επισημαίνει η Ένωση η εν λόγω διάταξη είναι επικίνδυνη, γιατί «υπάρχει πιθανότητα διαφθοράς με συμπαιγνία της διοίκησης και μη αποστολή του φακέλου», ενώ, όπως προσθέτει,«για κάθε υπόθεση υπάρχουν κρίσιμα στοιχεία που πρέπει να βεβαιώνονται από τη Δημόσια αρχή για την αποφυγή σοβαρών λαθών».
Οι διοικητικοί δικαστές. επίσης, υπογραμμίζουν ότι πρόσθετη καθυστέρηση, αντί της επιτάχυνσης θα επιφέρει το άρθρο 51, που προβλέπει ότι ο ηττώμενος διάδικος μπορεί με αίτησή του και με μικρή οικονομική επιβάρυνση να ζητήσει την εισαγωγή της υπόθεσης σε συζήτηση στο ακροατήριο.
Αν ισχύσει το άρθρο 51, η Ένωση τονίζει ότι «θα επέλθει κατασπατάληση δικαστικών πόρων με τη διπλή εκδίκαση υποθέσεων από το ίδιο Δικαστήριο στο πλαίσιο δύο διαφορετικών διαδικασιών.
Το αποτέλεσμα θα είναι αντί της επιτάχυνσης, πρόσθετη καθυστέρηση, εκτός αν η διαδικασία δεν τύχει (ευρείας) εφαρμογής.
Τέλος, η δυνατότητα εισαγωγής τους στο ακροατήριο αναιρεί τόσο τον επιδιωκόμενο σκοπό της ταχείας επίλυσής τους, όσο και της οριστικοποίησης του αποτελέσματός τους.»
Επιπλέον, οι διοικητικοί δικαστές βάλλουν και κατά του άρθρου 52, καθώς θεωρούν ότι υποβαθμίζει τους δικαστές σε δακτυλογράφους χειριστές ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Αναλυτικότερα, το άρθρο 52 υποχρεώνει τον εισηγητή-δικαστή κάθε υπόθεσης να συντάσσει σε ηλεκτρονική μορφή το σχέδιο της δικαστικής απόφασης που πρόκειται να δημοσιευθεί (ακόμη και την πρώτη σελίδα της απόφασης).
Για το άρθρο αυτό (52) η Ένωση αναφέρει:« Η διάταξη καθιστά τους δικαστές (όσους δεν έχουν ικανότητα, αλλά ούτε και υποχρέωση χειρισμού Η/Υ) υπόχρεους να συντάσσουν σε ηλεκτρονική μορφή το σχέδιο και το πρωτότυπο της δικαστικής απόφασης. Υποβαθμίζει τους δικαστές σε δακτυλογράφους χειριστές Η/Υ και επιβαρύνει το χρόνο συνολικής απασχόλησης τους για την έκδοση δικαστικών αποφάσεων».
Τέλος, οι διοικητικοί δικαστές εκφράζουν ενστάσεις για:
*Το άρθρο 47 του πολυνομοσχεδίου με το οποίο μεταφέρεται ύλη φορολογικών διαφορών από το Τριμελές Διοικητικό Εφετείο στο Μονομελές Διοικητικό Εφετείο και από το Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο στο Μονομελές Διοικητικό Πρωτοδικείο.
*Τα άρθρα εκείνα του πολυνομοσχεδίου που αφορούν τις προαγωγές και μεταθέσεις των δικαστών, το κώλυμα εντοπιότητας των δικαστικών, την άδεια ανατροφής τέκνου, την περικοπή αποδοχών στους δικαστές που δικάζουν μικρό αριθμό υποθέσεων, την χορήγηση εκπαιδευτικών αδειών, κ.λπ.
από directNEWS.gr