Μελετώντας προσεκτικά το περιεχόμενό της, είναι εμφανής η πολυπρισματική αντιμετώπιση του σημερινού κοινωνικού, πρωτίστως, προβλήματος με συγκεκριμένα και σαφή παραδείγματα. Πρώτα, δε, στηλιτεύεται η σαθρή σχέση πολιτικών-Ενόπλων Δυνάμεων, δεδομένο το οποίο μαρτυρά την έμμεση διάθεση για αυτοκριτική. Η αναφορά σε πλήθος θεμάτων εκτός των στενών εννοούμενων ενδιαφερόντων της ΑΝΕΑΕΔ αναβαθμίζει στην πράξη τον ρόλο της, από μια «παρέα παροπλισμένων γκρινιάρηδων» σε πρωτεργάτη ουσιαστικής έκφρασης ανησυχιών που κυριαρχούν στη σημερινή καθημερινότητα του απλού Έλληνα πολίτη. Αξίζει να σημειωθεί ότι το περιεχόμενο της επιστολής δεν διαφέρει από αντίστοιχα επιφανών επιστημόνων και στοχαστών αυτού του τόπου – τις περισσότερες περιπτώσεις, η πολιτική τοποθέτηση των οποίων κάθε άλλο παρά ‘δεξιά’ μπορεί να χαρακτηριστεί…
Ακόμα πιο ανησυχητικό όμως είναι η έκφραση αυτού του περιεχομένου μέσω επιστολής: ένας χώρος που θεωρείται υπερσυντηρητικός, αν όχι υποκριτικός, ως προς την έκφρασή του, έφτασε στο σημείο να στέλνει επιστολή με εξόχως πολιτικό περιεχόμενο στους κατά το Σύνταγμα διαχειριστές της λαϊκής κυριαρχίας! Κυριολεκτικά, δεν υπάρχει πιο σαφής απόδειξη ότι υπάρχει έλλειμμα αντιπροσώπευσης της δημοκρατικής έκφρασης των πολιτών!
Το πολιτικό σύστημα κατάφερε για ακόμα μια φορά να ξεπεράσει τον κακό εαυτό του: αντί να αναρωτηθεί «τί κάνω τόσο λάθος που εξώθησα την ένωση αποστράτων να συντάξει επιστολή με σχεδόν αριστερές εκφράσεις και να τη στείλει στο ανώτατο, πολιτειακά, επίπεδο;», έψαξε έναν αποδιοπομπαίο τράγο: τον διπλανό του κόμμα εξουσίας! Αν κατηγορούσε κάποιο κόμμα της αριστεράς για καθοδήγηση αυτής της κίνησης, θα ήταν ίσως λογικό, αν και θα παρέμενε αντιπαραγωγικό ως νοοτροπία. Όμως, την Αξιωματική Αντιπολίτευση, τη ‘δεξιά’, από που και ως που;
Όπως έχω αναφέρει πολλές φορές στα κείμενά μου, το σύστημα εθελοτυφλεί και αυθυποβάλλεται. Η επιστολή δεν έχει απολύτως καμία σχέση με «κινητικότητα στο όνομα υπεράσπισης κάποιων συντεχνιακών διεκδικήσεων», όπως ανέφερε ο ΥΠΕΘΑ. Όσο για την φασιστική, για κόμμα εξουσίας, θέση «πρέπει να κοπεί κάθετα ο ομφάλιος λώρος που συνδέει κόμματα της αντιπολίτευσης, ιδιαίτερα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, με αποστράτους», ας θεωρήσουμε πως ήταν απλά μια ατυχής έκφραση.
Ιδιαίτερη αξία έχει να επικεντρωθούμε στο κεφαλαιώδες ζήτημα της υπεράσπισης του Συντάγματος και της νομιμότητας. Η επιστολή αναφέρει:
«Τέλος απευθυνόμενοι προς τους εν ενεργεία συναδέλφους μας τους παρακαλούμε να βρίσκονται σε πλήρη υπηρεσιακή ετοιμότητα για την προάσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Πατρίδας μας και να μη παραχωρήσουν νομιμότητα σε καμία πολιτική πράξη οποιασδήποτε εξουσίας, η οποία θα αντιστρατεύεται τους νόμους του Ελληνικού κράτους αλλά πάνω απ’ όλα δεν θα υπηρετεί πιστά το Σύνταγμα της Χώρας.»
Στην απίθανη περίπτωση που ο ΥΠΕΘΑ δεν το γνωρίζει, κάθε Έλληνας που έχει υπηρετήσει στις Ένοπλες Δυνάμεις ΕΧΕΙ ΟΡΚΙΣΤΕΙ να πράττει τα προαναφερόμενα!
Η απάντηση του ΥΠΕΘΑ ήταν η εξής:
«Η έκκληση των ενώσεων αποστράτων προς τα εν ενεργεία στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων να βρίσκονται σε εγρήγορση και υπηρεσιακή ετοιμότητα για να αποκρούσουν την κυβέρνηση, είναι επικίνδυνη και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπιστεί.» Μα, θα μπορούσε να είναι ποτέ επικίνδυνη η τήρηση του όρκου;
Μήπως, λόγω υπερβολικής ζέστης και της έντασης των ημερών, δεν έγινε κατανοητή η εν λόγω θέση της ΑΝΕΑΕΔ ή, μήπως, ‘όποιος έχει τη μύγα, μυγιάζεται’;
Αρκετό καιρό πριν είχα προειδοποιήσει ότι το σύστημα θα ψάξει για καινούργιους, φανταστικούς εχθρούς για να αποπροσανατολίσει από την ανάγκη ουσιαστικής εθνικής συστράτευσης για τη δημιουργία ρεαλιστικής, εφαρμόσιμης αντιπρότασης που θα διασφαλίσει την ανάσχεση των προσπαθειών απώλειας της εθνικής μας κυριαρχίας. Η εσωτερική πόλωση δημιουργεί προβλήματα, δεν τα λύνει. Ο εχθρός είναι εκτός των τειχών. Όποιος εντός των τειχών σκοπίμως αγνοεί ότι οι Έλληνες ανέκαθεν σταματούσαν τις εσωτερικές διαμάχες για να αντιμετωπίσουν τον εξωτερικό εχθρό, είτε είναι ανιστόρητος είτε Εφιάλτης.
Το πρόβλημα δεν είναι το Μνημόνιο 1, 2 ή κάποιο άλλο σύστημα που διασφαλίζει τα συμφέροντα των δανειστών. Το πρόβλημα είναι ότι η Ελλάδα συρρικνώνεται: πληθυσμιακά, πνευματικά, ηθικά, οικονομικά. Το κάθε Μνημόνιο δεν είναι απλά ένα χρηματοοικονομικό εργαλείο που αυξάνει τη δυνατότητα της Ελλάδας να αποπληρώσει τα δάνεια: έχει ουσιαστικές επιπτώσεις στη συρρίκνωσή της. Η εθνική αντιπρόταση θα έπρεπε να αντισταθμίζει αυτές τις επιπτώσεις με μακροχρόνιο σχεδιασμό και άμεση, απτή επίδραση στη ζωή του Έλληνα πολίτη. Η εθνική αντιπρόταση ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ένας άλλος πολιτικός μηχανισμός διανομής θέσεων διαχείρισης της εθνικής συρρίκνωσης.
Η συναίνεση σε αλλοδαπό μηχανισμό είναι άτοπη και, εν τέλει, αδιάφορη. Η συνεργασία, η εγρήγορση και η ενεργοποίηση του συνόλου των Ελλήνων για την υπεράσπιση του Έθνους θα έπρεπε να αποτελεί αίτημα του συνόλου του πολιτικού κόσμου, όχι το αντίθετο.