19 Ιανουαρίου 2011

Το νέο ποινολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων

Πρόστιμα που θα φθάνουν τις 100.000 ευρώ, αύξηση των ετών παραγραφής των παραπτωμάτων και σαφή προσδιορισμό των ποινών που θα πρέπει να επιβάλλονται για συγκεκριμένα αδικήματα προβλέπει - μεταξύ άλλων - το νέο νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο προωθεί το υπουργείο Εσωτερικών στην προσπάθειά του να βάλει τέλος στο καθεστώς ατιμωρησίας.
Ο Γιάννης Ραγκούσης αναμένεται να ανακοινώσει το επόμενο διάστημα πακέτο μέτρων τα οποία θα στοχεύουν στην παραδειγματική τιμωρία όσων κρατικών λειτουργών εμπλέκονται σε υποθέσεις διαφθοράς.

Στη συνέχεια γίνεται αναφορά στις βασικές διατάξεις του νέου Πειθαρχικού Κώδικα των δημοσίων υπαλλήλων, στο οποίο για πρώτη φορά αναμένεται να διαφοροποιείται η σύνθεση των Υπηρεσιακών Συμβουλίων από τα Πειθαρχικά Συμβούλια. Ο νομοθέτης, στην προσπάθειά του να περιορίσει τις ποινές «χάδι» για σοβαρά παραπτώματα, θεσπίζει αυστηρότερες κυρώσεις και συνδέει τα πειθαρχικά αδικήματα με τις ποινές.
Ειδικότερα, στο άρθρο 108 του Υπαλληλικού Κώδικα, το οποίο αφορά τις πειθαρχικές ποινές, προστίθεται διάταξη σύμφωνα με την οποία το πρόστιμο των αποδοχών θα αυξηθεί από τρεις μήνες, που προβλέπεται μέχρι τώρα, σε ένα έτος. Επίσης προστίθεται άρθρο το οποίο προβλέπει στέρηση του δικαιώματος για επιλογή προϊσταμένου οργανικής μονάδας οποιουδήποτε επιπέδου από ένα μέχρι πέντε χρόνια. Επιπλέον ο νέος νόμος θα επιτρέπει και «αφαίρεση άσκησης των καθηκόντων προϊσταμένου οργανικής μονάδας οποιουδήποτε επιπέδου».
Ο υπάλληλος που θα έχει υποπέσει σε πειθαρχικό παράπτωμα θα κινδυνεύσει με υποβιβασμό έως δύο βαθμούς. Σε περίπτωση προσωρινής παύσης, αυτή θα μπορεί να έχει διάρκεια μέχρι και 12 μήνες.
Στην παράγραφο 3 του άρθρου 108 προβλέπεται, σε ό,τι αφορά τις πειθαρχικές ποινές που σχετίζονται με τη στέρηση του δικαιώματος προαγωγής και συμμετοχής σε προαγωγές, πως αν «συντρέχουν επιβαρυντικές περιστάσεις», το Πειθαρχικό Συμβούλιο θα επιβάλλει επιπλέον διοικητική χρηματική ποινή από 3.000 έως 30.000 ευρώ. Σε περίπτωση υποβιβασμού μέχρι και δύο βαθμών, αν «πρόκειται για πειθαρχικό παράπτωμα με οικονομικό περιεχόμενο», η διοίκηση θα μπορεί να επιβάλλει επιπλέον διοικητική κύρωση από 10.000 έως 100.000 ευρώ.
Οριστική παύση
Στην 4η παράγραφο του ίδιου άρθρου προβλέπεται ότι «για όλα τα πειθαρχικά παραπτώματα είναι δυνατή η επιβολή της ποινής της οριστικής παύσης». Στην 5η παράγραφο του άρθρου εξειδικεύονται οι λόγοι για τους οποίους μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο. Μεταξύ άλλων, τιμωρείται με οριστική παύση ο υπάλληλος που έχει διαπράξει την προηγούμενη 5ετία τουλάχιστον τρία πειθαρχικά παραπτώματα και του έχει επιβληθεί πρόστιμο αποδοχών άνω του ενός μηνός ή κατά την προηγούμενη τριετία είχε τιμωρηθεί με το ίδιο παράπτωμα με ποινή ανώτερη του προστίμου στέρησης αποδοχών ενός μηνός. Ο νομοθέτης προσδιορίζει και το πλαίσιο των ποινών σε περίπτωση συγκεκριμένων παραβάσεων. Ανώτερη της ποινής υποβιβασμού θα πρέπει να επιβάλλεται στις παρακάτω περιπτώσεις παραπτωμάτων:
• Άρνηση αναγνώρισης του συντάγματος ή έλλειψη αφοσίωσης στην πατρίδα και τη δημοκρατία
• Παράβαση καθήκοντος
• Χρηματισμός
• Σοβαρή απείθεια
• Αδικαιολόγητη αποχή από τα καθήκοντά του.
Αντίστοιχη πρόβλεψη υπάρχει και για παραπτώματα που σχετίζονται με «εξυπηρετήσεις», άρνηση συνεργασίας του υπαλλήλου για χορήγηση εγγράφων και στοιχείων σε ανεξάρτητες Αρχές, σύνταξη μεροληπτικής έκθεσης αξιολόγησης, χρήση τρίτων προσώπων για απόκτηση υπηρεσιακής εύνοιας και παράλειψη δίωξης και τιμωρίας πειθαρχικού παραπτώματος. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται παραπάνω, ο υπάλληλος θα πρέπει να τιμωρηθεί με ποινή που θα είναι ανώτερη του προστίμου.
Στο σχέδιο νόμου που έχει καταρτιστεί, προστίθεται διάταξη σύμφωνα με την οποία περιορίζονται οι δυνατότητες που έχουν οι διεφθαρμένοι υπάλληλοι να αποφύγουν κυρώσεις λόγω παρέλευσης του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος.

Παραγραφή σε 5 χρόνια
Συγκεκριμένα, η παραγραφή των πειθαρχικών παραπτωμάτων θα γίνεται έπειτα από πέντε χρόνια, και όχι ύστερα από δύο που ισχύει σήμερα. Μάλιστα τα παραπτώματα που σχετίζονται με παράβαση καθήκοντος, χρηματισμό, σοβαρή απείθεια και αδικαιολόγητη αποχή από τα καθήκοντα θα μπορούν να παραγραφούν μόνο μετά την παρέλευση επταετίας. Μέχρι σήμερα ίσχυε πενταετία.
Η κλήση σε απολογία ή η παραπομπή στο υπηρεσιακό συμβούλιο διακόπτει την παραγραφή. Στις περιπτώσεις αυτές, ο χρόνος έκδοσης πρωτοβάθμιας πειθαρχικής απόφασης δεν μπορεί να υπερβεί τα επτά έτη. Σε περιπτώσεις σοβαρών παραπτωμάτων, η έκδοση της απόφασης δεν μπορεί να υπερβεί τη δεκαετία. Ειδικά για υποθέσεις δωροδοκίας ή υπεξαίρεσης, ο χρόνος παραγραφής αρχίζει από την ημέρα που έλαβε γνώση η υπηρεσία.
Στο σχέδιο νόμου προβλέπεται ότι, αν ένας προϊστάμενος παραλείψει να επιβάλει ένα πρόστιμο, τότε ελέγχεται πειθαρχικά από τον ανώτερό του. Κάθε χρόνο το πειθαρχικό συμβούλιο θα είναι υποχρεωμένο να εκδίδει αιτιολογημένη έκθεση για τη συνέχιση ή μη της αργίας ενός υπαλλήλου. Σε περιπτώσεις αναστολής άσκησης καθηκόντων, ο υπάλληλος δεν θα λαμβάνει το 50% του μισθού του, όπως ισχύει σήμερα, αλλά μόνο το 1/3.