Θα ήθελα πρώτα από όλα να συγχαρώ όλους τους εκλεγέντες και να τους ευχηθώ καλό έργο. Χωρίς να αναλύσω την πρωτοφανή αποχή, την επίπτωση των διλημμάτων που τέθηκαν στο εκλογικό σώμα, το είδος και την ποιότητα των συνεργασιών και τον αριθμό των ψήφων που έκριναν το χρώμα ορισμένων Περιφερειών, ξεκινώ, ανοίγοντας, μια ενδιαφέρουσα πιστεύω συζήτηση, με μια διαπίστωση και ένα ερώτημα. Η διαπίστωση : Αν στις 4 Οκτωβρίου 2009 γίνονταν εκλογές «Καλλικράτη», το ΠΑΣΟΚ (43,92%), θα κέρδιζε από τον πρώτο γύρο 13 Περιφέρειες και 48 Νομούς, ενώ η ΝΔ (33,48%) καμία Περιφέρεια και 6 Νομούς. Στις 7 Νοεμβρίου 2010, το ΠΑΣΟΚ (34,70%) είχε προβάδισμα σε 7 Περιφέρειες (-6) και σε 22 Νομούς (- 26) και η ΝΔ (32,70%) σε 6 Περιφέρειες (+6) και 32 Νομούς (+26). Στις 14 Νοεμβρίου 2010 και σε σχέση με τα δεδομένα της 4ης Οκτωβρίου 2009, το ΠΑΣΟΚ κέρδισε 8 περιφέρειες (- 5) και 21 Νομούς (-27) και η ΝΔ 5 Περιφέρειες (+5) και 33 Νομούς (+27). Αν θέλουμε να το δούμε και αλλιώς, για 25.000 ψήφους πανελλαδικά, το 5-8, θα ήταν 8-5 υπέρ τη ΝΔ. Το ερώτημα : μπορούσε η ΝΔ που προ ενός έτους υπέστη την χειρότερη ήττα της ιστορίας της χάνοντας τις εκλογές με 11 μονάδες διαφορά, να ανατρέψει πλήρως το συσχετισμό των δυνάμεων και αν ναι κάτω από ποιες προϋποθέσεις; (οργάνωσης κομματικού μηχανισμού, πολιτικής τακτικής, επιλογής υποψηφίων, λειτουργίας παραταξιακής συνείδησης κλπ).
Το συμπέρασμα είναι τριπλό : (1) Το ΠΑΣΟΚ, ένα κόμμα που ξεγέλασε πριν από ένα χρόνο τους πολίτες, παραμένει ακόμα πρώτο. (2) Η ΝΔ, παρά τη μεγάλη αποχή και δικών της ψηφοφόρων, έκλεισε την ψαλίδα, έστειλε στο β γύρο 11 από τις 13 Περιφέρειες και κάλυψε σημαντικό μέρος της διαφοράς της από το ΠΑΣΟΚ. (3) Τις πολιτικές εντυπώσεις περιόρισε η απώλεια των Δήμων της Αθήνας και τις Θεσσαλονίκης. Πέραν αυτών, σε γενικές γραμμές βγαίνουν και άλλα δυο συμπεράσματα : ούτε οι “φθαρμένοι” υποψήφιοι, αλλά ούτε και οι “χρισματούχοι” ανέβασαν τις ψήφους τους μεταξύ α και β΄γύρου. Και αυτό κάτι σημαίνει για όλα τα κόμματα.
Έρχομαι τώρα στα αποτελέσματα του β γύρου στο Βόρειο Αιγαίο, αλλά και στη Χίο. Τα αποτελέσματα αυτά προσφέρονται για αυτοκριτική, αλλά και για αρνητική ρητορική. Επιλέγω το πρώτο γιατί δεν υποφέρω από άλγος πολιτικού κόστους αλλά και γιατί όσοι κατέχουν αξιώματα στα δύσκολα πρέπει να βγαίνουν μπροστά. Η συμμετοχή μου στο Δημοτικό ψηφοδέλτιο και η εκλογή μου στο Δημοτικό Συμβούλιο ίσως δεν αρκούν, για αυτό και αναφέρω τα δυο βασικότερα λάθη μου : (1) δεν κατόρθωσα να διαμορφώσω συνθήκες ανανέωσης στις επιλογές προσώπων (κατά άλλους, να επιβάλλω όρους) και (2) δεν κατόρθωσα να πείσω ακόμα καλύτερους στη Χίο να μπουν στα κοινά (και στη μάχη). Παράλληλα, πιστεύοντας στο διακριτό μου ρόλο, άφησα την πρωτοβουλία στο τοπικό πολιτικό κατεστημένο και δεν παρενέβην στην επικοινωνία του με τον κεντρικό κομματικό μηχανισμό ή/και με τους πολίτες. Βέβαια, τα λάθη επιβεβαιώνουν τη διδακτική τους αξία, μόνο όταν δεν επαναλαμβάνονται. Προς αυτή την κατεύθυνση θα κινηθώ στο μέλλον.
Στο πλαίσιο αυτό, πιστεύω ότι και στην ευρύτερη πολιτική σκηνή αλλά και στην τοπική, πρέπει να μπουν νέα πρόσωπα υψηλού προσωπικού, επαγγελματικού και πολιτικού κύρους και ήθους που να έχουν διορατικότητα για τον τόπο αλλά και πολιτική ικανότητα, χωρίς φανατισμούς.
Παράλληλα, οι συναλλαγές για αξιώματα που έχουν ταλαιπωρήσει όλες τις τοπικές κοινωνίες, πρέπει να αποτελέσουν παρελθόν, το συντομότερο δυνατό. Οι δε εσωκομματικές έριδες πρέπει να τελειώσουν, όπως και η ενοχοποίηση προσώπων.
Ας ελπίσουμε ότι όσοι μπορούν να κάνουν την αυτοκριτική τους με βάση τα παραπάνω ή, πιο συγκεκριμένα, εκείνοι που«θώπευσαν» την πρώτη Κυριακή ένα παρωχημένο πολιτικό μοντέλο να καταλάβουν ότι πρέπει να αυτοσυνταξιοδοτηθούν. Όλοι οι υπόλοιποι, ας εκδηλώσουν την ενεργό συμμετοχή τους. Οι καλύτεροι υπάρχουν. Τους καλώ να μπουν στη μάχη, δίνοντας εγγυήσεις αξιοκρατίας. Η ΝΔ δεν μπορεί να αρκεστεί στην ιδεολογική της υπεροχή. Χρειάζεται ανανέωση. Υπάρχει και ένας ακόμη πιο σπουδαίος λόγος για αυτό. Η Κυβέρνηση αδυνατεί να διαχειριστεί την κρίση. Για αυτό και αναζητά πρόθυμους συμμάχους. Η ΝΔ που σύντομα θα κληθεί να αντιμετωπίσει τα προβλήματα, πρέπει να εργαστεί σκληρά και να προετοιμαστεί κατάλληλα για να γκρεμίσει τον τοίχο της κρίσης. Έτσι μόνο θα δημιουργηθεί πλειοψηφικό ρεύμα στην κοινωνία και θα ανακτηθεί η εμπιστοσύνη του πολίτη στην πολιτική. Και κάτι ακόμη. Αν υπερβούμε τη γόνιμη (αλλά και άγονη) γκρίνια, θα καταλάβουμε ότι οι ιδεοληψίες και τα διάφορα συναφή «κολλήματα», περισσότερο ταλαιπωρούν και λιγότερο προσφέρουν στο στόχο που είναι η ανόρθωση της χώρας. Κωστής Μουσουρούλης |
---|