Γ.Α. Παπανδρέου 20 Οκτωβρίου 2010
"Η Ελλάδα ενδεχομένως να χρειαστεί να λάβει και άλλα μέτρα λιτότητας..."
Olli Rehn.
Εγώ το είχα καταγράψει. Με ιδιαίτερο τρόπο βέβαια αλλά πιο ξεκάθαρα δεν γινόταν. Τι λέγαμε εδώ:"Εκεί όμως περί τις 17 με 20 Οκτωβρίου [...] θα πρέπει να προσέξει, [...] εκείνο το τριήμερο θα κριθούν πολλά σχετικά με τις εκλογές". Κατάλαβες; Πάει η επένδυση από το Κατάρ. Νά 'ταν κι άλλη! Και θα με ρωτήσεις: "καλά αυτό ήταν το πρόβλημά μας, τώρα;". Και θα σου απαντήσω.
Είναι σαφές ότι ένα οικονομικό πρόγραμμα τύπου και μεγέθους "Μνημονίου" δεν εξαρτάται - μόνο - από επιμέρους επενδύσεις. Εντούτοις, η εικόνα της όλης διαδικασίας σηματοδοτεί τρία πράγματα:
- Την αδυναμία της Κυβέρνησης να χειριστεί αποτελεσματικά τις αγορές. Μετά το φιάσκο των πρώτων μηνών, αφού ανέλαβε την εξουσία το ΠΑΣΟΚ, σε ό,τι αφορά στο πρόγραμμα δανειοδότησης της χώρας, με αποτέλεσμα να αδυνατεί το Ελληνικό Δημόσιο να αντλήσει ρευστότητα από τις αγορές, τώρα έρχεται το φιάσκο με την Καταριανή επένδυση. Το ΠΑΣΟΚ αντιλαμβάνεται τις αγορές ως πολιτικό και όχι ως οικονομικό αντικείμενο, προσπαθώντας άλλοτε με απειλές (θα θυμάστε τα "πιστόλια στα τραπέζια" και τους "κερδοσκόπους" που θα "έκαιγαν τα χέρια τους") και άλλοτε με κολακείες να τις προσεταιριστεί. Προστίθεται αναμφίβολα σε αυτήν την πολιτική αδυναμία και η εγγενής αδυναμία του δημοσίου να διαχειριστεί με τη δέουσα ταχύτητα και σοβαρότητα αλλά και τεχνοκρατική αποτελεσματικότητα τις ιδιωτικές επενδύσεις πολλώ δε μάλλον τις διακρατικές.
- Την αδυναμία του ελληνικού κράτους - ή δημοσίου αν θέλετε - να κινηθεί με όρους "έκτακτης οικονομικής κατάστασης" αμβλύνοντας κάθε εμπόδιο, δια του imperium που θεωρητικά θα έπρεπε να ασκεί, προκειμένου να προσελκύσει επενδυτικά κεφάλαια. Το τελικό μήνυμα προς τον υποψήφιο επενδυτή είναι πως η Ελλάδα δεν είναι ακόμη έτοιμη ούτε πολιτικά ούτε οικονομο-τεχνικά και δεν έχει και χρονικό ορίζοντα στον οποίο θα μπορεί να εμφανιστεί έτοιμη να υποδεχθεί επενδύσεις.
- Στις επικείμενες εκλογές, ο κ. Παπανδρέου δεν θα έχει στα χέρια του έστω και ένα αντι-Μνημονιακό "χαρτί" να παίξει, όπως θα ήταν η επιτυχής έκβαση μιας τέτοιας επένδυσης. Είναι προφανές ότι θα μπορούσε να επικαλείται την ορατή προσέλκυση επενδυτών, ώστε να παραπέμπει σε ένα σκληρό αλλά αποδοτικό Μνημόνιο. Δυστυχώς και εκτός απροόπτου, το μόνο που έχει στα χέρια του - ως πολιτικό προγραμματικό κείμενο - είναι το Μνημόνιο και μόνον αυτό.
Αμφότερα δηλαδή τα κόμματα εξουσίας προσδιορίζουν την κυβερνητική τους πολιτική και το πρόγραμμά τους σε σχέση με το Μνημόνιο, καθιστώντας το νόρμα της πολιτικής μας ζωής. Το εκλογικό αποτέλεσμα λοιπόν το βράδυ της 7ης Νοεμβρίου θα συσχετισθεί άμεσα και εκ των πραγμάτων με τις παραπάνω θέσεις, αποδίδοντας το πολιτικό κόστος που αναλογεί τόσο στο πολιτικό σύστημα -δια της αποχής- ως σύνολο όσο και επιμέρους, δια της πιθανής καθίζησης των ποσοστών και των δύο μεγάλων κομμάτων.
Το ΠΑΣΟΚ ως κόμμα που ήδη βρίσκεται στην εξουσία μάλλον έχει αντιληφθεί πρώτο τα επίχειρα της υπογραφής της συμφωνίας με την Τρόικα. Βλέπει ότι οι επενδύσεις δεν έρχονται ούτε με ευχές, ούτε με νόμους, ούτε με την υπάρχουσα κρατική μηχανή. Συνοπτικά δεν έρχονται με τα δεδομένα πολιτικά εργαλεία που χρησιμοποιούσε μέχρι σήμερα η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση. Αρχίζει και αντιλαμβάνεται - και προσέξτε αναφέρομαι στο κόμμα κι όχι στον κ. Παπανδρέου - ότι οι συνέπειες εκείνης της μοιραίας υπογραφής δεν θα είναι ούτε σύντομες, της τάξης των δύο, τριών ή τεσσάρων ετών, ούτε αντιστρέψιμες, υπό την έννοια ότι θα προσελκυσθούν εύκολα επενδύσεις και μάλιστα μόλις πέντε μήνες μετά την υπογραφή του Μνημονίου αλλά ούτε και θα απωθηθούν στη συλλογική "αμνησία" αφού τα μέτρα θα είναι εδώ για πολύ καιρό και θα ενισχύονται τακτικά, όπως μας υπενθυμίζουν οι διάφοροι ξένοι αξιωματούχοι.
Δεν είμαι καθόλου βέβαιος λοιπόν ότι όλο αυτό το δυσμενές σκηνικό θα ήθελε το βαθύ ΠΑΣΟΚ να το επωμιστεί μόνο του. Το ΠΑΣΟΚ έχει κατ' επανάληψη δείξει ότι δεν έχει "αυτοκαταστροφικές τάσεις", ενώ και το ευρύτερο πολιτικό μας σκηνικό δεν μπορεί σε αυτή τη φάση να παράγει εκείνες τις συνέργειες που θα οδηγούσαν στη διάχυση και ευρύτερη απορρόφηση του σκληρού μηνύματος που αναμφίβολα θα μεταδώσουν οι εκλογείς.
Επιπλέον, το οικονομικό μέγεθος του Μνημονίου είναι τεράστιο ακόμη και για τα δεδομένα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Ανάλογα υψηλό έχει εκτιμηθεί και από το ίδιο το Ταμείο το ρίσκο που έχει αναλάβει, χρηματοδοτώντας έστω και με τους πλέον σκληρούς όρους, την Ελλάδα. Αρχίζει και εγείρεται λοιπόν το ερώτημα, το οποίο θα γίνει ακόμη πιο επιτακτικό την επομένη των εκλογών και εφόσον το αποτέλεσμα θα αποτιμηθεί ως εντόνως "αντι-Μνημονιακό", ποιος πολιτικός σχηματισμός (κόμμα, οικουμενική κυβέρνηση, κυβέρνηση προσωπικοτήτων ή άλλος) θα αναλάβει να διαχειριστεί τόσο το πολιτικό κόστος όσο και την εφαρμογή των Μνημονιακών επιταγών.
Το σενάριο που φαντάζει στην παρούσα φάση ως το πλέον ρεαλιστικό, είναι εκείνο των "Δύο Κυβερνήσεων". Της εναλλαγής δηλαδή κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ-ΝΔ, σε διάστημα συντομότερο της τετραετίας, προκειμένου να καταστεί εφικτή η πλήρης εφαρμογή των όρων του Μνημονίου, με ταυτόχρονη ελαχιστοποίηση των κοινωνικών αντιδράσεων αλλά και την τελική διάσωση του πολιτικού συστήματος. Πάντως στην παρούσα φάση ο κ .Παπανδρέου μάλλον προσγειώνεται ολοένα και περισσότερο στην πραγματικότητα της υπογραφής του. Γνωρίζει ότι εμφανίσθηκε εξαιρετικά ανακόλουθος αναλαμβάνοντας ένα πολύ σημαντικό μέρος του πολιτικού κόστους εξαιτίας του Μνημονίου, ενώ από την απέναντι πλευρά εμφανίζεται ο κ. Σαμαράς, ο οποίος μολονότι πρώην μέλος της κυβέρνησης Καραμανλή και άρα θεωρητικά συνυπεύθυνος, έχει διαμορφώσει ήδη ένα αποστασιοποιημένο - ως πρόσωπο τώρα κι όχι ως κόμμα - προφίλ από το Μνημονιακή πολιτική "μαύρη τρύπα".
Διαφαίνεται επίσης ότι ο κ. Παπανδρέου δεν επιθυμεί να τηρήσει "κατά γράμμα και μέχρι κεραίας" τις δεσμεύσεις που ουσιαστικά έχει αναλάβει έναντι της Τρόικας. Για να είμαστε ρεαλιστές, είναι προφανές ότι ο κ. Παπανδρέου, με πολιτικο-οικονομικούς ελιγμούς (επιβολή βαριάς φορολογίας, παραπομπή πολιτικών προσώπων της Νέας Δημοκρατίας, νέες εξεταστικές, επενδυτικά σχέδια) που μάλλον δεν του αποφέρουν το αποτέλεσμα που θα επιθυμούσε, προσπαθεί με κάθε τρόπο να αποφύγει το στενό και σκληρό πυρήνα του Μνημονίου. Τις απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων και την πώληση ΔΕΚΟ με αντίστοιχη μείωση του προσωπικού τους.
Όπου το ΔΝΤ επενέβη, ο δημόσιος τομέας συρρικνώθηκε βίαια. Δεν υπάρχει λόγος να συμφωνήθηκε κάτι διαφορετικό στη δική μας περίπτωση. Απλώς, η πολιτική πραγματικότητα στην Ελλάδα δεν είναι ακόμη ώριμη να διαχειρισθεί τις συνέπειες μιας τέτοιας απόφασης και είναι πλέον ορατή η προσπάθεια του κ. Πρωθυπουργού να την αποφύγει ή να την καθυστερήσει, ενδεχομένως και αθετώντας τις δεσμεύσεις του προς την Τρόικα μπροστά σε ένα δυσθεώρητο πολιτικό κόστος. Δεν είναι βέβαιο ότι μπορεί να τα καταφέρει, πάντως δείχνει ότι δεν επιθυμεί μια τέτοια απόφαση να την λάβει ο ίδιος ή τουλάχιστον όχι μόνος του.
Η ιστορική σύμπτωση πάντως είναι πως ο ίδιος ο κ. Πρωθυπουργός - εκών ή άκων - έβαλε τις βάσεις για την αποδόμηση μιας ολόκληρης κοσμοθεωρίας σχετικά με την κρατική διοίκηση και την κρατική παρέμβαση που ο πατέρας του και ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ εισήγαγε και διαμόρφωσε στη μεταπολιτευτική Ελλάδα.
Στο κοινωνικό πεδίο, οι αντιδράσεις στο Μνημόνιο παραμένουν μεμονωμένες, προερχόμενες από "νησίδες" πληττομένων τάξεων ή επαγγελμάτων. Απουσιάζουν δηλαδή και η πολιτική πλατφόρμα και ο συνδετικός ιστός μεταξύ των "μεμονωμένων" αντιδρώντων ομάδων, ώστε να συγκροτηθεί πολιτικά υπολογίσιμη κρίσιμα μάζα κοινωνικής αντίδρασης απέναντι στο Μνημόνιο. Ο χρόνος εδώ και αναφερόμαστε στον πολιτικό χρόνο, όσο δεν διαταράσσεται - δεν εναλλάσσονται δηλαδή κόμματα, πρόσωπα και καταστάσεις - λειτουργεί υπέρ της συγκρότησης αυτής της "αντι-Μνημονιακής" κρίσιμης μάζας. Αντίθετα, η ανανέωση της - φρούδας, φευ! -ελπίδας δια της εναλλαγής των κομμάτων στην εξουσία καθυστερεί την πολιτική συγκρότηση ενός κοινωνικά ισχυρού "αντι-Μνημονιακού" μετώπου, όπως θα έλεγε και η Αλέκα! - και κατά συνέπεια διευκολύνει την εφαρμογή μέτρων και ρητρών. Επίσης, ανέκαθεν οι εκλογικές διαδικασίες λειτουργούσαν και ως βαλβίδα εκτόνωσης - υγιούς βεβαίως - των όποιων κοινωνικών αντιδράσεων και αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό για τη σταθερότητα της χώρας.
Η "Θεωρία των Δύο Κυβερνήσεων" λοιπόν θα κριθεί το βράδυ των εκλογών. Αναμφίβολα, τα μέτρα θα ληφθούν. Οι πολίτες το βράδυ της 7ης Νοεμβρίου καλούνται απλώς να αποφασίσουν από ποιόν.
Aπό τον Τυχαίο
Εστάλη από το Γραφέα Πεζικού
http://teachers-limnou.blogspot.com/2010/10/blog-post_1949.html#more