Στα... ταμεία των Ταμείων έβαλε χέρι φαρμακοποιός του Λαυρίου. Εφαρμόζοντας γνωστά «κόλπα», όπως η αφαίρεση της ταινίας γνησιότητας από τα κουτιά των φαρμάκων, κατάφερε να «κερδίσει» από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς περισσότερα από 36.000 ευρώ. Οι ελεγκτές της αρμόδιας υπηρεσίας του υπουργείου Εργασίας, οι οποίοι επισκέφθηκαν το φαρμακείο πριν από περίπου τρεις εβδομάδες, έτριβαν τα μάτια τους με αυτά που αντίκρισαν. Συγκεκριμένα βρήκαν 28 βιβλιάρια ασθενείας ασφαλισμένων του ΙΚΑ, 408 τετράδια με ονοματεπώνυμα ασφαλισμένων στην ετικέτα, τα οποία εμπεριείχαν μεταξύ άλλων 38 ανεκτέλεστες συνταγές διάφορων Ταμείων, και 1.830 τεμάχια φαρμακευτικών σκευασμάτων από τα οποία είχαν αποκολληθεί οι ταινίες γνησιότητας. Τα φάρμακα όμως βρίσκονταν κανονικά στα ράφια και στις συρταριέρες του φαρμακείου. Για να γίνει ξεκάθαρο το μέγεθος της παρανομίας αρκεί να αναφερθεί ότι τα «γυμνά» φάρμακα γέμισαν επτά μεγάλες σακούλες σκουπιδιών και επτά κούτες. Στα τετράδια υπήρχαν ακόμη 2.355 ταινίες γνησιότητας φαρμάκων αποκολλημένες από τις συσκευασίες τους, διευθύνσεις, τηλέφωνα, χρεωστικά υπόλοιπα και άλλα προσωπικά δεδομένα των ασφαλισμένων. Μέχρι στιγμής το ύψος της ζημίας των ασφαλιστικών οργανισμών μόνο από το συγκεκριμένο φαρμακείο υπολογίζεται σε 36.400 ευρώ. Το ποσόν αυτό αφορά μόνο την αξία των φαρμάκων τα οποία βρέθηκαν χωρίς την αντίστοιχη ταινία γνησιότητας. «Στην πρώτη φάση του ελέγχου έγινε και αντιπαραβολή των ευρεθεισών ταινιών γνησιότητας και των ανωτέρω συσκευασιών χωρίς ταινία γνησιότητας. Από τη διαδικασία αυτή προέκυψε ότι καμία από τις ταινίες δεν αντιστοιχεί σε συσκευασία φαρμάκου που βρέθηκε στο φαρμακείο χωρίς αυτήν. Αναζητήθηκαν όλα τα υπόλοιπα απαραίτητα στοιχεία και κατόπιν έρευνας αυτών θα καθοριστούν όλες οι ενέργειες αλλά και το συνολικό ύψος ζημίας των ασφαλιστικών οργανισμών» αναφέρουν παράγοντες του αρμόδιου υπουργείου.
Οι κομπίνες που εφαρμόζουν αρκετοί φαρμακοποιοί, συχνά σε συνεργασία με γιατρούς, είναι γνωστές σε όλους. Ο γιατρός συνταγογραφεί σε ασφαλισμένο φάρμακο που δεν χρειάζεται, η ταινία γνησιότητας του σκευάσματος επικολλάται στη συνταγή και ο φαρμακοποιός αποζημιώνεται από το Ταμείο. Το σκεύασμα όμως παραμένει στο φαρμακείο και στη συνέχεια πωλείται σε άλλον πελάτη. Ετσι ο φαρμακοποιός αποζημιώνεται δύο φορές για το ίδιο φάρμακο.
Τη ζημία των ασφαλιστικών οργανισμών από τέτοιου είδους πρακτικές ουδείς γνωρίζει, αφού δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί η ηλεκτρονική συνταγογράφηση και δεν υπάρχει ακριβής εικόνα της πορείας κάθε σκευάσματος. Ετσι τα χέρια των αρμοδίων είναι δεμένα και οι απάτες αποκαλύπτονται κάθε φορά έπειτα από δειγματοληπτικούς ελέγχους ή από έρευνες που διενεργούνται ύστερα από καταγγελίες πολιτών.
Ωστόσο οι ειδικοί έχουν διαπιστώσει έκρηξη της φαρμακευτικής δαπάνης μέσα σε εννέα χρόνια σε όλους τους ασφαλιστικούς οργανισμούς. Σύμφωνα με τον βουλευτή του ΠΑΣΟΚ, καθηγητή στο London School of Εconomics κ. Ηλ. Μόσιαλο , η φαρμακευτική δαπάνη των Ταμείων έφτασε το 2009 τα 5,1 δισεκατομμύρια ευρώ από 980 εκατομμύρια ευρώ που ήταν το 2000. Σε αυτό το ποσό δεν συμπεριλαμβάνονται τα νοσοκομειακά φάρμακα, η συμμετοχή των πολιτών και φυσικά τα σκευάσματα που αγοράζονται χωρίς συνταγή γιατρού. «Από τα 980 εκατομμύρια ευρώ που ήταν η φαρμακευτική δαπάνη των Ταμείων το 2000θα ΄πρεπε σήμερα να έχει φθάσει τα 1,6-2 δισεκατομμύρια ευρώ. Και πάλι πολύ είναι» σχολιάζει ο κ. Μόσιαλος. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στο ΙΚΑ η αντίστοιχη δαπάνη αυξήθηκε πάνω από 400% και από 583 εκατομμύρια ευρώ το 2000 άγγιξε τα 2,4 δισεκατομμύρια ευρώ το 2009. Στον ΟΓΑ η φαρμακευτική δαπάνη αυξήθηκε κατά 450% και από 279 εκατομμύρια ευρώ το 2000 έφθασε τα 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ το 2009. Η δαπάνη των φαρμάκων των νοσοκομείων του ΕΣΥ τα οποία χρεώνονται στα Ταμεία εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ.
Οπως επισημαίνει, «στο πλαίσιο των συμβατικών υποχρεώσεων των φαρμακείων προς τους ασφαλιστικούς οργανισμούς και με δεδομένο ότι το μεγαλύτερο μέρος του τζίρου των φαρμακείων προέρχεται από τα Ταμεία θα ΄πρεπε άμεσα να εφαρμοστεί ένα σύστημα ηλεκτρονικής διαχείρισης των συνταγών». Κάθε συνταγή θα ΄πρεπε να περνά σε ένα κεντρικό σύστημα- εξηγεί- με ευθύνη των ίδιων των φαρμακοποιών. «Τα περισσότερα φαρμακεία διαθέτουν ήδη υπολογιστές. Το πρόγραμμα είναι απλό να στηθεί από τη στιγμή που υπάρχει ήδη η διεθνής ταξινόμηση των νόσων μεταφρασμένη στα ελληνικά από την Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας. Τα φάρμακα μπορούν να πάρουν έναν κωδικό και το ίδιο μπορεί να συμβεί με τους ασθενείς, τους φαρμακοποιούς και τους γιατρούς» αναφέρει. Ως παράδειγμα ο κ. Μόσιαλος φέρνει την Αυστρία όπου οι γιατροί αποστέλλουν τις συνταγές στο Διαδίκτυο με έναν κωδικό τον οποίο δίνουν στον ασθενή. Με τον κωδικό αυτό διεκπεραιώνεται η συνταγή του γιατρού.
«Να εφαρμοστεί στους γιατρούς η μηχανογράφηση»
«Αυτό που συμβαίνει είναι έγκλημα. Τέτοιου είδους ενέργειες καταγγέλλονται συχνά στον Σύλλογο από συναδέλφους. Επίσηςέχουμε ενημέρωση για το τι συμβαίνει και από την αρμόδια υπηρεσία ελέγχων του υπουργείου Εργασίας» δηλώνει ο πρόεδρος του ΦΣΑ κ. Κ. Λουράντος (φωτογραφία). «Θεωρώ ότι πρέπει να εφαρμοστεί η μηχανογράφηση στους γιατρούς. Μπορεί οι φαρμακοποιοί να εκτελούν τις συνταγές, αλλά οι γιατροί είναι αυτοί που τις γράφουν».
Μέτρα για τη μείωση της δαπάνης
Οι ηγεσίες των υπουργείων Οικονομικών, Εργασίας και Υγείας επιδιώκουν, με μέτρα που έχουν ήδη αρχίσει να εφαρμόζουν, τη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης. Οι αρμόδιοι εκτιμούν ότι με την εφαρμογή της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης η ετήσια εξοικονόμηση των Ασφαλιστικών Ταμείων θα ανέλθει σε 1-1,5 δισ. ευρώ. «Τα μέτρα που παίρνουμε συνολικά για το φάρμακο απεικονίζονται για πρώτη φορά στις δαπάνες του Ιουνίου. Η μείωση φθάνει 25%27% ανάλογα με το Ασφαλιστικό Ταμείο. Ωστόσο χρειάζονται πολλά ακόμη να γίνουν, όπως η εφαρμογή του rebate από τις φαρμακευτικές εταιρείες», δηλώνει προς «Το Βήμα» η γενική γραμματέας του υπουργείου Εργασίας κυρία Αθηνά Δρέττα.
Σημειώνεται ότι η εφαρμογή του rebate, καθώς και η πολιτική τιμολόγησης των φαρμάκων είναι δύο από τα θέματα που θα συζητηθούν σήμερα σε σύσκεψη στο υπουργείο Οικονομίας. Η σύσκεψη θα πραγματοποιηθεί υπό την υπουργό κυρία Λούκα Κατσέλη και με τη συμμετοχή των υπουργών Υγείας κυρίας Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου και Εργασίας κ. Α. Λοβέρδου.