Ο υπολογισμός της οφειλής δεν πρέπει να γίνεται με τριπλασιασμό αλλά διπλασιασμό του αρχικού ποσού
Του Αλέξανδρου Αυλωνίτη
Σε σημαντική μείωση των οφειλών των δανειοληπτών προς τις τράπεζες, οδηγούν δικαστικές αποφάσεις που ανοίγουν τον δρόμο για να περικοπούν τουλάχιστον κατά το 1/3 τα ποσά που οφείλουν όσοι πήραν δάνειο μετά το 1990.
Η Δικαιοσύνη προσφέρει «ανάσα» στους δανειολήπτες αποκρούοντας ως μη νόμιμο τον τρόπο με τον οποίο οι τράπεζες εφάρμοζαν την τελευταία 5ετία τη νομοθεσία για τα «πανωτόκια».
Οι δικαστικές αποφάσεις καθιστούν σαφές ότι ενώ τα κατά καιρούς νομοθετήματα για τα πανωτόκια προσπαθούσαν να ανακουφίσουν τους δανειολήπτες, οι τράπεζες ερμήνευαν με διαφορετικό τρόπο τις διατάξεις, με συνέπεια πολύ λίγοι καταναλωτές να κατορθώσουν στην πράξη να ωφεληθούν πραγματικά από τις ευνοϊκές γι’ αυτούς ρυθμίσεις.
Πρακτική
Η τραπεζική πρακτική της τελευταίας πενταετίας οδηγούσε στον υπολογισμό της συνολικής οφειλής με τριπλασιασμό του ποσού του αρχικού δανείου. Ωστόσο, οι δικαστικές αποφάσεις συνδυάζοντας τις ρυθμίσεις των διαφορετικών νόμων, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι όσοι πήραν μετά το 1990 δάνειο, πρέπει να καταβάλουν το πολύ μέχρι το τριπλάσιο του κεφαλαίου.
Το επιπλέον 1/3 του ποσού του δανείου αποτελεί μη νόμιμη επιβάρυνση και οι δανειολήπτες που υποχρεώθηκαν να το καταβάλουν μπορούν να πάρουν πίσω τα χρήματά τους ως αχρεωστήτως καταβληθέντα.
Ετσι ανοίγει ο δρόμος για την επιστροφή πολύ μεγάλων κονδυλίων, αφού ξεπερνούν κατά περίπτωση τα 15.000 - 20.000 ευρώ. Το εξίσου σημαντικό όμως αποτέλεσμα είναι οι δανειολήπτες να υπάγονται στις ευνοϊκές ρυθμίσεις για αποπληρωμή με 5ετείς ή 7ετείς δόσεις και στο υποχρεωτικό «πάγωμα» των πλειστηριασμών που είχε επιβάλει για κάποιο διάστημα ο νόμος 3259/04.
Ακύρωση
Αν λοιπόν με τον παράνομο υπολογισμό των οφειλών και τη μη υπαγωγή στον νόμο 3259/04 υπήρξαν και κατασχέσεις ακινήτων, αυτές είναι παράνομες και οι δανειολήπτες μπορούν να πετύχουν την ακύρωσή τους ή την αποζημίωσή τους για τη βλάβη που υπέστησαν
ΠΗΓΗ ΗΜΕΡΗΣΙΑ