Η επιλεκτική και ευνοϊκή μεταχείριση της Τουρκίας από τη νέα αμερικανική κυβέρνηση και τον νέο αμερικανό πρόεδρο, αλλά και η εμφάνιση στο προσκήνιο του Αχμέτ Νταβούτογλου τάραξαν για λίγο το ευδαιμονικό ελληνικό παρόν, αν και οι αντιδράσεις φαίνεται να είναι υποτονικές.
Οι πολιτικοί μας φαίνεται να είναι απρόθυμοι να συζητήσουν το πρόβλημα και πολύ περισσότερο να έχουν κάποια διάθεση να το αντιμετωπίσουν. Είναι πιθανό ότι θα επαναληφθεί το φαινόμενο της τρανταχτής αδιαφορίας που έδειξαν κατά την προηγούμενη προεκλογική περίοδο, όταν επιμελώς απέφυγαν να αναφερθούν στο επιτακτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε και που συναρτάται απολύτως με την εθνική και κρατική μας υπόσταση. Όσο για τα πανεπιστήμιά μας και τις λίγες και ισχνές δεξαμενές σκέψης που διαθέτουμε, εκεί η αδιαφορία και η άγνοια για τα τουρκικά πράγματα ανταγωνίζεται την αντίστοιχη κατάσταση που φαίνεται να επικρατεί στο Υπουργείο Εξωτερικών.
Είμαστε η χώρα που αρνείται να πιστέψει στην απειλή που είναι αμέσως ορατή και που θέλει να πειστεί ότι τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται, αλλά έχουν ένα κρυφό νόημα και επιφυλάσσουν εξελίξεις σύμφωνες προς τις επιθυμίες και τα όνειρά μας. Είμαστε η χώρα που διστάζει να καταγγείλει και να κοινολογήσει τις απειλές που δέχεται και την τρομοκρατία που υφίσταται από άλλη χώρα, μέλος της ίδιας αμυντικής συμμαχίας.
Όλα αυτά σημαίνουν βέβαια την καταρράκωση του φρονήματός μας. Δυστυχώς φαίνεται ότι βρισκόμαστε στην ίδια αξιοθρήνητη κατάσταση με αυτήν του 1974, όταν χάσαμε ένα πόλεμο χωρίς να επιχειρήσουμε να πολεμήσουμε.
Χαρακτηριστική της κατάστασης μας είναι η απαισιοδοξία και ο φαταλισμός που διακρίνουν τις δύο πρόσφατες επιφυλλίδες του κυρίου Χρήστου Γιανναρά στην Καθημερινή. Τα άρθρα αυτά καταλήγουν, μετά από ανάλυση της ελληνικής κατάστασης, σε αναπάντεχες προτάσεις: η λύση στο πρόβλημά μας μπορεί να είναι η αποδοχή της νεοοθωμανικής προοπτικής για αναστήλωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά και η συμπόρευσή μας στο νεοαυτοκρατορικό όραμα του Αχμέτ Νταβούτογλου.
Ο κ. Γιανναράς ορθώς χαρακτηρίζει ως αφελή την προσπάθεια των ΗΠΑ να διαδώσουν ήπιες μορφές του Ισλάμ και να επιβάλουν κάποιο βαθμό εκδυτικισμού στο μουσουλμανικό κόσμο. Το Ισλάμ αντιλαμβάνεται την οικουμένη διαιρούμενη σε δύο τμήματα: το νταρ αλ-Ισλάμ που ορίζεται από την ισλαμική σαρία και το νταρ αλ-χαρμπ, που βρίσκεται έξω από το νταρ αλ-Ισλάμ και είναι ο κόσμος των απίστων. Το νταρ αλ-Ισλάμ θα επεκταθεί για να συμπεριλάβει το νταρ αλ-χαρμπ. Ο αγώνας θα είναι ανελέητος, ενώ για τους απίστους επιβάλλεται εξωμοσία, κατάκτηση ή εξόντωση. Πρόκειται για ασυμβίβαστους προς τον δυτικό πολιτισμό τρόπους συμπεριφοράς που δεν αφήνουν χώρο για μετριοπάθεια. Αλλά και ο Αχμέτ Νταβούτογλου απορρίπτει τον σχεδιασμό για μια περιφερειακή υπερδύναμη και οραματίζεται την Τουρκία ως φορέα του ισλαμικού πολιτισμού που θα ηγείται στις χώρες που κάποτε αποτελούσαν τμήματα της κραταιάς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Κατά τον Αχμέτ Νταβούτογλου η αυτοκρατορική διάσταση της Τουρκίας δεν συμβιβάζεται με τον εκδυτικισμό της. Αλλά και η Τουρκία ως φορέας του ισλαμικού πολιτισμού είναι ουσιαστικά αντίπαλος του δυτικού κόσμου. Παράλληλα, κατά τον Χρήστο Γιανναρά η πολιτιστική συγγένεια των λαών της Ανατολής, στους οποίους και εμείς ανήκουμε αποτελεί προϋπόθεση συνεργασίας μας με τη νέα οθωμανική πραγματικότητα. Έτσι, η Ελλάδα – πάντα κατά τον κ. Γιανναρά – θα μπορέσει κάτω από τη νεοοθωμανική επιρροή και παραμένοντας στην Ευρωπαϊκή Ένωση να παίξει τον ρόλο του διαμεσολαβητή, κάτι που η νέα Οθωμανική Αυτοκρατορία θα έχει ανάγκη. Προφανώς ο κ. Γιανναράς έχει κατά νου τον ρόλο που έπαιξαν οι Φαναριώτες ως διαμεσολαβητές μεταξύ Σαραγιού και δυτικών δυνάμεων κατά τον 18ο και 19ο αιώνα. Ωστόσο, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε εδώ τη μεταχείριση που επεφύλαξε στους Φαναριώτες ο πανικόβλητος Μαχμούτ Β΄ αμέσως μετά την έκρηξη της μεγάλης ελληνικής επανάστασης.
Η πρόταση του κ. Γιανναρά είναι πρωτότυπη και θεωρητικά θεμελιωμένη. Δεν παύει όμως να αποτελεί ένα διανοητικό κατασκεύασμα. Το κύριο έλλειμμά της είναι η παρασιώπηση της κατακτητικής και επεκτατικής διάθεσης του τουρκικού έθνους, αλλά και το ασυμβίβαστο του Ισλάμ προς τον ελληνικό πολιτισμό και τη Δύση. Πώς θα εξασφαλισθεί η συνεργασία με τη Δύση χωρίς αντιπαλότητα; Πώς θα πραγματοποιηθεί η μετατροπή της Ελλάδας σε καταλύτη συμπόρευσης Ανατολής και Δύσης, όπως λέει; Αυτό προϋποθέτει βέβαια την πλήρη μετατροπή του ελληνικού κράτους σε δορυφόρο, αλλά και την ανατροπή της πραγματικότητας που επέβαλαν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι. Πρόκειται και πάλι για την Ελλάδα της Μελούνας; Είναι αυτό ενεργός μετοχή του Ελληνισμού στο ιστορικό γίγνεσθαι; Και τί είδους ελληνικότητα θα διέσωζε τότε το ελληνικό κράτος; Μάλιστα τότε θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίζουμε ως κρατίδιο. Πώς μπορεί η Τουρκία να διεκδικεί τη συνέχεια του Βυζαντίου; Αφήνουμε κατά μέρος το ακανθώδες πρόβλημα του αν η Ελλάδα ανήκει η όχι στη Δύση. Η πρόταση του κ. Γιανναρά μοιάζει με τις σύγχρονες απόπειρες και πρακτικές κατευνασμού της Τουρκίας και μετάλλαξής της σε ευρωπαϊκή χώρα. Πρακτικές που νομίζουμε ότι αποδεικνύονται μάταιες. Άλλωστε, η ανάλυση του κ. Γιανναρά μπορεί να λάβει τελείως αντίθετη κατεύθυνση αν θεωρήσουμε ότι η επιμονή του Αχμέτ Νταβούτογλου στις ισλαμικές πολιτισμικές προϋποθέσεις της Τουρκίας μας δίνει τη δυνατότητα μιας πολιτικής που θα απομονώσει την Τουρκία από τους σημερινούς δυτικούς υποστηρικτές της.
Εμείς, χωρίς να θέλουμε να επαναλάβουμε κοινοτοπίες, πιστεύουμε ότι ως έθνος δεν έχουμε άλλη επιλογή από την προσπάθεια ανάσχεσης της Τουρκίας, όπως μας επιβάλλεται από τον ρεαλισμό και τις αντιστασιακές παραδόσεις μας. Γι’ αυτό δεν μας κουράζει να επαναλάβουμε ότι απαιτείται κατεπειγόντως και αμέσως η προσαρμογή του πολιτικού και του κοινωνικού μας συστήματος στην ανάγκη ανόρθωσης του φρονήματος και της οικονομίας μας και αποκατάστασης της αεροναυτικής ισορροπίας στο Αιγαίο. Κοντολογίς χρειαζόμαστε μια κάθαρση και ένα όραμα.
Οι πολιτικοί μας φαίνεται να είναι απρόθυμοι να συζητήσουν το πρόβλημα και πολύ περισσότερο να έχουν κάποια διάθεση να το αντιμετωπίσουν. Είναι πιθανό ότι θα επαναληφθεί το φαινόμενο της τρανταχτής αδιαφορίας που έδειξαν κατά την προηγούμενη προεκλογική περίοδο, όταν επιμελώς απέφυγαν να αναφερθούν στο επιτακτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε και που συναρτάται απολύτως με την εθνική και κρατική μας υπόσταση. Όσο για τα πανεπιστήμιά μας και τις λίγες και ισχνές δεξαμενές σκέψης που διαθέτουμε, εκεί η αδιαφορία και η άγνοια για τα τουρκικά πράγματα ανταγωνίζεται την αντίστοιχη κατάσταση που φαίνεται να επικρατεί στο Υπουργείο Εξωτερικών.
Είμαστε η χώρα που αρνείται να πιστέψει στην απειλή που είναι αμέσως ορατή και που θέλει να πειστεί ότι τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται, αλλά έχουν ένα κρυφό νόημα και επιφυλάσσουν εξελίξεις σύμφωνες προς τις επιθυμίες και τα όνειρά μας. Είμαστε η χώρα που διστάζει να καταγγείλει και να κοινολογήσει τις απειλές που δέχεται και την τρομοκρατία που υφίσταται από άλλη χώρα, μέλος της ίδιας αμυντικής συμμαχίας.
Όλα αυτά σημαίνουν βέβαια την καταρράκωση του φρονήματός μας. Δυστυχώς φαίνεται ότι βρισκόμαστε στην ίδια αξιοθρήνητη κατάσταση με αυτήν του 1974, όταν χάσαμε ένα πόλεμο χωρίς να επιχειρήσουμε να πολεμήσουμε.
Χαρακτηριστική της κατάστασης μας είναι η απαισιοδοξία και ο φαταλισμός που διακρίνουν τις δύο πρόσφατες επιφυλλίδες του κυρίου Χρήστου Γιανναρά στην Καθημερινή. Τα άρθρα αυτά καταλήγουν, μετά από ανάλυση της ελληνικής κατάστασης, σε αναπάντεχες προτάσεις: η λύση στο πρόβλημά μας μπορεί να είναι η αποδοχή της νεοοθωμανικής προοπτικής για αναστήλωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά και η συμπόρευσή μας στο νεοαυτοκρατορικό όραμα του Αχμέτ Νταβούτογλου.
Ο κ. Γιανναράς ορθώς χαρακτηρίζει ως αφελή την προσπάθεια των ΗΠΑ να διαδώσουν ήπιες μορφές του Ισλάμ και να επιβάλουν κάποιο βαθμό εκδυτικισμού στο μουσουλμανικό κόσμο. Το Ισλάμ αντιλαμβάνεται την οικουμένη διαιρούμενη σε δύο τμήματα: το νταρ αλ-Ισλάμ που ορίζεται από την ισλαμική σαρία και το νταρ αλ-χαρμπ, που βρίσκεται έξω από το νταρ αλ-Ισλάμ και είναι ο κόσμος των απίστων. Το νταρ αλ-Ισλάμ θα επεκταθεί για να συμπεριλάβει το νταρ αλ-χαρμπ. Ο αγώνας θα είναι ανελέητος, ενώ για τους απίστους επιβάλλεται εξωμοσία, κατάκτηση ή εξόντωση. Πρόκειται για ασυμβίβαστους προς τον δυτικό πολιτισμό τρόπους συμπεριφοράς που δεν αφήνουν χώρο για μετριοπάθεια. Αλλά και ο Αχμέτ Νταβούτογλου απορρίπτει τον σχεδιασμό για μια περιφερειακή υπερδύναμη και οραματίζεται την Τουρκία ως φορέα του ισλαμικού πολιτισμού που θα ηγείται στις χώρες που κάποτε αποτελούσαν τμήματα της κραταιάς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Κατά τον Αχμέτ Νταβούτογλου η αυτοκρατορική διάσταση της Τουρκίας δεν συμβιβάζεται με τον εκδυτικισμό της. Αλλά και η Τουρκία ως φορέας του ισλαμικού πολιτισμού είναι ουσιαστικά αντίπαλος του δυτικού κόσμου. Παράλληλα, κατά τον Χρήστο Γιανναρά η πολιτιστική συγγένεια των λαών της Ανατολής, στους οποίους και εμείς ανήκουμε αποτελεί προϋπόθεση συνεργασίας μας με τη νέα οθωμανική πραγματικότητα. Έτσι, η Ελλάδα – πάντα κατά τον κ. Γιανναρά – θα μπορέσει κάτω από τη νεοοθωμανική επιρροή και παραμένοντας στην Ευρωπαϊκή Ένωση να παίξει τον ρόλο του διαμεσολαβητή, κάτι που η νέα Οθωμανική Αυτοκρατορία θα έχει ανάγκη. Προφανώς ο κ. Γιανναράς έχει κατά νου τον ρόλο που έπαιξαν οι Φαναριώτες ως διαμεσολαβητές μεταξύ Σαραγιού και δυτικών δυνάμεων κατά τον 18ο και 19ο αιώνα. Ωστόσο, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε εδώ τη μεταχείριση που επεφύλαξε στους Φαναριώτες ο πανικόβλητος Μαχμούτ Β΄ αμέσως μετά την έκρηξη της μεγάλης ελληνικής επανάστασης.
Η πρόταση του κ. Γιανναρά είναι πρωτότυπη και θεωρητικά θεμελιωμένη. Δεν παύει όμως να αποτελεί ένα διανοητικό κατασκεύασμα. Το κύριο έλλειμμά της είναι η παρασιώπηση της κατακτητικής και επεκτατικής διάθεσης του τουρκικού έθνους, αλλά και το ασυμβίβαστο του Ισλάμ προς τον ελληνικό πολιτισμό και τη Δύση. Πώς θα εξασφαλισθεί η συνεργασία με τη Δύση χωρίς αντιπαλότητα; Πώς θα πραγματοποιηθεί η μετατροπή της Ελλάδας σε καταλύτη συμπόρευσης Ανατολής και Δύσης, όπως λέει; Αυτό προϋποθέτει βέβαια την πλήρη μετατροπή του ελληνικού κράτους σε δορυφόρο, αλλά και την ανατροπή της πραγματικότητας που επέβαλαν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι. Πρόκειται και πάλι για την Ελλάδα της Μελούνας; Είναι αυτό ενεργός μετοχή του Ελληνισμού στο ιστορικό γίγνεσθαι; Και τί είδους ελληνικότητα θα διέσωζε τότε το ελληνικό κράτος; Μάλιστα τότε θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίζουμε ως κρατίδιο. Πώς μπορεί η Τουρκία να διεκδικεί τη συνέχεια του Βυζαντίου; Αφήνουμε κατά μέρος το ακανθώδες πρόβλημα του αν η Ελλάδα ανήκει η όχι στη Δύση. Η πρόταση του κ. Γιανναρά μοιάζει με τις σύγχρονες απόπειρες και πρακτικές κατευνασμού της Τουρκίας και μετάλλαξής της σε ευρωπαϊκή χώρα. Πρακτικές που νομίζουμε ότι αποδεικνύονται μάταιες. Άλλωστε, η ανάλυση του κ. Γιανναρά μπορεί να λάβει τελείως αντίθετη κατεύθυνση αν θεωρήσουμε ότι η επιμονή του Αχμέτ Νταβούτογλου στις ισλαμικές πολιτισμικές προϋποθέσεις της Τουρκίας μας δίνει τη δυνατότητα μιας πολιτικής που θα απομονώσει την Τουρκία από τους σημερινούς δυτικούς υποστηρικτές της.
Εμείς, χωρίς να θέλουμε να επαναλάβουμε κοινοτοπίες, πιστεύουμε ότι ως έθνος δεν έχουμε άλλη επιλογή από την προσπάθεια ανάσχεσης της Τουρκίας, όπως μας επιβάλλεται από τον ρεαλισμό και τις αντιστασιακές παραδόσεις μας. Γι’ αυτό δεν μας κουράζει να επαναλάβουμε ότι απαιτείται κατεπειγόντως και αμέσως η προσαρμογή του πολιτικού και του κοινωνικού μας συστήματος στην ανάγκη ανόρθωσης του φρονήματος και της οικονομίας μας και αποκατάστασης της αεροναυτικής ισορροπίας στο Αιγαίο. Κοντολογίς χρειαζόμαστε μια κάθαρση και ένα όραμα.