«Είμαστε δεσμευμένοι για τη μετεξέλιξη του ενιαίου κράτους σε ομοσπονδιακό, που θα αποτελείται από δύο περιοχές με μεγάλη αυτονομία. Η μια περιοχή θα διοικείται από την ελληνοκυπριακή κοινότητα και η άλλη από την τουρκοκυπριακή κοινότητα. Δεδομένου του γεγονότος ότι στην Κύπρο ο πληθυσμός ζούσε ανάμεικτος σε ολόκληρο το νησί, αυτό αποτέλεσε για μας μεγάλη ιστορική παραχώρηση εκ μέρους του Προέδρου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου προς τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας. Παραμένουμε πιστοί σε αυτή τη δέσμευση. Η Ενωμένη Ομοσπονδιακή Κυπριακή Δημοκρατία πρέπει να διασφαλίζει την ενότητα του κράτους και των θεσμών, όπως επίσης και της οικονομίας και του λαού.
Ομιλία προέδρου Χριστόφια στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών για Κυπριακό, Τουρκία, προοπτικές συνομιλιών και ρόλο ΟΗΕ.
«Η Κυπριακή Δημοκρατία με συνέπεια υποστηρίζει την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με την πεποίθηση ότι η όλη διαδικασία προσαρμογής της, όπως και η ένταξή της, θα βοηθήσει τους γείτονές μας και θα αποβεί επωφελής τόσο για την περιοχή μας όσο και για μας», τόνισε σήμερα από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, ο πρόεδρος της Κύπρου, Δημήτρης Χριστόφιας, υπογραμμίζοντας ότι «αυτή η υποστήριξη, όμως, δεν είναι άνευ όρων. Η Τουρκία πρέπει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς επίσης και έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Απευθυνόμενος στους ηγέτες και τους αντιπροσώπους των κρατών-μελών του ΟΗΕ, ο πρόεδρος Χριστόφιας διερωτήθηκε:
«Σας ερωτώ: Δεν είναι παράδοξο για μια χώρα που είναι μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας να μην αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, κράτος-μέλος των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όλων των διεθνών οργανισμών;
Δεν είναι παράδοξο, ένα μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας να διατηρεί στρατεύματα κατοχής για 35 χρόνια στο έδαφος ενός άλλου κράτους μέλους των Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Δεν είναι παράδοξο να υποσκάπτει την ενότητα και την εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας προωθώντας τη δημιουργία δεύτερου κράτους στο νησί παραβιάζοντας το ψήφισμα 541 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών του 1983, το οποίο ομόφωνα καταδικάζει την παράνομη μονομερή ανακήρυξη του ψευδοκράτους, θεωρώντας την νομικά άκυρη και ανυπόστατη και καλεί όλα τα κράτη να σεβαστούν την κυριαρχία, ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας;
Ναι, είναι παράδοξο και παράνομο. Η Κύπρος ουδέποτε επιδίωξε ούτε θέλει να έχει εχθρικές σχέσεις με τη γείτονα της, Τουρκία. Αλλά είναι ευθύνη μας να υπερασπισθούμε την ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα και την κυριαρχία του κράτους μας. Παρόλα αυτά, θα ήθελα απ' αυτό το επίσημο βήμα να εκφράσω την ετοιμότητά μου να αναπτύξω διάλογο με την ηγεσία της Τουρκίας, παράλληλα με τις συνεχιζόμενες συνομιλίες με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη, ώστε να μοιραστώ μαζί της ιδέες για το μέλλον και να ενισχυθούν οι πιθανότητες για θετική έκβαση των διαπραγματεύσεων».
Μιλώντας για το κυπριακό πρόβλημα, ο κ. Χριστόφιας ανέφερε ότι «μετά το διπλό έγκλημα του στρατιωτικού πραξικοπήματος και της ξένης εισβολής στην Κύπρο το 1974, όταν με τη χρήση στρατιωτικής βίας επιδιώχθηκε η κατάλυση της κρατικής μας οντότητας και παραβιάστηκε η ακεραιότητα του κράτους μας, τα Ηνωμένα Έθνη αντέδρασαν με ένα αριθμό σημαντικών ψηφισμάτων, εκφράζοντας την ηθική και νομική υποστήριξη της διεθνούς κοινότητας προς την Κυπριακή Δημοκρατία. Η πληθώρα των περί Κύπρου ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας και της Γενικής Συνέλευσης, παρέχουν στη χώρα μου την αναγκαία στήριξη για να συνεχίσει τον αγώνα της για επίλυση του πολιτικού της προβλήματος στη βάση αυτών των ψηφισμάτων και των αρχών του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και του διεθνούς δικαίου.
Αμέσως μετά την ανάληψη της Προεδρίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, αναλάβαμε πρωτοβουλίες για τερματισμό του αδιεξόδου. Ως αποτέλεσμα πριν ένα χρόνο αρχίσαμε, στη βάση των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας, και υπό την αιγίδα των Καλών Υπηρεσιών του Γενικού Γραμματέα, μια εντατική διαπραγμάτευση με τον ηγέτη της Τουρκοκυπριακής κοινότητας, Μεχμέτ Αλί Ταλάτ. Δείχνοντας εμπιστοσύνη στην ειλικρίνεια των προθέσεων του κ. Ταλάτ, έχουμε εμπλακεί σε μια κοινή προσπάθεια να πετύχουμε τον τερματισμό της διαίρεσης της πατρίδας μας. Συμφωνήσαμε ότι η διαδικασία θα είναι στα χέρια των Κυπρίων χωρίς επιδιαιτησία και τεχνητά χρονοδιαγράμματα. Έχει επιτευχθεί κάποια πρόοδος στις διαπραγματεύσεις. Όχι όμως τέτοια ώστε να πείθει ότι βρισκόμαστε κοντά στην τελική λύση του προβλήματος.
Στόχος του αγώνα μας είναι η αποκατάσταση της κυριαρχίας, της εδαφικής ακεραιότητας, της ανεξαρτησίας και της ενότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, που είναι η κοινή πατρίδα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Στόχος, επίσης, είναι η αποκατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των βασικών ελευθεριών όλων των πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας ανεξαρτήτως εθνικής προέλευσης».
Μέλλον συνομιλιών
Όσο αφορά τις προοπτικές της διαπραγματευτικής διαδικασίας, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας είπε:
«Είμαστε δεσμευμένοι για τη μετεξέλιξη του ενιαίου κράτους σε ομοσπονδιακό, που θα αποτελείται από δύο περιοχές με μεγάλη αυτονομία. Η μια περιοχή θα διοικείται από την ελληνοκυπριακή κοινότητα και η άλλη από την τουρκοκυπριακή κοινότητα. Δεδομένου του γεγονότος ότι στην Κύπρο ο πληθυσμός ζούσε ανάμεικτος σε ολόκληρο το νησί, αυτό αποτέλεσε για μας μεγάλη ιστορική παραχώρηση εκ μέρους του Προέδρου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου προς τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας. Παραμένουμε πιστοί σε αυτή τη δέσμευση. Η Ενωμένη Ομοσπονδιακή Κυπριακή Δημοκρατία πρέπει να διασφαλίζει την ενότητα του κράτους και των θεσμών, όπως επίσης και της οικονομίας και του λαού.
Παρ' όλες τις κοινές μας προσπάθειες, η τουρκοκυπριακή πλευρά, υποστηριζόμενη από την Τουρκία, δυστυχώς συνεχίζει να καταθέτει θέσεις και προτάσεις οι οποίες μας οδηγούν έξω από τα πλαίσια των περί Κύπρου ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών όσο αφορά τον τερματισμό της στρατιωτικής κατοχής, την παράνομη κατοχή περιουσιών και την παράνομη παρουσία εποίκων. Τυχόν αποδοχή αυτών των θέσεων θα οδηγούσε σε αποδοχή πολλών από τις συνέπειες της κατοχής αλλά και στην παραβίαση των Διεθνών Συνθηκών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις βασικές ελευθερίες και των αρχών πάνω στις οποίες είναι οικοδομημένες οι Ομοσπονδίες. Είναι δε σαφές ότι μια τέτοια λύση δεν θα είναι ούτε βιώσιμη, ούτε λειτουργική και δεν θα διασφαλίζει τη συνέχιση της ενότητας του κράτους και της χώρας. Θέλουμε να πιστεύουμε ειλικρινά ότι κατά τη διάρκεια του δεύτερου γύρου των διαπραγματεύσεων, που μόλις έχει αρχίσει, θα υπάρξει αναθεώρηση των τουρκικών θέσεων ούτως ώστε να μπορέσουμε, όσο το δυνατό πιο σύντομα, να φτάσουμε σε μια συμφωνημένη λύση την οποία να παρουσιάσουμε στο λαό προς έγκριση σε ξεχωριστά και ταυτόχρονα δημοψηφίσματα. Αυτή η λύση πρέπει να είναι από τους Κύπριους για τους Κύπριους».
Καταλήγοντας σημείωσε ότι «η Τουρκία πρέπει στην πράξη να συνδράμει για λύση διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα όπως καθορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας. Αντί τούτου η Τουρκία στην πράξη προωθεί λύση συνομοσπονδίας. Ένδειξη καλής θέλησης από μέρους της Τουρκίας θα ήταν η εφαρμογή του ψηφίσματος 550 του 1984, το οποίο προνοεί τη μεταβίβαση της κατεχόμενης κενής πόλης των Βαρωσίων, στη διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών και την επιστροφή των νομίμων κατοίκων της στα σπίτια και τις περιουσίες τους. Επίσης, πρέπει να προχωρήσει στην εξομάλυνση των σχέσεων της με την Κυπριακή Δημοκρατία και στην αναγνώρισή της, όπως απαιτείται και από αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Θέλω να δηλώσω ακόμη μια φορά ότι οι Τουρκοκύπριοι συμπατριώτες μας είναι ίσοι πολίτες της Δημοκρατίας και ότι θα αγωνιστώ με συνέπεια για τα δικαιώματά τους και για να βρουν τη θέση που τους αρμόζει σε όλα τα όργανα του Κράτους. Πολιτικά προέρχομαι από το Προοδευτικό Λαϊκό Κίνημα της χώρας μου το οποίο πάντοτε στάθηκε δίπλα στους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας για ειρήνη και αρμονική συμβίωση. Τα δικαιώματα όμως των Τουρκοκυπρίων συμπατριωτών μας δεν μπορούν να εφαρμόζονται σε βάρος των δικαιωμάτων της μεγαλύτερης κοινότητας που είναι η ελληνοκυπριακή. Πρέπει να υπάρχει αμοιβαίος σεβασμός. Θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι δεν θα φεισθώ προσπαθειών για να πετύχουμε ισοζυγισμένη και δίκαιη λύση που θα αποκαθιστά τα δικαιώματα ολόκληρου του λαού. Έχουμε όλοι πληρώσει βαρύ τίμημα -ανθρώπινο, πολιτικό, οικονομικό- και συνεχίζουμε να πληρώνουμε βαρύ τίμημα. Αντίθετα, τα οφέλη μιας διαρκούς ειρήνης, θα αποβούν ευεργετικά για το λαό της Κύπρου, της Τουρκίας και γενικότερα για τους λαούς ολόκληρης της περιοχής.
Οι πραγματικοί πολιτικοί ηγέτες δεν είναι αυτοί που σκέφτονται τις επόμενες εκλογές αλλά αυτοί που σκέφτονται τις επόμενες γενεές. Έχουμε την ευθύνη να εργασθούμε μαζί για να εγκαθιδρύσουμε διαρκή ειρήνη στην περιοχή μας».
Ρόλος ΟΗΕ
Αναφερόμενος στην αποστολή των Ηνωμένων Εθνών, ο Κύπριος Πρόεδρος τόνισε ότι «από την ίδρυσή της, η Κυπριακή Δημοκρατία δεσμεύτηκε και παραμένει δεσμευμένη στην πολυμερή διπλωματία και στην ενδυνάμωση του ρόλου των Ηνωμένων Εθνών. Η παγκόσμια σταθερότητα και ευημερία τέθηκε σε κίνδυνο από την παγκόσμια οικονομική κρίση που ξέσπασε πρόσφατα. Φανέρωσε τις αδυναμίες του συλλογικού εποπτικού συστήματος. Είναι μόνο διαμέσου της συλλογικής παγκόσμιας δράσης και όχι μέσω του οικονομικού εθνικισμού που μπορούμε να ξεπεράσουμε τέτοιες προκλήσεις. Το ίδιο ισχύει και για τη δράση εναντίον των επιδημιών και της φτώχειας, καθώς επίσης και για αποτροπή περισσότερης ζημιάς στο περιβάλλον που επηρεάζει τη ζωή όλων μας.
Το πιο σημαντικό μάθημα από την οικονομική κρίση είναι ότι η οικονομία δεν μπορεί να ιδωθεί ανεξάρτητα από τις ανάγκες της κοινωνίας. Παρά την εντυπωσιακή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, η οποία θα μπορούσε να είχε εξασφαλίσει αξιοπρεπή διαβίωση για όλους, σε πολλά μέρη του κόσμου, άνθρωποι εξακολουθούν να στερούνται βασικών αγαθών όπως πόσιμο νερό, ιατρική περίθαλψη, παιδεία και εργασία».
Μιλώντας για την παγκόσμια κατάσταση στον οικονομικό τομέα υπογράμμισε ότι «το μέγεθος της οικονομικής κρίσης δείχνει ότι είναι κρίση του συστήματος και της πιο ακραίας έκφρασής του -του νεοφιλελευθερισμού και της ασυδοσίας της αγοράς. Στην παρούσα μορφή της, η παγκοσμιοποίηση δεν αποτελεί την εκπλήρωση των οραμάτων που διαμόρφωσαν φιλόσοφοι και κοινωνικοί επαναστάτες για παγκόσμια αδελφοσύνη και ευημερία για όλους. Κι αυτό γιατί η παγκοσμιοποίηση χαρακτηρίζεται από το κυνηγητό του κέρδους και του υπερκέρδους με αποτέλεσμα οι πλούσιοι να γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι».
Στη συνέχεια, τόνισε ότι «έχοντας διανύσει πέραν της μισής απόστασης που μας χωρίζει από το ορόσημο του 2015, για την υλοποίηση των στόχων της χιλιετίας, η οικονομική κρίση αναγκάζει κράτη και Οργανισμούς να επαναξιολογήσουν τις παγκόσμιες προτεραιότητες. Τα Ηνωμένα Έθνη είναι ο πιο σημαντικός διεθνής οργανισμός που μπορεί να αντιμετωπίσει τα αποτελέσματα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και να ενεργήσει συλλογικά και αποτελεσματικά για να αποτρέψει χειρότερες επιπτώσεις. Ο κόσμος σήμερα αντιμετωπίζει πολλαπλές προκλήσεις και απειλές: κλιματικές αλλαγές, υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων, παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αδυναμία να προστατευθούν ευάλωτοι πληθυσμοί, αυξημένες περιφερειακές και διακρατικές συγκρούσεις, διάδοση όπλων μαζικής καταστροφής, πανδημίες».
Ο κ. Χριστόφιας επεσήμανε ότι «από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης ακούσαμε τη φωνή απόγνωσης αυτών που ζουν σε μικρά νησιωτικά κράτη, τη φωνή απόγνωσης της νέας γενιάς, καθώς και τη δραματική προειδοποίηση επιστημόνων ότι εάν δεν ληφθούν μέτρα εδώ και τώρα, η ανθρωπότητα κινδυνεύει με εξαφάνιση. Ενώνουμε και εμείς τη φωνή μας και στηρίζουμε τις προτάσεις που έγιναν για λήψη πρακτικών μέτρων. Πρέπει να λάβουμε μέτρα τώρα. Αύριο θα είναι αργά. Η Διάσκεψη της Κοπεγχάγης πρέπει να αποτελέσει με τις αποφάσεις της και τα μέτρα που θα ληφθούν, ιστορική στροφή προς την κατεύθυνση αποτελεσματικής αντιμετώπισης των καταστροφικών κλιματικών αλλαγών».
www.kathimerini.gr