9 Ιουνίου 2009

Φως στα βουνά-φαντάσματα της Ανταρκτικής


Μια σειρά από απίστευτες και μοναδικές στη Γη βουνοκορφές και κοιλάδες-φαντάσματα, τα μυστηριώδη όρη Γκαμπούρτσεφ της Ανταρκτικής, θαμμένα σε βάθος μέχρι 3 χλμ. κάτω από τόνους πάγου, επί 14 εκατ. χρόνια, άρχισαν για πρώτη φορά να αποκαλύπτουν επιτέλους τα μυστικά τους στους επιστήμονες και, ταυτόχρονα, να ρίχνουν φως στην εξίσου μυστηριώδη καταγωγή των πάγων της ανατολικής Ανταρκτικής.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η έρευνα με ειδικά ραντάρ έδειξε ότι το τοπίο, πριν 14 εκατ. χρόνια, έμοιαζε πολύ με τις σημερινές ευρωπαϊκές Άλπεις, με ποτάμια να κυλάνε ανάμεσα σε μεγάλες κοιλάδες. Σήμερα εικάζεται ότι το τοπίο αυτό έχει διατηρηθεί λίγο-πολύ άθικτο κάτω από τους πάγους.

Οι επιστήμονες, που μελέτησαν την περιοχή, σε δύο αποστολές (2004-5 και 2007-8), δημιουργώντας έναν χάρτη με την χρήση ειδικών ραντάρ που "βλέπουν" κάτω από την επιφάνεια του εδάφους, εκτιμούν ότι η υπόγεια πλέον οροσειρά Γκαμπούρτσεφ, που βρίσκεται σήμερα θαμμένη στο κέντρο της ανατολικής Ανταρκτικής, ήταν ήδη αρκετά κρύα για να σχηματιστεί σε αυτήν ο πρώτος παγετώνας και στη συνέχεια οι πάγοι να αρχίσουν να επεκτείνονται μέχρι που κάλυψαν τα πάντα.

Τα ραντάρ υπεδάφους στέλνουν ραδιοκύματα κάτω από την επιφάνεια, διαπερνώντας τον πάγο, μέχρι να συναντήσουν τα βράχια που βρίσκονται θαμμένα από κάτω. Λόγω των διαφορετικών ηλεκτρικών ιδιοτήτων ανάμεσα στα βράχια και τους πάγους, τα ραδιοκύματα αντανακλώνται στην επιφάνεια και έτσι είναι εφικτή η χαρτογράφηση μιας υπόγειας οροσειράς.

Αναλύοντας τα νέα επιστημονικά στοιχεία σε εργασία τους στο περιοδικό "Nature", σύμφωνα με το BBC και το Γαλλικό Πρακτορείο, μια ομάδα κινέζων και βρετανών επιστημόνων, υπό τον Σαν Μπο του Ινστιτούτου Πολικών Ερευνών της Κίνας, πιστεύουν ότι τα ευρήματά τους παρέχουν σημαντικές ενδείξεις για το πώς μπορεί να συμπεριφερθούν οι πάγοι της Ανταρκτικής στο μέλλον, καθώς ανεβαίνει η θερμοκρασία και αλλάζει το κλίμα.

Οι ερευνητές ταξίδεψαν 1.235 δύσκολα χιλιόμετρα πάνω σε ειδικό όχημα, από έναν ερευνητικό σταθμό στην ακτή της ανατολικής Ανταρκτικής μέχρι την κορυφή του λεγόμενου "Θόλου Α", κοντά στο επίκεντρο των Γκαμπούρτσεφ, σε υψόμετρο 4.093 μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας.

Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι χρειάστηκε μια μέση ετήσια θερμοκρασία γύρω στους 3 βαθμούς Κελσίου, για να σχηματιστούν οι πρώτοι παγετώνες που έθαψαν τελικά τα όρη Γκαμπούρτσεφ, τα οποία πήραν το όνομά τους από τον σοβιετικό γεωφυσικό Γκριγκόρι Γκαμπούρτσεφ, ο οποίος τα ανακάλυψε το 1958. Σήμερα η μέση θερμοκρασία στην περιοχή είναι μείον 60 βαθμοί.

Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι, λόγω μιας βαθμιαίας πτώσης των επιπέδων του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα μέσα από καθαρά φυσικές διαδικασίες, καθώς και των μεταβολών στην τροχιά της Γης, πριν από 32 έως 54 εκατ. χρόνια ο πλανήτης μας άρχισε να κρυώνει και τελικά να παγώνει για τα καλά.

Οι πρώτοι μεγάλοι παγετώνες άρχισαν να σχηματίζονται στην Ανταρκτική πριν 34 εκατ. χρόνια, στην αρχή της λεγόμενης Ολιγόκαινης περιόδου. Λόγω του μεγάλου ύψους τους, κατά πάσα πιθανότητα τα όρη Γκαρμπούρτσεφ, που τότε, όπως σήμερα οι Άλπεις, ήσαν ελεύθερες πάγων, άρχισαν να αποτελούν το αρχικό σημείο σχηματισμού των παγετώνων. Το επόμενο μεγάλο κύμα παγετώνων συνέβη πριν περίπου 14 εκατ. χρόνια, οπότε και έθαψε οριστικά τα Γκαρμπούρτσεφ κάτω από τους πάγους.

Σύμφωνα με τον Φαούστο Φερατσιόλι, της Βρετανικής Ανταρκτικής Υπηρεσίας, που συμμετείχε σε μια πρόσφατη ξεχωριστή διεθνή επιστημονική αποστολή στην ίδια περιοχή (και της οποίας αναμένονται τα επιστημονικά αποτελέσματα), "η συγκεκριμένη περιοχή περιέχει τα μεγαλύτερα αποθέματα πάγου στον πλανήτη και είναι ταυτόχρονα η λιγότερο κατανοητή τοποθεσία της Γης". Όπως είπε, αν ποτέ όλοι οι πάγοι της ανατολικής Ανταρκτικής καταρρεύσουν, το επίπεδο των θαλασσών θα αυξηθεί κατά 60 μέτρα.

Οι μέχρι τώρα ενδείξεις, σύμφωνα με τον Μάρτιν Σίγκερτ, επικεφαλής της σχολής γεωεπιστημών του πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, ο οποίος συμμετείχε στη κινεζο-βρετανική έρευνα, δείχνουν ότι, αν και στο πέρασμα των 14 εκατ. ετών πολλά έχουν αλλάξει στο γήινο κλίμα, στην ανατολική Ανταρκτική δεν φαίνεται σχεδόν τίποτε να έχει αλλάξει. Όμως, πρόσθεσε, αν επιδεινωθεί η συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, σε 1.000 χρόνια μπορεί τα πράγματα να γίνουν επικίνδυνα.AΠΕ