ΑΧΜΕΤ ΝΤΑΒΟΥΤΟΓΛΟΥ: «Πολιτική μηδενικών προβλημάτων»... πλην Ελλάδος
«Σήμερα, είναι γνωστά πλέον τα αποτελέσματα της στρατηγικής ολιγωρίας για το ότι δεν τέθηκαν υπό έλεγχο τα νησιά του Αιγαίου και εγκαταλείφθηκαν μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Τη στιγμή που η Τουρκία κρατά τον σφυγμό του μαλακού υπογαστρίου της Ρωσίας μέσω των Στενών, η Ελλάδα έχει αποκτήσει στρατηγικό πλεονέκτημα απέναντι στην Τουρκία, μέσω των νησιών του Αιγαίου.
Ο χώρος στον οποίο η Τουρκία βρίσκεται κοντά σε πόλεμο, περισσότερο από κάθε άλλη περίπτωση, είναι τα νησιά του Αιγαίου, που περιορίζουν σε σημαντικό βαθμό τον ζωτικό της χώρο, πράγμα που οφείλεται στα ασυγχώρητα λάθη που έχουν γίνει, εξαιτίας της απουσίας συνεπούς θαλάσσιας στρατηγικής, η κρίση στο Καρντάκ (Ίμια), που έφερε στην επιφάνεια την ελληνική κυριαρχία ακόμη και σε βραχονησίδες που βρίσκονται κοντά στις ακτές μας, είναι το πικρό αντίτιμο των συσσωρευμένων αυτών λαθών».
Με τα λόγια αυτά «μάγος», ο «Τούρκος Κίσινγκερ» της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής παρουσιάζει σε 150 μόλις λέξεις την ουσία και τη στρατηγική επιδίωξη της Άγκυρας σε σχέση με τη χώρα μας. Η πολιτική του πρώτου μη κοινοβουλευτικού υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας θα πρέπει να προσεχθεί ιδιαιτέρως από τη χώρα, διότι οι εκπλήξεις που μας επιφυλάσσει το μέλλον μπορεί να είναι οδυνηρές, ειδικά εάν ληφθούν υπόψη οι ακαδημαϊκές θέσεις του διανοούμενου-πολιτικού, οι οποίες και έρχονται σε άμεση συνάρτηση με την τουρκική πολιτική της τελευταίας πενταετίας.
Η νέα «μοδάτη» έκφραση, η οποία παρουσιάζεται εδώ και καιρό στις στήλες των εφημερίδων και των πολιτικών σχολιαστών, είτε της Τουρκίας είτε του εξωτερικού, είναι πως η Άγκυρα, υπό τον Α. Νταβούτογλου, ακολουθεί μία πολιτική «μηδενικών προβλημάτων» με τον περίγυρο της, που τυγχάνει να αποτελεί το πολιτικό και πολιτισμικό περιβάλλον μέσα στο οποίο δημιουργήθηκε ανδρώθηκε και έδρασε η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Δυστυχώς, ο διαθέσιμος χώρος του παρόντος σημειώματος δεν επιτρέπει ούτε καν μία επιφανειακή προσέγγιση της ακαδημαϊκής προσέγγισης του «Νεο-Οθωμανισμού», όπως αυτός αναπτύσσεται από τον θεωρητικό του, κατά συνέπεια, το υπόλοιπο της ανάλυσης θα αφιερωθεί μόνο σε κάποιες βασικές προσεγγίσεις για το πώς ακριβώς ο... Τούρκος Κίσινγκερ θα μπορούσε να επηρεάσει τα ελληνοτουρκικά.
Επιστρέφοντας στο ζήτημα της θεωρίας των «μηδενικών προβλημάτων» με τον περίγυρο, θα μπορούσαν να εξαχθούν κάποια πολύ συγκεκριμένα συμπεράσματα από την τουρκική πολιτική των τελευταίων πέντε ετών και ειδικά της τελευταίας διετίας. Ξεκινώντας την περιήγηση μας στον «οθωμανικό χώρο», δηλαδή τον χώρο που ορίζεται σε γενικές γραμμές από τον νότιο Κούκασο και την Αδριατική, περιλαμβάνοντας την Μικρά Ασία, τα Βαλκάνια, την Εγγύς Ανατολή, και ην ανατολική Μεσόγειο είναι προφανές ηώς η Άγκυρα όντως προσπαθεί να ακολουθηθεί πολιτικές «μηδενικών προβλημάτων». Έτσι, ειδικά μετά τον ρωσο-γεωργιανό «πόλεμο των πέντε ημερών» τον Αύγουστο του 2008, η Άγκυρα ξεπερνώντας τις «αγκυλώσεις» του παρελθόντος προσπαθεί, έστω και επιφανειακά, σε επίπεδο επικοινωνιακό, να προσεγγίσει την Αρμενία με στόχο πρώτον να βελτιωθεί τις διακρατικές σχέσεις, οι οποίες ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτες, και δεύτερον να φέρει ίο Αζερμπαϊτζάν κοντύτερα με το Ερεβαν, έτσι ώστε να επιχειρηθεί να δοθεί μία λύση στο θέμα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Στο θέμα της Γεωργίας νωπές είναι ακόμα οι μεσολαβητικές προσπάθειες της Άγκυρας στο να «κατευνάσει» τη Μόσχα κοινά τερματιστούν οι συγκρούσεις το συντομότερο δυνατό. Προχωρώντας νοτιότερα, η Άγκυρα προσπαθεί να μεσολαβήσει στη συρο-ισραηλινή διένεξη και ταυτοχρόνως παίρνει μία αποφασιστική στάση στο Παλαιστινιακό.
Από την πλευρά του Ιράκ, άλλη μια ομολογουμένως σημαντικότατη τομή επιχειρείται τους τελευταίους μήνες. Ουσιαστικά, η Άγκυρα «αναγνωρίζει» και συνομιλεί επίσημα με την ημιανεξάρτητη κουρδική κυβέρνηση του Βορείου Ιράκ. Στο μέτωπο δε της Μαύρης θάλασσας, οι πρωτοβουλίες της για την ασφάλεια και τη συνεργασία είναι χαρακτηριστικές.
Ακόμα και ένας μη ειδικός θα διαπίστωνε πως η πολιτική «μηδενικών προβλημάτων» όντως λαμβάνει χώρα, φυσικά υπό την έννοια που την αντιλαμβάνεται η Άγκυρα, αφού από τη μία «μεσολαβεί» για παράδειγμα στο Παλαιστινιακό αλλά καταφέρεται δημόσια κατά της μίας πλευράς, ή «μεσολαβεί» στο θέμα του Γκολάν, αλλά πραγματοποιεί στρατιωτικές ασκήσεις με την Δαμασκό, κάτι το οποίο συμβαίνει και στον Καύκασο με την αρχική απομόνωση της Αρμενίας και τη στενότατη συνεργασία (ενεργειακή-στρατιωτική) με το Αζερμπαϊτζάν (σήμερα το Μπακού βέβαια αντιδρά έντονα στην επαναπροσέγγιση Άγκυρας - Ερεβάν, και στρέφεται προς τη Μόσχα...) και τη Γεωργία (προφανώς εκεί η Άγκυρα προκαλεί τη ρωσική αντίδραση). Σε κάθε περίπτωση, η Άγκυρα είναι σαφές πως στους «άξονες» του Καυκάσου- Μεσοποταμίας - Μέσης Ανατολής-Μαύρης θάλασσας, προσπαθεί να διατηρήσει το έστω και εύθραυστο υπάρχων status-quo.
Η πολιτική όμως των «μηδενικών προβλημάτων» σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται στις σχέσεις της Άγκυρας με τον δυτικό «γείτονα», δηλαδή τον ελληνισμό, Ελλάδα και Κύπρο, αναφορικά με το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η ποιοτική και η ποσοτική αναβάθμιση των τουρκικών προκλήσεων γίνεται υπό την επιρροή-καθοδήγηση του Αχμέτ Νταβούτογλου, ο οποίος φαίνεται πως αναφορικά με τα ελληνικά θέματα, όχι μόνο συμπλέει με την κεμαλική στρατιωτικοπολιτική ελίτ, αλλά και... επαυξάνει. Συνεχίζει ο Τούρκος καθηγητής στο πόνημα του «Στρατηγικό Βάθος» και υπογραμμίζει πως, αναφορικά με τα ελληνοτουρκικά, «η πηγή του βασικού προβλήματος στο Αιγαίο είναι η αντίθεση μεταξύ της γεωλογικής και γεωπολιτικής πραγματικότητας και του τρέχοντος status-quo. Σε αντίθεση προς το γεγονός ότι τα νησιά του Αιγαίου Πελάγους είναι φυσική προέκταση της γεωλογικής δομής της χερσονήσου της Ανατολίας, και προς τις γεωπολιτικές αναγκαιότητες που γεννιούνται από την παραπάνω κατάσταση, η πολιτική διανομή έγινε μέσω διεθνών συμφωνιών, υπέρ της Ελλάδας, πράγμα που υποδαυλίζει προβλήματα όπως η υφαλοκρηπίδα, τα χωρικά ύδατα, ο εναέριος χώρος, η γραμμή ΡΙΡ, οι περιοχές διοίκησης και ελέγχου και η στρατιωτικοποίηση των νησιών».
Από τη σύντομη αυτή επισκόπηση γίνεται φανερό πως η «πολιτική μηδενικών προβλημάτων» αφορά τον περίγυρο της Τουρκίας εκτός της Ελλάδας και της Κύπρου, θα πρέπει να επισημανθεί πως η Άγκυρα ακολουθεί τη συγκεκριμένη πολιτική, γνωρίζοντας πως από όλο τον «οθωμανικό» χώρο μόνο στο ζήτημα της θαλάσσιας κυριαρχίας στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο αξίζει να προσπαθήσει να αλλάξει το υπάρχων status-quo. Στον Καύκασο, κάθε αλλαγή θα επέφερε τη βίαιη αντίδραση της Μόσχας και ίσως του Ιράν, στον νότο υπάρχει το Ισραήλ, στο Ιράκ αν δεν μιλήσει με τους Κούρδους θα βρεθεί αντιμέτωπη με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ. Το μόνο μέτωπο στο οποίο μπορούν, δυνητικά, να προκύψουν κέρδη από την αλλαγή της υπάρχουσας κατάστασης, είναι το Αιγαίο και η Ανατολική Μεσόγειος. Το ερώτημα τι την κάνει να πιστεύει πως δεν πρόκειται να βρει «αντίσταση» άξιας λόγου θα πρέπει να απευθυνθεί στους αρμοδίους των Αθηνών, οι οποίοι διαχειρίστηκαν τα της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής από τη Μεταπολίτευση και μετά.
Ας σημειωθεί επίσης πως η πολιτική του Α. Νταβούτογλου δεν είναι διαφορετική από αυτή των πιο «κοσμικών» τουρκικών κύκλων. Για παράδειγμα, οι απόψεις και η φρασεολογία του Α. Νταβούτογλου συγκλίνουν με αυτές του καθηγητή Μουσταφά Αϊντίν, κορυφαίου Τούρκου διεθνολόγου και στρατηγιστή. Σε κάθε περίπτωση εκτιμάται πως η Άγκυρα, ισλαμιστική ή κεμαλική, πλέον διαθέτει έναν πραγματικό γεωπολιτικό ως επικεφαλής της εξωτερικής της πολιτικής, ο οποίος γνωρίζει τις απλές και σταθερές αρχές και προσεγγίσεις της συγκεκριμένης μεθοδολογίας, ενώ για πρώτη φορά παρουσιάζει μία τουρκική προσέγγιση σχετικά αυτόνομη, πάντα μέσα στο όρια της αγγλοσαξονικής σχολής βέβαια, με πολλές ομοιότητες, αλλά και χαρακτηριστικές διαφορές, με την ιστορική-πολιτισμική - γεωπολιτική θεωρία του «Ενδιάμεσου Χώρου» του Έλληνα καθηγητή Δημήτρη Κιτσίκη.
Εκτιμάται, λοιπόν, πως η Αθήνα θα πρέπει πλέον να ετοιμαστεί για την αντιμετώπιση της «πρακτικής εφαρμογής» στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο της θεωρίας του «Στρατηγικού Βάθους», όπως αυτή μεταφράζεται αναφορικά με τον παράγοντα «Ελλάδα». Έχει έρθει δηλαδή η ώρα για την εκδήλωση της τουρκικής προσπάθειας αλλαγής του status-quo.
Εμείς είμαστε έτοιμοι να το αντιμετωπίσουμε;
Του Γεωργίου Κ. Φίληkostasxan.blogspot.com