ΟΜΙΛΙΑ
ΕΛΠΙΔΑΣ ΤΣΟΥΡΗ
ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ
ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΝΗΣΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
ΣΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΛΙΜΑΝΙΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ
Αγαπητοί φίλοι και φίλες,
Τα τελευταία χρόνια, έχουμε ζήσει τις συνέπειες μιας καταστροφικής πολιτικής για τα λιμάνια, ενός ανύπαρκτου σχεδιασμού και ενός προβληματικού τρόπου διαχείρισης, που, ουσιαστικά, υπονόμευσε την αναγκαία πορεία της χώρας προς τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής λιμενικής βιομηχανίας.
Βεβαίως, η κυβέρνηση δεν έκρυψε τις προθέσεις της. Από την αρχή αποκάλυψε τους στόχους αλλά και τη μέθοδο επίτευξης τους: απαξίωση των εργαζομένων, απαξίωση των επιχειρήσεων και τελευταία πράξη «η εκποίηση». Άλλωστε το ίδιο μοντέλο, το οποίο βαπτίστηκε από τη κυβέρνηση ως «μεταρρύθμιση», ακολουθήθηκε στις μεγαλύτερες και -επί των ημερών του ΠΑΣΟΚ κερδοφόρες- ΔΕΚΟ, όπως ο ΟΤΕ και η ΔΕΗ.
Η πρόφαση εύκολα κατασκευάστηκε. Ήταν, δήθεν, η ανάγκη αύξησης της ανταγωνιστικότητας, η οποία δεν μπορεί να επιτευχθεί, κυρίως λόγω των «κακών εργαζομένων» και των «κεκτημένων δικαιωμάτων τους». Ο εργοδότης, το κράτος, δηλώνει, απλώς, αδυναμία διαχείρισης και αποφασίζει να απαλλαγεί από εθνικής σημασίας, -αλλά και ασφάλειας- περιουσιακά στοιχεία και μάλιστα με χαμηλά ή ανύπαρκτα αντισταθμιστικά οφέλη.
Η Κυβέρνηση είχε θέσει, από την αρχή, ως μοναδικό στόχο της Λιμενικής της πολιτικής, την άνευ όρων παράδοση των δύο υγιών, κερδοφόρων δημοσίων οργανισμών, ΟΛΠ και ΟΛΘ, σε ξένων συμφερόντων μονοπώλια, με αμφίβολης, μάλιστα, νομιμότητας διαδικασίες.
Ψάχνοντας συμμέτοχους στο έγκλημα, δε δίστασε να υποστηρίξει ότι η απόφαση αυτή στηρίζεται στη νομοθεσία και την πολιτική των Κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ. Ψεύδονται.
Είθισται, κάθε εγκληματίας να ψάχνει και να κατασκευάζει «άλλοθι». Η αλήθεια, είναι ότι επί των Κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ, ούτε το νομοθετικό πλαίσιο, ούτε οι συμβάσεις παραχώρησης του Ελληνικού Δημοσίου, προς τις ΟΛΠ και ΟΛΘ ΑΕ, επέτρεπαν παραχώρηση του δικαιώματος παροχής λιμενικών υπηρεσιών σε τρίτους. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται περίτρανα από τις νομοθετικές ρυθμίσεις που απαιτήθηκαν, (άρθρο 3, Ν.3654/2008) αλλά και τις σχετικές τροποποιήσεις των συμβάσεων παραχώρησης, προκειμένου η παραχώρηση σε τρίτους να είναι νομικά εφικτή. Οι ευθύνες, επομένως, ανήκουν και βαρύνουν εξ ολοκλήρου την κυβέρνηση και σ’ αυτήν θα αποδοθούν.
Τελικά, παρά τους αγώνες των εργαζομένων, τις καταγγελίες και την πλήρη αντίθεση όλων των κομμάτων της Αντιπολίτευσης, κυρώθηκε, πρόσφατα, με νόμο, η υλοποίηση μιας προειλημμένης και κακήν κακώς μεθοδευμένης κυβερνητικής απόφασης για την παραχώρηση του Σ.ΕΜΠΟ, της κύριας και πιο προσοδοφόρας λιμενικής δραστηριότητας του ΟΛΠ, σε ξένο επενδυτή.
Το ΠΑΣΟΚ, από την πρώτη στιγμή, κατήγγειλε, με σαφή και απόλυτο τρόπο, τη μεθόδευση, τις διαδικασίες, αλλά, κυρίως, την ουσία, της συγκεκριμένης παραχώρησης.
Σε μία περίοδο που η διεθνής κρίση πλέον χτυπάει την πόρτα μας, τη στιγμή που ακόμα και συντηρητικές κυβερνήσεις στην Ευρώπη επανεκτιμούν και επαναπροσδιορίζουν το ρόλο του δημοσίου ελέγχου, της δημόσιας παρέμβασης, των δημόσιων επενδύσεων, και τη στήριξη των επιχειρήσεων, που έχουν στρατηγική σημασία για την οικονομία τους, η κυβέρνηση προχώρησε στη σύναψη μιας κυριολεκτικά αποικιοκρατικού χαρακτήρα σύμβασης.
Χωρίς, μάλιστα, να έχουν επιλυθεί θέματα, όπως αυτό της νομιμότητας ή μη του ίδιου του διαγωνισμού.
Πιστή στο δόγμα του νεοφιλελευθερισμού, στη λογική της απελευθέρωσης των αγορών, χωρίς όρους, χωρίς ρυθμίσεις, χωρίς έλεγχο και εποπτεία, και στην ανεξέλεγκτη ιδιωτικοποίηση, αδιαφορώντας για το δημόσιο συμφέρον, προχώρησε σε μία σκανδαλώδη συμφωνία, με την οποία εκχωρείται δημόσια εξουσία, με ανύπαρκτο ταυτόχρονα τον ελεγκτικό και εποπτικό ρόλο του δημοσίου.
Είναι προφανές ότι δεν διασφαλίζεται ο ελεύθερος και δίκαιος ανταγωνισμός, δεν προστατεύονται οι εργαζόμενοι, το εμπόριο, οι καταναλωτές και πολύ περισσότερο το δημόσιο συμφέρον. Απλά εξυπηρετούνται αυξημένες προσδοκίες του αναδόχου.
Αποκορύφωμα όλων ήταν η απόφαση της κυβέρνησης να επιβάλλει, εκ των υστέρων, εκτός σύμβασης και προδιαγραφών διαγωνισμού, μια σειρά φορολογικών και όχι μόνο προνομίων.
Επιπρόσθετα, με την υπαγωγή της επένδυσης στο Ν.Δ.2687/53, ανοίγει κερκόπορτα, για τη διευθέτηση κρίσιμων θεμάτων, όπως φοροαπαλλαγών, αλλοδαπού προσωπικού, κτλ, εκτός Βουλής. Κανείς δεν γνωρίζει ποια είναι ακριβώς τα οικονομικά, και όχι μόνο οφέλη για την εταιρεία. Εκτός από θέματα διαφάνειας και νομιμότητας των διαδικασιών, τίθενται και θέματα κόστους ή απώλειας εσόδων για το Ελληνικό Δημόσιο, τα οποία αυτή τη στιγμή είναι ανυπολόγιστα.
«Το ζήτησαν οι Τράπεζες», μας απάντησε ο αρμόδιος Υπουργός. Δηλαδή –ουσιαστικά- η κυβέρνηση έδωσε κρατική εγγύηση για την επένδυση της COSCO. Είναι ή δεν είναι αυτό σκάνδαλο; Αποκαλύπτεται ή όχι η πτυχή των πελατειακών διευθετήσεων και σκοπιμοτήτων;
Σε ότι μας αφορά, θέλω να είμαι σαφής: Η μελλοντική κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με την εντολή και την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού, θα εξαντλήσει όλες τις νομικές, θεσμικές, πολιτικές δυνατότητες της ευρωπαϊκής και της εθνικής νομοθεσίας, προκειμένου να κατοχυρώσει το δημόσιο συμφέρον, μέσα από μια ουσιαστική επαναδιαπραγμάτευση.
Στον ναυάγιο του ΟΛΘ, χρειάστηκε ενάμισι μήνας για να κηρύξουν έκπτωτο τον ανάδοχο, αφότου απέσυρε την προσφορά του. Και επειδή αυτή η κυβέρνηση χαρακτηρίζεται από, μη τι άλλο, «στρατηγική» και «αποφασιστικότητα», ακόμη σκέφτεται το εάν και πότε θα κηρύξει άγονο το διαγωνισμό, ενώ, την ίδια στιγμή, ανακοινώνεται από τη διοίκηση της ΟΛΘ ΑΕ, ότι μπορεί να προχωρήσει το επενδυτικό της πρόγραμμα, αυτόνομα, εφόσον ο διαγωνισμός κηρυχθεί άγονος.
Αναρωτιόμαστε: Αφού έτσι είναι τα πράγματα, γιατί το εγκατέλειψαν; Γιατί η κυβέρνηση αφήνει ανοικτό το διαγωνισμό και δεν τον κηρύσσει εδώ και τώρα άγονο; Γιατί δε μπαίνει εδώ και τώρα ένα τέλος στην περαιτέρω απαξίωση του λιμανιού;
Η δική μας θέση και πολιτική ήταν και παραμένει σαφής. Πρώτα απ’ όλα για λόγους αρχής γιατί- εμείς θεωρούμε–ότι οι επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας για το συμφέρον της χώρας, για το συμφέρον του λαού μας, για το κοινωνικό όφελος, πρέπει να βρίσκονται υπό δημόσιο έλεγχο.
Και η ιστορία μας είναι συνεπής με αυτή μας τη θέση.
Μετατρέψαμε τους εθνικής σημασίας λιμένες σε ανώνυμες εταιρείες κοινής ωφελείας, οι οποίες λειτουργούν κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, έχουν διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και υπάγονται στην εποπτεία του ΥΕΝ. Παράλληλα, για την εισροή ιδιωτικών κεφαλαίων, δόθηκε η δυνατότητα εισαγωγής των Οργανισμών Λιμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών, υπό την προϋπόθεση ότι η συμμετοχή του ελληνικού δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο δεν μπορεί να είναι κάτω από 51%.
Η μετεξέλιξη των λιμενικών οργανισμών σε εταιρικές οντότητες, είχε ως στόχο να διευκολύνει τον περιορισμό των γραφειοκρατικών αγκυλώσεων και να επικυρώσει την αυτονομία των λιμένων στην πράξη.
Η Ν.Δ., από την πρώτη στιγμή διακυβέρνησης της, με τον πελατειακό κρατισμό, και τον έντονο κομματικό παρεμβατισμό, εμπόδισε τη μετεξέλιξη των λιμενικών οργανισμών σε εταιρικές οντότητες. Οι διοικήσεις των λιμανιών, αντί για αυτόνομοι παράγοντες διοίκησης, έχουν μετατραπεί σε απλούς εντολοδόχους του Υπουργού ΕΝ, και οι ίδιοι οι οργανισμοί, σε Δ/νσεις του Υπουργείου.
Με δεδομένη τη μακροοικονομική σημασία των λιμένων για την Ελληνική οικονομία και τη συμβολή τους στη βιώσιμη, περιβαλλοντικά φιλική οικονομική ανάπτυξη, επιμένουμε στη διατήρηση του δημόσιου ελέγχου της κυριότητας, αλλά και της διαχείρισης των λιμενικών υποδομών.
Απαιτούνται
1. Βελτίωση και εκσυγχρονισμός των υποδομών, αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού, βελτιώσεις στην διοίκηση, στην οργάνωση, στο σχεδιασμό και στην υλοποίηση της επενδυτικής τους πολιτικής. Και,
2. Ενίσχυση του ρόλου των δημόσιων λιμενικών αρχών, με την αξιοκρατική στελέχωση τους, ως παράγοντα διασφάλισης του δημόσιου συμφέροντος, και κατάργηση των πελατειακών σχέσεων, με την επιβολή διαφάνειας και σαφών κανόνων παντού.
Θα πρέπει να καταστήσουμε, για μία ακόμη φορά, σαφές ότι το «καινοτόμο», σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σχέδιο της Κυβέρνησης, για την εκποίηση δημόσιας περιουσίας, με τη μετατροπή ενός δημόσιου και, μάλιστα, κερδοφόρου, κρατικού μονοπωλίου σε μονοπώλιο ξένων συμφερόντων, δεν αποτελεί λόγο γιορτής και πανηγυρισμών.
Αντίθετα, αποτελεί επιβεβαίωση της απόστασης που χωρίζει την Κυβέρνηση, τόσο από τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί σε παγκόσμιο οικονομικό επίπεδο, τους λόγους που προκάλεσαν την κρίση και, κυρίως, τις σημερινές ανάγκες και προτάσεις για την αντιμετώπιση της, όσο και από τις ανάγκες και προτεραιότητες του ελληνικού λαού, ιδιαίτερα σε αυτή τη κρίσιμη περίοδο.
Είναι προφανές ότι η πολιτική της κυβέρνησης υπονομεύει- εκτός των άλλων- την ασφάλεια του πολίτη, του εργαζόμενου. Δεν διακυβεύεται και δεν περιορίζεται μόνο το εισόδημα, αλλά κάτι πολύ μεγαλύτερο.
Είναι φανερό ότι διακυβεύεται το θεμελιώδες δημοκρατικό δικαίωμα της συλλογικής έκφρασης και των συλλογικών διαπραγματεύσεων, και αυτό εντάσσεται στη λογική της κυβέρνησης για «εργαζόμενους χωρίς δικαιώματα και εργοδότες χωρίς υποχρεώσεις», για «ανταγωνιστικότητα που ταυτίζεται με την συμπίεση του εργατικού κόστους» και «τη μείωση του κράτους που ταυτίζεται με τη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους».
Η Ελλάδα, όμως, δεν μπορεί να είναι μια χώρα που θα βασιστεί στην ανάπτυξη μέσω της φθηνής εργασίας. Υπάρχει άλλος δρόμος που είναι η επένδυση στον άνθρωπο, η προστασία κοινωνικών δικαιωμάτων και η προσαρμογή στις νέες συνθήκες. Βασικό όχημα προς αυτή την κατεύθυνση αποτελούν οι Συλλογικές Διαπραγµατεύσεις και οι Εθνικές Κοινωνικές Συµφωνίες. Οτιδήποτε άλλο, θα είναι καταστροφικό.
Σας εύχομαι δημιουργικές εργασίες στο Συνέδριο σας, δύναμη, ελπίδα και αισιοδοξία στο δύσκολο αγώνα σας…