17 Ιουλίου 2008
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ
Τα τελευταία χρόνια ο Συνασπισμός έχει επανειλημμένα καταγγείλει δημόσια την απαξίωση του πλούσιου πολιτιστικού αποθέματος της χώρας μας και την απουσία χάραξης σοβαρής και αξιόπιστης πολιτιστικής πολιτικής από την πλευρά των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Αρκεί να σημειώσουμε ότι πριν λίγες ημέρες ήρθε στη Βουλή προς ψήφιση το Εθνικό Χωροταξικό Σχέδιο, από το οποίο, με ευθύνη της σημερινής ηγεσίας του ΥΠΕΧΩΔΕ, εξαιρέθηκαν τα κεφάλαια που αφορούσαν το πολιτισμικό περιβάλλον.
Ο Συνασπισμός παρακολουθεί με ανησυχία τις θεσμικές αλλαγές για τα Κρατικά Μουσεία της χώρα μας που προωθούνται από το ΥΠΠΟ. Πριν λίγες ημέρες ο Υπουργός Πολιτισμού κ. Μ. Λιάπης έδωσε στη δημοσιότητα σχέδιο νόμου που προβλέπει την αυτονόμηση του νέου Μουσείου Ακροπόλεως από την Αρχαιολογική Υπηρεσία και τη μετατροπή του σε Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου.
Σχετικά με το Σχέδιο Νόμου, το Τμήμα Πολιτισμού του Συνασπισμού επισημαίνει τα εξής:
1. Το Μουσείο Ακροπόλεως και ο αρχαιολογικός χώρος της Ακρόπολης και των κλιτύων της αποτελούν μια αδιάσπαστη ενότητα, αφού στο πρώτο στεγάζονται αρχαιολογικοί θησαυροί που προέρχονται από το χώρο αυτό και είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι με τα αρχιτεκτονικά μνημεία του. Συνεπώς, η διοικητική διάρρηξη της ενότητας Μουσείου και αρχαιολογικού χώρου, με ό,τι συνεπάγεται και για την ουσιαστική αποσύνδεσή τους, κρίνεται με επιστημονικά, αλλά και λειτουργικά κριτήρια, ως εξόχως προβληματική.
2. Η μετατροπή του Μουσείου σε ΝΠΔΔ αφενός θέτει σε αμφισβήτηση τη συνταγματική επιταγή ότι οι αρχαιολογικοί θησαυροί προστατεύονται από το κράτος και, αφετέρου, ουσιαστικά δεν λύνει προβλήματα γραφειοκρατικής δυσκαμψίας. Αντίθετα, η ύπαρξη δύο διακριτών, λειτουργικά και νομικά, φορέων διαχείρισης των κινητών και ακίνητων ευρημάτων της Ακρόπολης μπορεί να αποβεί εις βάρος της αναγκαίας λειτουργικής ευελιξίας. Για παράδειγμα, ποιος θα αποφασίζει πότε και ποια νέα ευρήματα θα εκτεθούν; Εναλλακτικές προτάσεις υπάρχουν, αλλά, όπως καταγγέλλει ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, το σχέδιο έγινε χωρίς διάλογο με τους αρμόδιους φορείς.
3. Η ανάθεση του Μουσείου σε ένα Διοικητικό Συμβούλιο άμεσα διορισμένο από τον Υπουργό, χωρίς διοικητική σχέση με την Αρχαιολογική Υπηρεσία και, κυρίως, χωρίς να ορίζονται σαφώς τα επιστημονικά κριτήρια που θα πρέπει να πληρούν τα μέλη του, κάθε άλλο παρά εγγυάται την επιστημονική αναβάθμιση του Μουσείου.
4. Τέλος, θεωρούμε ότι το νέο Μουσείο, καλώς ή κακώς, εντάσσεται πλέον σε ένα ευρύτερο σύνολο που περιλαμβάνει μνημεία του παρελθόντος αλλά και σύγχρονα (περίπατος Διον. Αρεοπαγίτου, πολυκατοικία Κουρεμένου κοκ), με τα οποία οφείλει να συνομιλήσει και όχι να τα εξαφανίσει για να προβληθεί το ίδιο. Η αποσπασματική θεσμική αυτονόμηση του δεν βλέπουμε πως θα συμβάλλει προς αυτή την κατεύθυνση.
Με βάση τα παραπάνω, ο Συνασπισμός αντιτίθεται στο εν λόγω Σχέδιο Νόμου. Το κράτος δεν μπορεί να μετακυλύει όλο και περισσότερο τις ευθύνες που έχει για τη διατήρηση και ανάδειξη των πολιτιστικών αγαθών σε άλλους. Χωρίς ουσιαστική οικονομική ενίσχυση, αλλά και διοικητική αναβάθμιση, επαρκές εξειδικευμένο μόνιμο προσωπικό, διάθεση κατάλληλου εξοπλισμού, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι σύγχρονες μουσειολογικές αντιλήψεις, δεν τίθενται οι βάσεις για την αναβάθμιση των μουσείων στη χώρα μας. Απαιτείται η συγκρότηση ενός στρατηγικού σχεδίου που θα θέτει στο επίκεντρο τον επιστημονικό και παιδευτικό ρόλο των μουσείων, τη συμβολή τους στη διαδικασία δημιουργίας της ταυτότητας του πολίτη και ουσιαστικής γνώσης του ιστορικού παρελθόντος.