15 Ιουλίου 2008
νομοσχέδιο για την σχολή δικαστών
• Τα νέα αυξημένα προσόντα για τους υποψήφιους της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών – Μεγαλύτερη διαφάνεια και Ευρωπαϊκός προσανατολισμός της Σχολής
• Η «δια βίου» εκπαίδευση των δικαστικών λειτουργών
Ξεκίνησε σήμερα στη Διαρκή Επιτροπή Εσωτερικών και Δικαιοσύνης της Βουλής η συζήτηση για το νομοσχέδιο «Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών και άλλες διατάξεις»
Οι ευρείας εκτάσεως μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση των υποψήφιων δικαστικών λειτουργών και οι ριζικές τομές στη λειτουργία και οργάνωση της Εθνικής Σχολής Δικαστών, είναι οι κύριοι στόχοι του σχετικού νομοσχεδίου, που κατατέθηκε στη Βουλή από τον Υπουργό Δικαιοσύνης κ. Σωτήρη Χατζηγάκη, και το οποίο συζητείται από σήμερα (Τρίτη), στη Διαρκή Επιτροπή Εσωτερικών και Δικαιοσύνης.
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης προικίζει τη Σχολή Δικαστών με ένα σύγχρονο και ολοκληρωμένο νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο θα αποτελέσει το εφαλτήριο για την περαιτέρω ανάπτυξή της ώστε η Σχολή επιτυχώς να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της ελληνικής αλλά και της ευρωπαϊκής κοινωνίας.
Το νομοσχέδιο του κ. Χατζηγάκη περιλαμβάνει διατάξεις και νέες ρυθμίσεις που κινούνται προς τέσσερεις κατευθύνσεις: α) τη διοικητική αναδιοργάνωση της Σχολής, β) τα νέα αυξημένα προσόντα για την επιλογή, την κατάρτιση και την αξιολόγηση των εκπαιδευομένων, γ) τη διαρκή επιμόρφωση των ήδη υπηρετούντων δικαστικών λειτουργών και δ) τη διάρθρωση του εκπαιδευτικού προσωπικού και των διοικητικών υπηρεσιών της Σχολής. Ειδικότερα:
1) Ως προς τη διοικητική αναδιοργάνωση της Σχολής, το νομοσχέδιο κινείται στους ακόλουθους βασικούς άξονες:
-Μετονομάζεται η Σχολή από «Εθνική Σχολή Δικαστών», σε «Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών», ώστε ο τίτλος της να είναι ακριβέστερος, αφού εκπαιδεύει και τους προοριζόμενους να διορισθούν σε θέσεις δοκίμων εισαγγελικών λειτουργών.
-Αναμορφώνεται και διευρύνεται η σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής, ως του ανώτατου οργάνου διοίκησής της, ώστε να καταστεί αντιπροσωπευτικότερο του νομικού κόσμου της χώρας, με τη συμμετοχή, εκτός των Προέδρων των τριών Ανώτατων Δικαστηρίων, που ήδη προβλέπονται, του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, του Γενικού Διευθυντή της Σχολής, των Προέδρων των Δικαστικών Ενώσεων, καθώς και του Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, ο οποίος αναπληρώνεται από τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης.
-Θεσμοθετούνται τρεις θέσεις Συμβούλων Σπουδών, στις οποίες τοποθετούνται ένας Εφέτης των Πολιτικών και Ποινικών Δικαστηρίων (για τα θέματα εκπαίδευσης και επιμόρφωσης των πολιτικών δικαστών), ένας Εφέτης των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων (για τα αντίστοιχα θέματα των διοικητικών δικαστών) και ένας Αντεισαγγελέας Εφετών (για τα αντίστοιχα θέματα των Εισαγγελικών Λειτουργών), από τους υπηρετούντες, στα δικαστήρια της Θεσσαλονίκης, ώστε να δύνανται να ανταποκρίνονται ευχερέστερα στα καθήκοντα τους.
-Αναμορφώνεται η σύνθεση του Συμβουλίου Σπουδών και εξασφαλίζεται η συμμετοχή σε αυτό των οργάνων διοίκησης της Σχολής, των Συμβούλων Σπουδών, εκπροσώπου των νομικών σχολών, εκπροσώπου του δικηγορικού κόσμου της χώρας, καθώς και εκπροσώπου των εκπαιδευομένων, τους οποίους, άλλωστε, αφορά η παρεχόμενη εκπαίδευση.
- Η αρμοδιότητα κατάρτισης του προγράμματος σπουδών ανήκει πλέον στο Συμβούλιο Σπουδών, ώστε η κατάρτιση του προγράμματος αυτού, ως της βασικότερης προϋπόθεσης για την παροχή υψηλού επιπέδου εκπαίδευσης, να αποτελεί προϊόν συλλογικής εργασίας και ανταλλαγής προβληματισμών μεταξύ των κατ’ εξοχήν συντελεστών ανάπτυξης και εφαρμογής του, οι οποίοι συμμετέχουν στο συλλογικό αυτό όργανο.
-Προβλέπεται δύο Συμβούλια Διδασκόντων, ένα της πολιτικής και ένα της διοικητικής Δικαιοσύνης, αποτελούμενα από το σύνολο των διδασκόντων στη Σχολή. Τα Συμβούλια Διδασκόντων έχουν ως έργο την υποβολή προτάσεων προς το Συμβούλιο Σπουδών για τη βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου της Σχολής. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται, αλλά και προκαλείται η υποβολή προτάσεων από τα πρόσωπα που κατ’ εξοχήν παρέχουν το εκπαιδευτικό έργο της Σχολής, και οι οποίες (προτάσεις), ακολούθως, αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας του Συμβουλίου Σπουδών για συνεχή βελτίωση και άνοδο του επιπέδου εκπαίδευσης.
2) Όσον αφορά τα νέα προσόντα και τις προϋποθέσεις για την επιλογή, την κατάρτιση και την αξιολόγηση των εκπαιδευομένων:
- Στον εισαγωγικό διαγωνισμό γίνονται δεκτοί όσοι έχουν ή είχαν την ιδιότητα του Ειρηνοδίκη ή διετή άσκηση δικηγορίας δικηγόρου. Δεν απαιτείται η ιδιότητα του δικηγόρου για τους κατόχους διδακτορικού διπλώματος νομικού τμήματος. Υποχρεωτική εξέταση σε μία ξένη γλώσσα.
-Ως όριο ηλικίας (κατώτατο) των υποψηφίων για τη συμμετοχή τους στον εισαγωγικό διαγωνισμό ορίζεται το εικοστό όγδοο (28ο) έτος, το οποίο, σε συνδυασμό με την προαναφερόμενη ιδιότητα, που πρέπει να έχουν για να γίνουν δεκτοί στο διαγωνισμό, εξασφαλίζει, κατά το μέγιστο δυνατό τρόπο, τη συμμετοχή σε αυτόν ωρίμων ατόμων, στα οποία πρόκειται να ανατεθούν τα σημαντικά καθήκοντα του δικαστικού λειτουργού.
- Καθίσταται ουσιαστικότερη η διαδικασία αξιολόγησης του ήθους των επιτυχόντων. Η αλλαγή της διαδικασίας αυτής αποτελούσε πάγιο αίτημα, όχι μόνο της κοινωνίας, αλλά και των ιδίων των δικαστών προκειμένου να προληφθούν, κατά το δυνατό, όχι μόνο προβλήματα δυσλειτουργίας και κακών σχέσεων, λόγω ιδιαιτεροτήτων του χαρακτήρα, αλλά και τα φαινόμενα καταχρήσεως εξουσίας και διαφθοράς που παρουσιάστηκαν τα τελευταία χρόνια και αμαύρωσαν την, κατά παράδοση, θετική εικόνα των δικαστικών λειτουργών στην κοινωνία. Επίσης, ορίζεται ότι για τη διάγνωση της προσωπικότητας των επιτυχόντων λαμβάνονται υπόψη τα πορίσματα τυχόν ψυχιατρικής διερεύνησης κατά τη διάρκεια της κατάρτισης.
-Εξασφαλίζεται, για πρώτη φορά, η συμμετοχή στο διαγωνισμό υποψηφίου με έλλειψη φυσικών σωματικών δεξιοτήτων.
-Προβλέπεται η κατανομή της θεωρητικής και πρακτικής κατάρτισης των εκπαιδευομένων σε τρεις (3) διαδοχικές φάσεις, χωριστά για κάθε κατεύθυνση. Η χρονική διάρκεια κάθε φάσης καθορίζεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε αφενός να εξασφαλίζεται ικανός χρόνος για την άρτια κατάρτιση των εκπαιδευομένων και αφετέρου να ολοκληρώνεται και η τρίτη φάση έως τις 31 Μαΐου κάθε έτους, ώστε ο διορισμός τους σε θέσεις δοκίμων δικαστικών λειτουργών να ολοκληρώνεται έως την έναρξη κάθε δικαστικού έτους, για την εύρυθμη λειτουργία των δικαστηρίων.
-Ρυθμίζονται αναλυτικά τα θέματα της πρακτικής άσκησης των εκπαιδευομένων στα δικαστικά καταστήματα κατά την τρίτη φάση κατάρτισης, ώστε κατά τη φάση αυτή να τους παρασχεθεί υψηλού επιπέδου και ταυτοχρόνως αποτελεσματική πρακτική κατάρτιση, ικανή να τους εφοδιάσει με την αναγκαία πρακτική εμπειρία, σχετικά με το έργο που πρόκειται να αναλάβουν, διοριζόμενοι ως δόκιμοι δικαστικοί λειτουργοί. Για το σκοπό αυτό προβλέπονται ανώτατοι και ανώτεροι δικαστικοί λειτουργοί ως εποπτεύοντες την πρακτική άσκηση των εκπαιδευομένων.
-Καθιερώνεται η αξιολόγηση των εκπαιδευομένων, μετά την ολοκλήρωση της κατάρτισής τους, από το Συμβούλιο Σπουδών με διευρυμένη σύνθεση, ως προς το αν θεωρούνται κατάλληλοι για την άσκηση των δικαιοδοτικών καθηκόντων και να αποκλείεται ο διορισμός εκείνων, που δε διαθέτουν το προσήκον δικαστικό ήθος ή εμφανίζουν προβλήματα συμπεριφοράς. Ενόψει της σοβαρότητας του ζητήματος, ορίζεται, περαιτέρω, ότι σε περίπτωση αρνητικής κρίσης η σχετική απόφαση πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς, ενώ παρέχεται η δυνατότητα στον θιγόμενο να προσβάλει την απόφαση ενώπιον του Δ.Σ. της Σχολής.
-Προβλέπονται, τέλος, ειδικά ενημερωτικά σεμινάρια, κατ’ έτος, των διδασκόντων και των υπευθύνων της πρακτικής άσκησης, πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους ή και κατά τη διάρκεια εκτέλεσής τους, καθώς και η αποστολή τους σε αντίστοιχες σχολές της Ε.Ε., όπως και η πρόσκληση προσώπων από τις σχολές αυτές για να διδάξουν στα σεμινάρια αυτά. Με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται η αρτιότερη προετοιμασία των διδασκόντων και των υπευθύνων της πρακτικής άσκησης και η συνακόλουθη υψηλότερου επιπέδου κατάρτιση των εκπαιδευομένων.
3) Η διαρκής επιμόρφωση των ήδη υπηρετούντων δικαστικών λειτουργών. Οι σπουδαιότερες ρυθμίσεις είναι μεταξύ άλλων οι εξής:
-Ρυθμίζεται λεπτομερώς η διαρκής ή «δια βίου» εκπαίδευση των ήδη υπηρετούντων δικαστικών λειτουργών με την κατάρτιση κατ’ έτος επιμέρους προγραμμάτων υποχρεωτικής και προαιρετικής εκπαίδευσης, τον ορισμό του τρόπου επιλογής τους, την πρόβλεψη ενδεικτικού, αλλά αντιπροσωπευτικού, θεματολογίου, και, τέλος, τον προσδιορισμό του τρόπου οργάνωσης και ανάπτυξης των προγραμμάτων αυτών.
-Προβλέπεται η οργάνωση από τη Σχολή, είτε αυτοτελώς, είτε σε συνεργασία με αντίστοιχους δικαστικούς ή εκπαιδευτικούς φορείς των κρατών μελών της Ε.Ε., ειδικών προγραμμάτων κατάρτισης και επιμόρφωσης δικαστικών λειτουργών των κρατών αυτών ή τρίτων χωρών.
-Προβλέπεται, επίσης, η ανάπτυξη διεθνών εκπαιδευτικών ανταλλαγών, είτε με τη συμμετοχή Ελλήνων δικαστικών λειτουργών, οι οποίοι περιλαμβάνονται σε σχετικό πίνακα που συντάσσει η Σχολή, σε προγράμματα επιμόρφωσης, τα οποία διοργανώνονται από φορείς της αλλοδαπής και πραγματοποιούνται στο εξωτερικό, είτε με την κατάρτιση από τη Σχολή προγραμμάτων υποδοχής αλλοδαπών δικαστικών λειτουργών, οι οποίοι επιθυμούν να πραγματοποιήσουν ένα στάδιο κατάρτισης ή επιμόρφωσης σε αυτήν ή σε ημεδαπές δικαστικές υπηρεσίες.