Του Δημήτρη Γαρούφα*
Τα πολιτικά μας κόμματα είναι θεσμοί του δημοκρατικού μας πολιτεύματος, που δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς αυτά, αλλά η αλήθεια είναι ότι μερικά εξ αυτών δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης από τους πολίτες γιατί επί πολλά χρόνια έκρυβαν την αλήθεια από τον ελληνικό λαό και εκμαύλιζαν τους Έλληνες πολίτες με επιδόματα του τύπου «έγκαιρης προσέλευσης στην εργασία» και με σωρηδόν διορισμούς στον δημόσιο τομέα, με αποτέλεσμα τη χρεοκοπία της χώρας.
Στην περίοδο της κρίσης οι πολίτες σαν ζαλισμένοι στράφηκαν ακόμη και σε ακραίες πολιτικές δυνάμεις, περισσότερο για να εκδικηθούν τα συστημικά κόμματα, και παραζαλισμένοι ακόμη και τώρα βρίσκονται σε αμηχανία γιατί διαπιστώνουν ότι η πλειοψηφία του πολιτικού κόσμου συμπεριφέρεται σαν τους ηθοποιούς που παίζουν όποιο ρόλο τους ζητηθεί.
Αναντίρρητα η χώρα δεν βγήκε οριστικά από την κρίση και ούτε εφαρμόζεται κάποιο αξιόπιστο αναπτυξιακό πρόγραμμα που θα τη βοηθήσει να κάνει άλμα προς τα εμπρός. Η χώρα εμφανίζεται ως εξαρτώμενη από τους δανειστές που, όπως υποψιάζονται οι πολίτες, επιβάλλουν υποχωρήσεις και επώδυνες λύσεις και στα εθνικά μας θέματα, πληγώνοντας το εθνικό συναίσθημα των πολιτών που επαναστατούν μέσα τους όταν ακούν τον Ζάεφ να μιλά απροκάλυπτα για Μακεδονία και μακεδονικό λαό, κι από ανατολάς Τούρκους αξιωματούχους να αμφισβητούν μεταξύ άλλων την εθνική μας κυριαρχία σε νησιά του Αιγαίου.
Οι πολίτες έχουν απεξαρτηθεί από τα κόμματα σε μεγάλο ποσοστό. Ενδεικτικά αναφέρω ότι στο πρώτο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης τον Ιανουάριο του 2018 για το θέμα των Σκοπίων, μια επιτροπή αγνώστων στο ευρύτερο κοινό κάλεσε τους πολίτες σε εκδήλωση διαμαρτυρίας και ανταποκρίθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες, αναγκάζοντας κάποια πολιτικά κόμματα εξουσίας άμεσα να αναπροσαρμόσουν τη στάση τους και να συμπλεύσουν με το λαϊκό συναίσθημα. Αναμφίβολα μεγάλο μέρος των πολιτών αισθάνεται ότι δεν εκφράζεται ικανοποιητικά από τα υφιστάμενα κόμματα, αλλά αναμφίβολα επίσης δεν υπάρχουν φορέας και πρόσωπα αξιόπιστα που θα μπορούσαν να τους εκφράσουν προς το παρόν. Αυτήν την πραγματικότητα πρέπει να τη λάβουν υπ’ όψιν οι κομματικοί σχηματισμοί, γιατί αυτό που δεν υπάρχει σήμερα δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπάρξει αύριο γιατί ασίγαστη είναι η λαϊκή επιθυμία για αναγέννηση της πατρίδας.
Αναντίρρητα, λοιπόν, η πλειοψηφία των πολιτών θα ήθελε μια αναγέννηση της πατρίδας, γιατί πληγώνονται όταν τη βλέπουν «κλοτσοσκούφι» των δανειστών και απειλούμενη από κάποιους γείτονες. Θα ήθελε η πλειοψηφία των πολιτών δυνατή τη χώρα, σεβαστή σε φίλους και εχθρούς. Θα ήθελε μια χώρα σε ανάπτυξη, με τους νέους της να μένουν εδώ, μια χώρα αντάξια της Ιστορίας της, με τους δημοκρατικούς θεσμούς να λειτουργούν αποτελεσματικά, μια χώρα χωρίς διαφθορά, με αξιοκρατική στελέχωση του κρατικού μηχανισμού, μια χώρα που θα τιμωρεί τους επίορκους πολιτικούς και δεν θα παραγράφει τα αδικήματά τους, μια χώρα που θα λειτουργεί αξιοκρατικά με πολιτικούς, που θα προέρχονται από τον λαό και θα υπηρετούν το εθνικό συμφέρον χωρίς συμβιβασμούς, που θα αγωνίζονται για αρχές και ιδανικά και δεν θα καταντούν γυρολόγοι της πολιτικής, που αλλάζουν συχνά κόμματα λειτουργώντας με μοναδικό γνώμονα και αυτοσκοπό τη δυνατότητα πολιτικής επιβίωσης.
Η επιθυμία των πολιτών για αναγέννηση της χώρας υπάρχει. Το θέμα είναι αν μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτή οι πολιτικοί μας σχηματισμοί, αν μπορούν με αξιόπιστα πρόσωπα να προβάλουν όραμα και πρόγραμμα αξιόπιστο που θα πείσει τους πολίτες ότι μπορεί το όνειρο να γίνει πράξη. Χρέος των πολιτικών μας στην παρούσα συγκυρία είναι να προσφέρουν στους πολίτες με αξιοπιστία την ελπίδα αναγέννησης της χώρας συνεγείροντάς τους σε πανεθνική προσπάθεια για επίτευξη του στόχου, για να βγει η χώρα από το τέλμα.
*Δικηγόρος, πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης
ΠΗΓΗ https://www.antinews.gr/