Το μήνυμα ότι είναι λάθος να βλέπουμε πίσω από τις κλιμακούμενες τουρκικές απειλές κατά της Ελλάδας μόνο τις προεκλογικές σκοπιμότητες ενός «απομονωμένου» Ερντογάν, στέλνει μέσω του liberal, και της συνέντευξης του στον κ Γ Φιντικάκη o πρώην υφυπουργός Εξωτερικών Γιάννης Βαληνάκης, μιλώντας για την σκληρή πραγματικότητα των ελληνοτουρκικών.
Στέκεται στην συστηματική πλέον προσπάθεια εκβιασμού της Ελλάδας από την Άγκυρα με τα νησιά, για το σενάριο να ακολουθήσουν ακόμη μεγαλύτερες «τελεσιγραφικού» χαρακτήρα πιέσεις, ώστε να μας σύρει σε διαπραγματεύσεις του τύπου «όλα η τίποτα» και εφιστά την προσοχή να αποφευχθεί πάσει θυσία τυχόν υποτίμηση του αντιπάλου και της γνωστής του τάσης για δυσανάλογα ακραία κλιμάκωση σε σχέση με τη στάση της άλλης πλευράς.
Αναφέρεται στην τακτική της Αθήνας έναντι της Τρίπολης, στις έρευνες υδρογονανθράκων που θα αποτελέσουν ένα σημαντικό τεστ αποφασιστικότητας από ελληνικής πλευράς, αλλά και στον διαμεσολαβητικό ρόλο των ΗΠΑ, καθώς επίσης στις ρεαλιστικές και μη προσδοκίες γύρω από αυτόν.
Στην τελική ευθεία για τις τουρκικές εκλογές, η ανθελληνική προπαγάνδα και το σύνδρομο περικύκλωσης από εξωτερικούς εχθρούς κυριαρχούν πλέον καθημερινά στην ατζέντα της Άγκυρας. Τι σας ανησυχεί ότι μπορεί να συμβεί στο διάστημα έως τις τουρκικές εκλογές;
Νομίζω ότι πλέον ακόμη και οι πιο συντηρητικοί αναλυτές στη χώρα μας αντιλαμβάνονται το μέγεθος της πρόκλησης ενώπιόν μας: μιας προσπάθειας από ομάδα κρατών, στην οποία εντάχθηκε όπως φαίνεται για τα καλά η Τουρκία, να υποσκάψουν βίαια τους πιο θεμελιώδεις κανόνες της διεθνούς ειρηνικής συμβίωσης όπως το απαραβίαστο των διεθνών συνόρων με πρόσχημα δήθεν «ιστορικές αδικίες» και την ανάγκη να «αμυνθούν» απέναντι στη δυτική «περικύκλωσή» τους.
Είναι συγκλονιστικό ότι οι θέσεις τους δεν διαφέρουν πολύ από τα χιτλερικά επεκτατικά αφηγήματα. Το ίδιο ανησυχητικό είναι όμως ειδικά για εμάς το σημερινό «μούδιασμα» πολλών Δυτικών απέναντι στον αναθεωρητισμό και τη χρήση βίας (παρά τις επικοινωνιακές κορώνες περί ρωσικής «τιμωρίας» για την εισβολή) που παραπέμπει περισσότερο στον κατευνασμό του Τσάμπερλαιν παρά στη σιδηρά αποφασιστικότητα του Τσώρτσιλ. Όπως αναλυτικά εξηγώ στα βιβλία και την αρθρογραφία μου, σε ένα τέτοιο διεθνές πλαίσιο όλα δυστυχώς είναι ανοιχτά και μια (τυχαία ή όχι) σπίθα αρκεί.
Οφείλουμε γι αυτό να προετοιμαζόμαστε για το χειρότερο σενάριο μιας σύγκρουσης με την Τουρκία που κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος ότι θα περιοριστεί σε σύντομο «επεισόδιο». Κινδυνεύουμε κατά συνέπεια να αιφνιδιαστούμε αν το ξορκίζουμε με «ευσεβοποθικές» προβλέψεις και δεν ετοιμαζόμαστε να το αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά. Οι ένοπλες δυνάμεις είναι έτοιμες αλλά το πολιτικό σύστημα επιμένει να απωθεί από τη σκέψη του τα (ασφαλώς δυσάρεστα) σενάρια αυτά, με κίνδυνο όμως να καταληφθεί απροετοίμαστο για ιστορικές αποφάσεις την κρίσιμη στιγμή. Δεν υπάρχουν περιθώρια για νέα νύχτα των Ιμίων.
Ακούμε όλο και συχνότερα στελέχη, όπως η Ντόρα Μπακογιάννη, να εκφράζουν την ανησυχία τους για το σκηνικό που έχει στήσει η Αγκυρα και τις ευθείες απειλές με πόλεμο. Πιστεύετε ότι η Τουρκία θα προσπαθήσει να κάνει την Ελλάδα να υποπέσει σε λάθος;
Πολλοί που τα τελευταία χρόνια έβλεπαν σε όλα αυτά μόνο προεκλογικές σκοπιμότητες του «απομονωμένου» Ερντογάν, τώρα ανησυχούν. Προσωπικά επιμένω ότι όταν δεν διαβάζουμε σωστά τις εξελίξεις παραμονεύει συχνά ο αιφνιδιασμός από αντιπάλους που αντίθετα με εμάς προγραμματίζουν σε βάθος χρόνου και μελετούν κάθε τους κίνηση.
Η εμφανής ελπίδα πολλών ότι υπάρχει περιθώριο συμφέροντος διαλόγου με την Άγκυρα αποδείχθηκε φρούδα και τώρα παραμερίζεται από την καθυστερημένη διάγνωση ότι «διάλογος με το παράλογο» δεν είναι νοητός. Χάθηκε όμως έτσι πολύτιμος χρόνος σοβαρής προετοιμασίας με στρατηγικό σχεδιασμό, προληπτικές διπλωματικές κινήσεις, ουσιαστικές και βάσει σεναρίων συμμαχίες (κι όχι επικοινωνιακές) και με πρόσθετη ενίσχυση της αποτροπής μας (δεδομένου ότι δεν φαίνεται να περιόρισε οποιαδήποτε από τις διεκδικήσεις της Άγκυρας — αντίθετα μάλιστα, αυτές γιγαντώθηκαν τα τελευταία χρόνια). Αρνητική συνέπεια των ανεδαφικών ελπίδων ήταν τουρκικά κέρδη «στα σημεία» και μια διαφαινόμενη μείωση των δικών μας επιλογών (πχ. δικαιώματα που επί 40 χρόνια δεν ασκούνται, κινδυνεύουν να αποδυναμωθούν).
Μπορεί να φτάσει η Τουρκία να ζητήσει με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα από την Ελλάδα «δείγματα γραφής» ως προς το αίτημά της για αποστρατικοποίηση των νησιών;
Η Τουρκία προσπαθεί να μας σύρει σε ένα επικίνδυνο δίλημμα: ‘Η αποστρατικοποιείτε τα νησιά του Αν.Αιγαίου ή «θα έρθω μια νύχτα ξαφνικά». Επιμένει μάλιστα τελευταία ότι «δεν αντιλαμβανόμαστε» ότι το «εννοεί πραγματικά». Η απουσία αποφασιστικών αντιδράσεων και κυρώσεων απέναντι σε τέτοια επιθετικότητα πιθανόν να την οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερες πιέσεις.
Τέτοιες θα μπορούσε να ήταν, αφού δήθεν «εξάντλησε τις διπλωματικές προειδοποιήσεις» ένας τελεσιγραφικός εκβιασμός με χρονικό όριο, πέραν του οποίου η Άγκυρα θα απειλεί με «στρατιωτική αυτοδικία». Δεν πρέπει συνεπώς να υποτιμούμε τη γνωστή τάση της για δυσανάλογα ακραία κλιμάκωση σε σχέση με οποιαδήποτε δική μας κίνηση.
Προφανώς, η Άγκυρα προτιμά, αντί να δοκιμάσει στρατιωτικά την τύχη της «μια νύχτα», να προκαλέσει πανικόβλητες μεσολαβήσεις τρίτων (δήθεν «ίσων αποστάσεων») για να εξαναγκαστούμε («ελλείψει καλύτερων επιλογών») σε διαπραγματεύσεις για τα μέχρι σήμερα αδιανόητα. Το παν είναι γι αυτό, με προληπτικές κινήσεις, να μην συρθούμε στο δίλημμα του «όλα ή τίποτε», στο οποίο δυστυχώς εγκλωβιζόμαστε σε κάθε σχεδόν κρίση από αδυναμία ορθών προβλέψεων και εισπράττοντας τελικά μια όχι θετική έκβαση.
Πώς επηρεάζει την Ελλάδα το παζάρι της Τουρκίας με τους Αμερικανούς για τα F16;
Είχα εξαρχής προβλέψει ότι ρεαλιστικά η Τουρκία θα πάρει πιθανότατα κάποια στιγμή τα F16, αλλά και ότι έχει φυσικά μεγάλη αξία κάθε καθυστέρηση, όπως και η επιβολή προϋποθέσεων στην απόκτηση και χρήση των αεροσκαφών αυτών. Η δύναμη του Κογκρέσου δεν είναι δηλαδή καταλυτική και η αμερικανική κυβέρνηση κινητοποιεί περισσότερες δυνάμεις (βοηθούντων και των αδρά αμειβομένων από τον Ερντογάν lobbies) για να πείσει ότι χωρίς τα F16 η Τουρκία «θα μπλοκάρει τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ», «δεν θα μεσολαβήσει» για τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία (που δήθεν «μόνο αυτή μπορεί»), θα προμηθευτεί ανάλογα αεροσκάφη από αλλού, και τελικά θα «χαθεί» για τη Δύση.
Υποψιάζομαι επίσης ότι οι ΗΠΑ θα επιλέξουν να ισοσταθμίσουν επικοινωνιακά ανόμοιες καταστάσεις: μια εμπορική συναλλαγή που παρέχει σχετικό τεχνολογικό προβάδισμα στην Ελλάδα (αν βέβαια η τελευταία αγοράσει τα πανάκριβα F35) με την άκρως πολιτική έγκριση των F16 που θα συνιστά εξευτελιστική για τις ΗΠΑ άρση των κυρώσεων σε βάρος της Άγκυρας.
Είναι σωστή η τακτική που ακολουθεί η Αθήνα έναντι της Λιβύης, η οποία με διάβημα μιλά για παραβίαση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων με αφορμή τις έρευνες στην Κρήτη;
Κι εδώ χάνεται, φοβάμαι, πολύτιμος χρόνος με αναβολές κρίσιμων κινήσεων. Από την εποχή που ως υφυπουργός Εξωτερικών αγωνίστηκα για συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ και ενεργειακής συνεργασίας με τη Λιβύη (2004-09) επιμένω σταθερά στη στρατηγική σημασία της χώρας αυτής για εμάς.
Η μεγάλη καθυστέρηση στο να συνειδητοποιηθεί ο κρίσιμος αυτός στόχος οδήγησε πρώτα-πρώτα σε σημαντικά διαφυγόντα κέρδη λόγω της πολύχρονης μη αξιοποίησης των πολλά υποσχόμενων κοιτασμάτων, ιδιαίτερα περί την Κρήτη. Αντίστροφα εξάλλου, η ελληνική αδράνεια προσπόρισε σημαντικά στρατηγικά κέρδη στην Τουρκία που κινήθηκε με πλήρη περιφρόνηση διεθνών κανόνων αλλά πάντως επί του πεδίου πιο αποφασιστικά και γρήγορα.
Στο πλαίσιο αυτό η πρόσφατη κυβερνητική πρωτοβουλία για έρευνες εκπλήσσει ευχάριστα, ιδίως αν όλα τα σενάρια τουρκολιβυκών αντιδράσεων έχουν επαρκώς μελετηθεί. Κρίσιμη θα είναι δηλαδή η επί του πεδίου επίδειξη συνετής αποφασιστικότητας (κι όχι απλά μια «ψύχραιμη παρακολούθηση» όπως το 2020) απέναντι σε τυχόν στρατιωτική αμφισβήτηση των δικαιωμάτων μας.
Η άλλη πλευρά θεωρεί ότι ο «χάρτης Μανιάτη» αποτελεί «αυθαίρετη μονομερή» οριοθέτηση και ήδη αντιδρά, αν και προσώρας διπλωματικά. Κρίσιμο είναι επίσης να μην προεξοφλείται ως δεδομένη η αμερικανική στήριξη υπέρ των ελληνικών απόψεων λόγω ExxonMobil αν δεν έχουν πράγματι εξασφαλιστεί αξιόπιστες δεσμεύσεις. Σε κάθε περίπτωση οι έρευνες θα αποτελέσουν ένα σημαντικό τεστ αποφασιστικότητας στο πεδίο, στο οποίο δεν έχουμε περιθώριο απωλειών.
Πώς εκλαμβάνετε τον μεσολαβητικό ρόλο των ΗΠΑ απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις;
Πολλοί θεωρούν στη χώρα μας ότι οι ΗΠΑ θα αναγκαστούν να σταματήσουν τον «τουρκικό κατήφορο» παρεμβαίνοντας υπέρ μας. Όμως οι ΗΠΑ μέχρι σήμερα δεν απέτρεψαν τη γιγάντωση των τουρκικών διεκδικήσεων, οι κυρώσεις που επέβαλαν για τα F16 αφορούσαν την επιλογή των ρωσικών S400, προκρίνουν πάντα την ενότητα της Συμμαχίας και γενικότερα σε κάθε ελληνοτουρκική κρίση υιοθετούσαν τακτική «ίσων» αποστάσεων μεταξύ επιτιθέμενου και αμυνόμενου (βλ. πχ. την κρίση των Ιμίων).
Για να μην αεροβατούμε λοιπόν, μια αμερικανική μεσολάβηση (την οποία φαίνεται πολλοί προεξοφλούν με μη ρεαλιστικές υψηλές προσδοκίες) δεν νομίζω ότι θα αποστεί της θέσης του πρώην Αμερικανού ΥΠΕΞ Μ.Πομπέο για την ανάγκη «μείωσης του στρατιωτικού αποτυπώματος στο Αιγαίο».
Εξάλλου, για την συγκράτηση της Τουρκίας που θα χρειαστεί σε περίπτωση σύγκρουσης, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ο Ερντογάν θα σηκώνει το τηλέφωνο αν και όταν τον καλέσει ο πρόεδρος Μπάιντεν.. Χρειαζόμαστε λοιπόν ρεαλιστικές εκτιμήσεις και προληπτικό σχεδιασμό κι όχι ανεδαφικές ελπίδες ότι η τουρκική επιθετικότητα θα καταρρεύσει από μόνη της ή από τρίτους.
πηγή https://www.skyrodos.gr/