11 Νοεμβρίου 2018

Διαφωνία της Εκκλησίας της Κρήτης για τη συμφωνία Τσίπρα-Ιερώνυμου


Τη διαφωνία της όσον αφορά τη συμφωνία Τσίπρα-Ιερώνυμου για τις σχέσεις του Κράτους με την Εκκλησία εξέφρασε η Εκκλησία της Κρήτης, η οποία υπάγεται στο Φανάρι, σε μια ένδειξη δυσαρέσκειας που επικρατεί στον ευρύτερο κύκλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου για τις προτάσεις της Αθήνας.


Η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος της Κρήτης, που συνεδρίασε εκτάκτως το Σάββατο ανακοίνωσε πως δεν συναινεί στις προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης για την θρησκευτική «ουδετερότητα» της πολιτείας, την μισθοδοσία κληρικών και την αξιοποίηση εκκλησιαστικής περιουσίας, καταγγέλλοντας παράλληλα πλήρη απουσία ενημέρωσης από το κράτος.

Ειδικά σε ό,τι αφορά την πρόταση της Αθήνας για συνταγματική κατοχύρωση της θρησκευτικής ουδετερότητας, η Εκκλησία της Κρήτης σημειώνει ότι ο ίδιος ο οικουμενικός πατριάρχης Βαρθολομαίος έχει διαμηνύσει από τον Αύγουστο του 2017 στον πρωθυπουργό πως το Φανάρι δεν βλέπει λόγο για αναθεώρηση του επίμαχου Άρθρου 3 του Συντάγματος.
Η ανακοίνωση εκδόθηκε στον απόηχο της επίσκεψης του υπουργού Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου στο Φανάρι.

Δείτε αναλυτικά το ανακοινωθέν της Ιεράς Συνόδου:

Ἡ Ἱερά Ἐπαρχιακή Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης συνῆλθε στίς 10 Νοεμβρίου 2018, στό Ἡράκλειο, σέ ἔκτακτη Συνεδρία καί ἀσχολήθηκε μέ θέματα πού εἶναι στήν ἐπικαιρότητα τίς ἡμέρες αὐτές, καί συγκεκριμένα: α. τήν προτεινόμενη ἀναθεώρηση ἄρθρων τοῦ Ἑλληνικοῦ Συντάγματος, β. τή μισθοδοσία τοῦ ἱεροῦ κλήρου καί γ. τήν ἐκκλησιαστική περιουσία.

Ἡ Ἱερά Σύνοδος συζήτησε τά μείζονος σημασίας θέματα αὐτά καί μελέτησε τίς διάφορες ἐκκλησιαστικές, κοινωνικές, νομικές καί ἄλλες προεκτάσεις καί παραμέτρους, μέ συναίσθηση τῆς σπουδαιότητας τῶν θέσεων καί Ἀποφάσεών Της ἔναντι τοῦ Ἔθνους καί τῆς Ἱστορίας.

Γιά τό θέμα τῆς προτεινόμενης ἀναθεώρησης ἄρθρων τοῦ Ἑλληνικοῦ Συντάγματος ἀπό τήν Κυβέρνηση ἡ Ἱερά Σύνοδος ὁμόφωνα ἀποφάσισε καί δηλώνει τά ἑξῆς:

Θεωρεῖ ἀπαράδεκτη τήν ἀναθεώρηση τοῦ ἄρθρου 21, τό ὁποῖο ἀναφέρεται καί προστατεύει τόν ἱερό θεσμό τῆς οἰκογένειας, πού σύμφωνα μέ τό ἰσχύον Σύνταγμα ἀποτελεῖ «θεμέλιο της συντήρησης και της προαγωγής του Έθνους» καί τελεῖ ὑπό τήν προστασία τοῦ Κράτους  καί δηλώνει ρητῶς τήν ἀντίρρησή Της στήν ἀπάλειψη τῆς διατύπωσης αὐτῆς ἀπό τό Σύνταγμα. Ἀρχιερεῖς καθώς καί κληρικοί τῆς Μεγαλονήσου δέχονται συνεχῶς αἰτήματα καί διαμαρτυρίες τοῦ λαοῦ γιά τά προβλήματα πού ἀντιμετωπίζει σήμερα ὁ θεσμός τῆς οἰκογένειας, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ τό πρῶτο κύτταρο τῆς κοινωνίας μας καί μάλιστα σέ μέρες πού ἡ Πατρίδα μας ἔχει ἔντονο δημογραφικό πρόβλημα. Ἡ οἰκογένεια χρειάζεται σαφῆ Συνταγματική προστασία καί ὄχι ἀποδόμηση.
Ἡ Ἱερά Σύνοδος, κατ᾽ ἀρχήν, διαφωνεῖ ρητά μέ τήν ἀναθεώρηση τοῦ ἄρθρου 3 τοῦ Ἑλληνικοῦ Συντάγματος, καθώς οὐδεμία Ἐθνική, κοινωνική ἤ νομική ἀνάγκη ἐπιβάλλει τοῦτο. Αὐτή τή θέση, ἐξέφρασε καί ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικός μας Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος, στό ἀπό 1ης Αὐγούστου 2017 Σεπτό Πατριαρχικό Του γράμμα, πρός τόν Ἐξοχώτατο Πρωθυπουργό τῆς Ἑλλάδος.

Σέ κάθε περίπτωση, ἡ Ἐκκλησία Κρήτης διαφωνεῖ μέ τήν προτεινόμενη προσθήκη τῆς φράσης: «Η Ελληνική Πολιτεία είναι θρησκευτικά ουδέτερη», στό 3ο ἄρθρο τοῦ Συντάγματος. Δηλώνει τόν σεβασμό Της σέ κάθε θρήσκευμα, τό ὁποῖο προστατεύεται καί σήμερα ἐπαρκῶς ἀπό τό Σύνταγμα (ἄρθρο 13, παρ.2) καί τή νομοθεσία τοῦ Κράτους. Οἱ νομικές προεκτάσεις τῆς προτεινόμενης εἰσαγωγῆς τῆς φράσης ὅτι «Η Ελληνική Πολιτεία είναι θρησκευτικά ουδέτερη»  δέν εἶναι σαφεῖς. Κάθε πειραματισμός καί ἀκροβασία στό θέμα αὐτό θά ἐπιφέρει στό μέλλον ἀρνητικές συνέπειες εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδοξίας. Τί σημαῖνει ἄραγε, γιά τόν λαό καί τήν Ἐκκλησία, ὁ ἐν λόγῳ ὅρος περί θρησκευτικῆς οὐδετερότητας τῆς Ἑλλάδας; Πῶς ἑρμηνεύεται ἀπό πλευρᾶς τῆς Πολιτείας;

Ἐπίσης, ἡ προτεινόμενη ἀναθεώρηση τοῦ ἄρθρου 3, δέν κατονομάζει ρητά τή δικαιοδοσιακή ταυτότητα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης, δηλαδή ὅτι εἶναι Ἡμιαυτόνομη Ἐκκλησία ὑπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, καθώς καί ὅτι διοικεῖται μέ δικό Της Καταστατικό Χάρτη.

Γιά τό θέμα τῆς ἀξιοποίησης τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Περιουσίας, ἡ Ἱερά Σύνοδος ὁμόφωνα ἀποφάσισε καί δηλώνει τά ἑξῆς:

Ὅσα ἀκούγονται καί φημολογοῦνται γιά ἀμύθητη δῆθεν περιουσία τῆς Ἐκκλησίας, δέν ἀνταποκρίνονται στήν πραγματικότητα. Ἡ Ἐκκλησία Κρήτης διαχρονικά ἔδωσε τό μεγαλύτερο μέρος τῆς περιουσίας Της ὑπέρ ἀναξιοπαθούντων ἀνθρώπων, ὑπέρ τοῦ Ταμείου Ἐφέδρων Πολεμιστῶν, γιά ὑποτροφίες ἄπορων φοιτητῶν καί ἐνίσχυσε τίς προνοιακές δομές τῆς Ἐκκλησίας, γιά τή στήριξη καί τή βοήθεια ἐμπερίστατων συνανθρώπων μας σέ ὅλη τήν Κρήτη. Ἐπίσης, μεγάλο μέρος τῆς περιουσίας Της δόθηκε στήν Πολιτεία γιά νά καλύπτει τή μισθοδοσία τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου. Ἡ σημερινή ὑπάρχουσα  ἐκκλησιαστική περιουσία  στήν Μεγαλόνησο, στό μεγαλύτερό της μέρος εἶναι ἄνευ ἀξίας καί εἶναι ἀδύνατο αὐτή νά καλύψει τή μισθοδοσία τῶν κληρικῶν τῆς Κρήτης. Συνεπῶς, γιά ποιό «κοινό ταμεῖο» συζητοῦμε, τό ὁποῖο θά εἶναι ἱκανό νά καλύψει τίς μισθολογικές ἀνάγκες τῶν κληρικῶν μας;

Γιά τό θέμα τῆς μισθοδοσίας τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου ἡ Ἱερά Σύνοδος ὁμόφωνα ἀποφάσισε καί δηλώνει

Ἡ Ἐκκλησία τῆς Κρήτης τιμᾶ τούς κληρικούς Της καί ἀναγνωρίζει ὅτι ἐργάζονται φιλότιμα στή διακονία τους. Ὁ ρόλος τοῦ Κρητικοῦ Ἱερέα εἶναι ὄχι μόνο Ἐκκλησιαστικός, ἀλλά Ἐθνικός καί κοινωνικός. Ἰδιαίτερα στά χρόνια αὐτά τῆς παρατεινόμενης κρίσης, ὁ κληρικός τῆς Κρήτης εἶναι ἐκεῖνος πού ἀνέλαβε πολύπτυχους ρόλους καί πρωτοβουλίες γιά τήν ἀντιμετώπιση καθημερινῶν προβλημάτων καί δυσκολιῶν τοῦ λαοῦ μας, διαφυλάττοντας τήν κοινωνική συνοχή. Στό πλαίσιο αὐτό ἡ Ἱερά Σύνοδος δηλώνει ἀπερίφραστα ὅτι ἡ ὑπάρχουσα νομοθετημένη μισθοδοσία τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου, πού ἐπί σειρά δεκαετιῶν ἔχει δοκιμασθεῖ, δέν χρήζει ὁποιασδήποτε ἀλλαγῆς. Ὅσα δημοσιεύθηκαν γιά τήν ἀλλαγή τοῦ καθεστῶτος στή μισθοδοσία τῆς κληρικῶν, δέν διασφαλίζουν τά ἐργασιακά δικαιώματα καί ἀφήνουν κενά καί ἀσάφειες σέ πολλά ἐπίπεδα. Μέ τόν τρόπο αὐτό, τό μέλλον τῶν ἑκατοντάδων κληρικῶν τῆς Κρήτης, ὡς καί τῶν οἰκογενειῶν τους, κάποιες ἀπό τίς ὁποῖες εἶναι πολύτεκνες, εἶναι μετέωρο καί ἀμφισβητούμενο. Ἡ Ἱερά Σύνοδος θά διασφαλίσει μέ κάθε νόμιμο τρόπο τήν ἀξιοπρέπεια τῶν κληρικῶν καί τῶν οἰκογενειῶν τους, πού ὑπηρετοῦν τήν Ἐκκλησία Κρήτης καί δέν θά ἐπιτρέψει τή βίαιη δυσμενῆ μεταβολή τοῦ ἐργασιακοῦ καθεστῶτος τους, μέ ἀναίτιες καταστρατηγήσεις κατοχυρωμένων δικαιωμάτων τους.

Ἄν σήμερα πολλοί σιωποῦν γιά τήν ἐπιχειρούμενη καταπάτηση τῶν ἐργασιακῶν δικαιωμάτων τῶν κληρικῶν, νά γνωρίζουν ὅτι αὔριο εἶναι ἐνδεχόμενο νά βρεθοῦν καί αὐτοί στήν ἴδια θέση.

Ἡ Ἐκκλησία Κρήτης δηλώνει ὅτι οὐδεμία ἐπίσημη ἤ ἀνεπίσημη ἐνημέρωση εἶχε γιά ὅσα ἀνακοινώθηκαν σχετικά μέ τά παραπάνω καί ἐκφράζει τή δυσαρέσκεια καί τήν ἔντονη διαμαρτυρία Της πρός τήν Ἑλληνική Πολιτεία.

Ἀντιπροσωπεία τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, μαζί μέ ἐκπροσώπους τῶν Ἱερῶν Συνδέσμων τῶν Κληρικῶν τῆς Κρήτης, πού ἐκφράζουν τούς ἐννιακόσιους καί πλέον κληρικούς τῆς Κρήτης, θά μεταβοῦν ἄμεσα στούς Ἀρχηγούς τῶν Κομμάτων τοῦ Ἑλληνικοῦ Κοινοβουλίου, γιά νά καταθέσουν Ὑπόμνημα καί νά ὑποστηρίξουν ἐπίσημα τίς παραπάνω θέσεις τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης. Ἐπίσης, θά κληθοῦν οἱ Βουλευτές καθώς καί ἄλλοι Φορεῖς τῆς Μεγαλονήσου Κρήτης, γιά νά ἐνημερωθοῦν γιά τίς θέσεις τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης γιά ὅλα τά παραπάνω θέματα, τά ὁποῖα ἅπτονται τῆς Ἱστορίας καί τῶν Παραδόσεων τοῦ Κρητικοῦ λαοῦ.

Ἀπό τήν Ἱερά Ἐπαρχιακή Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης