21 Οκτωβρίου 2009

Επαναφορά στη δημοσιονομική πειθαρχία

Μέτρα εξοικονόμησης δαπανών και πρόσθετα φορολογικά έσοδα ύψους 12,5 δισ. ευρώ (5% του ΑΕΠ) την προσεχή διετία (2010-2011) για την επαναφορά της χώρας στη δημοσιονομική πειθαρχία προτείνει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γ. Προβόπουλος στην κυβέρνηση με την ενδιάμεση έκθεσή του για τη νομισματική πολιτική που κατέθεσε χθες στη Βουλή. Οπως υποστηρίζει, η δημοσιονομική προσαρμογή θα πρέπει να στηριχθεί κατά κύριο λόγο στον περιορισμό των δαπανών παρά στην αύξηση των εσόδων για να μη «στραγγαλιστεί» η οικονομία, η οποία βρίσκεται σε ύφεση.

Εξίσου αναγκαία θεωρεί όμως τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος βάσει του «ανταποδοτικού», καθώς και τη δημιουργία αποθεματικού ώστε να καλυφθεί τμήμα των μελλοντικών υποχρεώσεων για συντάξεις, οι οποίες αναμένεται να αυξηθούν με γρήγορους ρυθμούς (τους ταχύτερους στην ΕΕ) την προσεχή εικοσαετία. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του κ. Προβόπουλου, η μείωση του ΑΕΠ θα υπερβεί το 1% εφέτος, η συνολική απασχόληση θα μειωθεί κατά 1%-1,5%, ενώ το ποσοστό ανεργίας θα αυξηθεί και θα υπερβεί το 9%. Ο ίδιος εκπέμπει σήμα κινδύνου για την αύξηση των επισφαλειών στο τραπεζικό σύστημα που ενδεχομένως ξεπεράσουν το 9% ή τα 20 δισ. ευρώ (από 6,8% τον Ιούνιο). Οπως είπε, παρά τη σταθερότητα που παρουσιάζει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα οι επισφάλειες συνεχίζουν να αυξάνονται και γι΄ αυτό απαιτείται διαρκής επαγρύπνηση.

Κατά τον κ. Προβόπουλο, το απαιτούμενο πολυετές σχέδιο δημοσιονομικής εξυγίανσης πρέπει να καταρτιστεί και να δημοσιοποιηθεί το συντομότερο δυνατό «ώστε οι αγορές να γνωρίζουν εξαρχής τι προτίθενται να κάνουν (και πώς) οι ελληνικές Αρχές αμέσως μετά την έξοδο της οικονομίας από την ύφεση». Ο κ. Προβόπουλος επισημαίνει ότι έχει ουσιώδη σημασία να μεταδοθεί στις αγορές το μήνυμα ότι η Ελλάδα παραμένει προσηλωμένη στον μεσοπρόθεσμο στόχο της ισχυρής δημοσιονομικής θέσης, όπως άλλωστε προβλέπεται και από το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Η Τράπεζα της Ελλάδος συμμερίζεται τη θέση του ΟΟΣΑ, σύμφωνα με την οποία ακόμη και τυχόν αβάσιμη πρόβλεψη για αύξηση του δημοσίου χρέους μιας χώρας συμβάλλει στην αύξηση της διαφοράς των αποδόσεων μεταξύ των ομολόγων αυτής της χώρας και των αντίστοιχων γερμανικών ομολόγων αναφοράς (τίτλων).