Μήπως γνωρίζει κανείς τον επισκέπτη με το άσπρο πουκάμισο και τι σχέση μπορεί να είχε με τον Οπεκεπέ;
Το χτύπημα του «κανόνι» από την ΑΑΔΕ στα γραφεία του Ενιαίου Οινοποιητικού Αγροτικού Συνεταιρισμού Σάμου (ΕΟΣΣ) θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα μικρό σκάνδαλο για τον τρόπο που διαχειρίζεται τα φορολογικά του ζητήματα ένας οργανισμός που υποτίθεται ότι εξυπηρετεί 3.000 παραγωγούς. Και όμως, οι τελευταίες δηλώσεις του προέδρου, κ. Γιάννη Σκούτα, δείχνουν μια προκλητική άρνηση να αναλάβει οποιαδήποτε ευθύνη, προσπαθώντας να παραμείνει απαραβίαστος μπροστά σε ένα ξεκάθαρο ζήτημα παραλείψεων και αδιαφάνειας.
Στην τελευταία του συνέντευξη, ο κ. Σκούτας προτίμησε να αποδώσει το πρόβλημα σε «τυπικές παρατυπίες» και σε «λίγες» περιπτώσεις καθυστερημένων πληρωμών, ενώ το ποσοστό των αιτήσεων που δεν είχαν παραστατικά «δεν ξεπερνά το 2%». Αυτό, όμως, δεν είναι το θέμα. Γιατί το 2% στις 17.000 αιτήσεις δεν είναι απλώς αριθμός, είναι 340 περιπτώσεις παραβάσεων – και αυτός ο αριθμός είναι ακριβώς που πρέπει να κοιτάξει κανείς.
Η προσπάθεια του κ. Σκούτα να εμφανίσει τις καθυστερημένες πληρωμές ως «αμελητέες» και να εστιάσει σε παραγωγούς που «δεν μπορούν να μετακινηθούν εύκολα», φανερώνει μια απροθυμία να αποδεχτεί την πραγματικότητα: Ο ΕΟΣΣ, με τις 3.000 και πλέον συνδρομητές του, δεν μπορεί να λειτουργεί με τέτοιες ερασιτεχνικές διαχειρίσεις. Αν δεν μπορούν οι παραγωγοί να πληρώσουν εγκαίρως, αυτό σημαίνει ότι ο Συνεταιρισμός δεν έχει φροντίσει να διευκολύνει τη διαδικασία, ούτε έχει φτιάξει τα κατάλληλα εργαλεία για να εξασφαλίσει ότι η δουλειά του γίνεται σωστά και εγκαίρως.
Η ανακοίνωση της ΕΟΣΣ από την άλλη, προσπαθεί να εξηγήσει την κατάσταση με «σοβαρές» δικαιολογίες για τις καθυστερήσεις και τις «εξαιρετικές» συνθήκες των παραγωγών του νησιού. Ουσιαστικά, επιβεβαιώνεται ότι ο Συνεταιρισμός δεν έκδοσε φορολογικά παραστατικά για αμοιβές που δεν είχε εισπράξει, υποστηρίζοντας ότι τα χρήματα δεν είχαν καταβληθεί έγκαιρα από τους παραγωγούς. Το γεγονός ότι ο Συνεταιρισμός «παρείχε υπηρεσίες χωρίς να αμειφθεί» ούτε καθιστά τα πράγματα καλύτερα, ούτε δικαιολογεί την καθυστέρηση έκδοσης των παραστατικών – ούτε βέβαια την παραβίαση του νόμου.
Αλλά το πιο θλιβερό από όλα είναι ότι, αντί να αναγνωρίσει την ευθύνη του και να ζητήσει μια συγγνώμη για τις εσωτερικές παραλείψεις, ο κ. Σκούτας επιλέγει τη γραμμή της αποφυγής ευθυνών και της «κανονικότητας» των καταστάσεων.
Η απόφαση της ΑΑΔΕ, η οποία επιβάλλει το προσωρινό κλείσιμο των γραφείων για 48 ώρες, θεωρείται από τον ίδιο μια «αναγκαία» και «αυτονόητη» διαδικασία, χωρίς όμως να γίνεται αντιληπτό ότι η «αυτονόητη» αυτή διαδικασία είναι συνέπεια της αδιαφορίας και των λάθος χειρισμών του ίδιου του Συνεταιρισμού.
Και το ερώτημα παραμένει: Μπορεί ο ΕΟΣΣ να ισχυρίζεται ότι εξυπηρετεί τους παραγωγούς του όταν δεν μπορεί να διαχειριστεί σωστά τη βασική του λειτουργία, τη φορολογική διαφάνεια και την είσπραξη των οφειλών; Το να ζητάς από τα μέλη σου να πληρώνουν εγκαίρως και να εκδίδεις παραστατικά δεν είναι κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τον «κοινωνικό χαρακτήρα» του Συνεταιρισμού. Απεναντίας, η ορθή διαχείριση θα ενίσχυε την εμπιστοσύνη και την αξιοπιστία του οργανισμού, την ίδια ώρα που η αποφυγή των διαδικασιών αυτές υποσκάπτει τα θεμέλια της.
Ο κ. Σκούτας, με τις αόριστες δικαιολογίες του και τις διαρκείς αναφορές σε «υπερήλικες» και «δύσκολες καταστάσεις», προσπαθεί να κρύψει το γεγονός ότι η λειτουργία του Συνεταιρισμού αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα διαχείρισης, τα οποία αγνοεί ή υποβαθμίζει. Όσο ο Συνεταιρισμός δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες του και δεν βελτιώνει τις εσωτερικές του διαδικασίες, το μέλλον του μπορεί να είναι αβέβαιο, παρά την όποια κοινωνική του δράση. Αν ο ΕΟΣΣ θέλει να παραμείνει αξιόπιστος, χρειάζεται ουσιαστική αναθεώρηση των πρακτικών του και μια σοβαρή δέσμευση για διαφάνεια και υπευθυνότητα απέναντι στους 3.000 παραγωγούς που τον στηρίζουν.
Όσο παραμένει κολλημένος στην επικοινωνιακή διαχείριση και τις δικαιολογίες, τόσο θα διευρύνεται το χάσμα ανάμεσα στις πράξεις του και στις προσδοκίες των μελών του.