9 Αυγούστου 2021

Στο 50% του 2019 τα φετινά τουριστικά έσοδα, εκτιμά η ΕΤΕ

 

Τα πρώτα στοιχεία για την πορεία του ελληνικού τουρισμού φέτος είναι ενθαρρυντικά, καθώς η αντιπαραβολή της πορείας των φετινών τουριστικών αφίξεων και εισπράξεων (ως ποσοστά του 2019) έναντι των αντίστοιχων περυσινών δείχνει σημαντική ανάκτηση των κεκτημένων του 2019, συμπεραίνει νέα μελέτη της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας.

Εστιάζοντας στον κρίσιμο δείκτη των διεθνών αεροπορικών αφίξεων, ο Ιούνιος 2021 ανέκτησε το 1/3 του επιπέδου 2019 (έναντι ποσοστού ανάκτησης 3% για τον Ιούνιο 2020) και ο Ιούλιος 2021 φαίνεται να προσέγγισε ανάκτηση κοντά στα 2/3 του επιπέδου 2019 (έναντι ποσοστού ανάκτησης 29% για τον Ιούλιο 2020). «Αν υποθέσουμε ότι τα υγειονομικά δεδομένα θα ακολουθήσουν μια ανάλογη με την περυσινή πορεία, τότε το 2021 θα κλείσει με ποσοστό ανάκτησης της τάξης του 50% του επιπέδου 2019», εκτιμούν οι συντάκτες της μελέτης. Δεδομένης της υψηλής συσχέτισης των αεροπορικών αφίξεων με τις τουριστικές εισπράξεις (με συντελεστή άνω του 90%), ένα αντίστοιχο ποσοστό ανάκτησης (δηλαδή, 50% του 2019) θα μπορούσε να θεωρηθεί εφικτός στόχος για τις εισπράξεις της χρονιάς, προσθέτουν.

Ενισχυτικά στην υλοποίηση του παραπάνω στόχου, συμπληρώνει η μελέτη της Εθνικής Τράπεζας, λειτουργούν δύο στοιχεία που συγκλίνουν στη διαπίστωση ότι η Ελλάδα έχει φέτος τα εχέγγυα να κερδίσει μερίδιο στην (ομολογουμένως ακόμα υπό πίεση και υψηλή αβεβαιότητα) διεθνή τουριστική αγορά: Πρώτον, συνυπολογίζοντας τα υγειονομικά δεδομένα, τις τάσεις στην αεροπορική κίνηση και τις προτιμήσεις των τουριστών (όπως αποτυπώνονται στις αναζητήσεις και στις κρατήσεις), η Ελλάδα ξεχωρίζει ως η χώρα με την ισχυρότερη ανάκαμψη ζήτησης στη μεσογειακή αγορά. Δεύτερον, εστιάζοντας στις βασικές αγορές προέλευσης για τον ελληνικό τουρισμό, παραδοσιακές ευρωπαϊκές αγορές (όπως η Γερμανία) φαίνεται να αποτελούν σημαντικούς πυλώνες ζήτησης στο δίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου, παίρνοντας τη σκυτάλη από λιγότερο παραδοσιακές αγορές (όπως οι ΗΠΑ και το Ισραήλ) που λειτούργησαν ενισχυτικά στο δίμηνο Μαΐου – Ιουνίου.

Πέρα από την εξέλιξη της φετινής χρονιάς, η Εθνική Τράπεζα εξετάζει και τη μεσοπρόθεσμη στρατηγική που πρέπει να υιοθετηθεί για να αξιοποιηθούν οι ευκαιρίες που διανοίγονται: «Η Ελλάδα βρίσκεται σε μια εξαιρετικά ευνοϊκή θέση για να ωφεληθεί από τις επερχόμενες αλλαγές και ανακατατάξεις, καθώς η φυσική ομορφιά της, η ζεστασιά της φιλοξενίας της και η πολιτιστική κληρονομιά της προσφέρουν μοναδικά αναξιοποίητα συγκριτικά πλεονεκτήματα», ενώ παράλληλα «οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που τους συνοδεύει, αποτελούν μια ευκαιρία για τη χώρα και τον κλάδο που δεν πρέπει να χαθεί». Εκτός από τα εξειδικευμένα κονδύλια για τον κλάδο του τουρισμού (ύψους 0,6 δισ.), οι επιχειρήσεις του τομέα μπορούν να αποκτήσουν πρόσβαση στα ευρύτερα προγράμματα του Ταμείου υπό τους άξονες της πράσινης ανάπτυξης, της ψηφιοποίησης, της καινοτομίας, της εξωστρέφειας και της μεγέθυνσης (οργανικής και μέσω συνεργασιών).

Οι τομείς στους οποίους πρέπει να δοθεί έμφαση έχουν ήδη αναγνωρισθεί από τους επιχειρηματίες του κλάδου και αποτελούν δράσεις επιλέξιμες από το Ταμείο Ανάκαμψης όπως: Πρώτον, η αναβάθμιση ξενοδοχειακών υποδομών (αναγνωρίζεται ως βασικό πρόβλημα ανάπτυξης για το 61% των ξενοδοχείων), δεύτερον, η αναβάθμιση των υποδομών της χώρας (αναγνωρίζεται ως βασικός μοχλός ανάπτυξης για το 59% των ξενοδοχείων στα νησιά) και, τρίτον, η διευκόλυνση της ανάπτυξης συνεργασιών (αναγνωρίζεται ως βασική ευκαιρία ανάπτυξης από το 66% των ηπειρωτικών ξενοδοχείων).
Υιοθετώντας την εκτίμηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού για άνοδο της παγκόσμιας τουριστικής κίνησης κατά 20% το 2030 (έναντι του 2019), η σύγκλιση της Ελλάδας στον μεσογειακό μέσο όρο σε όρους εποχικότητας και ποιότητας, θα μπορούσε μέχρι το τέλος της δεκαετίας να οδηγήσει τις τουριστικές εισπράξεις στην Ελλάδα σε επίπεδο διπλάσιο έναντι του 2019 (επιπλέον 18 δισ. ετησίως), ήτοι 36 δισ. ευρώ.

Πηγή kathimerini.gr